Τι θέλει η Δύση στην Ουκρανία; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τι θέλει η Δύση στην Ουκρανία;

Ορίζοντας την επιτυχία –πριν να είναι πολύ αργά

Είναι αδύνατο να γνωρίζουμε εάν ο ρωσικός στρατός θα μπορέσει να πραγματοποιήσει τις φιλοδοξίες του για την διεκδίκηση μεγαλύτερου ελέγχου στην περιοχή της Ντονμπάς και την δημιουργία μιας χερσαίας γέφυρας προς την Κριμαία —και, εάν είναι ικανός να το κάνει, ανεξάρτητα από το αν ο Πούτιν αναθεωρήσει ξανά τους πολεμικούς του στόχους, σε αυτή την περίπτωση προς τα πάνω. Αυτό που είναι σχεδόν βέβαιο είναι ότι καμία νομιμοποιημένη ουκρανική κυβέρνηση δεν θα αποδεχόταν επισήμως ένα τόσο ευνοϊκό για την Ρωσία αποτέλεσμα. Οι θηριωδίες που έχουν διαπράξει οι ρωσικές δυνάμεις κατά την διάρκεια της μάχης έχουν κάνει πολύ πιο δύσκολο για το Κίεβο το να αφήσει τη Μόσχα να φύγει από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων με οτιδήποτε θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ανταμοιβή για την βαναυσότητά της. Ο Ζελένσκι ίσως επίσης πιστεύει (και με καλό λόγο) ότι το να επιτραπεί στην Ρωσία να διατηρήσει την λαβή της στο έδαφος της Ουκρανίας θα καθιστούσε δύσκολο, αν όχι αδύνατο, για την Ουκρανία να παραμείνει κυρίαρχη με οποιαδήποτε ουσιαστική έννοια. Σε αυτό το σημείο, η Δύση θα πρέπει να συνεχίσει να παρέχει υποστήριξη στην Ουκρανία, για να αποτρέψει την επιτυχία της επιθετικότητας του Πούτιν στην Ουκρανία και τον καθορισμό ενός επικίνδυνου προηγούμενου που θα συνιστούσε πρόκληση για την τάξη παντού. Έτσι, ακόμη κι αν ο Πούτιν ήταν έτοιμος να παύσει τις μεγάλες στρατιωτικές επιχειρήσεις με αντάλλαγμα το να διατηρήσει ένα μεγάλο κομμάτι της Ουκρανίας, ο πόλεμος πιθανότατα θα συνεχιζόταν σε κάποιο επίπεδο, όπως έχει συνεχιστεί στην αποκαλούμενη παγωμένη σύγκρουση στη Ντονμπάς από το 2014 και μετά.

Μια εναλλακτική σε ένα ευνοϊκό για την Ρωσία [2] σενάριο θα αποτελούσε αδιέξοδο. Η κατάσταση θα ήταν λίγο-πολύ όπως ήταν πριν από την εισβολή, με την Ρωσία να κατέχει την Κριμαία και να ασκεί de facto έλεγχο μέσω των πληρεξουσίων της σε τμήματα της Ντονμπάς. Ένα τέτοιο μέλλον θα προέκυπτε εάν η Ουκρανία ανακτούσε ορισμένα [εδάφη] από αυτά που έχει κερδίσει η Ρωσία τους τελευταίους δύο μήνες, αλλά εάν ούτε η Ουκρανία ούτε η Ρωσία ήταν ικανές να επιτύχουν αποφασιστική στρατιωτική πρόοδο. Αυτό το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι αποδεκτό από την Ουκρανία, η οποία έχει ένα ισχυρό κίνητρο να τερματίσει έναν πόλεμο που έχει προκαλέσει τόσο πολύ θάνατο και καταστροφή. Θα ήταν μια ειρήνη με τίμημα, αλλά δυνητικά ένα τίμημα που αξίζει να πληρωθεί. Και κατ' αρχήν, ίσως και ο Πούτιν θα υποστήριζε ένα τέτοιο αποτέλεσμα, κρίνοντας ότι δεν θα κέρδιζε πολλά από την συνέχιση της μάχης. Εάν, ως μέρος αυτού του σεναρίου, η Ουκρανία συμφωνούσε να μην ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, [ο Πούτιν] ίσως να υπολόγιζε ότι θα μπορούσε να πείσει πολλούς Ρώσους ότι η χώρα είχε κερδίσει τον πόλεμο, ακόμη κι αν δεν απέκτησε πολύ έδαφος. Εάν προέκυπτε μια τέτοια συναίνεση, θα ήταν μια [συναίνεση] άξια υποστήριξης.

Αλλά φαίνεται υπερβολικά αισιόδοξο να φανταστεί κάποιος ότι ένα στρατιωτικό αδιέξοδο θα έστρωνε τον δρόμο για μια διπλωματική διευθέτηση. Ο Πούτιν θα δυσκολευόταν πολύ να βρει αληθοφανή επιχειρήματα για το ότι ένα τόσο θολό αποτέλεσμα δικαιολογεί το στρατιωτικό, διπλωματικό, και οικονομικό κόστος του πολέμου του. Επιπλέον, δεδομένης της ρητορικής του στο παρελθόν, φαίνεται απίθανο να αποποιηθεί όλων των απαιτήσεών του για την Ουκρανία, αποδεχόμενος τον μόνιμο χωρισμό της από την Ρωσία [3] και επιτρέποντάς της να επιλέξει μια φιλελεύθερη, και προσανατολισμένη στην Δύση οδό για αυτήν, συμπεριλαμβανομένης της ένταξης στην ΕΕ. Η σχεδόν [απόλυτη] βεβαιότητα ότι ένα τέτοιο αποτέλεσμα δεν θα οδηγούσε σε μια μεγάλη ελάφρυνση των κυρώσεων, στον τερματισμό των ερευνών για εγκλήματα πολέμου, ή στις εκκλήσεις για επανορθώσεις, είναι επίσης ένα επιχείρημα εναντίον της αποδοχής αυτού του σεναρίου από τον Πούτιν. Ένα αδιέξοδο θα μετατρεπόταν σχεδόν σίγουρα σε μια σύγκρουση χωρίς τέλος. Και πάλι, πολλοί στην Ουκρανία θα απέρριπταν οποιαδήποτε ρύθμιση που άφηνε την Ρωσία να έχει τον έλεγχο οποιουδήποτε ουκρανικού εδάφους.

Ένα τρίτο μέλλον θα καθοριζόταν από την ουκρανική στρατιωτική επιτυχία. Η Ρωσία θα υποχρεωνόταν να αποδεχθεί όχι μόνο το προ του 2022 status quo, αλλά και το προ του 2014 status quo. Θεωρητικά, αυτό θα ήταν ένα ιδανικό αποτέλεσμα για την Ουκρανία, η οποία θα ανακτούσε όλη την κυριαρχία που έχει χάσει τα τελευταία οκτώ χρόνια, και για την διεθνή τάξη, καθώς θα ενίσχυε τον κανόνα ότι τα εδάφη δεν πρέπει να αποκτούνται με την βία. Στην πράξη, όμως, τα πράγματα θα ήταν πιο περίπλοκα. Ακόμα κι αν η Ουκρανία κατάφερνε να εκδιώξει τα ρωσικά στρατεύματα, η χώρα θα ήταν ακόμη ευάλωτη σε προερχόμενες από την Ρωσία επιθέσεις πυραύλων και πυροβολικού, για να μην αναφέρουμε τίποτα για τις κυβερνοεπιθέσεις και τις πολιτικές παρεμβάσεις. Ακόμη πιο σημαντικό, είναι σχεδόν αδύνατο να φανταστεί κάποιος τον Πούτιν να αποδέχεται ένα τέτοιο αποτέλεσμα, αφού σίγουρα θα απειλούσε την πολιτική του επιβίωση, και πιθανώς ακόμη και την φυσική του επιβίωση. [Ευρισκόμενος] σε απόγνωση, ίσως θα επιχειρούσε να διευρύνει τον πόλεμο μέσω κυβερνοεπιθέσεων ή επιθέσεων σε μια ή περισσότερες χώρες του ΝΑΤΟ. Ίσως κατέφευγε ακόμη και στα χημικά ή τα πυρηνικά όπλα. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η Ρωσία έχει θέσει σε ισχύ τους μηχανισμούς για να αποτρέψει τον Πούτιν [4] από το να διατάξει μια τέτοια κλιμάκωση εάν [αυτός] αποφάσιζε ότι δεν είχε τίποτα να χάσει.