Πώς να δοθεί στον Πούτιν μια εύσχημη έξοδος από την Ουκρανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς να δοθεί στον Πούτιν μια εύσχημη έξοδος από την Ουκρανία

Τα διδάγματα της σοβιετικής αποχώρησης από το Αφγανιστάν

Στις 15 Φεβρουαρίου 1989, ο Σοβιετικός στρατηγός Boris Gromov διέσχισε την Γέφυρα της Φιλίας (Friendship Bridge) από το Αφγανιστάν στην Σοβιετική Ένωση, όπου τον υποδέχτηκαν οι σοβιετικές τηλεοπτικές κάμερες και του δόθηκε ένα μπουκέτο με κόκκινα γαρίφαλα. Μετά από έναν δεκαετή πόλεμο στο Αφγανιστάν, ο Gromov ήταν επισήμως ο τελευταίος Σοβιετικός στρατιώτης που εγκατέλειψε την χώρα. Η Μόσχα χρησιμοποίησε την χορογραφημένη του διαδρομή για να σηματοδοτήσει ότι η αποστολή ήταν επιτυχής, και για να υπογραμμίσει την ομαλή αποχώρησή της, μια [αποχώρηση] που βρισκόταν σε πλήρη αντίθεση με τις τελευταίες ημέρες του πολέμου του Βιετνάμ, όταν οι Αμερικανοί σκαρφάλωναν απελπισμένα σε ελικόπτερα για να δραπετεύσουν από την Σαϊγκόν.

30052022-1.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, σε μια τελετή στη Μόσχα, τον Νοέμβριο του 2015. Pool / Reuters
-----------------------------------------------------------

Αλλά επρόκειτο για παρωδία. Ο Gromov είχε περάσει την προηγούμενη νύχτα σε ένα ξενοδοχείο στην Σοβιετική Ένωση, και ταξίδεψε στο Αφγανιστάν μόνο για να σκηνοθετήσει την έξοδο. Τελικά, οι θεατρινισμοί δεν ξεγέλασαν σχεδόν κανέναν, ακόμη και εντός της ίδιας της Σοβιετικής Ένωσης. Ο πόλεμος της χώρας στο Αφγανιστάν [2] υποτίθετο ότι θα ήταν ταχύς: η Μόσχα είχε σχεδιάσει να εγκαταστήσει γρήγορα ένα νέο καθεστώς πιο φιλικό προς τα συμφέροντά της και στην συνέχεια να αποχωρήσει. Αντίθετα, η μακροχρόνια επέμβαση προκάλεσε μια βάναυση εκστρατεία καταστολής του αντάρτικου που οδήγησε σε 14.000 επίσημους σοβιετικούς θανάτους (ο πραγματικός αριθμός είναι πιθανώς πολύ μεγαλύτερος). Η Μόσχα όντως εγκατέστησε μια νέα κυβέρνηση στην Καμπούλ, αλλά αυτή ήταν βαθιά ασταθής.

Τελικά, αυτή η αποτυχία δυσφήμησε ολόκληρο το σοβιετικό σύστημα και ενθάρρυνε τις μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό, που συνέβαλαν στην κατάρρευση του κράτους. Ο πόλεμος συνέβαλε στο να δημιουργηθεί ένα χάσμα μεταξύ του σοβιετικού στρατού και του λαού, πυροδοτώντας διαδηλώσεις εναντίον του στρατού και της στρατολόγησης στην Γεωργία, στην Λετονία, στην Λιθουανία, και αλλού. Το 1992, ο Edward Shevardnadze, ο πρώην Σοβιετικός υπουργός Εξωτερικών και βασικός αρχιτέκτονας της περεστρόικα και της γκλάσνοστ, περιέγραψε την απόφαση να φύγει από το Αφγανιστάν ως «το πρώτο και πιο δύσκολο βήμα» στη μεταρρυθμιστική διαδικασία. «Όλα τα άλλα εκπορεύθηκαν από αυτό».

Τριάντα τρία χρόνια αφότου η Σοβιετική Ένωση αποσύρθηκε από το Αφγανιστάν, η Ρωσία βρίσκεται σε μια άλλη σύγκρουση που είναι καταστροφική και δεν μπορεί να κερδηθεί. Είναι πλέον σαφές ότι ο αρχικός στόχος του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, στην Ουκρανία [3] —η ανατροπή της κυβέρνησης της χώρας και η αντικατάστασή της με ένα εύκαμπτο καθεστώς πληρεξουσίων— είναι ανέφικτος. Η Ουκρανία θα συνεχίσει να υπάρχει ως ανεξάρτητο κράτος, και θα είναι πιο φιλοδυτική από ποτέ. Αντί να αποδυναμώσει το ΝΑΤΟ, ο πόλεμος της Ρωσίας έχει αναζωογονήσει την συμμαχία, ενώ έχει απομονώσει την δική της οικονομία. Δεκάδες χιλιάδες Ρώσοι στρατιώτες έχουν ήδη σκοτωθεί και τραυματιστεί στην εισβολή, η οποία εξελίσσεται σε έναν εξουθενωτικό πόλεμο φθοράς.

Η Ουκρανία, ωστόσο, υποφέρει επίσης [4] από τον πόλεμο, καθώς χιλιάδες κάτοικοί της σκοτώνονται, ενώ η οικονομία της καταρρέει. Άλλα μέρη του κόσμου δυσκολεύονται με τις αλυσιδωτές συνέπειες της σύγκρουσης, συμπεριλαμβανομένων των εισροών προσφύγων και της έλλειψης σιτηρών. Η συνεχιζόμενη καταστροφή έχει οδηγήσει κάποιους Δυτικούς σχολιαστές να ζητήσουν μια λύση μέσω διαπραγμάτευσης για τον πόλεμο, που θα μπορούσε να δώσει στον Πούτιν ουσιαστικές παραχωρήσεις, ως αντάλλαγμα για μια ρωσική απόσυρση, όπως ο διευρυμένος και επισημοποιημένος ρωσικός έλεγχος στην περιοχή της Ντονμπάς -προσφέροντας στη Μόσχα αυτό που ο στρατιωτικός θεωρητικός Sun Tzu αποκάλεσε «χρυσή γέφυρα» εξόδου από την σύγκρουση. Οι επικριτές, εν τω μεταξύ, αποδοκιμάζουν οποιαδήποτε συζήτηση για μια διέξοδο στον Πούτιν, ως πράξη κατευνασμού και ανταμοιβή για τις βάναυσες θηριωδίες της Ρωσίας, που μόνο θα ενθαρρύνει τον αυταρχικό να εμπλακεί σε περαιτέρω επιθετικότητα. Κατ’ αυτούς, δεν υπάρχει υποκατάστατο μιας απόλυτης νίκης της Ουκρανίας.

Η ιστορία του πώς η Σοβιετική Ένωση έφυγε από το Αφγανιστάν υποδηλώνει ότι αμφότερες οι οδοί είναι δυνατές -η Δύση μπορεί να δημιουργήσει μια διευθέτηση μέσω διαπραγμάτευσης και να δώσει στην Ουκρανία μια αποφασιστική νίκη. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, οι Ηνωμένες Πολιτείες συμφώνησαν να επιτρέψουν στη Μόσχα να λάβει παραχωρήσεις που θα έσωζαν την αξιοπρέπειά της, ώστε να βγάλει τα σοβιετικά στρατεύματα από το Αφγανιστάν. Αλλά αυτές [οι παραχωρήσεις] ήταν εσκεμμένα ανούσιες και ελάχιστα έκαναν για να καμουφλάρουν αυτό που ήταν μια σαφής ήττα. Σήμερα, η Δύση και η Ουκρανία μπορούν να προσφέρουν στη Μόσχα επιφανειακά κέρδη, ως κίνητρο για να αποσυρθεί, ενόσω εργάζονται για να εδραιώσουν την εικόνα της ρωσικής αποτυχίας και να αποδυναμώσουν την πολιτική θέση του Πούτιν. Η Δύση θα έπρεπε, με άλλα λόγια, να χτίσει στον Πούτιν όχι μια χρυσή γέφυρα, αλλά μια επίχρυση γέφυρα: μια οδό εξόδου από τον πόλεμο που θα είναι αρκετά ελκυστική για το Κρεμλίνο ώστε να τερματίσει τις μάχες, αλλά με τον καιρό θα θεωρηθεί φθηνή και ντροπιαστική. Το αποτέλεσμα ίσως να μην είναι η οργασμική νίκη που οραματίζονται τα γεράκια: οι Ουκρανοί στρατιώτες ίσως να μην κυνηγήσουν τα εξαθλιωμένα ρωσικά στρατεύματα από τη Ντονμπάς. Ωστόσο, θα είναι μια ουσιαστική νίκη του Κιέβου.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ

Από την αρχή της εισβολής της Ρωσίας, κάθε μέρος της σύγκρουσης έχει προσπαθήσει να διαμορφώσει τις αντιλήψεις για το ποιος νικά και ποιος χάνει. Καθώς το Κίεβο αντιστεκόταν στις ρωσικές προελάσεις, η Ουκρανία και οι Δυτικοί σύμμαχοί της έχουν επινοήσει ένα αφήγημα για την Ουκρανία, ότι είναι ένα θαρραλέο και αναπάντεχα θριαμβευτικό αουτσάιντερ. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, είπε πρόσφατα ότι «η μάχη του Κιέβου ήταν μια ιστορική νίκη για τους Ουκρανούς» και «μια νίκη για την ελευθερία». Εν τω μεταξύ, η Μόσχα έχει ισχυριστεί ότι ο πόλεμος εξελίσσεται βάσει σχεδίου και έχει υπογραμμίσει την υποτιθέμενη ανδρεία των δυνάμεών της στη Ντονμπάς. Μετά την συνάντησή του με τον Πούτιν τον Απρίλιο, ο Αυστριακός καγκελάριος, Karl Nehammer, είπε ότι ο Ρώσος ηγέτης «πιστεύει ότι κερδίζει τον πόλεμο».

Είναι εύκολο να αντιληφθεί κάποιος γιατί αμφότερες οι πλευρές προωθούν επιθετικά τις ιστορίες τους. Τα αφηγήματα για τη νίκη και την ήττα -είτε αληθινά είτε ψευδή- μπορούν να επηρεάσουν το ηθικό των στρατιωτών και την δημόσια υποστήριξη στον πόλεμο, να διαμορφώσουν τα αποτελέσματα στο πεδίο της μάχης, και να καθορίσουν τη μοίρα των ηγετών. Τα επόμενα χρόνια, θα είναι πολύ πιο εύκολο να διατηρηθεί η νεοανακαλυφθείσα συνοχή του ΝΑΤΟ, εάν θεωρηθεί ότι η συμμαχία πέτυχε στην Ουκρανία. Οι πολιτικές σταδιοδρομίες του Ουκρανού προέδρου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, και ενδεχομένως κάποιων Δυτικών ηγετών ίσως συνδεθούν με τις αντιλήψεις για το εάν η Ουκρανία νικά ή χάνει. Είναι κρίσιμο το ότι το μέλλον του Πούτιν [5] ίσως εξαρτηθεί από την έκβαση του πολέμου του, ο οποίος είναι η μεγαλύτερη και πιο ριψοκίνδυνη πολιτική του απόφαση. Το 1962, ο Σοβιετικός ηγέτης Νικήτα Χρουστσόφ θεωρήθηκε ευρέως ως ο ηττημένος της κρίσης των πυραύλων της Κούβας. Εν μέρει ως αποτέλεσμα αυτού, ανατράπηκε από την εξουσία δύο χρόνια αργότερα.

Η πιο προφανής Δυτική στρατηγική θα μπορούσε, λοιπόν, να είναι η ανυποχώρητη εστίαση στην απεικόνιση της Ρωσίας ως χαμένης στην Ουκρανία. Αλλά αυτή η προσέγγιση διακινδυνεύει να παρατείνει άσκοπα τον πόλεμο. Ο Πούτιν δεν μπορεί να ανεχθεί την ταπείνωση και ο πρωταρχικός του σκοπός -περισσότερο και από την κατάληψη ουκρανικού εδάφους ή ακόμα και την ανατροπή του καθεστώτος του Κιέβου- είναι να αποκαταστήσει την αίσθηση της ρωσικής δόξας και υπερηφάνειας, και να διατηρήσει το προσωπικό του όνομα ως νικητή. Δεν είναι ο πρώτος ηγέτης που πολεμά με αυτό το κίνητρο˙ οι μεγάλες δυνάμεις συχνά φτάνουν τους πολέμους μέχρι το τέλος για να αποφύγουν να εμφανιστούν ως ηττημένες. Το 1965, για παράδειγμα, ένα υπόμνημα της κυβέρνησης των ΗΠΑ ανέφερε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πολεμούσαν στο Βιετνάμ «κατά 70% για να αποφύγουν μια ταπεινωτική ήττα των ΗΠΑ». Η Δύση ίσως χρειαστεί, επομένως, μια πιο επιδέξια προσέγγιση για να τερματίσει τον πόλεμο.

Η ιστορία δείχνει ότι είναι δυνατό να επινοηθούν όροι ειρήνης που επιτρέπουν στις ισχυρές χώρες να τερματίσουν τους αποτυχημένους πολέμους με ένα ίχνος αξιοπρέπειας, αλλά παρόλα αυτά με σαφή ήττα. Η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν είναι ίσως το κορυφαίο παράδειγμα. Οι Συμφωνίες της Γενεύης (Geneva Accords) του 1988 δημιούργησαν ένα χρονοδιάγραμμα για την σοβιετική απόσυρση, στο οποίο οι υπογράφοντες και οι εγγυητές συμφώνησαν να επιτρέψουν στο κομμουνιστικό καθεστώς του Αφγανιστάν να παραμείνει στην εξουσία — ώστε να υπήρχε, όπως το έθεσε ένας Σοβιετικός αξιωματούχος, ένα «αξιοπρεπές μεσοδιάστημα» μεταξύ της αποχώρησης της Μόσχας και της τελικής κατάρρευσης της Καμπούλ. Αυτό έδωσε την δυνατότητα στον Σοβιετικό ηγέτη, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, να ισχυριστεί ότι τα σοβιετικά στρατεύματα είχαν επιτύχει στην αποστολή τους να σταθεροποιήσουν το Αφγανιστάν και να δημιουργήσουν την εθνική «συμφιλίωση». Η ευρεία διεθνής ανάμειξη στις Συμφωνίες επέτρεψε επίσης στη Μόσχα να δώσει έμφαση στον ρόλο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στην στρατηγική εξόδου της, και να διαμορφώσει την σοβιετική αποχώρηση ως μια απόπειρα να ανανεωθεί ο διεθνής οργανισμός. Στην συνέχεια, ο Κόκκινος Στρατός έφυγε με τάξη: η απόσυρση χρειάστηκε μόνο εννέα μήνες και ολοκληρώθηκε νωρίτερα από το προβλεπόμενο. Οι Σοβιετικοί αξιωματούχοι την έκαναν να φαίνεται σαν να διατηρούσαν τον έλεγχο.

Δεν τον διατηρούσαν. Το αφγανικό καθεστώς επέζησε προσωρινά, αλλά ήταν σαφές σε όλους ότι δεν θα έμενε στην εξουσία για πάντα. (Η κυβέρνηση της Καμπούλ κατέρρευσε τελικά το 1992). Οι Ηνωμένες Πολιτείες, μια από τις εγγυήτριες των Συμφωνιών, έκαναν ελάχιστες ουσιαστικές παραχωρήσεις και διατήρησαν το δικαίωμα να εξοπλίζουν τους Αφγανούς αντάρτες. Οι σκληροπυρηνικοί στην Ουάσιγκτον, οι οποίοι ήθελαν να δουν τη Μόσχα επ' αόριστον βαλτωμένη στο Αφγανιστάν, αντιτάχθηκαν ακόμη και σε μια συμφωνία που θα έσωζε την αξιοπρέπειά της. Αλλά τελικά ηττήθηκαν από τους «συμφωνιστές» των ΗΠΑ, οι οποίοι ήταν πρόθυμοι να προσφέρουν συμβολικές παραχωρήσεις για να βγάλουν τη Μόσχα [από το Αφγανιστάν] και γνώριζαν ότι ο πόλεμος θα εξακολουθούσε να θεωρείται ευρέως ως σοβιετική πανωλεθρία. Η εκτίμησή τους αποδείχθηκε σωστή. Δεν υπήρξε ειρήνη και συμφιλίωση στο Αφγανιστάν. Χιλιάδες σοβιετικοί στρατιώτες είχαν πεθάνει για το τίποτα. Το 1988, ο Γκορμπατσόφ είπε ωμά στο Πολιτικό Γραφείο (Politburo) ότι η Σοβιετική Ένωση είχε «χάσει στο Αφγανιστάν».

Ο αποτυχημένος πόλεμος του Κρεμλίνου επέβαλε τεράστιο υλικό και ψυχολογικό κόστος σε μια αυτοκρατορία που δυσκολευόταν. Η εκστρατεία υπονόμευσε το ηθικό και την συνοχή του σοβιετικού στρατού -του πιο σημαντικού θεσμού της χώρας. Οι Σοβιετικοί στρατιώτες είχαν εισέλθει στο Αφγανιστάν ως οι υποτιθέμενοι άξιοι διάδοχοι της γενιάς του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, μόνο για να παίξουν, όπως το έθεσε ένας στρατιώτης, «τον ρόλο των Γερμανών». Οι βετεράνοι (οι Afgantsy) πικράθηκαν από την έλλειψη μεταπολεμικής φροντίδας και την παραμέλησή τους από τα επίσημα media, και οργανώθηκαν για να διαδώσουν τα αφηγήματα σχετικά με το πόσο βάναυσος ήταν πραγματικά ο πόλεμος. Η ήττα υπονόμευσε επίσης ευρύτερα το σοβιετικό σύστημα. Στη Μόσχα, ο πόλεμος δυσφήμησε την χρήση βίας ως εργαλείο για την συγκράτηση του σοβιετικού μπλοκ και, πέρα από τη Μόσχα, η εκστρατεία έδειξε ότι ο σοβιετικός στρατός μπορούσε να νικηθεί και ενθάρρυνε τις μη ρωσικές δημοκρατίες να επιδιώξουν την ανεξαρτησία τους. Όπως έγραψαν ο πολιτικός οικονομολόγος Rafael Reuveny και ο πολιτικός επιστήμονας Aseem Prakash, το Αφγανιστάν ήταν «μια από τις βασικές αιτίες» της διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης.

Η ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ

Το Αφγανιστάν και η Ουκρανία είναι, φυσικά, διαφορετικοί πόλεμοι και λαμβάνουν χώρα σε διαφορετικά πολιτικά πλαίσια. Ο Γκορμπατσόφ ήταν ένας μεταρρυθμιστής που επιδίωξε να βελτιώσει τις σχέσεις με την Δύση και να φιλελευθεροποιήσει την χώρα του. Ο Πούτιν είναι σχεδόν το εντελώς αντίθετο: ένας ρεβανσιστής αυταρχικός, αποφασισμένος να συγκεντρώσει ισχύ και να ξαναφτιάξει τον κόσμο μέσω της βίας [6].

Υπάρχουν όμως σημαντικοί παραλληλισμοί. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, ένα αρτηριοσκληρωτικό και με υπερβολική αυτοπεποίθηση Κρεμλίνο εισέβαλε σε έναν γείτονά του, διεξήγαγε έναν πόλεμο που επισήμως δεν υπήρχε (η αφγανική εισβολή ονομάστηκε «Περιορισμένο απόσπασμα των Σοβιετικών Δυνάμεων στο Αφγανιστάν» [Limited Contigent of Soviet Forces in Afghanistan]), αντιμετώπισε έναν αποφασισμένο αντίπαλο, υποστηριζόμενο από Δυτικά όπλα, και υποχρεώθηκε να αυτοσχεδιάσει μια μεγαλύτερη και πιο δαπανηρή εκστρατεία από την αναμενόμενη. Τελικά, την δεκαετία του 1980, η Σοβιετική Ένωση υποχρεώθηκε να διαπραγματευτεί. Καθώς τα θύματα και τα άλλα κόστη στην Ουκρανία αυξάνονται, ο Πούτιν ίσως υποχρεωθεί να προσέλθει στο τραπέζι. Εν τω μεταξύ, εκτός εάν ο ρωσικός στρατός καταρρεύσει ολοκληρωτικά, το Κίεβο θα χρειαστεί να παραχωρήσει μερικούς από τους μέγιστους στόχους του -την απόσυρση της Μόσχας από την Κριμαία και τη Ντονμπάς και τις τεράστιες ρωσικές επανορθώσεις- εάν θέλει να τελειώσει ο πόλεμος.

Φυσικά, οι όροι της ειρήνης στην Ουκρανία θα εξαρτηθούν πρωτίστως από το Κίεβο. Αλλά η Δύση θα πρέπει επίσης να σκεφτεί πώς μπορεί να συμβάλει στην δημιουργία μιας συμφωνίας που θα διευκολύνει την έξοδο του Πούτιν, ενόσω θα διασφαλίζει τόσο μια πραγματική όσο και μια αντιληπτή νίκη της Ουκρανίας [7]. Αυτό σημαίνει ότι θα ξεχωρίσει τις ουσιαστικές από τις επιφανειακές παραχωρήσεις, εξετάζοντας παράλληλα το πώς τα κέρδη και οι απώλειες θα μπορούσαν να διαμορφώσουν τα μελλοντικά αφηγήματα περί νίκης και ήττας. Οι Δυτικοί ηγέτες δεν μπορούν, για παράδειγμα, να πιέσουν την Ουκρανία να παραχωρήσει την εδαφική της ακεραιότητα και το δικαίωμά της σε ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, ούτε θα πρέπει να στερήσουν από την χώρα μια οδό για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά η Δύση μπορεί να ενθαρρύνει το Κίεβο να συναινέσει σε συμβολικά ζητήματα που θα δημιουργήσουν μια επίχρυση γέφυρα εξόδου για την Ρωσία.

Το ΝΑΤΟ, για παράδειγμα, δεν σκοπεύει να εντάξει την Ουκρανία, και έτσι το Κίεβο θα μπορούσε να δεσμευθεί ότι θα εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες του να ενταχθεί στη συμμαχία -κάτι που έχει υποδηλώσει ότι είναι ανοιχτό να κάνει. Αυτό θα επέτρεπε στον Πούτιν να δηλώσει ότι, κατά κάποιο τρόπο, έχει σταματήσει το ΝΑΤΟ [8] (ακόμα και αν η συμμαχία πιθανώς διευρυνθεί αλλού). Ομοίως, το Κίεβο θα μπορούσε να «αποστρατιωτικοποιηθεί», υποσχόμενο να μην φιλοξενήσει ξένες βάσεις, τις οποίες δεν έχει ήδη καμία πρόθεση να φιλοξενήσει. Η Μόσχα έχει κάνει παρατραβηγμένους ισχυρισμούς ότι εξαπέλυσε την ειδική στρατιωτική επιχείρηση της για να αποτρέψει μια επίθεση στην Ρωσία από την Ουκρανία, και το Κίεβο ίσως συμφωνήσει σε αμοιβαίες εγγυήσεις ασφαλείας για να αποτρέψει επιθέσεις τόσο στην Ουκρανία όσο και στην Ρωσία, ως μέρος μιας ευρύτερης συμφωνίας.

Ο Ρώσος πρόεδρος έχει δηλώσει ότι η εισβολή του ήταν απαραίτητη για να εμποδίσει την Ουκρανία να διαπράξει «γενοκτονία» εναντίον των ρωσόφωνων κατοίκων της. Ως απάντηση, η Ουκρανία θα μπορούσε να θεσπίσει νέα μέτρα που θα προστατεύουν τα δικαιώματα των ρωσόφωνων ή άλλων μειονοτήτων. Αυτό δεν θα πρέπει να είναι δύσκολο για το Κίεβο. Οι περισσότεροι ρωσόφωνοι Ουκρανοί υποστηρίζουν την ουκρανική πολεμική προσπάθεια, και τέτοια μέτρα θα ήταν συνεπή με την δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προστατεύει τις μειονότητες -και επομένως αξίζουν τον κόπο εάν η Ουκρανία θέλει να ενταχθεί στον θεσμό. Διεθνείς δρώντες όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και μη Δυτικές δυνάμεις, όπως η Κίνα, θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στο να γίνει η ουκρανική διευθέτηση αποδεκτή από τη Μόσχα. Ιστορικά, το Κρεμλίνο είναι πιο πρόθυμο να συνάψει συμφωνίες όταν δημιουργούνται σε φόρουμ που τονίζουν το καθεστώς μεγάλης δύναμης της Ρωσίας, όπως η Τελική Πράξη του Ελσίνκι (Helsinki Final Act) του 1975, η οποία συνέβαλε στην σταθεροποίηση της ευρωπαϊκής ασφάλειας, ή οι Συμφωνίες της Γενεύης, του 1988.

Η Δύση ίσως εξετάσει μια ειρηνευτική συμφωνία που αφήνει επικεφαλής σε τμήματα της Ντονμπάς τους Ρώσους πληρεξούσιους, ενόσω θα διατηρεί παράλληλα το δικαίωμα των Δυτικών κρατών να συνεχίζουν να προμηθεύουν το Κίεβο με όπλα, με τον ίδιο τρόπο που οι Ηνωμένες Πολιτείες επέτρεψαν στο κομμουνιστικό καθεστώς του Αφγανιστάν να παραμείνει προσωρινά επικεφαλής, ακόμη και αφότου αποσύρθηκαν οι Σοβιετικοί. Η ουκρανική κυβέρνηση ίσως τελικά ανακαταλάβει το σύνολο ή μέρος των ανατολικών εδαφών της. Αλλά όπως στο Αφγανιστάν, αυτό θα έρθει μετά από ένα ικανοποιητικό διάστημα, επιτρέποντας στη Μόσχα να κατηγορήσει τους τοπικούς αυτονομιστές για την ήττα.

Ακόμη και οι μικρές παραχωρήσεις στον Πούτιν ίσως είναι δυσκολοχώνευτες, δεδομένης της βαναυσότητας του πολέμου της Ρωσίας. Από την οικοδόμηση μιας επίχρυσης γέφυρας στην Ουκρανία μπορεί να λείπει η συναισθηματική ικανοποίηση της προσπάθειας να συντριβούν τα ρωσικά στρατεύματα, με τον ίδιο τρόπο που το ότι επετράπη στην Σοβιετική Ένωση να απομακρυνθεί ήρεμα από το Αφγανιστάν δεν άρεσε στους σκληροπυρηνικούς στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά το να ταπεινωθεί η Ρωσία είναι πιθανό να γυρίσει ως μπούμερανγκ. Τα έθνη που αισθάνονται ότι δεν χαίρουν σεβασμού επιλέγουν συχνά την επιθετικότητα για να αποκαταστήσουν μια συναισθηματική απώλεια. Η τιμωρητική Συνθήκη των Βερσαλλιών (Versailles Treaty), για παράδειγμα, τροφοδότησε την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ. Η Ουκρανία θα πρέπει να αποφεύγει να ντροπιάζει το ρωσικό έθνος για το τίποτα, όπως με το να [υποχρεώνει] Ρώσους αιχμαλώτους να βαδίζουν μπροστά από τις κάμερες ή να καίει την ρωσική σημαία. Θα πρέπει να επιτρέψει στα ρωσικά στρατεύματα να εγκαταλείψουν την Ουκρανία με τάξη, ως μέρος μιας ειρηνευτικής συμφωνίας. Η ήττα θα πρέπει να θεωρηθεί ως μια αποτυχία του Πούτιν και του συστήματός του, και όχι συνολικά του ρωσικού λαού.

Η Δύση, εν τέλει, δεν χρειάζεται να ταπεινώσει τους Ρώσους για να πετύχει τους στόχους της. Οι συμβολικές παραχωρήσεις δεν θα εμποδίσουν τον πόλεμο να θεωρηθεί ευρέως ως μια ήττα του Πούτιν —συμπεριλαμβανομένου εντός της ίδιας της Ρωσίας. Ο Πούτιν ελέγχει τα ρωσικά media και θα κηρύξει τη νίκη ό,τι κι αν συμβεί. Αλλά οι Ρώσοι δεν μπορούν να μείνουν για πάντα τυφλωμένοι όσον αφορά το σκληρό κόστος της εισβολής, και σιγά-σιγά θα συνειδητοποιήσουν ότι έχουν χάσει χιλιάδες στρατιώτες [9] χωρίς ουσιαστικά κέρδη. Οι Ρώσοι θα αισθανθούν την τεράστια οικονομική ζημιά που επιφέρει η παγκόσμια απομόνωση και θα μάθουν ότι ο πόλεμος ώθησε την Φινλανδία και την Σουηδία να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ. Όντως, υπάρχουν ήδη σημάδια δυσπιστίας στην Ρωσία σχετικά με τα επίσημα αφηγήματα. Αφότου η Ουκρανία βύθισε τη ναυαρχίδα της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα, το [πλοίο] Moskva, η Μόσχα ισχυρίστηκε ότι κανένας Ρώσος (ή το πολύ ένας) δεν είχε πεθάνει. Οι γονείς των αγνοουμένων ναυτικών εξέφρασαν ωστόσο οργή και θλίψη.

Εάν η Ουκρανία αναδυθεί τελικά ως μια σταθερή δημοκρατία, που επανοικοδομήθηκε με δισεκατομμύρια δολάρια από ξένα κεφάλαια και παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, και που ενώθηκε με τα αφηγήματα ενός μεγάλου πατριωτικού πολέμου, τότε η χώρα θα γίνει η ζωντανή απόδειξη της απερισκεψίας του Πούτιν. Η Ουκρανία θα γίνει ένας φάρος ελευθερίας, και η ηρωική της αντίσταση ίσως αποτρέψει άλλες χώρες από επιθετικές ενέργειες. Και οι αναμνήσεις ενός αποτυχημένου πολέμου στην Ρωσία θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν αμφιβολίες σχετικά με την κρίση του Κρεμλίνου που, με τον καιρό, θα υπονόμευαν το καθεστώς του Πούτιν –ακριβώς όπως το Αφγανιστάν συνέβαλε στην πτώση του σοβιετικού συστήματος.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Right-Way-Lose-War-Unwinnable/dp/0316254886
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/afghanistan/2022-03-24/putins-af...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-04-06/putins-war-hi...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-05-11/ukraine-after...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-03-02/be...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-04-06/ukraine-russi...
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-05-11/america-embra...
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2021-12-28/what-putin...
[9] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-05-18/ru...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/afghanistan/2022-05-24/how-build...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition