Ο δύσκολος δρόμος που έχει το ΝΑΤΟ μπροστά του
Η σύγκρουση στην Ουκρανία τοποθετεί στην ατζέντα του ΝΑΤΟ μια σειρά από πρόσθετες προκλήσεις: την διαχείριση του μέλλοντος της διεύρυνσης, την διοχέτευση των ολοένα και μεγαλύτερων γεωπολιτικών φιλοδοξιών της Ευρώπης, και την οικοδόμηση μιας διατλαντικής αρχιτεκτονικής που θα μπορέσει να προσαρμοστεί στα όλο και πιο περίπλοκα και ποικιλόμορφα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Δύση.
Ο CHARLES A. KUPCHAN είναι ανώτερος συνεργάτης στο Council on Foreign Relations και καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Georgetown University. Είναι ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Isolationism: A History of America’s Efforts to Shield Itself From the World [1].
- previous-disabled
- Page 1of 7
- next
Χάρη στον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη πραγματοποιείται αυτή την εβδομάδα με φόντο μια αναγεννημένη Δυτική συμμαχία. Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία αναγκάζει το ΝΑΤΟ να επιστρέψει στην ιδρυτική του αποστολή, της παροχής συλλογικής άμυνας εναντίον της Ρωσίας. Τα μέλη της συμμαχίας επιδεικνύουν αξιοσημείωτη ενότητα και αποφασιστικότητα, καθώς διοχετεύουν όπλα στην Ουκρανία, αυξάνουν τις αμυντικές δαπάνες, ενισχύουν την ανατολική πτέρυγα της συμμαχίας και επιβάλλουν αυστηρές οικονομικές κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας.
Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, μιλώντας στη Μαδρίτη, τον Ιούνιο του 2022. Violeta Santos Moura / Reuters
------------------------------------------------------
Η εισβολή στην Ουκρανία έχει δείξει ότι το ΝΑΤΟ επέστρεψε, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι δεν έφυγε ποτέ. Στην πραγματικότητα, η συμμαχία βρισκόταν σε καλή κατάσταση ακόμη και προτού ο Πούτιν [2] εξαπολύσει τον σφαλερό πόλεμο του, κάτι που ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους κατάφερε να ανταποκριθεί στις εξελίξεις στην Ουκρανία με τόση οξυδέρκεια και αλληλεγγύη. Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και μετά, το ΝΑΤΟ έχει επιδείξει μια αξιοσημείωτη ικανότητα προσαρμογής στις εποχές, αναλαμβάνοντας επιχειρήσεις πολύ μακριά, συμπεριλαμβανομένου του Αφγανιστάν και των Βαλκανίων, και ανοίγοντας τις πόρτες του στις νέες δημοκρατίες της Ευρώπης. Ως συνέπεια του πολέμου στην Ουκρανία, ένα ήδη ισχυρό ΝΑΤΟ μόλις έγινε ισχυρότερο.
Όμως, παρά την καλή υγεία του και την αποδεδειγμένη ενότητά του, το ΝΑΤΟ αντιμετωπίζει μια συστάδα ακανθωδών ζητημάτων και οι συζητήσεις στη Μαδρίτη μόλις που θα αρχίσουν να τα αντιμετωπίζουν. Φυσικά, ο πόλεμος στην Ουκρανία [3] θα κυριαρχήσει στην σύνοδο κορυφής. Η συζήτηση ετοιμάζεται να εστιάσει στο εύκολο μέρος: στο να φτάσουν περισσότερα όπλα στην πρώτη γραμμή. Αλλά το ΝΑΤΟ πρέπει επίσης να αναλάβει το δύσκολο μέρος: το πότε και πώς να παντρέψει την ροή των όπλων με μια διπλωματική στρατηγική που θα στοχεύει στην παραγωγή μιας κατάπαυσης του πυρός και τις επακόλουθες διαπραγματεύσεις για τα εδάφη. Το επείγον αυτής της στροφής πηγάζει από την ανάγκη όχι απλώς να τερματιστεί ο θάνατος και η καταστροφή, αλλά να περιοριστούν οι παράπλευρες απώλειες του πολέμου, που θα μπορούσαν να απειλήσουν την ατλαντική συμμαχία εκ των έσω, διαβρώνοντας την αλληλεγγύη και αποδυναμώνοντας τα δημοκρατικά θεμέλια της Δύσης. Η σύγκρουση στην Ουκρανία τοποθετεί επίσης στην ατζέντα του ΝΑΤΟ μια σειρά από πρόσθετες προκλήσεις: την διαχείριση του μέλλοντος της διεύρυνσης, την διοχέτευση των ολοένα και μεγαλύτερων γεωπολιτικών φιλοδοξιών της Ευρώπης, και την οικοδόμηση μιας διατλαντικής αρχιτεκτονικής που θα μπορέσει να προσαρμοστεί στα όλο και πιο περίπλοκα και ποικιλόμορφα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Δύση.
ENA ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΟ ΦΙΝΑΛΕ
Η διατλαντική προσπάθεια υποστήριξης της Ουκρανίας έχει εστιάσει στην παροχή στην χώρα των όπλων που χρειάζεται για να αμυνθεί. Έτσι θα έπρεπε να είναι. Το Κίεβο [4] χρειάζεται περισσότερη δύναμη πυρός για να αντισταθεί, ακόμη και να ανατρέψει, τις ρωσικές προελάσεις στα ανατολικά και στα νότια της Ουκρανίας. Ο στόχος, σύμφωνα με τον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, είναι «να υπερασπιστούμε κάθε μέτρο της γης μας». Μέχρι στιγμής, η Ουάσιγκτον ήταν απρόθυμη να προειδοποιήσει το Κίεβο να μην επιδιώξει την πλήρη εκδίωξη των ρωσικών στρατευμάτων από την γη του. «Δεν πρόκειται να πούμε στους Ουκρανούς πώς να διαπραγματευτούν, τι να διαπραγματευτούν και πότε να διαπραγματευτούν», έχει δηλώσει ο Colin Kahl, υφυπουργός Άμυνας [αρμόδιος για ζητήματα] πολιτικής. «Θα θέσουν αυτούς τους όρους από μόνοι τους».
Αλλά είναι καιρός για το ΝΑΤΟ να εστιάσει σε ένα διπλωματικό φινάλε και να αξιοποιήσει την επιτυχημένη προσπάθειά του να ενδυναμώσει την θέση της Ουκρανίας, διευκολύνοντας μια κατάπαυση του πυρός και τις επακόλουθες διαπραγματεύσεις. Από τις αρχικές [5] στρατιωτικές επιτυχίες της Ουκρανίας και μετά, η δυναμική στο πεδίο της μάχης έχει μετατοπιστεί προς όφελος της Ρωσίας, ο οποίος είναι ένας από τους λόγους που η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία και άλλοι σύμμαχοι των ΗΠΑ πιέζουν για στροφή προς την διπλωματία. Μέχρι στιγμής, η Ουάσιγκτον έχει αντισταθεί. Όπως το έθεσε ο πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, στις αρχές Ιουνίου, «δεν θα πιέσω την ουκρανική κυβέρνηση — κατ΄ ιδίαν ή δημοσίως— να κάνει οποιεσδήποτε εδαφικές παραχωρήσεις».
Αλλά η Ουάσιγκτον δεν θα περιμένει για πάντα. Υπό συζήτηση δεν είναι απλώς η διατήρηση της διατλαντικής αλληλεγγύης, με την ανταπόκριση στην ευρωπαϊκή έκκληση για μια στρατηγική που περιλαμβάνει μια οδό προς την διπλωματική διευθέτηση. Ακόμη και με επιπλέον όπλα, από την Ουκρανία πιθανώς λείπει η μαχητική ισχύ για να απωθήσει τις ρωσικές δυνάμεις από όλη την επικράτειά της ή ακόμα και να αποκαταστήσει το εδαφικό status quo του Φεβρουαρίου. Η συνέχιση του πολέμου μπορεί κάλλιστα να σημαίνει περισσότερες απώλειες ζωών και εδαφών, όχι κέρδη στο πεδίο της μάχης για το Κίεβο. Και όσο περισσότερο συνεχίζεται ο πόλεμος, τόσο μεγαλύτερος γίνεται ο κίνδυνος κλιμάκωσης, είτε από πρόθεση είτε από ένα τυχαίο γεγονός, και τόσο πιο παρατεταμένες και σοβαρές [γίνονται] οι διαταραχές του στην παγκόσμια οικονομία και στον εφοδιασμό τροφίμων [6].
- previous-disabled
- Page 1of 7
- next