Το φονικό όπλο της Τουρκίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το φονικό όπλο της Τουρκίας

Από την Ουκρανία ως την Συρία, τα drones ανασχηματίζουν την εξωτερική πολιτική του Ερντογάν

Το 2012, μια τουρκική κρατική επιχείρηση ανέπτυξε ένα πρωτότυπο drone και μέχρι το 2016 ήταν σε θέση να παράσχει αποτελεσματική αναγνώριση. Κατά την διάρκεια αυτών των ετών, ήρθε μια άλλη σημαντική πρόοδος, όταν ο Selcuk Bayraktar, ένας εκπαιδευμένος στο [πανεπιστήμιο] MIT μηχανικός και μελλοντικός γαμπρός του Ερντογάν, σχεδίασε το Bayraktar TB2. Το 2012, το TB2 εισήλθε σε μαζική παραγωγή και εντός τριών ετών είχε επιτύχει την ικανότητα να εκτελεί χτυπήματα ακριβείας, καθιστώντας το ένα σημαντικό νέο εργαλείο στο οπλοστάσιο της Τουρκίας. Όπως τα κατασκευασμένα στις ΗΠΑ MQ-1 Predator και MQ-9 Reaper, το TB2 είναι ένα drone Μεσαίου Υψομέτρου και Μεγάλης Αντοχής (Medium Altitude Long Endurance, MALE). Σε σύγκριση με το τουρκικό αντίστοιχό τους, τα drones των ΗΠΑ είναι αναμφισβήτητα πιο εξελιγμένα: έχουν δεκαπλάσια εμβέλεια, διπλάσια ταχύτητα, και μπορούν να μεταφέρουν σχεδόν τα διπλάσια όπλα. Αλλά είναι επίσης τρεις φορές ή ακόμη και τέσσερις φορές πιο ακριβά. Μόνο τα πυρομαχικά για ορισμένα προηγμένα Δυτικά drones κοστίζουν περισσότερο από το ολοκληρωμένο, πλήρως οπλισμένο, TB2, το οποίο εκτιμάται ότι κοστίζει μόλις ένα ή 2 εκατομμύρια δολάρια.

Αρχής γενομένης από το 2015, ο τουρκικός στρατός άρχισε να χρησιμοποιεί τα drones του στον μακροχρόνιο αγώνα του εναντίον των Κούρδων ανταρτών του PKK. Τα επόμενα τρία χρόνια, τα νέα drones επέτρεψαν στην Τουρκία να εκδιώξει σε μεγάλο βαθμό την οργάνωση από το τουρκικό έδαφος και να σκοτώσει μεγάλο αριθμό μελών του PKK, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων από την ηγεσία του στο Ιράκ. Αμέσως μετά, η Άγκυρα ξεκίνησε επίσης να χρησιμοποιεί τα drones εναντίον Κούρδων μαχητών στην Συρία, [που ήταν] γνωστοί ως Μονάδες Λαϊκής Προστασίας (People’s Protection Units, YPG) και σχετίζονταν με το PKK, μια στρατηγική που επέτρεψε στην Τουρκία να εδραιώσει τον έλεγχο των νοτιοανατολικών και νότιων συνόρων της και να επεκτείνει την εμβέλειά της στην βόρεια Συρία και στο [βόρειο] Ιράκ χωρίς να θέσει σε κίνδυνο μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις επί του εδάφους. Για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, η Άγκυρα κατάφερνε να αποκτήσει ένα αποφασιστικό πλεονέκτημα στη μακροχρόνια σύγκρουση με το PKK.

ΠΕΤΩΝΤΑΣ ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ

Τα χαρακτηριστικά που έκαναν το Bayraktar απαραίτητο για τις προτεραιότητες ασφαλείας της ίδιας της τουρκικής κυβέρνησης, σύντομα αποδείχθηκαν εξίσου χρήσιμα σε πολυάριθμες μικρές και μεσαίες δυνάμεις στο εξωτερικό. Με μια σχετικά περιορισμένη επένδυση, μια χώρα μπορούσε να αποκτήσει φονική στρατιωτική τεχνολογία που θα μπορούσε να αλλάξει την δυναμική μιας σύγκρουσης ή να παράσχει ένα αποτελεσματικό αποτρεπτικό μέσο εναντίον ανταρτών ή άλλων δυνάμεων. Το 2017, η Τουρκία άρχισε να εξάγει το TB2 και εντός πέντε ετών είχε πουλήσει drones σε σχεδόν δύο ντουζίνες χώρες, συμπεριλαμβανομένων συμμάχων και εταίρων στην Ευρώπη (Αλβανία, Πολωνία, και Ουκρανία)˙ στην Κεντρική και Νότια Ασία (Κιργιστάν, Πακιστάν, και Τουρκμενιστάν)˙ στην Αφρική (Αιθιοπία, Λιβύη, Μαρόκο, Σομαλία, και Τυνησία)˙ στον [Περσικό] Κόλπο (Κατάρ)˙ και στον Καύκασο (Αζερμπαϊτζάν). Μολονότι αυτές οι εξοπλιστικές συμφωνίες ωθήθηκαν από έναν συνδυασμό μερκαντιλισμού και γεωπολιτικής, σχεδόν πάντα περιελάμβαναν χώρες στις οποίες η Τουρκία έχει στρατηγικό συμφέρον.

Στον απόηχο αυτών των συμφωνιών, τα τουρκικά drones έχουν γείρει την πλάστιγγα σε πολυάριθμες συγκρούσεις. Στην Λιβύη το 2020, επέτρεψαν στην υποστηριζόμενη από την Τουρκία και διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Τρίπολης να νικήσει μια άγρια επίθεση του υποστηριζόμενου από την Ρωσία πολέμαρχου Khalifa Hafter. Με παρόμοιο τρόπο, τα drones βοήθησαν τις δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν να ανακτήσουν επιτυχώς εδάφη στην αμφισβητούμενη περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ που κατείχαν επί δεκαετίες οι αρμενικές δυνάμεις. Στην επαρχία Idlib της Συρίας, επέτρεψαν στις δυνάμεις της συριακής αντιπολίτευσης να σταματήσουν μια επίθεση της συριακής κυβέρνησης [που είχε] στόχο να τις οδηγήσει στην Τουρκία. Και στην Αιθιοπία, τα τουρκικά drones που παρασχέθηκαν στην κυβέρνηση της Αντίς Αμπέμπα συνέβαλαν στο να αναστραφεί το ρεύμα στον εμφύλιο πόλεμο με τους Τιγκρεϊνούς αντάρτες. Όπως και στις άλλες περιπτώσεις, το ενδιαφέρον της Τουρκίας για την Αιθιοπία δεν ήταν απλώς εμπορικό: η Άγκυρα θεωρεί τους ενισχυμένους δεσμούς με την Αντίς Αμπέμπα ως έναν τρόπο για να διεκδικήσει την τουρκική επιρροή στο Κέρας της Αφρικής και να αντισταθμίσει την Αίγυπτο, με την οποία έχει ανταγωνιστεί για την περιφερειακή επιρροή.

Η ταχεία ανάδυση της Τουρκίας ως ηγέτιδα προμηθεύτρια drones σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος έχει δημιουργήσει οφέλη για την τουρκική ισχύ, αλλά έχει δημιουργήσει επίσης και νέες προκλήσεις. Αρκετές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Αιθιοπίας, της Σομαλίας, και της Τυνησίας, έχουν αποκτήσει τουρκικά drones χωρίς την πλήρη συνοδεία των τεχνικών συστημάτων για την λειτουργία τους. Αυτές οι χώρες ίσως να μην επιτύχουν αποφασιστικά αποτελέσματα εναντίον ενός καλά εκπαιδευμένου ή αριθμητικά υπέρτερου εχθρού, και μερικές φορές αστοχούν. Κατά την διάρκεια της σύγκρουσης στην [περιοχή] Tigray, η αιθιοπική κυβέρνηση επικρίθηκε δριμύτατα διότι προκάλεσε απώλειες αμάχων και χτύπησε ακόμη και ένα σχολείο με τα τουρκικής κατασκευής drones της. Τέτοια περιστατικά έχουν συμβάλει επίσης στην αντίληψη, την οποία συμμερίζονται ορισμένοι αξιωματούχοι των ΗΠΑ, ότι η Τουρκία έχει γίνει ένας απερίσκεπτος υπεύθυνος για την διάδοση των drones.