Το φονικό όπλο της Τουρκίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το φονικό όπλο της Τουρκίας

Από την Ουκρανία ως την Συρία, τα drones ανασχηματίζουν την εξωτερική πολιτική του Ερντογάν
Περίληψη: 

Τα τελευταία χρόνια, τα drones έχουν παίξει αποφασιστικό ρόλο σε πολυάριθμες συγκρούσεις στον Καύκασο, στην Αφρική, και στη Μέση Ανατολή. Με το να προωθεί drones σε σχεδόν δύο ντουζίνες χώρες, κυρίως χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, η Άγκυρα κατάφερε να επεκτείνει την γεωπολιτική της επιρροή.

Ο SONER CAGAPTAY είναι διευθυντής του Turkish Research Program στο The Washington Institute. Το νέο βιβλίο του έχει τίτλο A Sultan in Autumn: Erdogan Faces Turkey’s Uncontainable Forces [1].
O RICH OUTZEN είναι ανώτερος σύμβουλος στην Dragoman LLC και ανώτερος συνεργάτης στο Jameson Foundation. Απόστρατος συνταγματάρχης του στρατού των ΗΠΑ, ήταν μέλος του προσωπικού του Σχεδιασμού Πολιτικής του Υπουργείου Εξωτερικών από το 2016 έως το 2018.

Στις 14 Απριλίου, οι ουκρανικές δυνάμεις κατέπληξαν τον κόσμο όταν βύθισαν το Moskva, το βαριά οπλισμένο καταδρομικό που ήταν η ναυαρχίδα του στόλου της Μόσχας στη Μαύρη Θάλασσα. Όπως σημειώθηκε ευρέως στον διεθνή Τύπο, οι Ουκρανοί πέτυχαν να χτυπήσουν το πλοίο με τους εγχώριους πυραύλους Neptune, παρά την σημαντική άμυνα του πλοίου. Αυτά που παρατηρήθηκαν κάπως λιγότερο, ωστόσο, ήταν τα ξένης κατασκευής drones που επέτρεψαν αυτή την αξιοσημείωτη επίθεση: σύμφωνα με Ουκρανούς αξιωματούχους, το χτύπημα συντονίστηκε από ένα ζεύγος τουρκικών μη επανδρωμένων drones Bayraktar TB2, τα οποία κατάφεραν να αποφύγουν τα ραντάρ του πλοίου και τα οποία παρείχαν ακριβείς πληροφορίες στόχευσης στους πυραύλους.

28042022-1.jpg

Ένα τουρκικό drone ΤΒ2 Bayraktar σε μια ουκρανική στρατιωτική παρέλαση, στο Κίεβο, τον Αύγουστο του 2021. Gleb Garanich / Reuters
-------------------------------------------

Δεν είναι η πρώτη φορά που τα τουρκικά drones αποδείχθηκαν καθοριστικά για την αντίσταση της Ουκρανίας στην εισβολή της Μόσχας. Από τις πρώτες ημέρες της ρωσικής επίθεσης, τα χαμηλού κόστους, αλλά φονικά, μη επανδρωμένα όπλα TB2 έχουν αποδειχθεί ξανά και ξανά κρίσιμα για την εξάλειψη των ρωσικών αρμάτων μάχης και το ξαφνικό σταμάτημα της ρωσικής προέλασης. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Τον Ιανουάριο, καθώς η Ρωσία συγκέντρωνε τεράστιο αριθμό στρατευμάτων στα ουκρανικά σύνορα, το Κίεβο προχώρησε αθόρυβα σε ένα όργιο στρατιωτικών δαπανών με την Τουρκία, αγοράζοντας 16 drones Bayraktar TB2, μαζί με άλλα τουρκικά οπλικά συστήματα, αντί συνολικά σχεδόν 60 εκατομμυρίων δολαρίων —30 φορές περισσότερα από όσα δαπάνησε για αμυντικό εξοπλισμό από την Τουρκία κατά την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους. Αυτά ενώθηκαν με τα περίπου άλλα 20 TB2 που η Ουκρανία είχε αγοράσει προηγουμένως από την Τουρκία. Το Bayraktar είναι τόσο σημαντικό για την ουκρανική πολεμική προσπάθεια –το όνομά του σημαίνει «ο σημαιοφόρος» στα τουρκικά– που έχει εμπνεύσει ένα πατριωτικό ουκρανικό τραγούδι το οποίο έχει κάνει τον γύρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Παρά το ενδιαφέρον για τα drones της Ουκρανίας, ωστόσο, έχει δοθεί πολύ λιγότερη προσοχή στην στρατηγική της χώρας που τα προμηθεύει. Παραγόμενο από μια τουρκική εταιρεία με στενούς δεσμούς με τον Τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, το TB2 είναι κάτι περισσότερο από ένας κρίσιμος εξισορροπιστής στον πόλεμο της Ουκρανίας. Τα τελευταία χρόνια, τα drones έχουν παίξει αποφασιστικό ρόλο σε πολυάριθμες συγκρούσεις στον Καύκασο, στην Αφρική, και στη Μέση Ανατολή. Με το να προωθεί drones σε σχεδόν δύο ντουζίνες χώρες, κυρίως χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, η Άγκυρα κατάφερε να επεκτείνει την γεωπολιτική της επιρροή, ενώ ταυτόχρονα τοποθετήθηκε για να διαμορφώσει το αποτέλεσμα μεγάλων περιφερειακών αγώνων ισχύος.

Η διπλωματία των drones της Άγκυρας δεν ήταν χωρίς μειονεκτήματα. Στη Μέση Ανατολή, η διευρυνόμενη στρατιωτική εμπλοκή της Τουρκίας σε χώρες όπως η Λιβύη έχει ωθήσει αντιπάλους, όπως η Ελλάδα και η Αίγυπτος, να σχηματίσουν νέους χαλαρούς συνασπισμούς με στόχο να περιορίσουν την τουρκική ισχύ. Στην Ουκρανία, τα drones απειλούν να υπονομεύσουν τις προσεκτικές εξισορροπητικές ενέργειες της Άγκυρας με την Ρωσία, με την οποία συνεχίζει να διατηρεί σχέσεις. Τα τελευταία χρόνια, οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Δημοκρατικοί στο Κογκρέσο των ΗΠΑ έχουν εκφράσει την ανησυχία τους για την διάδοση των drones της Τουρκίας. Αναφερόμενος στο ρόλο των μη επανδρωμένων όπλων στην σύγκρουση του Αζερμπαϊτζάν με την Αρμενία στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ το 2020, ο Αμερικανός γερουσιαστής Bob Menendez, Δημοκρατικός από το Νιου Τζέρσεϊ, είπε το περασμένο φθινόπωρο ότι «οι πωλήσεις drones της Τουρκίας είναι επικίνδυνες, αποσταθεροποιητικές, και μια απειλή για την ειρήνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα».

Εντούτοις, μετά από χρόνια μοναχικής μονομερούς δράσης -που έφερε στην Τουρκία έναν αυξανόμενο αριθμό περιφερειακών αντιπάλων και έφθειρε τις συμμαχίες της με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη- η τουρκική κυβέρνηση κατάφερε να μοχλεύσει τα Bayraktars και άλλα drones της για να μεταμορφώσει το διεθνές προφίλ της. Στη Μέση Ανατολή, τα drones βοήθησαν την Τουρκία να διεκδικήσει τα δικά της συμφέροντα με σχετικά περιορισμένους διπλωματικούς πόρους. Με την Ουκρανία, η στρατιωτική αρωγή της Άγκυρας έχει δώσει στον Ερντογάν ανανεωμένη βαρύτητα στο ΝΑΤΟ, σε μια εποχή στην οποία η κυβέρνησή του βρίσκεται σε επικίνδυνη θέση στο εσωτερικό και οι σχέσεις του με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη βρίσκονται σε κρίση εδώ και αρκετά χρόνια. Εάν η Τουρκία μπορέσει να συνεχίσει να διαχειρίζεται επιτυχώς και να οικοδομεί επάνω στο πρόγραμμα των drones της, ίσως έχει δώσει στον εαυτό της μια κρίσιμη νέα μορφή επιρροής -και έχει επαναπροσδιορίσει τον πόλεμο με drones στην πορεία.

ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΡΑΝΤΑΡ

Το πρόγραμμα των drones της Τουρκίας γεννήθηκε από την απογοήτευση με τους ξένους προμηθευτές. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ο κυρίαρχος κατασκευαστής ένοπλων drones, η Τουρκία προσπάθησε να αποκτήσει πρόσβαση στην τεχνολογία των ΗΠΑ για να πολεμήσει το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Τουρκία έχουν υποδείξει ως τρομοκρατική οργάνωση. Στην συνέχεια, το 2005, στράφηκε στο Ισραήλ, αλλά με παρομοίως απογοητευτικά αποτελέσματα. Τα επόμενα χρόνια, η Άγκυρα αποκρούστηκε στις προσπάθειές της να αγοράσει πιο προηγμένα drones των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης μιας ένοπλης εκδοχής του MQ-9 Reaper. Τελικά, αποφάσισε να αναπτύξει τα δικά της.