Ο μεγάλος παγκόσμιος επανεξοπλισμός | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο μεγάλος παγκόσμιος επανεξοπλισμός

Η Ουκρανία και η επικίνδυνη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών
Περίληψη: 

Η πεποίθηση ότι η επέκταση των αμυντικών προϋπολογισμών θα συμβάλει αναγκαστικά στην διαφύλαξη του κόσμου είναι τόσο εσφαλμένη όσο και επικίνδυνη. Αντί να αποτρέψουν την βία, οι αυξανόμενες στρατιωτικές δαπάνες μπορεί να συμβάλουν σε ένα πιο τεταμένο και εκρηκτικό διεθνές σύστημα.

Ο NAN TIAN είναι ανώτερος ερευνητής στο Military Expenditure and Arms Production Programme στο Stockholm International Peace Research Institute.
O DIEGO LOPES DA SILVA είναι ανώτερος ερευνητής στο Military Expenditure and Arms Production Programme στο Stockholm International Peace Research Institute.
H ALEXANDRA MARKSTEINER είναι ερευνήτρια στο Military Expenditure and Arms Production Programme στο Stockholm International Peace Research Institute.

Τις ημέρες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, πολλές χώρες ανακοίνωσαν κοσμοϊστορικές αυξήσεις στις στρατιωτικές δαπάνες τους. Τόσο ο Καναδάς όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες δημοσίευσαν σχέδια για νέες στρατιωτικές δαπάνες. Το ίδιο έκανε και η Αυστραλία. Μέχρι στιγμής, 29 ευρωπαϊκά κράτη έχουν δεσμεύσει συνολικά περισσότερα από 209 δισεκατομμύρια δολάρια σε νέα αμυντική χρηματοδότηση – ένας αριθμός που σχεδόν σίγουρα θα αυξηθεί. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δηλώσει ότι «θα χρειαστούν επενδύσεις για την αναπλήρωση των εξαντλημένων αποθεμάτων στρατιωτικού εξοπλισμού» και ο Ζοζέπ Μπορέλ, ο κορυφαίος αξιωματούχος της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική, κάλεσε το μπλοκ «να δαπανήσει μαζί, περισσότερα και καλύτερα» για τις ένοπλες δυνάμεις του.

08072022-1.jpg

Ρωσικά πυραυλικά αμυντικά συστήματα S-400 σε στρατιωτική παρέλαση στη Μόσχα, τον Μάιο του 2022. Evgenia Novozhenina / Reuters
----------------------------------------------------------

Το κίνητρο για αυτές τις πρόσφατες αυξήσεις δόθηκε από τον πόλεμο [1], αλλά αυτές προσθέτουν πάνω σε μια υπάρχουσα τάση. Αρχής γενομένης από το 1999, οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες άρχισαν να αυξάνονται, καθώς ο κόσμος άφησε πίσω του την αισιόδοξη προοπτική που χαρακτήριζε τα χρόνια που ακολούθησαν το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Ξεκινώντας το 2000, για παράδειγμα, η Ρωσία δαπάνησε υπερβολικά πολλά [χρήματα] σε μια προσπάθεια να ανακτήσει την χαμένη στρατιωτική ισχύ της Σοβιετικής Ένωσης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αύξησαν σταδιακά τις αμυντικές δαπάνες τους μετά την 11η Σεπτεμβρίου [2001]. Οι στρατιωτικές δαπάνες της Ευρώπης παρέμειναν στάσιμες για μεγαλύτερο [χρονικό διάστημα], αλλά πολλές από τις χώρες της ηπείρου ξεκίνησαν εκστρατείες εκσυγχρονισμού και επέκτασης αφότου η Μόσχα προσάρτησε την Κριμαία [2]. Και τα τελευταία 30 χρόνια, η Κίνα έχει αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες της περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Προτού η Ρωσία εισβάλει στην Ουκρανία, οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες είχαν ήδη φτάσει σε αυτό που είναι τουλάχιστον το μεταψυχροπολεμικό υψηλό των 2,1 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, από 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια το 1999 και 1,7 τρισεκατομμύρια δολάρια το 1989. (Δεν υπάρχουν αξιόπιστα δεδομένα για τις παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες πριν από το 1989.) Σήμερα, με τις διάφορες ανακοινωθείσες αυξήσεις των δαπανών, αυτές είναι πιθανό να ξεπεράσουν τα 2,3 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Στον απόηχο της εισβολής [3] της Ρωσίας, είναι εύκολο να θεωρήσει κάποιος αυτές τις αυξήσεις ως αναγκαίες. Αλλά η πεποίθηση ότι η επέκταση των αμυντικών προϋπολογισμών θα συμβάλει αναγκαστικά στην διαφύλαξη του κόσμου είναι τόσο εσφαλμένη όσο και επικίνδυνη. Αντί να αποτρέψουν την βία, οι αυξανόμενες στρατιωτικές δαπάνες μπορεί να συμβάλουν σε ένα πιο τεταμένο και εκρηκτικό διεθνές σύστημα. Θα το κάνουν ενόσω θα εκτρέπουν πόρους από άλλες κρίσιμες προτεραιότητες, όπως η βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης, η πρόληψη της πείνας και η καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης. Αυτά τα ζητήματα είναι εξίσου σημαντικά για την ασφάλεια του κόσμου όσο και η αναχαίτηση της ρωσικής επιθετικότητας. Όμως, τα κράτη πρέπει να εξισορροπήσουν καλύτερα την βραχυπρόθεσμη κρίση στρατιωτικής ασφαλείας με τις μακροπρόθεσμες προκλήσεις για την ανθρώπινη ασφάλεια, εάν πρόκειται να έχουν οποιαδήποτε ελπίδα να αντιμετωπίσουν τις δεύτερες.

ΤΡΕΛΑ ΧΡΗΜΑΤΑ

Ένα σημαντικό ποσοστό του παγκόσμιου πλούτου διατίθεται στους στρατούς. Το 2021, το 2,2% του ΑΕΠ του πλανήτη δαπανήθηκε στις ένοπλες δυνάμεις, ή 268 δολάρια κατά κεφαλήν — υπερδιπλάσιο από τα 118 δολάρια κατά κεφαλήν το 1999. Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αυτό το κόστος είναι έτοιμο να αυξηθεί ακόμη περισσότερο.

Η απότομη αύξηση των δαπανών είναι ιδιαίτερα έντονη στην Ευρώπη. Η ήπειρος έκοψε τις αμυντικές δαπάνες αφότου κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση, και οι δαπάνες παρέμειναν στάσιμες επί δεκαετίες, αλλά μόλις η Ρωσία [4] προσάρτησε την Κριμαία το 2014, ξεκίνησε να επανεξοπλίζεται σταθερά. Εκείνο το έτος, οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ ενέκριναν την Δέσμευση Αμυντικών Επενδύσεων (Defense Investment Pledge), η οποία ζητούσε από κάθε μέλος να αφιερώσει το 2% του ΑΕΠ του στον στρατό, και οι ευρωπαϊκές στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 25% τα επόμενα επτά χρόνια. Έκτοτε, ο αριθμός των Ευρωπαίων συμμάχων στο ΝΑΤΟ που πέτυχαν το κατώφλι του 2% αυξήθηκε από δύο σε οκτώ.

Πλέον, οι δαπάνες αυξάνονται περαιτέρω. Η Δανία δαπανά σήμερα το 1,4% του ΑΕΠ της στον στρατό, αλλά αναμένεται να αυξήσει τις δαπάνες της στο 2% του ΑΕΠ έως το 2033. Σύμφωνα με τα λόγια της Δανής πρωθυπουργού, Mette Frederiksen, «οι ιστορικοί καιροί ζητούν ιστορικές αποφάσεις». Το Βέλγιο, επίσης, σκοπεύει να εκπληρώσει την κατευθυντήρια γραμμή του ΝΑΤΟ για το 2% του ΑΕΠ, διπλασιάζοντας σχεδόν το σημερινό ποσό των 5,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Ολλανδία, η οποία διαθέτει το 1,4% του ΑΕΠ της στον στρατό, σχεδιάζει να φτάσει σχεδόν αμέσως τον στόχο του 2% του ΝΑΤΟ, προσθέτοντας φέτος 5,2 δισεκατομμύρια δολάρια στις ένοπλες δυνάμεις της.

Οι αυξήσεις είναι τόσο εκτεταμένες ώστε περιλαμβάνουν ακόμη και χώρες που ήταν επί μακρόν επιφυλακτικές για την στρατιωτική ισχύ. Στις 27 Φεβρουαρίου, για παράδειγμα, η Γερμανία ανακοίνωσε σχέδια για την δημιουργία ενός ειδικού ταμείου αξίας 104 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ενδυνάμωση του στρατού της, το οποίο θα χρησιμοποιήσει για να χρηματοδοτήσει πολλά μεγάλης κλίμακας έργα προμηθειών (συμπεριλαμβανομένης της απόκτησης πολεμικών αεροσκαφών F-35 από τις Ηνωμένες Πολιτείες). Η Σουηδία είναι επί μακρόν ουδέτερη, αλλά πλέον είναι έτοιμη να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ [5] και να αυξήσει τις δαπάνες για τις ένοπλες δυνάμεις της στο 2% του ΑΕΠ της. Για να το κάνει αυτό, η σουηδική κυβέρνηση θα αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες κατά σχεδόν 60%.