Τι μπορεί να διδαχθεί η Κίνα από την γερμανική ιστορία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τι μπορεί να διδαχθεί η Κίνα από την γερμανική ιστορία

Το Πεκίνο πρέπει να αποφύγει να ενστερνιστεί τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία

Καθώς η Ρωσία συνεχίζει να κακοποιεί την Ουκρανία, ο Κινέζος ηγέτης, Σι Τζινπίνγκ, προσπαθεί να φανεί ουδέτερος, ενώ λαμβάνει μέτρα που αποκαλύπτουν την υποστήριξή του στη Μόσχα. Υπό την ηγεσία του, το Πεκίνο έχει επικρίνει τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι δήθεν πυροδότησαν την τρέχουσα κρίση με την• διεύρυνση του ΝΑΤΟ˙ έχει βοηθήσει την Ρωσία να διαδώσει θεωρίες συνωμοσίας σχετικά με την συμμετοχή της Ουάσιγκτον σε ένα ανύπαρκτο πρόγραμμα βιολογικών όπλων στην Ουκρανία˙ έχει αντιταχθεί στις Δυτικές κυρώσεις˙ και έχει παράσχει στον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, μια σανίδα σωτηρίας εν μέσω της εντεινόμενης οικονομικής κρίσης της Ρωσίας.

13042022-1.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, συναντάται με τον Κινέζο πρόεδρο, Σι Τζινπίνγκ, στη Μπραζίλια, τον Μάρτιο του 2022. Sputnik Photo Agency via Reuters
--------------------------------------

Παραθέτοντας μια κινεζική παροιμία, ο Σι είπε στον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, «αφήστε αυτόν που έδεσε το κουδούνι στον λαιμό της τίγρης να το λύσει», «μόνο αυτός που έδεσε το κουδούνι στον λαιμό της τίγρης μπορεί να το λύσει», το οποίο σημαίνει ότι θεωρεί τον Μπάιντεν υπεύθυνο και, ως εκ τούτου, υποχρεωμένο να επιλύσει την σημερινή στρατιωτική σύγκρουση στην Ευρώπη.

Όμως, παρά τα μέτρα αυτά, ο Σι εξακολουθεί να παίζει εκ του ασφαλούς. Αντί να υποστηρίξει τη Μόσχα κατά την διάρκεια της ψηφοφορίας της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ (UN General Assembly) για την καταδίκη της εισβολής της Ρωσίας, το Πεκίνο απείχε. Ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών, Wang Yi, έχει σηματοδοτήσει τον σεβασμό για την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Έχει υπαινιχθεί επίσης ότι η Κίνα μπορεί να είναι διατεθειμένη να μεσολαβήσει μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας. Και η Κίνα δεν έχει αναγνωρίσει ακόμη ούτε την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία ούτε την ανεξαρτησία των αποκαλούμενων λαϊκών δημοκρατιών της Ντονέτσκ και της Λουχάνσκ, δύο περιοχών στην ανατολική Ουκρανία όπου το Κρεμλίνο υποστηρίζει τους φιλορώσους αυτονομιστές που εξαπέλυσαν πόλεμο κατά της κυβέρνησης του Κιέβου το 2014.

Υπάρχουν ενδείξεις ότι το Κρεμλίνο πιέζει τους Κινέζους να πάρουν θέση. Οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ αποκάλυψαν ότι, τον Μάρτιο του 2022, η Ρωσία ζήτησε από την Κίνα (πιθανώς φονική) βοήθεια. Η κυβέρνηση Μπάιντεν κινήθηκε γρήγορα για να προειδοποιήσει το Πεκίνο να μην απαντήσει θετικά. Υπάρχει ανησυχία στην Ουάσιγκτον ότι εάν η Κίνα έκλινε προς τη μία πλευρά αυτής της σύγκρουσης, όχι μόνο θα παρέτεινε τον φρικτό πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά θα σηματοδοτούσε επίσης μια τεκτονική μετατόπιση στην παγκόσμια πολιτική, με το Πεκίνο και τη Μόσχα να γίνονται στρατιωτικοί σύμμαχοι.

Αυτή η προοπτική δεν θα πρέπει απλώς να ανησυχεί την Ουάσιγκτον˙ θα πρέπει να ανησυχεί και το Πεκίνο. Με άλλα λόγια, η ροπή του Σι προς την υπεκφυγή είναι σοφή. Για να κατανοήσει το γιατί, η Κίνα θα πρέπει να εξετάσει προσεκτικά ένα επεισόδιο από τις αρχές του εικοστού αιώνα στην Ευρώπη.

ΣΠΑΤΑΛΩΝΤΑΣ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Εκείνη την εποχή, μια άλλη δύναμη αναδυόταν σε οικονομική, στρατιωτική, και τεχνολογική σπουδαιότητα, όπως αναδύεται σήμερα η Κίνα. Οι βιομηχανίες της εξελίσσονταν, η τεχνολογία της ήταν αιχμής, και η στρατιωτική της ισχύς αυξανόταν. Οι γείτονες και οι εμπορικοί εταίροι της ανησυχούσαν ότι θα κυριαρχούσε τον επόμενο αιώνα. Εκείνη η χώρα ήταν η αυτοκρατορική Γερμανία.

Αλλά εξαιτίας μιας μοιραίας επιλογής του ηγέτη της χώρας, Κάιζερ Γουλιέλμου Β', η Γερμανία αυτοϋπονομεύτηκε θανάσιμα. Αντί γι’ αυτήν, οι Ηνωμένες Πολιτείες προχώρησαν για να κυριαρχήσουν στον εικοστό αιώνα. Όπως έχει υποστηρίξει ο ιστορικός Odd Arne Westad [3], θα ήταν επιβεβλημένο για το Πεκίνο να δώσει προσοχή στο πώς συνέβη αυτό το γεωπολιτικό «αυτογκόλ», εάν η Κίνα δεν θέλει να συρθεί σε μια παρόμοια άβυσσο.

Οι αποφάσεις που οδήγησαν την Γερμανία στο να σπαταλήσει τα πλεονεκτήματά της στις αρχές του εικοστού αιώνα, ήταν τελικά ευθύνη του Βερολίνου, παρόλο που η πλησιέστερη αιτία γι' αυτές βρισκόταν στο εξωτερικό. Τον Ιούνιο του 1914, ο αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος, ο διάδοχος του θρόνου της καταρρέουσας Αυτοκρατορίας της Αυστρο-ουγγαρίας, δολοφονήθηκε. Εκείνη η δολοφονία ήταν έργο μιας ομάδας αυτονομιστών, που υποστηρίζονταν από ορισμένα μέλη του Σερβικού Στρατού. Αλλά η Βιέννη, η πρωτεύουσα της παρακμάζουσας αυτοκρατορίας, αποφάσισε ότι, αντί να περιορίσει την απάντησή της στους δράστες, θα έκανε πόλεμο σε ολόκληρη την Σερβία.

Διαισθανόμενη την δική της αδυναμία, πριν ξεκινήσει τις εχθροπραξίες, η Αυτοκρατορία της Αυστρο-ουγγαρίας έστειλε μια αντιπροσωπεία στο Βερολίνο, την πρωτεύουσα της ανερχόμενης Γερμανίας. Ο στόχος ήταν να επιδιώξει την γερμανική υποστήριξη για τον εκκεντρικό στρατό της Βιέννης σε αυτό το ριψοκίνδυνο εγχείρημα.

Τον προηγούμενο αιώνα, ο Γερμανός καγκελάριος, Ότο φον Μπίσμαρκ, είχε κατανοήσει την ανάγκη για προσοχή και για την διατήρηση της ισορροπίας των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Μόλις ένωσε την Γερμανία μέσω μιας σειράς τολμηρών πολέμων, επιδίωξε μια στρατηγική εδραίωσης και όχι τυχοδιωκτισμού. Αλλά όταν έφτασε η βιεννέζικη αντιπροσωπεία στο Βερολίνο, ο Μπίσμαρκ είχε φύγει προ πολλού. Και, ασύνετα, ο Γουλιέλμος Β' αποφάσισε να υποστηρίξει την Βιέννη. Χάρισε αυτή που έγινε γνωστή ως «λευκή επιταγή» στους γαλαζοαίματους συναδέλφους του, διαβεβαιώνοντάς τους για την ισχυρότερη δυνατή υποστήριξη.

Ενθαρρυμένη, συνεπώς, η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία εξαπέλυσε πόλεμο εναντίον της Σερβίας. Όπως γνωρίζει κάθε μελετητής της σύγχρονης ιστορίας, η κατάσταση γρήγορα ξέφυγε από τον έλεγχο. Άλλες χώρες κινητοποιήθηκαν γρήγορα, για να αποφύγουν να πιαστούν απροετοίμαστες σε περίπτωση που στην συνέχεια ο πόλεμος θα ερχόταν προς αυτές. Καθώς οι εντάσεις αυξάνονταν σε όλη την Ευρώπη, το Βερολίνο εξαπέλυσε μια εισβολή στις Κάτω Χώρες με το βλέμμα στην κατάκτηση της Γαλλίας [4]. Ο γερμανικός στόχος ήταν να νικήσει γρήγορα τους Γάλλους, πριν η Γερμανία βρεθεί παγιδευμένη σε έναν πόλεμο δύο μετώπων με τους Ρώσους, επίσης. Μια προς μια, χώρες όλου του κόσμου βρέθηκαν να σύρονται στην σύγκρουση που προέκυψε [5].

Η επακόλουθη παγκόσμια πυρκαγιά —ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος— έληξε με την καταστροφή της Αυτοκρατορίας της Αυστρο-ουγγαρίας και την ήττα της Γερμανίας του Γουλιέλμου. Με απλά λόγια: υποστηρίζοντας την φιλοπόλεμη, ασταθή γείτονά της στην στρατιωτική ανοησία της, το Βερολίνο θυσίασε τελικά το μέλλον του ως κυρίαρχη δύναμη.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ ΣΤΗΝ ΤΑΪΒΑΝ;

Με τον ίδιο τρόπο που οι Αυστρο-ούγγροι επιδίωξαν την έγκριση του Βερολίνου πριν εξαπολύσουν τη μοιραία επίθεση στην Σερβία, το Κρεμλίνο στράφηκε στην Κίνα την περίοδο πριν την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Τον Φεβρουάριο του 2022, την παραμονή των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου, ο Πούτιν και ο Σι υπέγραψαν μια κοινή δήλωση που σηματοδοτούσε την βαθιά φιλία τους, ισχυριζόμενοι ότι μιλούσαν εκ μέρους της «διεθνούς κοινότητας» και καταγγέλλοντας την τάση μιας ορισμένης «μειοψηφίας» (εννοώντας την Δύση ) «να καταφεύγει στην χρήση βίας».

Αλλά μετά από πιο προσεκτική εξέταση, το σύμφωνο Πούτιν-Σι [6] δεν έκρυβε κάτι από πίσω. Η δημόσια κοινή δήλωση που πήρε ο Πούτιν, μολονότι επέκρινε γενικά την διεύρυνση του ΝΑΤΟ, δεν έλεγε τίποτα συγκεκριμένο για την Ουκρανία. Και φαίνεται απίθανο ο Πούτιν να αποκάλυψε την πλήρη έκταση των σχεδίων εισβολής του στον Σι, δεδομένου ότι άφησε ακόμη και ορισμένες ανώτερες προσωπικότητες της ρωσικής κυβέρνησης να πιστεύουν ότι η πορεία προς την εισβολή ήταν απλώς μια μπλόφα.

Τα αυξανόμενα προβλήματα της Ρωσίας από τότε που έγινε γνωστή η πραγματική φύση των σχεδίων του Πούτιν, πρέπει σίγουρα να επιβεβαίωσαν στο Πεκίνο ότι ο Πούτιν διέπραξε μια γκάφα ιστορικών διαστάσεων, μια [γκάφα] που εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τον χώρο που έχει ο ίδιος ο Σι για να ελιχθεί όσον αφορά την Ταϊβάν. Δεν είναι σαφές εάν ο Σι βιαζόταν πολύ να εισβάλει στην Ταϊβάν πριν από τον πόλεμο του Πούτιν. Εάν βιαζόταν, πιθανώς έχει ξανασκεφτεί το ζήτημα, δεδομένης της πανωλεθρίας της Ρωσίας.

Η ζημιά που έχει υποστεί η Ρωσία από τις Δυτικές κυρώσεις -το να γίνει διεθνής παρίας και να αντιμετωπίζει σημαντική πτώση της οικονομικής της ευημερίας- είναι παράδειγμα προς αποφυγήν για την κινεζική ηγεσία, η οποία, σε αντίθεση με τον Πούτιν, αντλεί την εγχώρια νομιμοποίησή της κυρίως από την οικονομική της απόδοση. Και η γενναία αντίσταση των Ουκρανών στην ρωσική επίθεση έχει επισημάνει στο Πεκίνο ότι τα τύπου Πούτιν στοιχήματα των βιαστικών στρατιωτικών κατακτήσεων είναι ένας σίγουρος τρόπος για να προκληθεί στρατιωτική καταστροφή. Ακόμη και αν η Ρωσία ανακτήσει την πρωτοβουλία, οι κίνδυνοι για το Πεκίνο παραμένουν, όπως οι περαιτέρω οικονομικές αβεβαιότητες και η, όχι πλέον αδιανόητη, προοπτική ότι η Ρωσία θα διευρύνει την σύγκρουση. Η Κίνα δύσκολα θα μπορούσε να παραμείνει στο περιθώριο στον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ

Είναι λόγω της επίγνωσής τους για τέτοιους κινδύνους, που οι Κινέζοι βαδίζουν στο τεντωμένο σκοινί της καλοπροαίρετης ουδετερότητας: προσπαθώντας να βοηθήσουν την Ρωσία και ταυτόχρονα παραμένοντας αμέτοχοι σε όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία. Ωστόσο, καθώς ο κόσμος μαθαίνει περισσότερα για τις ανείπωτες θηριωδίες που διαπράχθηκαν από τις ρωσικές δυνάμεις κατά την διάρκεια της εισβολής τους, η θέση αυτή γίνεται όλο και πιο δύσκολο να διατηρηθεί. Το Πεκίνο βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής, ένα [σημείο] όπου ο Σι θα πρέπει να κάνει μια επιλογή: είτε να αποστασιοποιήσει την χώρα του από τον φρικτό πόλεμο του Πούτιν και να προσπαθήσει να τον φέρει σε ένα τέλος είτε να συνεχίσει να διακινδυνεύει το μέλλον της Κίνας, παραμένοντας στην κακή παρέα ενός εξαιρετικά απρόβλεπτου και επικίνδυνου δρώντος.

Είναι η ώρα της επιλογής —και οι συνέπειες για την Κίνα από την λανθασμένη επιλογή είναι σαφείς. Η συνέχιση της υποστήριξης της Ρωσίας σημαίνει de facto περαιτέρω αποσταθεροποίηση του διεθνούς συστήματος που έχει τροφοδοτήσει την εκπληκτική άνοδο της Κίνας. Σημαίνει επίσης ότι η Κίνα θα αντιμετωπίσει πραγματικό οικονομικό κόστος, καθώς οι εταιρείες της θα αντιμετωπίσουν την προοπτική των δευτερογενών κυρώσεων. Και η λανθασμένη επιλογή θα έχει σοβαρές συνέπειες για την φήμη της, καθώς τα μη πειστικά ξόρκια του Πεκίνου περί μη παρέμβασης θα εκτίθενται ως υποκριτική κάλυψη ενός ρεβιζιονιστή γείτονα, που έχει εξαπολύσει ένα όργιο βίας εναντίον μιας κυρίαρχης χώρας. Τίποτα από αυτά δεν είναι προς το συμφέρον της Κίνας.

Αντί να παρασυρθεί από την Ρωσία, η Κίνα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τη μόχλευση που έχει με τον Πούτιν για να τον πείσει να σταματήσει. Όπως υποδηλώνει η εμπειρία της Αυτοκρατορικής Γερμανίας, δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανοησία για μια παγκόσμια δύναμη από το να ικανοποιεί τις ιδιοτροπίες ενός πολεμοχαρούς γείτονα. Είναι ο Πούτιν, όχι ο Μπάιντεν, που έχει δέσει ένα κουδούνι στον λαιμό της τίγρης. Εάν ο Σι ξέρει τι είναι καλύτερο για την Κίνα, θα τον βοηθήσει να το λύσει.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Unwanted-Visionaries-Soviet-Failure-Asia/dp/B00J9...
[2] https://www.amazon.com/Not-One-Inch-Post-Cold-Stalemate/dp/030025993X
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/east-asia/2022-04-05/next-sino-r...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-10-07/chance-...
[5] https://www.foreignaffairs.com/reviews/review-essay/2020-06-09/after-cap...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/competition-with-china-wit...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/east-asia/2022-04-12/what-china-...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition