Πώς να δοθεί στον Πούτιν μια εύσχημη έξοδος από την Ουκρανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς να δοθεί στον Πούτιν μια εύσχημη έξοδος από την Ουκρανία

Τα διδάγματα της σοβιετικής αποχώρησης από το Αφγανιστάν

Από την αρχή της εισβολής της Ρωσίας, κάθε μέρος της σύγκρουσης έχει προσπαθήσει να διαμορφώσει τις αντιλήψεις για το ποιος νικά και ποιος χάνει. Καθώς το Κίεβο αντιστεκόταν στις ρωσικές προελάσεις, η Ουκρανία και οι Δυτικοί σύμμαχοί της έχουν επινοήσει ένα αφήγημα για την Ουκρανία, ότι είναι ένα θαρραλέο και αναπάντεχα θριαμβευτικό αουτσάιντερ. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, είπε πρόσφατα ότι «η μάχη του Κιέβου ήταν μια ιστορική νίκη για τους Ουκρανούς» και «μια νίκη για την ελευθερία». Εν τω μεταξύ, η Μόσχα έχει ισχυριστεί ότι ο πόλεμος εξελίσσεται βάσει σχεδίου και έχει υπογραμμίσει την υποτιθέμενη ανδρεία των δυνάμεών της στη Ντονμπάς. Μετά την συνάντησή του με τον Πούτιν τον Απρίλιο, ο Αυστριακός καγκελάριος, Karl Nehammer, είπε ότι ο Ρώσος ηγέτης «πιστεύει ότι κερδίζει τον πόλεμο».

Είναι εύκολο να αντιληφθεί κάποιος γιατί αμφότερες οι πλευρές προωθούν επιθετικά τις ιστορίες τους. Τα αφηγήματα για τη νίκη και την ήττα -είτε αληθινά είτε ψευδή- μπορούν να επηρεάσουν το ηθικό των στρατιωτών και την δημόσια υποστήριξη στον πόλεμο, να διαμορφώσουν τα αποτελέσματα στο πεδίο της μάχης, και να καθορίσουν τη μοίρα των ηγετών. Τα επόμενα χρόνια, θα είναι πολύ πιο εύκολο να διατηρηθεί η νεοανακαλυφθείσα συνοχή του ΝΑΤΟ, εάν θεωρηθεί ότι η συμμαχία πέτυχε στην Ουκρανία. Οι πολιτικές σταδιοδρομίες του Ουκρανού προέδρου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, και ενδεχομένως κάποιων Δυτικών ηγετών ίσως συνδεθούν με τις αντιλήψεις για το εάν η Ουκρανία νικά ή χάνει. Είναι κρίσιμο το ότι το μέλλον του Πούτιν [5] ίσως εξαρτηθεί από την έκβαση του πολέμου του, ο οποίος είναι η μεγαλύτερη και πιο ριψοκίνδυνη πολιτική του απόφαση. Το 1962, ο Σοβιετικός ηγέτης Νικήτα Χρουστσόφ θεωρήθηκε ευρέως ως ο ηττημένος της κρίσης των πυραύλων της Κούβας. Εν μέρει ως αποτέλεσμα αυτού, ανατράπηκε από την εξουσία δύο χρόνια αργότερα.

Η πιο προφανής Δυτική στρατηγική θα μπορούσε, λοιπόν, να είναι η ανυποχώρητη εστίαση στην απεικόνιση της Ρωσίας ως χαμένης στην Ουκρανία. Αλλά αυτή η προσέγγιση διακινδυνεύει να παρατείνει άσκοπα τον πόλεμο. Ο Πούτιν δεν μπορεί να ανεχθεί την ταπείνωση και ο πρωταρχικός του σκοπός -περισσότερο και από την κατάληψη ουκρανικού εδάφους ή ακόμα και την ανατροπή του καθεστώτος του Κιέβου- είναι να αποκαταστήσει την αίσθηση της ρωσικής δόξας και υπερηφάνειας, και να διατηρήσει το προσωπικό του όνομα ως νικητή. Δεν είναι ο πρώτος ηγέτης που πολεμά με αυτό το κίνητρο˙ οι μεγάλες δυνάμεις συχνά φτάνουν τους πολέμους μέχρι το τέλος για να αποφύγουν να εμφανιστούν ως ηττημένες. Το 1965, για παράδειγμα, ένα υπόμνημα της κυβέρνησης των ΗΠΑ ανέφερε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πολεμούσαν στο Βιετνάμ «κατά 70% για να αποφύγουν μια ταπεινωτική ήττα των ΗΠΑ». Η Δύση ίσως χρειαστεί, επομένως, μια πιο επιδέξια προσέγγιση για να τερματίσει τον πόλεμο.

Η ιστορία δείχνει ότι είναι δυνατό να επινοηθούν όροι ειρήνης που επιτρέπουν στις ισχυρές χώρες να τερματίσουν τους αποτυχημένους πολέμους με ένα ίχνος αξιοπρέπειας, αλλά παρόλα αυτά με σαφή ήττα. Η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν είναι ίσως το κορυφαίο παράδειγμα. Οι Συμφωνίες της Γενεύης (Geneva Accords) του 1988 δημιούργησαν ένα χρονοδιάγραμμα για την σοβιετική απόσυρση, στο οποίο οι υπογράφοντες και οι εγγυητές συμφώνησαν να επιτρέψουν στο κομμουνιστικό καθεστώς του Αφγανιστάν να παραμείνει στην εξουσία — ώστε να υπήρχε, όπως το έθεσε ένας Σοβιετικός αξιωματούχος, ένα «αξιοπρεπές μεσοδιάστημα» μεταξύ της αποχώρησης της Μόσχας και της τελικής κατάρρευσης της Καμπούλ. Αυτό έδωσε την δυνατότητα στον Σοβιετικό ηγέτη, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, να ισχυριστεί ότι τα σοβιετικά στρατεύματα είχαν επιτύχει στην αποστολή τους να σταθεροποιήσουν το Αφγανιστάν και να δημιουργήσουν την εθνική «συμφιλίωση». Η ευρεία διεθνής ανάμειξη στις Συμφωνίες επέτρεψε επίσης στη Μόσχα να δώσει έμφαση στον ρόλο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στην στρατηγική εξόδου της, και να διαμορφώσει την σοβιετική αποχώρηση ως μια απόπειρα να ανανεωθεί ο διεθνής οργανισμός. Στην συνέχεια, ο Κόκκινος Στρατός έφυγε με τάξη: η απόσυρση χρειάστηκε μόνο εννέα μήνες και ολοκληρώθηκε νωρίτερα από το προβλεπόμενο. Οι Σοβιετικοί αξιωματούχοι την έκαναν να φαίνεται σαν να διατηρούσαν τον έλεγχο.

Δεν τον διατηρούσαν. Το αφγανικό καθεστώς επέζησε προσωρινά, αλλά ήταν σαφές σε όλους ότι δεν θα έμενε στην εξουσία για πάντα. (Η κυβέρνηση της Καμπούλ κατέρρευσε τελικά το 1992). Οι Ηνωμένες Πολιτείες, μια από τις εγγυήτριες των Συμφωνιών, έκαναν ελάχιστες ουσιαστικές παραχωρήσεις και διατήρησαν το δικαίωμα να εξοπλίζουν τους Αφγανούς αντάρτες. Οι σκληροπυρηνικοί στην Ουάσιγκτον, οι οποίοι ήθελαν να δουν τη Μόσχα επ' αόριστον βαλτωμένη στο Αφγανιστάν, αντιτάχθηκαν ακόμη και σε μια συμφωνία που θα έσωζε την αξιοπρέπειά της. Αλλά τελικά ηττήθηκαν από τους «συμφωνιστές» των ΗΠΑ, οι οποίοι ήταν πρόθυμοι να προσφέρουν συμβολικές παραχωρήσεις για να βγάλουν τη Μόσχα [από το Αφγανιστάν] και γνώριζαν ότι ο πόλεμος θα εξακολουθούσε να θεωρείται ευρέως ως σοβιετική πανωλεθρία. Η εκτίμησή τους αποδείχθηκε σωστή. Δεν υπήρξε ειρήνη και συμφιλίωση στο Αφγανιστάν. Χιλιάδες σοβιετικοί στρατιώτες είχαν πεθάνει για το τίποτα. Το 1988, ο Γκορμπατσόφ είπε ωμά στο Πολιτικό Γραφείο (Politburo) ότι η Σοβιετική Ένωση είχε «χάσει στο Αφγανιστάν».