Τι διδάσκεται η Κίνα από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τι διδάσκεται η Κίνα από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία;

Η Αμερική και η Ταϊβάν πρέπει να κατανοήσουν –και να επηρεάσουν- τις κινεζικές απόψεις για την σύγκρουση

Πέρα από την Ευρώπη, ο αντίκτυπος της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία γίνεται αισθητός πιο έντονα 5.000 μίλια μακριά, στο νησί της Ταϊβάν. Πολλοί Ταϊβανέζοι ανησυχούν ότι μπορεί να είναι οι επόμενοι που θα υποστούν μια εισβολή από έναν πιο ισχυρό γείτονα. Ετούτοι οι φόβοι δεν είναι παράλογοι. Ενώ η Ουκρανία και η Ταϊβάν διαφέρουν από πολλές απόψεις, ως σχετικά νέες δημοκρατίες που ζουν δίπλα σε μεγαλύτερους αυταρχικούς γείτονες με μακροχρόνια σχέδια για την επικράτειά τους, και οι δύο αντιμετωπίζουν εντυπωσιακά παρόμοιες στρατηγικές δυσκολίες.

17052022-1.jpg

Ταϊβανέζοι στρατιώτες σε ένα πλοίο της γραμμής κοντά στα [νησιά} Matsu, στην Ταϊβάν, τον Μάρτιο του 2022 Ann Wang / Reuters

------------------------------------------------------------------------

Όσο κι αν ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, έχει περιγράψει την αποκατάσταση της «ιστορικής ενότητας» μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας ως ένα είδος πνευματικής αποστολής, ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, πιστεύει ότι η επανένωση της ηπειρωτικής Κίνας με αυτήν που θεωρεί ως την χαμένη επαρχία της Ταϊβάν θα συμβάλει στην εδραίωση της θέσης του στην ιστορία. Ο Σι μιλά για την Ταϊβάν με σχεδόν τον ίδιο τρόπο που ο Πούτιν μιλά για την Ουκρανία, τονίζοντας τους δεσμούς αίματος και υποστηρίζοντας ότι η Κίνα και η Ταϊβάν είναι μια οικογένεια. Ενώ ο Πούτιν έχει αμφισβητήσει πρόσφατα την παραδοσιακή αντίληψη της κρατικής κυριαρχίας, προκειμένου να υποδηλώσει ότι η Ουκρανία δεν την αξίζει, ο Σι (όπως και οι προκάτοχοί του) αρνείται εντελώς την κυριαρχία της Ταϊβάν.

Παρά αυτές τις ομοιότητες, θα ήταν σφάλμα να υποθέσουμε ότι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία [1] θα επιταχύνει με οποιονδήποτε τρόπο την επιθυμία της Κίνας να επιτύχει την ενοποίηση με την Ταϊβάν. Στην ουσία, οι υπολογισμοί των Κινέζων ηγετών σχετικά με το εάν θα χρησιμοποιήσουν βία εναντίον της Ταϊβάν είναι πολιτικές αποφάσεις τις οποίες δεν θα επηρεάσουν οι ενέργειες της Μόσχας. Επιπλέον, οι Κινέζοι αξιωματούχοι γνωρίζουν καλά ότι μια επίθεση στην Ταϊβάν τώρα πιθανώς θα πυροδοτούσε τους Δυτικούς φόβους ότι το Πεκίνο και η Μόσχα σχηματίζουν έναν αυταρχικό άξονα και αρχίζουν να ενεργούν συντονισμένα, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα μιας άμεσης επέμβασης από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους.

Ωστόσο, ο Σι και η ηγεσία του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (People’s Liberation Army, PLA) παρακολουθούν στενά τα γεγονότα στην Ουκρανία, αναζητώντας διδάγματα που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν με χρήσιμο τρόπο σε περίπτωση σύγκρουσης με την Ταϊβάν. Οι δυσκολίες της Ρωσίας δεν θα κλονίσουν με κανέναν τρόπο την αποφασιστικότητα της Κίνας να φέρει την Ταϊβάν υπό τον έλεγχό της. Από την οπτική γωνία του Πεκίνου, ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι απλώς μια ρεαλιστική πρώτη ιδέα του κόστους που πιθανότατα θα επωμιζόταν η Κίνα εάν κατέφευγε σε πόλεμο. Οι Κινέζοι ηγέτες θα εξετάσουν τις αποτυχίες της Ρωσίας και θα προσαρμόσουν τα επιχειρησιακά σχέδια τους για να αποφύγουν παρόμοια λάθη.

Η Ταϊβάν και οι Ηνωμένες Πολιτείες, επομένως, καλό θα ήταν να κάνουν το ίδιο, και να εξετάσουν εξονυχιστικά κάθε στάδιο του πολέμου στην Ουκρανία από την οπτική γωνία ενός Κινέζου αξιωματούχου. Με αυτόν τον τρόπο, ίσως είναι σε θέση να προσδιορίσουν γεγονότα ή μοτίβα που μπορεί ήδη να κάνουν τους Κινέζους αξιωματούχους να το ξανασκεφθούν, καθώς και ικανότητες που η Ταϊβάν θα πρέπει να υιοθετήσει για να στηρίξει την αποτροπή. Μολονότι θα ήταν σφάλμα να υποθέσουμε ότι οι ενέργειες της Μόσχας έχουν οποιαδήποτε άμεση επιρροή στις αποφάσεις του Πεκίνου, ο εντοπισμός του είδους των στοιχείων που θα μπορούσαν να πείσουν την Κίνα ότι η απόφαση του Πούτιν να επιτεθεί στην Ουκρανία ήταν μια κολοσσιαία στρατηγική γκάφα θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει τους Ταϊβανέζους και Αμερικανούς στρατηγιστές να αποτρέψουν την Κίνα από μια καταστρεπτική επίθεση [2] στην Ταϊβάν.

ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΗΡΕΜΟΣ

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία επιβεβαιώνει την πεποίθηση των Κινέζων ηγετών ότι εισέρχονται σε μια πιο επικίνδυνη εποχή και ότι πρέπει να προετοιμαστούν για μεγαλύτερη πιθανότητα πολέμου. Στο τηλεφώνημα του με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν [3], αφότου ξεκίνησε ο πόλεμος, ο Σι σημείωσε ότι «η κυρίαρχη τάση της ειρήνης και της ανάπτυξης αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις» και ότι «ο κόσμος δεν είναι ούτε ήρεμος ούτε σταθερός». Τα λόγια του Σι υποδηλώνουν έντονα ότι η Κίνα θα συνεχίσει να αυξάνει τις αμυντικές δαπάνες της, οι οποίες παραμένουν εστιασμένες στην ανάπτυξη των ικανοτήτων που θα χρειαζόταν ο PLA για να κατακτήσει την Ταϊβάν.

Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν οικοδομήσει έναν συνασπισμό χωρών, συμπεριλαμβανομένων πολλών από τις κορυφαίες οικονομίες του κόσμου, προκειμένου να επιβάλουν αυστηρές κυρώσεις στην Ρωσία, η Κίνα [4] εξετάζει αυτές τις προσπάθειες για [να εντοπίσει] ενδείξεις ότι η επιρροή των ΗΠΑ μειώνεται. Από την σκοπιά του Πεκίνου, οποιεσδήποτε ρωγμές στον συνασπισμό αποτελούν ενθαρρυντικά νέα, και έχει σίγουρα παρατηρήσει ότι κάποιοι στενοί εταίροι των ΗΠΑ, όπως η Ινδία, δεν έχουν επιβάλει κυρώσεις στην Ρωσία ή δεν έχουν καταδικάσει σθεναρά την εισβολή της στην Ουκρανία, ακόμη και μετά την εμφάνιση αναφορών για φερόμενα ρωσικά εγκλήματα πολέμου. Η Κίνα πιθανώς υποθέτει ότι η παγκόσμια υποστήριξη στην Ταϊβάν θα είναι πιο αθόρυβη από την υποστήριξη στην Ουκρανία, καθώς ελάχιστες χώρες διατηρούν διπλωματικές σχέσεις με την Ταϊβάν και πολλές δεν έχουν ούτε στιβαρές ανεπίσημες σχέσεις με το νησί. Επιπλέον, η Ρωσία έχει μοχλεύσει επιτυχώς τους οικονομικούς δεσμούς της με ορισμένες χώρες, ώστε να τις κρατήσει στο περιθώριο, κάτι που έχει πιθανώς καθησυχάσει την Κίνα ότι η πολύ μεγαλύτερη οικονομική της δύναμη θα εμποδίσει πολλές χώρες να στηρίξουν την Ταϊβάν.

Η Κίνα θα μελετήσει επίσης τις κυρώσεις [5] που εφαρμόζονται στην Ρωσία και θα λάβει μέτρα για να μειώσει την δική της ευαλωτότητα σε παρόμοιες ενέργειες. Ως πρώτο μέτρο, το Πεκίνο θα επιταχύνει την στρατηγική του της «διπλής κυκλοφορίας» -επιδιώκοντας να προωθήσει τις εξαγωγές ενώ ταυτόχρονα θα ενθαρρύνει την ισχυρότερη εγχώρια ζήτηση- σε μια προσπάθεια να αυξήσει την οικονομική εξάρτηση άλλων χωρών από την Κίνα και να μειώσει την εξάρτησή της από άλλες. Αυτή η στρατηγική θα εξυπηρετούσε δύο σκοπούς: να μονωθεί η οικονομία της Κίνας από κυρώσεις και να καταστούν οποιεσδήποτε κυρώσεις που θα επιβάλλουν οι Δυτικές χώρες στο Πεκίνο για να αποτρέψουν ή να τιμωρήσουν μια εισβολή στην Ταϊβάν περισσότερο βλαπτικές για την Δύση παρά για την Κίνα. Η Κίνα θα επιχειρήσει επίσης να παράγει κρίσιμες τεχνολογίες, όπως ημιαγωγούς, στο εσωτερικό, να μειώσει την εξάρτησή της από το χρηματοπιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ και το δολάριο, και να υποστηρίξει μια εναλλακτική στο SWIFT, το βασισμένο στο δολάριο σύστημα διεθνών πληρωμών. Ανεξάρτητα από το πόση πρόοδο θα κάνει η Κίνα σε αυτό το μέτωπο, οι ηγέτες της είναι πιθανώς πεπεισμένοι ότι οι σύμμαχοι των ΗΠΑ θα ήταν πολύ πιο επιφυλακτικοί στο να επιβάλουν ευρείες κυρώσεις εναντίον της Κίνας, δεδομένης της κεντρικής θέσης της στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες.

