Το τέλος των ψευδαισθήσεων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το τέλος των ψευδαισθήσεων

Γιατί μια στρατηγική ήττα της Ρωσίας είναι επιβεβλημένη

H αναίτια και απροκάλυπτα βάρβαρη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία (24.2.2022-) ήταν το σημαντικότερο γεωπολιτικό γεγονός μετά το τέλος του «Ψυχρού Πολέμου». Για τους πλέον οξυδερκείς, η εισβολή υπήρξε από καιρό προαναγγελθείσα. Μετά το 2014, όταν ο Ρώσος πρόεδρος προσάρτησε παράνομα την Κριμαία (ουκρανική επικράτεια επί 70 έτη) και πυροδότησε αποσχιστικά κινήματα στην περιοχή Ντονμπάς, ήταν προφανές ότι ετοιμαζόταν για κάτι πολύ μεγαλύτερο. Αυτός ήταν ο λόγος, άλλωστε, που η Ρωσική Κεντρική Τράπεζα δημιουργούσε έκτοτε τεράστια συναλλαγματικά αποθέματα, ούτως ώστε να μπορέσει να αντέξει σε μια μετωπική (οικονομική καταρχήν) αντιπαράθεση με ολόκληρη την Δύση. Παράλληλα, η αντιδυτική προπαγάνδα του Κρεμλίνου προς το εσωτερικό του ακροατήριο εντεινόταν σε βαθμό παραληρήματος. Όλος ο ρωσικός πληθυσμός έπρεπε να προετοιμαστεί ψυχολογικά για μια ακόμη «ιερή» αναμέτρηση, με ψευδεπίγραφα αφηγήματα που παρέπεμπαν, αδικαιολόγητα, στο αντιναζιστικό έπος του 1941-1945 («Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος»).

11082022-1.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, στο Σότσι της Ρωσίας, τον Οκτώβριο του 2019. Sergei Chirikov / Pool / Reuters
----------------------------------------------------------------

Κι όμως, η Δύση αμέριμνη εθελοτυφλούσε και συνέχιζε το business as usual με την Ρωσία, με αποκορύφωμα την ενεργειακή συνεργασία: ο υπερ-αγωγός φυσικού αερίου Nord Stream 2 ανακοινώθηκε το 2015 (μια δεκαετία μετά το NS 1, που λειτούργησε το 2011/12) και ολοκληρώθηκε, τελικά, εντός του 2021. Μέγας πρωταγωνιστής σε αυτό το «βαλς» ήταν η Ομοσπονδιακή Γερμανία, στο πλαίσιο μιας λογικής η οποία είχε εισαχθεί το 1970 από τον Βίλλυ Μπραντ και ονομαζόταν «προσέγγιση μέσω της αλληλεξάρτησης» (με την ΕΣΣΔ και κατόπιν την Ρωσία). Η Γερμανία πίστευε, για περισσότερο από μισό αιώνα, ότι μπορούσε να εξημερώσει την «αρκούδα» εάν την τάιζε μερικά δισ. ευρώ, σε ετήσια βάση, για τους άφθονους υδρογονάνθρακές της. Στην πραγματικότητα, απλώς την ισχυροποιούσε προκειμένου να επιτεθεί, όταν εύρισκε την κατάλληλη ευκαιρία. Σε μια πολυσυζητημένη συνέντευξή της στους Financial Times πριν την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η πρωθυπουργός της Εσθονίας, Κάγια Κάλλας, δήλωσε το περίφημο: «Φαίνεται να υπάρχει μια κάποια αφέλεια απέναντι στην Ρωσία. Προσπαθούσα να το εξηγήσω αυτό στον πρόεδρο Μακρόν: την βλέπετε, του είπα, μέσα από το πρίσμα μιας δημοκρατικής χώρας. Λέτε ότι θα είναι πολύ ακριβό για την Ρωσία να διεξάγει πόλεμο. Ο κ. Πούτιν δεν ενδιαφέρεται. Ο ίδιος δεν πρόκειται να κριθεί σε εκλογές». Αν η αστοχία του κ. Μακρόν περιοριζόταν απλά σε τακτικό επίπεδο, η αφέλεια ολόκληρης της Δύσης, και δη επί χρόνια, ήταν εξόχως στρατηγική και, επομένως, αδικαιολόγητη: απέτυχε να κατανοήσει τον εγγενή αναθεωρητικό χαρακτήρα του καθεστώτος, ειδικά μετά το 2014, και τη μνησικακία (resentment) που τρέφει η ρωσική ελίτ για την φιλελεύθερη δημοκρατία. «Ο φιλελευθερισμός είναι παρωχημένος», δήλωσε κατηγορηματικά ο κ. Πούτιν σε μια συνέντευξη το 2020.

Μάλλον λανθασμένες αναγνώσεις της κατάστασης η οποία οδήγησε στην εισβολή του 2022 εστιάζουν υπερβολικά στο υποτιθέμενο «πρόβλημα ασφάλειας» ή αλλιώς το «αίσθημα περικύκλωσης» το οποίο είχε προκαλέσει στηn Ρωσία η προς Ανατολάς διεύρυνση του ΝΑΤΟ. Παρά τις κάποιες ατυχείς ενέργειες, πρωτίστως από αμερικανικής πλευράς, οι οποίες έλαβαν χώρα στο θέμα αυτό ιδίως κατά την δεκαετία του 1990 και τις οποίες κι εμείς οι ίδιοι έχουμε προσφάτως αναγνωρίσει [1], η Ρωσία δεν αντιμετωπίζει καμία σοβαρή εξωτερική απειλή στρατιωτικής φύσεως εν έτει 2022, ούτε υφιστάμενη ούτε, έστω, δυνητική. Η… μετενσάρκωση του Ναπολέοντα ή του Χίτλερ που θα εισβάλει από Δυσμάς δεν έχει εμφανιστεί ακόμη. Δυστυχώς, πλείονες «ειδικοί», ιδίως σε χώρες όπου η ρωσική διήθηση (infiltration) είναι τεραστίων διαστάσεων, επιμένουν ακόμη στο εξής σκεπτικό: η εγκατάσταση από πλευράς των ΗΠΑ, μετά το 2016, πυραυλικών συστημάτων σε χώρες όπως η Πολωνία και η Ρουμανία παραπέμπει, από μια ανάποδη βεβαίως πλευρά, στην περίφημη Κρίση των Πυραύλων της Κούβας το 1962. Φαίνεται να τους διαφεύγει το γεγονός ότι το νυν αμερικανικό σύστημα AEGIS είναι καθαρά αμυντικό (αναχαιτιστικό βλημάτων εδάφους-εδάφους), ενώ, αντίθετα, ο Χρουστσόφ εγκατέστησε προ 60 ετών στην Κούβα βαλλιστικούς πυραύλους σχετικά μεγάλου βεληνεκούς και μάλιστα οπλισμένους με θερμοπυρηνικές κεφαλές… Οι ίδιοι «αναλυτές» μάς λένε πως το AEGIS μπορεί να αναχαιτίσει τους διηπειρωτικούς πυραύλους της Ρωσίας (ICBM) στην ευάλωτη φάση της αρχικής ανόδου, οπότε απειλεί την στρατηγική σταθερότητα. Κι αυτό, όμως, είναι εξίσου ανακριβές, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των ρωσικών ICBM βρίσκονται στην Σιβηρία, εκτός εμβέλειας του AEGIS!

Μια μάλλον ορθότερη πρόσληψη της πραγματικότητας θα ήταν, κατά την ταπεινή μας εκτίμηση, η ακόλουθη: ο πραγματικός φόβος της Ρωσίας ή, καλύτερα, του κ. Πούτιν είναι η επέκταση, μέχρι τα σύνορα της χώρας, της αληθινής δημοκρατίας εις βάρος της σοβιετικής νοοτροπίας, λ.χ. μέσω των λεγόμενων «έγχρωμων επαναστάσεων». Η σκληροπυρηνική μετάλλαξη του πουτινισμού, ειδικά μετά το 2012, βασίζεται στην καταστολή. Ειδικά δε μια δημοκρατική και ευημερούσα Ουκρανία, λόγω μεγέθους και εγγύτητας, θα συνιστούσε όντως υπαρξιακή απειλή, όχι βεβαίως για την ίδια την Ρωσία ως κρατική οντότητα, αλλά για το σημερινό, ανελεύθερο καθεστώς της: βλέποντας οι Ρώσοι την πρόοδο της γείτονος, είτε θα απαιτούσαν ανάλογες αλλαγές και στην δική τους χώρα είτε, στην καλύτερη περίπτωση, θα την εγκατέλειπαν μαζικά. Με άλλα λόγια, η Αγία Ρωσία θα κινδύνευε να μετατραπεί σε μια σύγχρονη… Ανατολική Γερμανία, η οποία ως το 1990 αιμορραγούσε πληθυσμιακά προς όφελος της Δυτικής!

ΤΑ ΜΟΝΟΛΙΘΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΘΕΚΤΙΚΑ, ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΑΝΙΚΗΤΑ

Μετά από 5 μήνες πολέμου σε όλα τα επίπεδα (στρατιωτικό, οικονομικό, υβριδικό), η κατάσταση διαμορφώνεται ως εξής: παρά τα κάποια εδαφικά κέρδη νοτιοανατολικά, η «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» αποκάλυψε το κακό χάλι των ρωσικών συμβατικών δυνάμεων. Το ότι αυτές αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα το είχαμε ήδη αναλύσει, αλλά οι επί του πεδίου επιδόσεις ήταν πραγματικά απογοητευτικές. Οφείλονται σε πεπαλαιωμένο εξοπλισμό, κακές τακτικές, χαμηλό ηθικό κλπ. Μολονότι διαθέτει εναέρια υπεροχή, η Ρωσική Αεροπορία έχει αποτύχει να πραγματοποιήσει πλήγματα ακριβείας, ενώ η εμπλοκή ακόμη και… βαρέων στρατηγικών βομβαρδιστικών είναι κωμικοτραγική. Σφυροκόπημα πυραυλικών επιθέσεων και βομβαρδισμών είναι το μόνο που έχει να επιδείξει η Ρωσία, προκειμένου να κάμψει το ηθικό του αμυνόμενου και να τον εξαναγκάσει σε συνθηκολόγηση (coercive strategy). Εδώ εντάσσεται και η αδιάκριτη (indiscriminate) χρήση μέσα στα αστικά κέντρα και εναντίον αμάχων, όπλων όπως οι βομβίδες διασποράς (cluster munitions), γεγονός που συνιστά ασφαλώς έγκλημα πολέμου. Η βύθιση από ουκρανικό βλήμα της ναυαρχίδας «Μόσχα» στη Μαύρη Θάλασσα κατέστησε το Ρωσικό Ναυτικό περίγελο. Οι ρωσικές στρατιωτικές απώλειες εκτιμώνται μεταξύ 20.000 και 30.000 νεκροί και πολλαπλάσιοι τραυματίες. Ο ουκρανικός λαός, από την άλλη, παρά τις ελλείψεις, αντιστέκεται με σθένος.

Στις 22/6/2022, ο διαπρεπής καθηγητής στρατηγικών σπουδών Λώρενς Φρήντμαν δημοσίευσε ένα βαρυσήμαντο άρθρο-απολογισμό με τίτλο «Παράλυση στη Μόσχα». Σε αυτό, αντέκρουσε καίρια τα επιχειρήματα όλων όσων πιστεύουν ότι η δεδηλωμένη στοχοπροσήλωση του Κρεμλίνου αποτελεί ένδειξη αποφασιστικότητας και, τελικά, ισχύος. Η εικόνα την οποία προσπαθεί να πλασάρει ο κ. Πούτιν, δηλαδή ότι επιτυγχάνει πάντοτε τους στόχους του ανεξαρτήτως κόστους, έχει αρχίσει να κλονίζεται, μας λέει ο Φρήντμαν, η δε δύναμή του σιγά-σιγά διαβρώνεται (his power is slowly eroding). Αυτή την στιγμή, ο εγκλωβισμένος στα στεγανά του Ρώσος πρόεδρος χαρακτηρίζεται από μια παράλυση πολιτικής, δηλαδή αδυναμία εξεύρεσης δημιουργικών λύσεων οι οποίες θα εκτονώσουν την κρίση. Το αδιέξοδο κατέστη φανερό, μεταξύ άλλων, στην περίφημη ομιλία του κ. Πούτιν προς 25ο Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης, τον Ιούνιο του 2022: Παρά το Δυτικό οικονομικό blitzkrieg το οποίο δέχεται, είπε, η Ρωσία στο τέλος θα αναδυθεί ισχυρότερη. «Είμαστε ένας ισχυρός λαός, ικανός να αντιμετωπίσει κάθε πρόκληση. Όπως οι πρόγονοί μας, θα λύσουμε κάθε πρόβλημα, η χιλιόχρονη Ιστορία μας το επιβεβαιώνει». Εντούτοις, τα σύννεφα της ύφεσης είναι ήδη ορατά και αυτή θα οξυνθεί όταν κάποια στιγμή -θέμα χρόνου- αποκλιμακωθούν οι τιμές του πετρελαίου. Από την άλλη, ο πρόεδρος ομολόγησε πως δεν έχει πρόβλημα με πιθανή ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, μολονότι ο ίδιος στο τέλος του 2013 είχε πείσει τον τότε φιλορώσο Ουκρανό πρόεδρο Γιανουκόβιτς να μην υπογράψει συμφωνία σύνδεσης.

Ομοίως ως προς την ένταξη Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, τους αρχικούς λεονταρισμούς για «τρομακτικές συνέπειες» τους διαδέχτηκε μια αποδοχή της κατάστασης, υπό την διευκρίνιση να μην αναπτυχθούν ποτέ βάσεις με πυραύλους κλπ. (μοντέλο Νορβηγίας, το οποίο, φυσικά, θα εφαρμοζόταν και στην Ουκρανία, εάν ποτέ εντασσόταν στο ΝΑΤΟ). Την ίδια στιγμή, πρώην σοβιετικές χώρες με τις οποίες η Μόσχα έχει παραδοσιακά άριστες σχέσεις, ήτοι το Καζακστάν και το Αζερμπαϊτζάν, δηλώνουν την ετοιμότητά τους να αυξήσουν τις εξαγωγές ενέργειας προς την Δύση, εις βάρος του ρωσικού μεριδίου. Αυτή την στιγμή, συμπεραίνει ο καθηγητής, ο κ. Πούτιν δεν ξέρει πώς να τελειώσει έναν πόλεμο τον οποίο ο ίδιος ξεκίνησε χωρίς να ρωτήσει κανέναν. Ακόμη και στο αμιγώς στρατιωτικό επίπεδο, αδυνατεί να κλιμακώσει τις επιχειρήσεις επί του πεδίου με σκοπό την κατοχύρωση της νίκης, λ.χ. να αποφασίσει να κηρύξει επιστράτευση. Καθώς οι τακτικές του παραμένουν άκαμπτες (inflexible), είναι τελικά και προβλέψιμες. Εάν μια ουκρανική αντεπίθεση στην Χερσώνα τελεσφορήσει, θα έχει πρόβλημα… Γενικά, η ετερογονία των σκοπών θριάμβευσε: ενώ ο απώτερος στόχος της εισβολής ήταν η επίδειξη ισχύος και η απαίτηση να αντιμετωπίζεται η Ρωσία ως Μεγάλη Δύναμη, στην πραγματικότητα αναδείχτηκαν οι μεγάλες αδυναμίες και ελλείψεις της. Εν κατακλείδι, η αρκούδα «δάγκωσε περισσότερο από όσο μπορεί να μασήσει» (it really has bitten off more than it can chew), συμπεραίνει ο Φρήντμαν.

Η ρωσική στρατηγική ακαμψία, λόγω του εγγενώς προβληματικού τρόπου λήψης αποφάσεων (τα πάντα επαφίενται στον ηγέτη, χωρίς αντίλογο), αλλά και η παραγωγή μόνο βασικών αγαθών, αργά ή γρήγορα θα της προκαλέσουν μεγάλη ζημία. Από την άλλη, οι αέναα δημιουργικές δυνάμεις της αστικής Δημοκρατίας, όπως λ.χ. η ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα, η σαφώς μεγαλύτερη αξιοκρατία, η καινοτομία, ο υγιής ανταγωνισμός των επιχειρήσεων και η ικανότητα αυτοκριτικής (για υπέρβαση των όποιων λαθών) μάς βοηθούν πάντα να ανταποκρινόμαστε στις προκλήσεις, έστω και σε βάθος χρόνου. Τον «Ψυχρό Πόλεμο» τον κέρδισε η Δύση ξεπερνώντας τεχνολογικά και εξουθενώνοντας οικονομικά την ΕΣΣΔ, έστω κι αν μας πήρε καιρό. Ακόμη και η ΕΕ των 27 χωρών, την οποία τόσο πολύ έχουν επικρίνει ορισμένοι κακόβουλοι, έχει επιδείξει ήδη εκπληκτική προσαρμοστικότητα στις νέες συνθήκες, επιτυγχάνοντας πράγματα μέχρι πρότινος αδιανόητα: εκτός από επτά «πακέτα» κυρώσεων κατά της Ρωσίας, που υιοθετήθηκαν όλα με ομοφωνία, αναφέρουμε ενδεικτικά την συμφωνία των Υπουργών Ενέργειας (26/7/2022) για εθελοντική, έστω, μείωση της κατανάλωσης αερίου κατά 15%.

Απλά, αυτό που θα πρέπει να γίνει απολύτως κατανοητό είναι πως δεν μπορούν πλέον να υπαγορεύουν την εθνική πολιτική και, τελικά, την εθνική ασφάλεια τα στενώς εννοούμενα ιδιωτικά και δη επιχειρηματικά συμφέροντα: στις ΗΠΑ, λ.χ., το πανίσχυρο «λόμπυ» του πετρελαίου εμπόδισε επί μακρόν την απεξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες. Ομοίως στην Γερμανία οι βιομήχανοι ήταν θετικοί στο φθηνό σοβιετικό και, κατόπιν, ρωσικό αέριο. Τι συμβαίνει τώρα; Πτωχεύσεις, με το κράτος σε ρόλο «πυροσβέστη»! Στο μεγαλύτερο, μέχρι σήμερα, σχέδιο διάσωσης εταιρείας (bail-out plan) στην γερμανική ιστορία, το οποίο ανακοινώθηκε στις 22/7/2022, η Γερμανική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση αποκτά το 30% του εισαγωγέα αερίου UNIPER. Μαζί με τη χορήγηση πιστωτικής γραμμής, το κόστος για το Γερμανό φορολογούμενο φτάνει τα 15 δισ. ευρώ… [2]. Συμπερασματικά, εάν η πολιτική και δη στρατηγική λογική κατισχύσει της κοντόφθαλμης, ενίοτε, επιχειρηματικής, θα κερδηθεί η αντιπαράθεση. Τώρα, λοιπόν, που οι ψευδαισθήσεις περί την «αρκούδα» διαλύονται, είναι απαράδεκτο τα επιχειρηματικά συμφέροντα να έχουν λόγο σε θέματα που άπτονται της εθνικής ασφάλειας.

Ο ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ Ο ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ «ΧΕΙΜΩΝΑΣ» ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ

Ο χειμώνας 2022/23 προβλέπεται εξαιρετικά δύσκολος για την Ευρώπη. Αναμένεται εκτόξευση του ενεργειακού κόστους στα ύψη, ιδίως εκεί που υπάρχει εξάρτηση από τις εισαγωγές υδρογονανθράκων, υψηλός πληθωρισμός, ενδεχομένως ακόμη και ύφεση. Εντούτοις, οι εγγενείς δυνάμεις της «ανοιχτής» κοινωνίας που προαναφέρθηκαν θα της επιτρέψουν υπέρβαση της υφιστάμενης οικονομικής κρίσης. Εντός διετίας ή το πολύ τριετίας, εκτιμάμε πως η ΕΕ θα επανέλθει σε ρωμαλέους ρυθμούς ανάπτυξης. Αντίθετα, για την αρτηριοσκληρωτική Ρωσία το «countdown» (αντίστροφη μέτρηση) ήδη άρχισε. Παρά τις απόψεις αυτών που θεωρούν το Ρώσο πρόεδρο δεινό στρατηγιστή, στην πράξη συμβαίνει μάλλον το αντίθετο: ακόμη κι αν έχει κερδίσει μερικές μάχες, θα χάσει τον γενικότερο πόλεμο που ο ίδιος ξεκίνησε. Σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα, ο μεγάλος χαμένος από τη μετωπική αντιπαράθεση με την Δύση θα είναι η ίδια η Ρωσία. Η λαϊκή φράση «πυροβόλησε τα πόδια της» περιγράφει ορθώς την κατάσταση.

Στην ευρύτερη αντιπαράθεση με την Δύση, ιδίως στο οικονομικό επίπεδο, η Ρωσία προς το παρόν δίνει σε ορισμένους την εντύπωση ότι έχει παραμείνει όρθια, με μέτρα όπως οι έλεγχοι κεφαλαίων και η υποχρεωτική «ρουβλοποίηση» των εσόδων από υδρογονάνθρακες. Η ύφεση, αυτή την στιγμή, εκτιμάται στο 6%. Αλλά πρόκειται τελικά περί ψευδαίσθησης, όπως ανέλυσαν στο Foreign Policy οι J.Sonnenfeld και S.Tian του Yale School of Management (22/7/2022) [3]. Έναν προς έναν, οι συγγραφείς αποδομούν πλήρως εννέα μύθους της φιλορωσικής προπαγάνδας, από το ισχυρό, υποτίθεται, ρούβλι μέχρι το πλεόνασμα του προϋπολογισμού. Το πιο κρίσιμο ίσως είναι η διάβρωση της θέσης της χώρας ως μεγάλου εξαγωγέα βασικών προϊόντων: «Russia’s strategic positioning as a commodities exporter has irrevocably deteriorated». Και η δική μας εκτίμηση είναι πως αργά ή γρήγορα η καθίζηση θα επέλθει και θα είναι επικών διαστάσεων, παραπέμποντας στο 1991/92.

Ένας μη αναστρέψιμος στρατηγικός «χειμώνας» βρίσκεται μπροστά στον ορίζοντα του Κρεμλίνου, ανάλογος των περιόδων της «στασιμότητας» και της «γεροντοκρατίας» που βίωσε η ύστερη ΕΣΣΔ. Δεν χωρά αμφιβολία ότι η μετασοβιετική Ρωσία, κατά τα πρώτες δεκαετίες της ύπαρξής της, πραγματοποίησε κάποια αξιόλογα βήματα προόδου στην κατεύθυνση της ενσωμάτωσης (integration) με το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, και δη παρά ορισμένες μελανές στιγμές, όπως η μεγάλη κρίση του 1998. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που το απόθεμα ξένων άμεσων επενδύσεων έφτασε να είναι περίπου 450 δισ. δολάρια, εκ των οποίων πάνω από τα 300 δισ. ήταν… Δυτικής προέλευσης (από τις «μη φιλικές χώρες», όπως τις αποκαλεί πλέον το Κρεμλίνο, λόγω των κυρώσεων μετά την 24.2.2022). Το λίαν επωφελές για τους πολίτες «άνοιγμα» της ρωσικής οικονομίας περιλάμβανε μεγάλα επιτεύγματα όπως η πλήρης μετατρεψιμότητα (convertibility) του ρουβλίου σε σχέση με τα ξένα νομίσματα, η οποία κατέστη δυνατή μόλις το 2006, και η είσοδος, μετά από πολλά χρόνια επίπονων διαπραγματεύσεων, στον WTO/Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2012.

Την ανωτέρω πορεία ανάσχεσε η επάνοδος του Β. Πούτιν στην Προεδρία το 2012 και απειλεί να τα αντιστρέψει τελείως το σκηνικό που διαμορφώνεται από το 2022 και εξής: τόσο πολιτικά, όσο και οικονομικά, η τάση στην Ρωσία σήμερα είναι να μεταβληθεί στη μεγαλύτερη Βόρεια Κορέα του κόσμου. Το ρούβλι, αν και τεχνητά ενισχυμένο από την υποχρεωτική ρουβλοποίηση όλων σχεδόν των εξαγωγών, είναι πλέον μη μετατρέψιμο. Παρατηρείται μαζική έξοδος εκτός Ρωσίας λαμπρών επιστημόνων (μόνο στον κλάδο ΙΤ πλησιάζουν τις 200.000 εφέτος) και φυγή ξένων άμεσων επενδύσεων. Η τάση αυτή θα συνεχιστεί 100%, καθώς η Ρωσία απέδειξε ότι είναι χώρα υψηλότατου γεωπολιτικού και επιχειρηματικού κινδύνου για ξένες εταιρείες. Ο κ. Πούτιν τα γνωρίζει βεβαίως όλα αυτά, αλλά ποσώς ενδιαφέρεται, διότι, όπως μας υπενθύμισε η κα Κάλλας (βλ. παραπάνω), «ο ίδιος δεν πρόκειται να κριθεί σε εκλογές». Επέλεξε να καταστρέψει, εν μια νυκτί, όλες τις «γέφυρες» οικονομικής αλληλεξάρτησης με τον Δυτικό κόσμο και να στραφεί στον απομονωτισμό. Αυτές οι «γέφυρες» είχαν χτιστεί με πολύ κόπο επί δεκαετίες ολόκληρες, συμπεριλαμβανομένης της προγενέστερης θητείας του ίδιου του κ. Πούτιν.

Οι συνέπειες αυτής της επιλογής θα αποδειχθούν μοιραίες. Ειδικά η μετατροπή της Ρωσίας από αξιόπιστο σε λίαν αναξιόπιστο ενεργειακό εταίρο, ο οποίος εκβιάζει τους πελάτες με διακοπές της ροής συν ότι τροποποιεί μονομερώς τα συμβόλαια (κοινώς «weaponisation of energy»/χρήση της ενέργειας ως όπλου) θα της κοστίσει ακριβά: η προσοδοφόρος ευρωπαϊκή αγορά, από την οποία αποκόμισε πακτωλούς χρημάτων, θα χαθεί οριστικά με ορίζοντα το 2030, καθώς η προσπάθεια απεξάρτησης από το ρωσικό αργό και φυσικό αέριο ήδη άρχισε. Με άλλα λόγια, η ρωσική ηγεσία υπονόμευσε για πάντα την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας ως εξαγωγέα, μια απόφαση κυριολεκτικά αυτοκτονική. Υπενθυμίζουμε εδώ παλαιότερη αναφορά μας [4] στην διαπρεπή Γερμανίδα αναλύτρια διεθνών ενεργειακών θεμάτων, Κάρεν Βέστφαλ. Σε μια κομβική μελέτη της το 2020, είχε γράψει: «Από ρωσικής σκοπιάς, η Γερμανία έχει εξαιρετική σημασία (outstanding importance), καθώς αποτελεί τον μεγαλύτερο πελάτη της σε αέριο. Για την Ρωσία, η ενεργειακή ασφάλεια στηρίζεται στην εξασφάλιση της Γερμανίας (σ.σ. και γενικότερα της Δυτικής Ευρώπης) ως στρατηγικής και ζωτικής σημασίας αγοράς». Αυτός, λοιπόν, ο ρωσογερμανικός ενεργειακός άξονας με επίκεντρο το φυσικό αέριο, ο οποίος χρονολογείται από το 1970, άντεξε σε ουκ ολίγους κλυδωνισμούς, αλλά θα σαρωθεί στην κυριολεξία από την ουκρανική κρίση του 2022. Ελάχιστες χώρες της ΕΕ, με πιο σίγουρη την Ουγγαρία όσο παραμένει στην εξουσία ο φιλοπουτινικός Β. Όρμπαν, θα συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσικά. Ακόμη και η Ελλάδα, όπως όλα δείχνουν, δεν θα ανανεώσει για μετά το 2026 την ιστορική σύμβαση προμήθειας μεταξύ ΔΕΠΑ και Gazprom, που είχε μεν υπογραφεί επί ΕΣΣΔ αλλά άρχισε να εφαρμόζεται μόλις το 1996. Τοιουτοτρόπως, από 1/1/2026 τρεις δεκαετίες μαζικών εισαγωγών ρωσικού αερίου μέσω αγωγών θα λάβουν τέλος.

Στο προαναφερθέν Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης, ο κ. Πούτιν, κατά την πάγια τακτική του, επεχείρησε να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα, λέγοντας τα εξής: «Η Ρωσία δεν θα ακολουθήσει ποτέ το δρόμο της αυτο-απομόνωσης, τον οποίο ονειρεύονται οι αποκαλούμενοι Δυτικοί μας φίλοι. Επεκτείνουμε τις συνεργασίες με οποιονδήποτε ενδιαφέρεται. Και υπάρχουν πολλοί, τους οποίους δεν θα αναφέρω αυτή την στιγμή. Απαρτίζουν την συντριπτική πλειοψηφία της Γης». Προφανώς, όμως, οι αναδυόμενες χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία δεν είναι σε θέση να υποκαταστήσουν την Δύση ως οικονομικοί και τεχνολογικοί εταίροι της Ρωσίας, για μια σειρά από λόγους. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να αγοράζουν φθηνά ρωσικούς υδρογονάνθρακες (αμφότερες) και, δευτερευόντως, να της παρέχουν ορισμένα κρίσιμα υλικά για την επίτευξη αυτάρκειας και «υποκατάστασης εισαγωγών» (βασικά η Κίνα), σύμφωνα με το επίσημο αναπτυξιακό δόγμα της Ρωσίας. Όμως η πολύτιμη τεχνογνωσία των Δυτικών εταιρειών χάθηκε, πιθανότατα οριστικά. Αυτή είναι ιδιαίτερα κρίσιμη σε τομείς όπως η εξόρυξη πρώτων υλών, όπου οι Ρώσοι ακόμη και σήμερα χρειάζονταν την συνδρομή εξειδικευμένων εταιρειών (oil service companies) όπως η Schlumberger.

Εάν και εφόσον ο Β.Πούτιν επιβιώσει στην εξουσία μέχρι το 2036, όπως θεωρητικά του επιτρέπει το αναθεωρημένο Σύνταγμα, θα βιώσει στο έπακρο την κατιούσα πορεία της Ρωσίας, με βάση όλους τους δείκτες. Η μεγαλύτερη «Βόρεια Κορέα» του κόσμου θα αποτελέσει αναμφισβήτητο γεγονός, παράδειγμα προς αποφυγή. Μια «χώρα-φυλακή» με φθίνοντα σλαβικό πληθυσμό ο οποίος θα εκτοπίζεται σταθερά από τουρκογενείς μετανάστες εκ της Κεντρικής Ασίας και ισχνές αναπτυξιακές επιδόσεις. Δεν διαφαίνεται προοπτική εκσυγχρονισμού και διαφοροποίησης της παραγωγικής της βάσης. Ακόμη κι αν τελικά εξασφαλιστεί μια σχετική αυτάρκεια στα τρόφιμα, και πάλι δεν θα παράγονται διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά υψηλής προστιθέμενης αξίας. Στα μέσα της δεκαετίας του 2030 το μερίδιο της Ρωσίας στο παγκόσμιο ΑΕΠ δεν θα υπερβαίνει το 1%, από 1,9% τώρα. Θα παραμένει «κράτος-εισοδηματίας» (rentier state) βασισμένο στα έσοδα από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων, τα οποία, όμως, θα βαίνουν σταθερά μειούμενα: Ως προς το πετρέλαιο, η ετήσια έκδοση της ΒΡ τής δίνει ακόμη μόλις 26 έτη άντλησης, ως το 2048. Ως προς το αέριο, κύριος πελάτης της θα είναι η Κίνα, η οποία θα επιβάλει χαμηλές τιμές (ως μονοψώνιο). Ο κολοσσός Gazprom ανακοίνωσε ότι αναστέλλει την διανομή μερίσματος, επικαλούμενος την ανάγκη νέων επενδύσεων. Αναγκαστικά, οι μέχρι σήμερα επιδοτούμενες -άρα χαμηλές- τιμές στην εσωτερική αγορά ενέργειας θα ανέλθουν, πυροδοτώντας κοινωνική δυσαρέσκεια.

Επιστρέφουμε, γενικά, στην αλήστου μνήμης εποχή της ΕΣΣΔ, επανεισάγοντας σε μαζική παραγωγή και υπηρεσία απαρχαιωμένα οχήματα, μηχανήματα, πολιτικά αεροσκάφη κλπ, καθώς η χώρα δεν είναι πλέον σε θέση όχι μόνο να παράγει, αλλά ούτε καν να συντηρεί -λόγω των κυρώσεων- τα αντίστοιχα συστήματα Δυτικής τεχνολογίας. Αυτή την στιγμή, ολόκληρος ο στόλος της ρωσικής πολιτικής αεροπορίας δεν διαθέτει διεθνώς αναγνωρισμένο πιστοποιητικό πλοϊμότητας. Το πολυδιαφημισμένο επιβατικό αεροσκάφος MS-21, το οποίο περιείχε και πολλά ξένα απάρτια, «παραπέμπεται στις καλένδες» μέχρι νεωτέρας. Ακόμη και η έρευνα για ανάπτυξη εντελώς νέων οπλικών συστημάτων αναμένεται να επηρεαστεί αρνητικά. Η τριακονταετία της προσέγγισης με την Δύση, από το 1992 ως το 2021 που ολοκληρώθηκε (χωρίς να λειτουργήσει ποτέ) ο αγωγός Nord Stream 2, μοιάζει ανάμνηση…

Η περιχαράκωση της Ρωσίας δεν είναι μόνο οικονομική. Αφορά πρωτίστως την ίδια την κοινωνία, η οποία βυθίζεται, δυστυχώς, σε έναν πρωτοφανή αυτισμό, συγκρίσιμο μόνο εκείνον που επικρατούσε κατά την εποχή του Στάλιν. Η λέξη-κλειδί είναι η Προπαγάνδα, η οποία πλέον εμποτίζει μέχρι μυελού οστέων τους Ρώσους όλων των ηλικιών. Ο κ. Πούτιν επιχειρεί να επανασυστήσει, με νέο φυσικά όνομα, ακόμη και τους «Πρωτοπόρους», την κομματική οργάνωση της ΕΣΣΔ για μικρά παιδιά! Το να βλέπει κανείς 10χρονα παιδιά με στρατιωτικές στολές να τραγουδάνε πολεμικά εμβατήρια είναι θλιβερή παραπομπή στα πλέον αποκρουστικά καθεστώτα της «Σκοτεινής Ηπείρου» (η Ευρώπη στα μέσα του 20ου Αιώνα κατά Μαρκ Μαζάουερ). Επίσης, εισάγονται στο πρόγραμμα σπουδών του Δημοτικού η εξύμνηση της Προεδρίας του Βλαντιμίρ Πούτιν, καθώς τα μαθήματα Ρωσικής Ιστορίας περιλαμβάνουν νέα θέματα όπως «η αναγέννηση της Ρωσίας ως μεγάλης δύναμης στον 21ο αιώνα», «η επανένωση με την Κριμαία», και «η ειδική στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία» [5].

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΝΑΣΧΕΣΗΣ ΑΝΤΙ ΚΑΤΕΥΝΑΣΜΟΥ

Ο πόλεμος του 2022 δρα ως επιταχυντής της ρωσικής παρακμής, την οποία είχαμε αναλύσει σε μακροσκελές άρθρο μας τον Ιούνιο του 2019 [6]. Προσπαθώντας να αφήσει το αποτύπωμά του στην Ιστορία, ωσάν νέος Μεγάλος Πέτρος, ο 70χρονος σήμερα Β. Πούτιν πέτυχε μάλλον το αντίθετο: συσπείρωσε στρατιωτικά ολόκληρη την Δύση, η οποία θα υποδεχτεί στους κόλπους του ΝΑΤΟ την Σουηδία και την Φινλανδία, και επίσης την ώθησε να εισέλθει σε τροχιά πλήρους οικονομικής και ενεργειακής απεξάρτησης με ορίζοντα έως το 2030. Έρχονται δύσκολες ημέρες πρωτίστως για τους ηλικίας 20-40 ετών σήμερα αλλά και για τις επόμενες γενεές Ρώσων πολιτών. Η παραδοσιακή ρωσική resilience (αντοχή) πάντοτε θα υπάρχει στον λαό της, αλλά μικρή σημασία θα έχει όταν οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας θα έχουν εξανεμιστεί. Διπλωματικά, η χώρα είναι απομονωμένη όσο ποτέ άλλοτε, ειδικά σε πολυμερές επίπεδο: σε όλους σχεδόν τους διεθνείς οργανισμούς, δεν μπορεί πλέον να επιτύχει τίποτα, οι υποψήφιοί της έχουν αποκλειστεί από αξιώματα και ενίοτε έχει αποπεμφθεί και η ίδια (λ.χ. Συμβούλιο της Ευρώπης). Επίσης, η όποια «ήπια ισχύς» της χώρας διεθνώς κατακρημνίστηκε: ποιος θα πάει να μάθει την ρωσική γλώσσα ή να παρακολουθήσει τα μπαλέτα Μπολσόι;

Το μεγαλύτερο μάθημα από τον πόλεμο στην Ουκρανία είναι ίσως το τέλος της αφέλειας και γενικά των ψευδαισθήσεων, οι οποίες ήδη προαναφέρθηκαν: συνειδητοποιήσαμε, τουλάχιστον οι περισσότεροι στην Δύση, πως δεν είναι πλέον θεμιτή η οποιαδήποτε συνεργασία με την «αρκούδα» από την οποία αποκομίζει είτε έσοδα είτε τεχνολογία. Δεν πρέπει με τίποτα να υπάρξει επαναφορά στην πρότερη κατάσταση, στο επονομαζόμενο «status quo ante». Ασφαλώς θα υπάρξει σημαντικό κόστος και για τις Δυτικές κοινωνίες. Θα αναγκαστούμε εκ των πραγμάτων να αλλάξουμε τρόπο ζωής, λ.χ. καταναλώνοντας λιγότερη ενέργεια κατά κεφαλήν. Αλλά δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Όπως έγραψε ο Τσέχος πρωθυπουργός Π. Φιάλα, με αφορμή την ανάληψη της Προεδρίας του Συμβουλίου ΕΕ από την χώρα του, «εάν η ΕΕ θέλει να είναι σεβαστή, δεν μπορεί πλέον να εξαρτάται ζωτικά από χώρες που απειλούν ευθέως την ασφάλειά της» [7] . Ομοίως στο στρατιωτικό επίπεδο, χρήσιμο βεβαίως παραμένει το ΝΑΤΟ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, αλλά και η κάθε χώρα ξεχωριστά θα πρέπει να αυξήσει σημαντικά τις αμυντικές δαπάνες της, όπως λ.χ. συνέβη στην Γερμανία με το εξοπλιστικό πρόγραμμα των 100 δισ. ευρώ, το οποίο ήδη δρομολογήθηκε. Το 2030, σημειωτέον, 200+ «αόρατα» μαχητικά αεροσκάφη F-35A των αεροποριών της Νορβηγίας, της Δανίας, της Φινλανδίας, της Γερμανίας, και της Πολωνίας θα «αλωνίζουν» στην ευρύτερη Βαλτική, ενίοτε, δε, πάνω και από την ίδια την επικράτεια της Ρωσίας!

Η ανάγκη στοχευμένης αντιμετώπισης, σε όλα τα επίπεδα, της αναθεωρητικής (αλλά σίγουρα όχι τόσο ισχυρής όσο την παρουσιάζουν οι έμμισθοι κονδυλοφόροι) Ρωσίας είναι μονόδρομος για την Δύση. Η λέξη-κλειδί πρέπει να είναι πάλι η «Ανάσχεση»/Containment, μια στρατηγική ανάλογη εκείνης την οποία είχαν εισαγάγει οι μεγάλοι διαμορφωτές πολιτικής στις απαρχές του Ψυχρού Πολέμου. Στο προαναφερθέν δοκίμιό του, ο Φρήντμαν συνοψίζει την ουσία της σχέσης που θα πρέπει να δομήσουμε με την Ρωσία ως εξής: «Στον πυρήνα της, βρίσκεται το μέλλον της ευρωπαϊκής τάξης ασφάλειας» (at its core, it is about the future of the European security order). Αυτό δεν πρέπει να το λησμονήσουμε ποτέ, παρασυρόμενοι, όπως συνέβη στο παρελθόν, από απατηλές «σειρήνες» όπως το φθηνό φυσικό αέριο. Δυστυχώς, η Ρωσία του κ. Πούτιν με τις έκνομες ενέργειές της απέδειξε ότι αποτελεί μείζονα απειλή, η οποία δε θα πρέπει να υποτιμάται: αν οι ΗΠΑ, από την εποχή του προέδρου Ομπάμα και εξής, έδωσαν έμφαση στην Ασία και δη στην αντιμετώπιση της Κίνας («Pivot to the Asia»), για εμάς τους Ευρωπαίους το μέγα πρόβλημα ασφάλειας εξακολουθεί να ονομάζεται Ρωσία και πρέπει να αντιμετωπιστεί ανάλογα. Η προοπτική μιας αλλαγής καθεστώτος στην Ρωσία προς το δημοκρατικότερο δεν είναι, δυστυχώς, ρεαλιστική, υπό τις παρούσες συνθήκες.

Ενδεχομένως να μην ήταν ανάγκη να φθάσουμε εδώ, αλλά τώρα δεν είναι ώρα για ιστορικές αναδρομές και απόδοση ευθυνών. Μετά την αδιανόητη, για κάθε λογικό άνθρωπο, εισβολή σε κυρίαρχο κράτος με σαφή πρόθεση εθνοκάθαρσης εκ μέρους του επιτιθέμενου, δεν υπάρχει επιστροφή. Όπως πολύ σωστά έγραψε ο ECONOMIST, «όταν ο κ. Πούτιν κλιμακώνει, ο κόσμος οφείλει να τον αντιμετωπίσει». Μια εξόχως στρατηγική ήττα του ρωσικού αναθεωρητισμού, κύριος στόχος της ανωτέρω Ανάσχεσης, φαίνεται επιβεβλημένη, αλλά προϋποθέτει αρραγές μέτωπο των ομονοούντων χωρών. Σε ένα βαρυσήμαντο άρθρο της στους ΝΥΤ, τον Ιούλιο του 2022, η Τατιάνα Στανόβαγια απαρίθμησε ως εξής τους τρεις κύριους στόχους του Β. Πούτιν με την εισβολή στο γειτονικό του κράτος, κατά σειρά από τον πιο άμεσο έως τον πιο βαθύ: να καταλάβει την Ανατολική Ουκρανία, να επιτύχει αλλαγή καθεστώτος στο εναπομείναν κυρίαρχο ουκρανικό μόρφωμα και, πάνω από όλα ίσως, να δημιουργήσει μια κατάσταση όπου οι αντιρωσικές, κατά πλειοψηφία, ελίτ της Δύσης θα αντικατασταθούν από άλλες, φιλικές προς την Ρωσία. Με άλλα λόγια, business as usual. Ο υβριδικός πόλεμος της Ρωσίας αποσκοπεί, πρωτίστως, στην διάρρηξη του αρραγούς μετώπου και στην ανάδειξη φίλιων προς αυτή πολιτικών δυνάμεων, κατά κανόνα ακροδεξιών και αριστερών. Όπως πολύ σωστά δήλωσε ο Γερμανός Πρόεδρος κ. Φ. Β. Σταϊνμάγιερ (σ.σ. μέχρι πρότινος οπαδός της προσέγγισης με την Ρωσία), «Ο πόλεμος τον οποίο διεξάγει ο κ. Πούτιν στην Ουκρανία είναι και ένας πόλεμος κατά της ενότητας της Ευρώπης». Όμως, τα ίδια τα γεγονότα απέδειξαν πως ο κατευνασμός της «αρκούδας» της ανοίγει κι άλλο την όρεξη…

ΡΩΣΙΚΟΣ ΚΑΙ ΚΙΝΕΖΙΚΟΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΣΜΟΣ

Η κοινή δήλωση των κ.κ. Πούτιν και Σι στις 4/2/2022 (είκοσι μόλις ημέρες πριν την εισβολή στην Ουκρανία) με τίτλο «Οι Διεθνείς Σχέσεις σε μια Νέα Εποχή» συζητήθηκε πολύ [8]. Οι δύο μεγάλες αναθεωρητικές δυνάμεις της εποχής μας, παρά τα διακριτά, σε πολλούς τομείς, γεωπολιτικά τους συμφέροντα, έχουν συμπήξει σήμερα μια λυκοφιλία προκειμένου να αμφισβητήσουν την αμερικανική ηγεμονία. Εντούτοις, αξίζει ίσως να τονίσουμε κάποιες ουσιώδεις διαφορές του ρωσικού από τον κινεζικό αναθεωρητισμό, ούτως ώστε να κατανοηθεί καλύτερα το είδος πρόκλησης που αντιπροσωπεύει ο καθένας για την επονομαζόμενη «Τάξη βασισμένη σε κανόνες» (Rule-Based Order), υπέρ της οποίας τάσσεται η Δύση.

Καταρχήν, η Κίνα είναι πραγματικά μια ανερχόμενη δύναμη, έστω κι αν το μοντέλο ανάπτυξης που ακολουθεί δεν είναι, πιθανότατα, βιώσιμο μακροπρόθεσμα. Αντίθετα, η Ρωσία, παρά τις φαντασιώσεις της ηγεσίας της, βρίσκεται σε τροχιά μεγάλης παρακμής. Το ΑΕΠ της Κίνας είναι δεκαπλάσιο από της Ρωσίας και το 2050 θα είναι τουλάχιστον εικοσαπλάσιο. Και πληθυσμιακά, η Κίνα αγγίζει 10 Ρωσίες. Τα τεχνολογικά βήματα προόδου της Κίνας μετά το 1990 είναι εντυπωσιακά σε όλους τους τομείς, ενώ δεν ισχύει το ίδιο για την Ρωσία, της οποίας η υστέρηση είναι έκδηλη. Γενικότερα, η σινική προσέγγιση έχει πλήρως κατανοήσει ότι πλέον ο ανταγωνισμός για την παγκόσμια κυριαρχία έχει μεταφερθεί σε νέα πεδία όπως το Διάστημα, το Διαδίκτυο, και η ΑΙ (Τεχνητή Νοημοσύνη), ενώ η Ρωσία φαίνεται εγκλωβισμένη σε σχήματα του 19ου ή, έστω, των αρχών του 20ου αιώνα, που έδιναν έμφαση στην γεωγραφία και την κατάκτηση «ζωτικού χώρου». Ενώ η Κίνα παράγει σχεδόν τα πάντα, η Ρωσία περιορίζεται σε βασικά αγαθά (commodities) χαμηλής προστιθέμενης αξίας και κάποια όπλα, λ.χ. κατευθυνόμενα βλήματα, στα οποία, όμως, σιγά-σιγά μένει πίσω. Σε σχέση με τις δυνατότητές της, η Κίνα δεν δαπανά πολλούς πόρους για άμυνα, καθώς πρωταρχικός της στόχος παραμένει η οικονομική επέκταση και πρωτοκαθεδρία. Θα ασκήσει ενίοτε και στρατιωτική πίεση, όμως μόνον όταν -και στον βαθμό που- κριθεί απαραίτητο.

Η Ρωσία, αντίθετα, δεν μπορεί να διαδραματίσει κανέναν απολύτως δημιουργικό ρόλο στον 21ο αιώνα. Προκειμένου να την πάρουν στα σοβαρά ως Υπερδύναμη, περιορίζεται στην ανεξέλεγκτη καταστροφή (βλ. Ουκρανία 2022) και στον 100% καταδικαστέο ρόλο του «πυρηνικού νταή». Δεν είναι τυχαίο ότι διατηρεί ακόμη το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον κόσμο με περίπου 6.000 κεφαλές, άσχετα αν οι πιο πολλές είναι ξεπερασμένες, σε καθεστώς αποθήκευσης. Να γιατί η στάση της Κίνας χαρακτηρίζεται από μια αύξουσα αυτοπεποίθηση, ενώ της Ρωσίας από μια στείρα και αντιπαραγωγική μνησικακία: η τελευταία, πολύ απλά, στερείται οποιουδήποτε πειστικού «αφηγήματος» για τον 21ο αιώνα στην διεθνή πολιτική σκηνή. Το να κατηγορεί συνέχεια και για τα πάντα την «ανήθικη», «παρηκμασμένη», και «αλαζονική» Δύση και ιδίως τους «άπληστους» Αγγλοσάξωνες, δεν επαρκεί. Υπενθυμίζουμε εδώ την αποστροφή-προφητεία του Ρώσου ΥΠΕΞ κ. Σ. Λαβρόφ στην Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου (Φεβρουάριος 2017) περί «έλευσης ενός μετα-Δυτικού κόσμου». Το ποια, όμως, θα είναι η θέση -και δη το ειδικό βάρος- της Ρωσίας μέσα σε έναν τέτοιο κόσμο, παραμένει ζητούμενο.

Στο σημείο αυτό, πρέπει να τονιστεί με έμφαση ότι οι περισσότεροι σήμερα Ρώσοι θεωρητικοί των διεθνών σχέσεων, που αναγκαστικά διατηρούν δεσμούς με το Κρεμλίνο, διέπονται από μια μάλλον απαισιόδοξη θεώρηση του νέου παγκόσμιου συστήματος, ασχέτως της εκπλήρωσης ή μη της προαναφερθείσας προφητείας Λαβρόφ. Ειδικότερα, συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι κύριο χαρακτηριστικό του θα είναι η Διεθνής Αταξία (International Disorder), ιδίως λόγω της λεγόμενης «τριπλής μη ικανοποίησης»: μη ικανοποίηση ή διχόνοια ανάμεσα στις ηγεσίες της Δύσης, μη ικανοποίηση ανάμεσα στις Δυτικές ελίτ και τις ευρύτερες κοινωνίες και, βεβαίως, μη ικανοποίηση ανάμεσα στην Δύση και τις υπόλοιπες χώρες. Η εν λόγω θεώρηση απέχει παρασάγγας από την κινεζική, στην οποία η ανάγκη για Τάξη και Σταθερότητα («Κάτω από τον Ουρανό Όλα») είναι θεμελιώδης.

Επιπροσθέτως, η κινεζική ηγεσία διαθέτει παραδοσιακά στρατηγικό όραμα μακράς πνοής, καθώς η ίδια η έννοια του χρόνου στην κινεζική σκέψη είναι μια σταθερά που δεν πιέζει τους διαμορφωτές πολιτικής [9]. Τουναντίον, η Ρωσία έχει επιδοθεί σε έναν απεγνωσμένο αγώνα ενάντια στο χρόνο: αγωνίζεται να πετύχει ό,τι μπορέσει μέσα στον πεπερασμένο ορίζοντα εξουσίας του 70χρονου πλέον Β. Πούτιν. Στην Κίνα, επίσης, λειτουργούν θεσμοί, όπως το πειθαρχημένο και αρκετά μορφωμένο κόμμα (ΚΚΚ), ενώ στην Ρωσία όλοι οι θεσμοί έχουν λιώσει μπροστά στο πανίσχυρο πρόσωπο του ηγέτη. Η Κίνα ως κρατικό μόρφωμα πραγματοποιεί μεγάλης κλίμακας άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό, ιδίως, δε, στις αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ, αντίθετα, η κλεπτοκρατική ελίτ της Ρωσίας επενδύει μόνο σε πανάκριβα πάγια (prime assets) για δική της απόλαυση. Αν πραγματικά οι Ρώσοι ταγοί πίστευαν στο δημόσιο συμφέρον, θα είχαν επιδοθεί σε εντελώς διαφορετική επενδυτική στρατηγική, και στο εσωτερικό και διεθνώς...

Συνεπώς, ακόμη κι αν δεχτούμε ότι έχουμε εισέλθει σε φάση «ηγεμονικής μετάβασης» καθώς προχωρά ο αιώνας μας, μοναδικός διεκδικητής της παγκόσμιας πρωτοκαθεδρίας είναι η Κίνα. Τουναντίον η Ρωσία, ωσάν ένα πληγωμένο θηρίο που αφουγκράζεται, έστω και ενδόμυχα, το τέλος του, «παίζει τα ρέστα της» για όσο καιρό ακόμη μπορεί να διαθέτει κάποια μορφή πίεσης, π.χ. την ενεργειακή. Η Στρατηγική Ανάσχεσης, την οποία αναφέραμε ως ευκταία, αποσκοπεί ακριβώς στην εξάλειψη τέτοιων μοχλών πίεσης….

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

[1] https://www.foreignaffairs.gr/articles/73505/basilis-sitaras/30-eti-apo-...
[2] https://www.reuters.com/markets/deals/germanys-uniper-gets-15-bln-eur-st...
[3] Russia’s Economy Really Is Crumbling Under Sanctions (foreignpolicy.com) Το δοκίμιο αυτό αποτελεί περίληψη μιας πολύ μεγαλύτερης και πραγματικά αριστουργηματικής ανάλυσης της ρωσικής οικονομίας μετά τις κυρώσεις, διαθέσιμο εδώ Business Retreats and Sanctions Are Crippling the Russian Economy by Jeffrey Sonnenfeld, Steven Tian, Franek Sokolowski, Michal Wyrebkowski, Mateusz Kasprowicz :: SSRN
[4] https://www.foreignaffairs.gr/articles/73568/basilis-sitaras/o-energeiak...
[5] Όταν το 2004 ο Ζ. Μπρζεζίνσκι είχε δημοσιεύσει στη Wall Street Journal το επικό άρθρο «Ο Μουσολίνι της Μόσχας», πολλοί έσπευσαν να τον κατηγορήσουν ως ρωσόφοβο. Τελικά, έβλεπε χρόνια μπροστά…
https://www.wsj.com/articles/SB109563224382121790
[6] Β. Σιταράς, Η Ακτινογραφία της Σύγχρονης Ρωσίας, έντυπο F.A. τεύχος 58, σελ. 107-131
[7] POLITICO, 4/7/2022
[8] http://en.kremlin.ru/supplement/5770
[9] Βλ. την εξαιρετική, πραγματικά, ανάλυση του κ. Δ. Αναγνωστόπουλου περί κινεζικής σκέψης στο FA εδώ https://www.foreignaffairs.gr/articles/73545/dimitris-anagnostopoylos/i-...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition