Αντίπαλοι σε λογικά πλαίσια; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αντίπαλοι σε λογικά πλαίσια;

Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ–Κίνας γίνεται οξύτερος –αλλά δεν χρειάζεται απαραιτήτως να γίνει πιο επικίνδυνος

Η Κίνα αντιμετωπίζει επίσης προβλήματα και στο εσωτερικό μέτωπο. Η οικονομία έχει επιβραδυνθεί ριζικά. Αυτό ξεκίνησε πριν από αρκετά χρόνια, όταν ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ άρχισε να μετακινεί την κινεζική οικονομική πολιτική περαιτέρω στα αριστερά. Το κόμμα έχει αναλάβει μεγαλύτερο ρόλο στον ιδιωτικό τομέα, στις κρατικές επιχειρήσεις δόθηκε νέα πνοή, και το κράτος έχει καταστείλει σκληρά τους τομείς της τεχνολογίας, των χρηματοοικονομικών, και των ακινήτων. Το συνολικό αποτέλεσμα είναι η φθίνουσα εμπιστοσύνη του ιδιωτικού τομέα, η μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων, η εξασθενημένη παραγωγικότητα, και η επιβραδυμένη ανάπτυξη. Αυτά τα υποβόσκοντα οικονομικά προβλήματα έχουν ισχυροποιηθεί από τα κυλιόμενα δρακόντεια lockdown του Πεκίνου για την COVID-19 σε πολλές από τις μεγάλες πόλεις, τα οποία έχουν συγκρατήσει την ζήτηση των καταναλωτών, έχουν διαταράξει τόσο τις εγχώριες όσο και τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, και έχουν υπονομεύσει περαιτέρω τον κινεζικό τομέα ακινήτων, ο οποίος συνήθως αντιπροσωπεύει έως και το 29% του κινεζικού ΑΕΠ. Και η επιβραδυνόμενη παγκόσμια οικονομία -που επίσης υποφέρει από τον αυξανόμενο πληθωρισμό [8] ως αποτέλεσμα του πολέμου [9] στην Ουκρανία- δεν θα βοηθήσει, δεδομένης της εξάρτησης της Κίνας από τις εξαγωγές ως βασική κινητήρια δύναμη ανάπτυξης.

Παρά τις αρκετές προσπάθειες για διόρθωση της πορείας στην οικονομική πολιτική (αλλά όχι στην πολιτική [10] για την COVID-19), υπάρχουν ελάχιστα σημάδια ανάκαμψης. Πράγματι, υπάρχουν κάποιες ενδείξεις πανικού σχετικά με τα νούμερα της ανάπτυξης της Κίνας, όχι μόνο λόγω του πολιτικού αντίκτυπου της αυξανόμενης ανεργίας, αλλά και λόγω των βαθύτερων φόβων ότι ο ιδεολογικός ανασχεδιασμός του παραδοσιακού κινεζικού οικονομικού μοντέλου από τον Σι ίσως τελικά εμποδίσει την κούρσα της χώρας να προσπεράσει τις Ηνωμένες Πολιτείες ως η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.

Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις τάσεις, η τρέχουσα άποψη του Πεκίνου για τον κόσμο είναι πιο πολυσχιδής από όσο μπορεί να υποδηλώνει το επίσημο αφήγημα ότι «η Ανατολή ανεβαίνει, η Δύση παρακμάζει». Η Κίνα [11] εξακολουθεί να βλέπει τις στρατηγικές γραμμές των τάσεων να κινούνται μακροπρόθεσμα προς την κατεύθυνσή της. Βλέπει όμως επίσης μια νέα σειρά σημαντικών δυσκολιών -πολλές από αυτές με δική της ευθύνη- που πρέπει να αντιμετωπίσει βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα. Υπάρχει επίσης η πιο άμεση πρόκληση για τον Σι [12] να πλοηγηθεί στο 20ο Συνέδριο του Κόμματος (20th Party Congress) της Κίνας, το πολιτικά κρίσιμο κονκλάβιο που θα διεξαχθεί αυτό το φθινόπωρο. Μολονότι είναι ιδιαίτερα απίθανο να αντιμετωπίσει ο Σι οποιεσδήποτε μεγάλες προκλήσεις στην σχεδιαζόμενη υποψηφιότητά του για τρίτη θητεία ως επικεφαλής του ΚΚΚ, παραμένει ασαφές το εάν θα καταφέρει να εξασφαλίσει όλους τους προτιμώμενους διορισμούς του στην επόμενη οικονομική ομάδα του κόμματος, συμπεριλαμβανομένου του επόμενου επικεφαλής. Ωστόσο, ο Σι ενδιαφέρεται σαφώς να αποφύγει τις εκπλήξεις για το υπόλοιπο του έτους. Αυτό περιλαμβάνει εκπλήξεις στο διεθνές μέτωπο γενικότερα, και στην σχέση ΗΠΑ-Κίνας ειδικότερα. Για αυτούς τους λόγους, το Πεκίνο έχει ως εκ τούτου ένα κίνητρο να σταθεροποιήσει την σχέση του με την Ουάσιγκτον, τουλάχιστον προσωρινά, αντί να επιτρέψει στις στρατηγικές εντάσεις να συνεχίσουν να κλιμακώνονται. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Κίνα θα αλλάξει τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της. Αλλά σημαίνει ότι η Κίνα θα αλλάξει την τακτική της.

ΕΠΙΡΡΕΠΗΣ ΣΤΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ

Η κυβέρνηση Μπάιντεν [13] έχει παρακολουθήσει προσεκτικά αυτές τις εξελίξεις στην Κίνα. Αλλά έχει εξίσου συνείδηση των δικών της προκλήσεων. Αυτές περιλαμβάνουν την δυσκολία ψήφισης του Νόμου περί Καινοτομίας και Ανταγωνισμού των ΗΠΑ (U.S. Innovation and Competition Act) και άλλης νομοθεσίας που είναι απαραίτητη για τη μελλοντική διεθνή ανταγωνιστικότητα [14] των Ηνωμένων Πολιτειών· τις ελλοχεύουσες πολιτικές αβεβαιότητες γύρω από τις ενδιάμεσες εκλογές και τις επιπτώσεις τους στην προεδρική αναμέτρηση του 2024· την ευαισθησία στις ρεπουμπλικανικές επιθέσεις για κάθε προσαρμογή της στρατηγικής των ΗΠΑ για την Κίνα που θα μπορούσε να περιγραφεί ως αδυναμία· τις στρατιωτικές ευαλωτότητες σε περίπτωση ξαφνικής κλιμάκωσης [15] για την Ταϊβάν ή την Θάλασσα της Νοτίου Κίνας, παρά τις προσπάθειες των κυβερνήσεων τόσο του Τραμπ όσο και του Μπάιντεν να κλείσουν το χάσμα των στρατιωτικών ικανοτήτων· τη μέχρι στιγμής αδυναμία να αντισταθμίσει το αυξανόμενο περιφερειακό και παγκόσμιο οικονομικό αποτύπωμα της Κίνας, δεδομένου του βαθιά προστατευτικού αισθήματος στο αμερικανικό Κογκρέσο· και τον υποβόσκωντα σκεπτικισμό μεταξύ των φίλων των ΗΠΑ, ακόμη και των επίσημων συμμάχων, για τη μακροπρόθεσμη υπεροχή, την στρατηγική αξιοπιστία, και την πολιτική βούληση της Ουάσιγκτον να παραμείνει η κυρίαρχη [16] δύναμη του κόσμου.