Δυνητικά, το πιο σημαντικό μάθημα που διδάχθηκε η Κίνα από τον πόλεμο στην Ουκρανία είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα μελετήσουν [6] το ενδεχόμενο άμεσης στρατιωτικής επέμβασης εναντίον ενός αντιπάλου εξοπλισμένου με πυρηνικά. Προτού η Ρωσία εισβάλει στην Ουκρανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέσυραν από το τραπέζι την άμεση στρατιωτική επέμβαση, με τον Μπάιντεν να προειδοποιεί ότι «η άμεση αντιπαράθεση μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας θα είναι ο Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος». Κινέζοι αναλυτές και υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν πιθανώς συμπεράνει ότι το πυρηνικό οπλοστάσιο της Ρωσίας απέτρεψε την επέμβαση των ΗΠΑ και ότι τα πυρηνικά όπλα δημιουργούν περισσότερο χώρο για συμβατικές επιχειρήσεις. Οι Κινέζοι στρατηγιστές πιθανώς πιστεύουν ότι αυτό επιβεβαιώνει την απόφαση της χώρας να επενδύσει σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση του πυρηνικού της οπλοστασίου, το οποίο το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ εκτίμησε πρόσφατα ότι θα φτάσει τουλάχιστον τις 1.000 κεφαλές εντός της δεκαετίας. Επιπλέον, έχοντας δει τους πυρηνικούς λεονταρισμούς του Πούτιν, η Κίνα ίσως συμπεράνει ότι θα μπορούσε να αποτρέψει την επέμβαση των ΗΠΑ για λογαριασμό της Ταϊβάν, αυξάνοντας το επίπεδο πυρηνικού συναγερμού της ή πραγματοποιώντας πυρηνικές δοκιμές στην αρχή μιας σύγκρουσης.

Οι στρατιωτικές γκάφες της Ρωσίας θα βοηθήσουν τον PLA να τελειοποιήσει τα σχέδιά του και να βελτιώσει τις πιθανότητές του να κατακτήσει την Ταϊβάν. Η Ρωσία δεν έχει επιτύχει εναέρια υπεροχή έναντι της Ουκρανίας˙ δεν έχει διατηρήσει τις δυνάμεις της εφοδιασμένες με καύσιμα, τρόφιμα, και πυρομαχικά˙ δεν έχει διεξάγει αποτελεσματικά επιχειρήσεις συνδυασμένων όπλων. Η ηγεσία του PLA πιθανώς συγκλονίστηκε που ο ρωσικός στρατός, με εκτενή πρόσφατη επιχειρησιακή εμπειρία, απέτυχε να εξασφαλίσει μια αποφασιστική νίκη. Για τον PLA, αυτό δικαιώνει τις δύσκολες στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησε το 2015, οι οποίες εστίασαν στις κοινές επιχειρήσεις και την επιμελητεία, και ενσωματώνουν διδάγματα από την παρακολούθηση της διεξαγωγής περίπλοκων κοινών επιχειρήσεων από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ταυτόχρονα, o PLA παρατάσσει σημαντική ποσότητα ρωσικού στρατιωτικού εξοπλισμού και έχει επιδιώξει να ενσωματώσει στοιχεία των στρατιωτικών μεταρρυθμίσεων της Ρωσίας, και επομένως οι δυσκολίες της Ρωσίας θα μπορούσαν να ωθήσουν τον PLA να αμφισβητήσει την δική του ετοιμότητα να διεξάγει τις απαραίτητες επιχειρήσεις για μια μάχη με την Ταϊβάν. Αυτή η ανησυχία πιθανώς επιδεινώνεται από το γεγονός ότι ο PLA υποθέτει πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα προστρέξουν σε υπεράσπιση την Ταϊβάν και πως οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πουλήσει στην Ταϊβάν πολλά από τα ίδια όπλα που χρησιμοποιεί η Ουκρανία με εξαιρετικά αποτελέσματα. Πιο μακροπρόθεσμα, ο PLA πιθανώς θα πολλαπλασιάσει την εστίασή του στην ενσωμάτωση της χερσαίας, θαλάσσιας, και εναέριας ισχύος του και στην βελτίωση των κοινών πολεμικών ικανοτήτων του.

Η ικανότητα του προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι [7] να συσπειρώνει τον ουκρανικό λαό και την διεθνή κοινή γνώμη έχει δείξει στους Κινέζους ηγέτες την σημασία του να εξαλείψουν την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ταϊβάν στην αρχή μιας σύγκρουσης και να κάμψουν την αποφασιστικότητα του λαού της Ταϊβάν να αντισταθεί. Στην πράξη, αυτό θα συνεπάγετο, τουλάχιστον, να αποπειραθούν να δολοφονήσουν τους ηγέτες της Ταϊβάν για να αποθαρρύνουν τον πληθυσμό, να εμποδίσουν την διοίκηση και τον έλεγχο, και να αποτρέψουν την εμφάνιση μιας προσωπικότητας που θα συσπειρώσει. Αλλά η Κίνα πιθανώς θα επιδίωκε ακόμη πιο εκτεταμένες επιχειρήσεις πριν από οποιαδήποτε επίθεση, όπως το να σπείρει τον διχασμό εντός της κοινωνίας της Ταϊβάν, να διαδώσει παραπληροφόρηση, και να διακόψει τις επικοινωνίες της Ταϊβάν με τον έξω κόσμο. Η Κίνα έχει ήδη δημιουργήσει τις απαραίτητες πλατφόρμες στην Ταϊβάν για την διάδοση φιλο-κινεζικών μηνυμάτων, μέσω επενδύσεων σε μέσα ενημέρωσης, και της στρατολόγησης ανθρώπων για πληροφορίες. Σίγουρα θα συνεχίσει να βελτιώνει αυτό το μη κινητικό στοιχείο του πολέμου.

ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΤΕΙ Η ΤΑΪΒΑΝ

Δεδομένου ότι η Κίνα θα χρησιμοποιήσει τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία ως ευκαιρία για να βελτιώσει τον σχεδιασμό της για μια σύγκρουση στην Ταϊβάν, είναι κρίσιμης σημασίας για την Ταϊβάν να κάνει το ίδιο. Υπάρχουν ήδη ενθαρρυντικά σημάδια. Μετά τις αρχικές επιτυχίες της Ουκρανίας [8] εναντίον της Ρωσίας, πολλοί Ταϊβανέζοι βγήκαν στους δρόμους για να πανηγυρίσουν, και ακτιβιστές και σχολιαστές υποστήριξαν ότι η ικανότητα της Ουκρανίας να απωθήσει έναν στρατιωτικά ανώτερο εχθρό είχε εμπνεύσει τους Ταϊβανέζους να πιστέψουν ότι θα μπορούσαν να κάνουν το ίδιο. Ο υπουργός Άμυνας της Ταϊβάν έχει δημιουργήσει μια ομάδα εργασίας για να μελετήσει τις τακτικές της Ουκρανίας και έχει προτείνει την προοπτική παράτασης της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, κάτι που έχει πλέον την υποστήριξη άνω των τριών τετάρτων των ερωτηθέντων στις δημοσκοπήσεις. Το ενδιαφέρον για την εκμάθηση πρώτων βοηθειών και την απόκριση σε καταστροφές έχει εκτοξευθεί.

Δεν αρκεί όμως μόνο αυτό. Η Ταϊβάν πρέπει να επιταχύνει επειγόντως την υιοθέτηση μιας ασύμμετρης αμυντικής στρατηγικής. Θα πρέπει να εστιάσει στην ανάπτυξη πολλών από τις ίδιες ικανότητες που χρησιμοποιεί η Ουκρανία με σημαντικά αποτελέσματα, όπως τα φορητά συστήματα αεράμυνας, τα drones (τα οποία η Ταϊβάν έχει ήδη δηλώσει ότι προτεραιοποιεί, στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας), και οι αντιαρματικοί πύραυλοι. Επιπλέον, η Ταϊβάν θα πρέπει να αυξήσει την παραγωγή αντιπλοϊκών πυραύλων και θαλάσσιων ναρκών. Ο στρατός της πρέπει να αποκεντρώσει την διοίκηση και τον έλεγχο και να αναπτύξει συστήματα για να εξουσιοδοτεί τις μικρότερες στρατιωτικές μονάδες να αναλύουν και να προσαρμόζονται στις ταχέως εξελισσόμενες συνθήκες επί του εδάφους.

Η Ταϊβάν πρέπει επίσης να δημιουργήσει μια πιο εκπαιδευμένη και έτοιμη εφεδρική δύναμη, να δημιουργήσει νέες τοπικές αμυντικές δυνάμεις, και να σχεδιάσει ευρύτερα την κινητοποίηση ολόκληρης της κοινωνίας της. Η ικανότητα των απλών Ουκρανών να αντέχουν τους βομβαρδισμούς [9] και, σε πολλές περιπτώσεις, να παίρνουν τα όπλα, έχει δείξει στους Ταϊβανέζους κάτι από το σθένος που θα έπρεπε να επιδείξουν για να αντισταθούν σε μια κινεζική επίθεση. Εάν η Κίνα επιτεθεί στην Ταϊβάν, ο στόχος της θα ήταν να κυβερνήσει 24 εκατομμύρια ανθρώπους επ' αόριστον, και θα εναπόκειται στον λαό της Ταϊβάν να το καταστήσει αδύνατο.

Μια κρίσιμη αδυναμία που πρέπει να αντιμετωπίσει η Ταϊβάν είναι η δυσκολία του ανεφοδιασμού του πληθυσμού και του στρατού της κατά την διάρκεια μιας σύγκρουσης. Η Ουκρανία συνορεύει με κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, κάτι που επιτρέπει σε οπλισμό και ανθρωπιστικές προμήθειες να εισέρχονται στην χώρα, ακόμη και μετά την εισβολή της Ρωσίας, αλλά ο εφοδιασμός της Ταϊβάν σε περίπτωση εισβολής, πόσω μάλλον ενδεχόμενου αποκλεισμού, θα είναι εξαιρετικά δύσκολος. Η προμήθεια ακόμη και των βασικών αγαθών, όπως είναι τα τρόφιμα και τα φάρμακα, θα είναι δύσκολη, καθώς δεν μπορεί να ζητηθεί από τα εμπορικά πλοία και τα αεροσκάφη να διακινδυνεύσουν την ζωή των πληρωμάτων τους για να συνεχίσουν να παραδίδουν αγαθά. Ο εφοδιασμός του στρατού της Ταϊβάν, ειδικά εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες επρόκειτο να επέμβουν για λογαριασμό της Ταϊβάν [10], θα ήταν απείρως [δυσκολότερος].

Δεδομένου ότι η Κίνα έχει παρατηρήσει την εξάρτηση της Ουκρανίας από τον επανεφοδιασμό από τις Δυτικές χώρες, ακόμη και όταν μαίνεται ο πόλεμος, η Κίνα πιθανώς θα προτεραιοποιούσε την αποκοπή της Ταϊβάν το συντομότερο δυνατό κατά την διάρκεια μιας σύγκρουσης. Η Ταϊβάν θα πρέπει να το προβλέψει και να προετοιμαστεί τώρα, αποθηκεύοντας προμήθειες πυρομαχικών, πετρελαίου, τροφίμων, και άλλων κρίσιμης σημασίας υλικών, και διασκορπίζοντας αυτές τις προμήθειες σε όλο το νησί. Ουσιαστικά, ό,τι θα χρειαστεί η Ταϊβάν για να πολεμήσει τον PLA για μια παρατεταμένη περίοδο, διατηρώντας παράλληλα τον πληθυσμό της αρκετά χορτάτο και υγιή ώστε να προβάλει αντίσταση, πρέπει να βρίσκεται ήδη στο νησί όταν ξεσπάσει η σύγκρουση.

ΕΝΑΣ ΑΠΟΤΡΕΠΤΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΗΠΑ

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει επίσης να τελειοποιήσουν το σχέδιό τους για να αποτρέψουν μια κινεζική επίθεση εναντίον της Ταϊβάν και να απαντήσουν στην κινεζική επιθετικότητα. Δεν μπορούν να βασίζονται μόνο στην απειλή των κυρώσεων για να αλλάξουν τον υπολογισμό του Σι. Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες προειδοποίησαν δημόσια τον Πούτιν για τις τεράστιες οικονομικές συνέπειες με τις οποίες θα επιβαρυνόταν εάν εισέβαλε στην Ουκρανία, αυτός εισέβαλε ούτως ή άλλως. Και δεδομένης της κεντρικής θέσης της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία, το να επιβληθούν ευρείες κυρώσεις στην χώρα θα είναι πολύ πιο δύσκολο.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να συντονίσουν ένα πακέτο κυρώσεων με τους συμμάχους και τους εταίρους τους σε περίοδο ειρήνης και να διερευνήσουν τρόπους για να μειώσουν την οικονομική εξάρτησή τους από την Κίνα. Η μεγαλύτερη αδυναμία των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στην Ρωσία είναι η εξαίρεση για την ρωσική ενέργεια [11], η οποία κρίνεται απαραίτητη (τουλάχιστον τους δύο πρώτους μήνες της σύγκρουσης) δεδομένης της εξάρτησης της Ευρώπης από το ρωσικό πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να καταβάλουν συντονισμένη προσπάθεια για να αναπτύξουν εναλλακτικές πηγές υλικών, όπως τα ορυκτά σπάνιων γαιών, για την προμήθεια των οποίων ο κόσμος εξαρτάται κυρίως από την Κίνα.

Υπάρχει ο κίνδυνος ότι ένα από τα βασικά συμπεράσματα της Κίνας από την σύγκρουση στην Ουκρανία είναι πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα είναι απρόθυμες να επέμβουν στρατιωτικά για λογαριασμό της Ταϊβάν. Έτσι, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να εισαγάγουν μια πολιτική στρατηγικής σαφήνειας που θα καθιστά σαφές ότι θα προσέτρεχαν άμεσα σε υπεράσπιση της Ταϊβάν. Η ύπαρξη μιας αξιόπιστης στρατιωτικής επιλογής είναι απαραίτητη, κάτι που θα σημαίνει ότι θα συνεχιστεί να θεωρείται η Ταϊβάν ως το σταθερό σενάριο του Υπουργείου Άμυνας και να της παρέχονται οι ανάλογοι πόροι. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει επίσης να συνεργαστούν πιο στενά με την Ταϊβάν, καθιερώνοντας ένα ισχυρό διμερές πρόγραμμα εκπαίδευσης για να ενισχύσουν τις ικανότητες αυτοάμυνας της Ταϊβάν. Θα πρέπει επίσης να βοηθήσουν την Ταϊβάν να αναπτύξει μια ασύμμετρη αμυντική στρατηγική και να δώσουν προτεραιότητα στις παραδόσεις όπλων στο νησί.

Η κοινότητα των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ διακρίθηκε κατά την διάρκεια της κρίσης στην Ουκρανία, αποκαλύπτοντας τις κινήσεις του Πούτιν πριν αυτός τις κάνει, και μοιραζόμενη αυτές τις πληροφορίες με τους συμμάχους των ΗΠΑ, κάτι που στέρησε από τον Πούτιν την στρατηγική έκπληξη και βοήθησε έναν συνασπισμό να συνενωθεί γύρω από τις ισχυρές κυρώσεις και την στρατιωτική υποστήριξη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει, επίσης, να είναι προετοιμασμένες να συγκεντρώσουν και να μοιραστούν προληπτικά πληροφορίες σχετικά με τα κινεζικά σχέδια. Πρέπει να ενεργήσουν τώρα για να διασφαλίσουν ότι θα έχουν γνώση των αρχικών ενδείξεων των προετοιμασιών του PLA για επίθεση στην Ταϊβάν, και να είναι έτοιμες να μοιραστούν αυτές τις ενδείξεις με τους εταίρους τους, για να σχεδιάσουν μια ενοποιημένη απάντηση πριν ξεκινήσει ο πόλεμος.

Δεδομένης της αυξανόμενης ευθυγράμμισης μεταξύ της Ρωσίας και της Κίνας, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να αποκλείσουν ότι η Ρωσία θα προσέφερε σημαντική αρωγή στην Κίνα κατά την διάρκεια μιας σύγκρουσης για την Ταϊβάν, όπως όπλα, ενέργεια, τρόφιμα, και πληροφορίες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει επίσης να υποθέσουν ότι η Ρωσία θα επιδίωκε να τους αποσπάσει την προσοχή από οποιαδήποτε μάχη εναντίον της Κίνας, διεξάγοντας κυβερνοεπιθέσεις ή επιδιώκοντας να αποσταθεροποιήσει την Ευρώπη. Στην αξιοσημείωτη κοινή τους δήλωση της 4ης Φεβρουαρίου που καθιέρωσε μια φιλία «χωρίς όρια», η Κίνα και η Ρωσία επαναβεβαίωσαν «την ισχυρή αμοιβαία υποστήριξή τους για την προστασία των βασικών συμφερόντων τους», και η Ρωσία συμφώνησε ότι «η Ταϊβάν είναι απαράγραπτο μέρος της Κίνας». Η Κίνα, η οποία έχει στηρίξει την Ρωσία σε όλη την διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία [12], θα αναμένει να της το ανταποδώσει κατά την διάρκεια μιας σύγκρουσης στην Ταϊβάν.

Τα μέτρα που πρέπει να λάβουν η Ουάσιγκτον και η Ταϊπέι για να ενισχύσουν την αποτροπή πρέπει να γίνουν προσεκτικά, ώστε να αποφευχθεί η ακούσια πυροδότηση της σύγκρουσης που επιδιώκουν να εμποδίσουν. Για αρχή, οποιοσδήποτε επιταχυνόμενος συντονισμός με την Ταϊβάν θα πρέπει να γίνει σιωπηρά και να κρατηθεί μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ταϊβάν θα πρέπει να εστιάσουν στο πώς θα αυξήσουν τις πολεμικές ικανότητες της Ταϊβάν και να αποφύγουν τους συμβολισμούς. Κατ’ ιδίαν, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να τονίσουν στην Κίνα ότι αυτές οι κινήσεις είναι συνεπείς με την πολιτική της «μιας Κίνας» των ΗΠΑ και αποτελούν απάντηση στην διαβρωμένη ισορροπία δυνάμεων στο Στενό της Ταϊβάν, που προκαλείται από την στρατιωτική συσσώρευση της Κίνας. Δημοσίως, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να υπογραμμίσουν ότι δεν υποστηρίζουν την ανεξαρτησία της Ταϊβάν και ότι το κύριο συμφέρον τους είναι η διατήρηση του status quo στο Στενό της Ταϊβάν.

Ο πόλεμος που εξελίσσεται στην Ουκρανία προσφέρει σημαντικά διδάγματα για την Κίνα, την Ταϊβάν, και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Όποια πλευρά προσαρμοστεί πιο επιδέξια θα καθορίσει εάν θα αντέξει η αποτροπή ή εάν θα έρθει μια σύγκρουση που θα άλλαζε θεμελιωδώς τον κόσμο.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/lists/2022-02-24/how-understand-crisis-uk...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2021-06-03/china-taiwan-wa...
[3] https://www.foreignaffairs.com/topics/biden-administration
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/competition-with-china-wit...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-03-31/sa...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2022-04-25/why-war-uk...
[7] https://www.foreignaffairs.com/tags/volodymyr-zelensky
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-05-09/can-ukraines-...
[9] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-04-22/ukraine-can-win
[10] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2021-12-13/growing-danger-...
[11] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-04-05/time-even-tou...
[12] https://www.foreignaffairs.com/tags/war-ukraine

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2022-05-16/what-china-lear...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition