Το επικίνδυνο πολιτικό αδιέξοδο της Γαλλίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το επικίνδυνο πολιτικό αδιέξοδο της Γαλλίας

Το κέντρο ταλανίζεται καθώς η άκρα δεξιά αποκτά δύναμη

Στις 19 Ιουνίου, η Γαλλία εισήλθε σε αυτή που θα μπορούσε να είναι μια κατάσταση πολιτικής παράλυσης. Στις προεδρικές εκλογές του περασμένου Απριλίου, μια ρεβάνς της αναμέτρησης του 2017 στην χώρα, ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, νίκησε την ακροδεξιά αντίπαλό του, Μαρίν Λεπέν, με 58,6% των ψήφων. Αλλά στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, ο κεντροδεξιός συνασπισμός του Μακρόν δεν κατάφερε να κερδίσει την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση των 577 μελών. Η Εθνική Συσπείρωση (Rassemblement National, RN) της Λεπέν κέρδισε τις ιστορικά αξιοσημείωτες 87 έδρες - περισσότερες από τις δεκαπλάσιες από τον αριθμό που έλεγχε προηγουμένως. Ένα συντηρητικό κόμμα, οι Ρεπουμπλικάνοι (Les Républicains), κέρδισε 64 [έδρες]. Και ένας συνασπισμός τεσσάρων αριστερών κομμάτων, η Νέα Οικολογική και Κοινωνική Λαϊκή Ένωση (New Ecological and Social People’s Union, NUPES), υπό την ηγεσία του αψύ και συχνά εχθρικά διακείμενου ακροαριστερού πολιτικού Ζαν-Λικ Μελανσόν, πήρε 131 έδρες. Το αποτέλεσμα είναι το πιο διχασμένο κοινοβούλιο της Γαλλίας από την ίδρυση της Πέμπτης Δημοκρατίας, το 1958.

26072022-1.jpg

Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν στην προεκλογική εκστρατεία στο Saint-Denis, στην Γαλλία, τον Απρίλιο του 2022. Francois Mori / Pool / Reuters
---------------------------------------------------------

Ελάχιστοι παρατηρητές ανέμεναν ότι η Αναγέννηση (Renaissance), το νέο όνομα του κόμματος του Μακρόν, θα ανταποκρινόταν πλήρως στο όνομά του στις βουλευτικές εκλογές. Όχι μόνο είχε μειωθεί το χάσμα μεταξύ του Μακρόν και της Λεπέν από το 2017 —όταν ο πρώτος κέρδισε [2] περισσότερο από το 66% των ψήφων— αλλά ο Μακρόν διεξήγαγε μια προεκλογική εκστρατεία για το νομοθετικό σώμα που μετατράπηκε από απαθής σε αμφιλεγόμενη. Περίμενε εβδομάδες προτού ορίσει πρωθυπουργό, την τεχνοκράτη Elisabeth Borne, ενόσω προσπαθούσε να παραμείνει αποστασιοποιημένος από τις εντάσεις. Ήταν μόνο όταν αυτή η προσπάθεια να εμφανιστεί προεδρικός φάνηκε, αντίθετα, σαν άλλο ένα κρούσμα της θεϊκής (Jupiterian) υπεροψίας του, που ο Μακρόν ξεκίνησε την προεκλογική εκστρατεία του, προειδοποιώντας σφοδρά ότι ο συνασπισμός του Μελανσόν δεν ήταν λιγότερο αντιδημοκρατικός από την RN της Λεπέν.

Ωστόσο, το αποτέλεσμα των εκλογών —[εκλογών] στις οποίες το 54% των ψηφοφόρων δεν μπήκαν στον κόπο να συμμετάσχουν— κατέπληξε τους πολιτικούς παρατηρητές. Στην συντηρητική εφημερίδα Le Figaro, η οποία περιέγραψε τα αποτελέσματα ως «άλμα στο άγνωστο», ο δημοσκόπος Jérôme Fourquet προειδοποίησε ότι η Γαλλία ίσως γινόταν «μη κυβερνήσιμη». Στην φιλελεύθερη [εφημερίδα] Le Monde, η κύρια αρθρογράφος Françoise Fressoz ανησύχησε ότι αυτός ο εκλογικός «σεισμός» θα άφηνε τη χώρα αποδυναμωμένη. Ακόμη και η Borne, η οποία κέρδισε την δική της κούρσα εναντίον ενός άγνωστου αριστερού υποψηφίου στο νήμα, τόνισε τον εξαιρετικό χαρακτήρα του γεγονότος, προειδοποιώντας ότι αυτή η «πρωτοφανής κατάσταση αποτελεί κίνδυνο για την χώρα μας».

Πολλοί Ευρωπαίοι, φυσικά, ζουν σε κοινοβουλευτικές δημοκρατίες όπου οι συνασπισμοί και οι συμβιβασμοί αποτελούν κοινό τόπο. Για αυτούς, τέτοιες εκτιμήσεις ίσως φαίνονται υπερβολικά κινδυνολογικές. Ωστόσο, για την σύγχρονη Γαλλία, η κατάσταση είναι ασυνήθιστη και, όντως, επικίνδυνη. Τα ασταθή κοινοβουλευτικά καθεστώτα έχουν παραλύσει την Γαλλία στο παρελθόν, και έτσι τις τελευταίες εξήμισι δεκαετίες, η χώρα έχει εργαστεί για να οικοδομήσει πολιτικούς θεσμούς στους οποίους οι εκλογές αποφέρουν ξεκάθαρους νικητές. Αλλά μετά από μια μακρά περίοδο ισχυρής ηγεσίας, τα διαιρεμένα κοινοβούλια επιστρέφουν.

Αυτό έρχεται σε μια ακατάλληλη στιγμή. Η Γαλλία αντιμετωπίζει έναν πόλεμο [3] στην Ουκρανία, την απειλή της κλιματικής αλλαγής [4] και την αυξανόμενη ανελευθερία [5] σε ολόκληρη την Ευρώπη. Χρειάζεται μια κυβέρνηση ικανή να κατευθύνει το κράτος διαμέσου μιας ταραγμένης εποχής. Αντίθετα, έχει ένα νομοθετικό σώμα που είναι ενωμένο αποκλειστικά στην αντίθεση του στον πρόεδρο - και όπου η ακροδεξιά έχει μια πρωτόγνωρη επιρροή.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Από το 1946 έως το 1958—την εποχή της Τέταρτης Δημοκρατίας —η Γαλλία [6] ευνοούσε τις κοινοβουλευτικές [εξουσίες] έναντι των προεδρικών εξουσιών. Αυτό δεν αποτελούσε έκπληξη. Όπως η προκάτοχός της, η Τρίτη Δημοκρατία, που δημιουργήθηκε ως απάντηση σε σχεδόν 20 χρόνια βοναπαρτιστικού αυταρχισμού, η Τέταρτη [Δημοκρατία] ήταν μια αντίδραση στο υποστηριζόμενο από τους Ναζί καθεστώς του Βισύ. Και όπως η Τρίτη [Δημοκρατία], έτσι και η Τέταρτη [Δημοκρατία] έπασχε από κοινοβουλευτική αστάθεια. Φιλοξένησε, κατά μέσο όρο, μια νέα κυβέρνηση κάθε έξι μήνες και σχεδόν δύο ντουζίνες πρωθυπουργούς στα 12 χρόνια της. Αν και αυτό δεν συνεπάγετο πάντα αλλαγές στις κυβερνητικές πολιτικές - ήταν υπό την Τέταρτη Δημοκρατία που η Γαλλία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ [7], συνέβαλε στο να τεθούν οι βάσεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση [8] και πυροδότησε τρεις δεκαετίες μετεωρικής οικονομικής ανάπτυξης - η αναταραχή εντούτοις συνέβαλε σε μια συνεχή αίσθηση αβεβαιότητας. Έως το 1958, με την Γαλλία να έχει τελματώσει στον la guerre sans nom στην Αλγερία -τον «πόλεμο χωρίς όνομα» μεταξύ του γαλλικού στρατού και των Αλγερινών εθνικιστών- η κυβέρνηση δεν ήταν σε θέση να κυβερνήσει.

Για άλλη μια φορά, η χώρα στράφηκε στον Σαρλ ντε Γκωλ. Ηγέτης της γαλλικής αντίστασης στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο [9], ο Ντε Γκωλ είχε αντιταχθεί σθεναρά στο σύνταγμα της Τέταρτης Δημοκρατίας - εν μέρει διότι ο ίδιος απέδιδε στην ασταθή κοινοβουλευτική διακυβέρνηση την ευθύνη για την γρήγορη ήττα της Γαλλίας από την Γερμανία. Όταν ο Ντε Γκωλ ανέλαβε την εξουσία μετά την πολιτική κρίση (είτε μέσω λαϊκής απαίτησης είτε με την απειλή της βίας, ανάλογα με την ερμηνεία του καθενός), επέβαλε την αναθεώρηση του συντάγματος για να μετατοπίσει την εξουσία στον πρόεδρο. Μεταξύ άλλων, οι πρόεδροι της Πέμπτης Δημοκρατίας είχαν την εξουσία να διαλύουν το κοινοβούλιο και να θεσπίζουν νομοθεσία μέσω εκτελεστικών διαταγμάτων.

Οι ενέργειες του Ντε Γκωλ ήταν αμφιλεγόμενες, αλλά σχεδόν τερμάτισαν το χάος. Από την ίδρυση της Πέμπτης Δημοκρατίας το 1958, υπήρξαν μόνο τρεις περίοδοι «συγκατοίκησης»: όταν ένας εν ενεργεία πρόεδρος πρέπει να ορίσει έναν πρωθυπουργό από ένα αντίπαλο κόμμα. Αυτή έλαβε χώρα δύο φορές κατά την διάρκεια των δύο θητειών του σοσιαλιστή Φρανσουά Μιτεράν και, στην συνέχεια, μια τρίτη φορά κατά την διάρκεια της προεδρίας του δεξιού Ζακ Σιράκ. Αλλά και οι τρεις συγκατοικήσεις ήταν αποτέλεσμα ενός είδους ανακολουθίας στο χρονοδιάγραμμα των γαλλικών εκλογών: ο πρόεδρος υπηρετούσε επταετείς θητείες, ενώ οι κοινοβουλευτικοί αντιπρόσωποι υπηρετούσαν μόνο πενταετείς θητείες. Το 2000, η προεδρική θητεία μειώθηκε στα πέντε χρόνια και οι βουλευτικές εκλογές προγραμματίστηκαν να λαμβάνουν χώρα λίγο μετά, και όχι πριν, την προεδρική αναμέτρηση. Ως αποτέλεσμα, οι ψηφοφόροι έδωσαν σταθερά στους προέδρους κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες.

Αλλά οι μεταρρυθμίσεις του Ντε Γκωλ εισήγαγαν επίσης ένα αποσταθεροποιητικό στοιχείο στην γαλλική κυβέρνηση. Δεδομένης της εχθρότητάς του προς τα πολιτικά κόμματα - τα οποία ως γνωστόν απέρριπτε ως la pagaille, ή χάος, ο ντε Γκωλ καλωσόρισε την συγκέντρωση της πολιτικής ισχύος σε μικρότερο αριθμό εκλογικών στρατοπέδων, οδηγώντας σε πόλωση. Ανταλλάσσοντας το αναλογικό εκλογικό σύστημα με το πλειοψηφικό, η Πέμπτη Δημοκρατία κατέπνιξε τελικά το πολιτικό κέντρο και ενδυνάμωσε τα άκρα. Οι χριστιανοδημοκράτες και οι σοσιαλιστές της χώρας παγιδεύτηκαν ολοένα και περισσότερο ανάμεσα στις εξουδετερωτικές πιέσεις της άκρας δεξιάς και της άκρας αριστεράς και τελικά δεν κατάφεραν να αντέξουν. Σήμερα, τα κόμματα που εκπροσωπούν αμφότερες τις παρατάξεις είναι σχετικά περιθωριακά.

Το 2017, ο Macron [10] κατάφερε να επανεδραιώσει το κέντρο στην γαλλική πολιτική. Ήταν ένα μπλοκ αρκετά μεγάλο ώστε να περάσει κάποια από τα βασικά στοιχεία της πρωτύτερης ατζέντας του, μολονότι απέτυχε να μεταρρυθμίσει το επίμαχο ζήτημα της γαλλικής πολιτικής, το συνταξιοδοτικό σύστημα του έθνους. Αλλά η ατζέντα του Μακρόν είναι πιθανό να δυσκολευτεί περισσότερο τώρα που σαφώς δεν έχει επαρκή υποστήριξη από τους ψηφοφόρους. Και λόγω του ότι κανένα κόμμα δεν ελέγχει την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, σε αντίθεση με τον Μιτεράν και τον Σιράκ (αμφότεροι εκ των οποίων αντιμετώπισαν κοινοβούλια ελεγχόμενα από μόνο ένα κόμμα), η πρωθυπουργός Borne δεν έχει άλλη επιλογή από το να κυβερνήσει με αυτό που αποκαλεί «au cas par cas» —διαπραγματευόμενη με διαφορετικά κόμματα για διαφορετικά νομοθετήματα - και με αυτό που η Le Monde, ίσως πιο ρεαλιστικά, αποκαλεί «une mission impossible» (επικίνδυνη αποστολή).

Αυτό είναι ένα αποτέλεσμα που οι επιζώντες της Τέταρτης Δημοκρατίας είναι απίθανο να καλωσορίσουν - και ίσως συγκλονιστούν βλέποντας το. Η μεταστροφή της Γαλλίας πίσω στον χαοτικό κοινοβουλευτισμό έχει, τελικά, προκύψει σε ένα συνταγματικό και εκλογικό πλαίσιο που έχει σχεδιαστεί ρητά για να τον αποτρέψει. «Η Τέταρτη Δημοκρατία επανεφευρίσκει τον εαυτό της στο πλαίσιο της Πέμπτης Δημοκρατίας», υποστήριξε ο Γάλλος πολιτικός επιστήμονας Luc Rouban. «Αυτό δεν θα βελτιώσει την εμπιστοσύνη του κοινού στην πολιτική».

ΚΑΝΤΕ ΟΝΕΙΡΑ

Αν και το νέο κοινοβούλιο είναι ηλικίας μόλις λίγων εβδομάδων, αυτό που έχει συμβεί μέχρι στιγμής υποδηλώνει ότι ο Rouban ίσως έχει δίκιο. Παρά την παράδοση, η Borne δεν επιδίωξε την επικύρωση της κυβέρνησής της από το νεοεκλεγέν κοινοβούλιο. Αυτό οδήγησε τον συνασπισμό του Μελανσόν να απαιτήσει μια πρόταση μομφής. Το κόμμα της Λεπέν, το οποίο είναι αποφασισμένο να φανεί πιο «εποικοδομητικό» από την αριστερά, απέρριψε την έκκληση του Μελανσόν. Αλλά η RN συνέπραξε με τους αντιπάλους της (συμπεριλαμβανομένης της αριστεράς) για να καταψηφίσει βασικά στοιχεία της ατζέντας του Μακρόν - ιδιαίτερα την ικανότητα του κράτους να επιβάλει εκ νέου τους ελέγχους για την COVID-19 [11] σε άτομα που εξέρχονται ή εισέρχονται στην χώρα. Αυτή η αρχική αποτυχία δεν προμηνύει κάτι καλό για την υπόλοιπη εγχώρια ατζέντα του Μακρόν, συμπεριλαμβανομένης άλλης μιας δοκιμής για την μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού καθεστώτος, ή για την ευρύτερη ικανότητα της Γαλλίας να δημιουργήσει ένα λειτουργικό κοινοβουλευτικό σύστημα.

Επίσης, προμηνύει κάτι άσχημο για την διεθνή ατζέντα του Μακρόν. Μολονότι ο πρόεδρος διατηρεί τον έλεγχο της εξωτερικής πολιτικής ως μέρος του domaine réservé (αποκλειστικού τομέα) του, η παγκόσμια θέση του είναι ασθενέστερη τώρα που έχει λιγότερη εσωτερική υποστήριξη. Η αδυναμία δεν είναι ασήμαντο θέμα για τον Μακρόν, ο οποίος έχει καταστήσει σαφή την φιλοδοξία του να κάνει την Ευρώπη —και, όχι συμπτωματικά, τον εαυτό του— μεγάλο παίκτη στην διεθνή σκηνή. Και αυτά τα νέα προβλήματα χτίζουν πάνω στα υπάρχοντα. Δεν είναι εύκολο να συμφιλιωθεί η έκκληση του Μακρόν προς την Ευρώπη να «ενεργήσει με δύναμη, να ενεργήσει με ταχύτητα και να ενεργήσει για τα μεγάλα όνειρα» με τις επίμονες (και επίμονα μάταιες) προσπάθειές του να εμπλέξει τον Βλαντιμίρ Πούτιν [12] πριν και μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Επίσης, ο Μακρόν δεν βοήθησε τον εαυτό του περιμένοντας μέχρι τις 16 Ιουνίου για να επισκεφθεί τη χώρα ή παρέχοντας στο Κίεβο σχετικά καχεκτική στρατιωτική αρωγή. Τώρα βρίσκεται σε ακόμη πιο αδύναμη θέση για να βοηθήσει την Γαλλία να αντιμετωπίσει εποικοδομητικά τις πολλές κρίσεις του πλανήτη.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η διεθνής θέση του Μακρόν έχει καταστραφεί· ο ίδιος επιδοκιμάστηκε για την πρόσφατη εξάμηνη θητεία του ως πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αλλά τα χειροκροτήματα προήλθαν κυρίως έξω από την Γαλλία. Αντίθετα, πολλοί Γάλλοι ανησυχούν για τον αυξανόμενο πληθωρισμό και την εξασθενούμενη αγοραστική δύναμη. Η πρώτη δουλειά της κυβέρνησης της Borne είναι να βρει έναν συμβιβασμό για το «pack pouvoir d'achat» ή αλλιώς το πακέτο προτάσεων για να βοηθήσει τους Γάλλους καταναλωτές. Όμως, δεδομένων των θεμελιωδώς διαφορετικών οικονομικών απόψεων της αριστεράς και της δεξιάς -η πρώτη ευνοεί την αύξηση του κατώτατου μισθού και την αύξηση των οικογενειακών ενισχύσεων, και η δεύτερη επιδιώκει περικοπές στις δαπάνες και μείωση του φόρου του φυσικού αερίου- δεν είναι καθόλου σαφές με ποιον θα κλείσουν συμφωνία η Borne και ο Μακρόν και τι θα προοιωνίζει αυτή. Προς το παρόν, η κυβέρνηση θα πρέπει να βάλει σε τάξη τις περισσότερες από 1.100 τροπολογίες που έχουν ήδη εισάγει τα κόμματα της αντιπολίτευσης ως απάντηση στο προτεινόμενο νομοσχέδιο.

Οι σχετιζόμενες με τον πληθωρισμό δυσκολίες της χώρας θα μπορούσαν να έχουν σοβαρές συνέπειες στα μελλοντικά περιγράμματα της γαλλικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου του να βοηθηθεί περαιτέρω η άκρα δεξιά: τα ζητήματα της τσέπης βοήθησαν το κόμμα της Λεπέν να έχει την σημαντική εκλογική της πρόοδο. Από την ίδρυση του κόμματος (ως Εθνικό Μέτωπο [National Front]), οι πολιτικοί παρατηρητές θεωρούσαν αδύνατο ότι η άκρα δεξιά θα ήταν οτιδήποτε άλλο παρά περιθωριακή. Στην αρχή, το κόμμα είχε μια τάση προς την βία, τη νοσταλγία για το καθεστώς του Βισύ, μια αυταρχική κλίση, και την άρνηση του Ολοκαυτώματος. Αλλά τώρα, όπως και η COVID-19, είναι σαφώς κανονικοποιημένο. Μια ενθουσιώδης Λεπέν χαιρέτισε σωστά την εκλογική επίδοση του κόμματός της ως «ιστορική πρόοδο». Και στις 30 Ιουνίου, η RN άντλησε αρκετές ψήφους από άλλα δεξιά κόμματα για να διεκδικήσει δύο από τις έξι αντιπροεδρίες του κοινοβουλίου, σημαντικές θέσεις που είναι υπεύθυνες για να βοηθούν τον πρόεδρο να ταξινομεί το πρόγραμμα και να επιβλέπει τις συζητήσεις στην αίθουσα. «Χρειάστηκε μια εβδομάδα —ούτε μια ημέρα παραπάνω— για να αισθανθεί η ακροδεξιά άνετα στην Εθνοσυνέλευση», έγραψε η Ellen Salvi, δημοσιογράφος στο διαδικτυακό ερευνητικό μέσο Mediapart.

Εκτός από το να είναι αντίδραση στον πληθωρισμό, η επιτυχία της RN είναι εν μέρει προϊόν των προσπαθειών της Λεπέν [13] να το κάνει λιγότερο ακραίο. Έχει εκκαθαρίσει τις εκλεγμένες τάξεις του από τους νεοναζί και τους αντισημίτες, και έχει αμβλύνει τις θέσεις της σε κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα. Η Λεπέν, για παράδειγμα, υποστηρίζει πλέον το δικαίωμα στην άμβλωση (αν και αντιτίθεται στην αποζημίωσή της από το κράτος) και δεν φλερτάρει πλέον με την ιδέα ενός γαλλικού διαζυγίου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αλλά η μετριοπάθεια φτάνει μόνο μέχρι ενός σημείου. Η Λεπέν συνεχίζει να προωθεί την απαγόρευση της μαντίλας στους δημόσιους χώρους. Η ηγέτης της RN διατυμπανίζει αυτή που αποκαλεί «priorité nationale» (εθνική προτεραιότητα), η οποία θα εμπόδιζε τους μη πολίτες που ζουν στη Γαλλία από το να αναζητήσουν εργασία, στέγαση, υγειονομική περίθαλψη και κοινωνικά επιδόματα. Υπερασπίζεται τα λαϊκά δημοψηφίσματα για σχεδόν όλα τα ζητήματα που απασχολούν τους ψηφοφόρους, αλλά φαίνεται ότι ενδιαφέρεται κυρίως να χρησιμοποιήσει αυτόν τον μηχανισμό για την προώθηση των δεξιών σκοπών. Η Λεπέν δήλωσε πρόσφατα ότι ήταν ανοιχτή σε ένα δημοψήφισμα για την επαναφορά της θανατικής ποινής στην Γαλλία, ένα ευαίσθητο ζήτημα στη χώρα που εφηύρε την γκιλοτίνα, μολονότι υπαναχώρησε την ίδια μέρα.

Δεδομένης της συνεχιζόμενης ριζοσπαστικής κλίσης της Λεπέν, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Julien Bayou, ο πρόεδρος του Κόμματος των Πρασίνων (Green Party), καταδίκασε την απόκτηση των θέσεων της αντιπροεδρίας από την RN ως «αδιανόητη». Αλλά κάθε είδους αδιανόητα αποτελέσματα είναι πλέον πιθανά στην Γαλλία. Είναι αληθοφανές, για παράδειγμα, ότι ο Μακρόν θα καταφύγει στην πυρηνική επιλογή του: να διαλύσει την εθνοσυνέλευση και να ζητήσει νέες εκλογές. Ο πρόεδρος ίσως νομίζει ότι αυτό θα βελτιώσει την θέση του, αλλά οι εκλογές αποτελούν ρίσκο, και είναι επίσης πιθανό ότι εάν ο Μακρόν επιστρέψει τους εκνευρισμένους Γάλλους ψηφοφόρους στις κάλπες, το κόμμα του να χάσει την σχετική πλειοψηφία του. Εάν η Εθνική Συσπείρωση συνεχίσει την ταχεία άνοδό της, είναι πιθανό ότι θα γίνει το μεγαλύτερο κόμμα. Θα μπορούσε ακόμη και να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία. (Η RN ίσως βοηθείτο ακούσια από τον αριστερό συνασπισμό, εάν ο τελευταίος δημιουργήσει στους ψηφοφόρους την εντύπωση ότι είναι ταραχοποιός και όχι εποικοδομητικός, όπως έκανε κατά την διάρκεια της ψήφου δυσπιστίας.) Πράγματι, δεδομένης της σταθερής κανονικοποίησης της RN, δεν είναι πλέον αδιανόητο η Γαλλία θα μπορούσε να έχει την πρώτη της γυναίκα πρόεδρο το 2027: την Μαρίν Λεπέν.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Subversive-Simone-Weil-Life-Ideas/dp/022654933X/r...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/france/2017-05-07/macrons-win-co...
[3] https://www.foreignaffairs.com/tags/war-ukraine
[4] https://www.foreignaffairs.com/topics/climate-change
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-03-26/illiber...
[6] https://www.foreignaffairs.com/regions/france
[7] https://www.foreignaffairs.com/topics/nato
[8] https://www.foreignaffairs.com/topics/european-union
[9] https://www.foreignaffairs.com/tags/world-war-ii
[10] https://www.foreignaffairs.com/articles/france/2017-05-07/macrons-victory
[11] https://www.foreignaffairs.com/tags/coronavirus
[12] https://www.foreignaffairs.com/tags/vladimir-putin
[13] https://www.foreignaffairs.com/interviews/2016-10-17/france-s-next-revol...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/france/frances-perilous-political-deadlock

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition