Η Δύση παραμένει σταθερή | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Δύση παραμένει σταθερή

Γιατί η υποστήριξη προς την Ουκρανία θα αντέξει την ρωσική πίεση

Ο Πούτιν υπολογίζει ότι καθώς οι τιμές θα εκτοξεύονται και η Ευρώπη [7] θα μένει στο κρύο, τα θυμωμένα κοινά θα πιέσουν τις κυβερνήσεις τους να αναζητήσουν έναν συμβιβασμό με την Μόσχα για να αρχίσει να ρέει ξανά το φυσικό αέριο. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις γνωρίζουν ότι αντιμετωπίζουν μια πρόκληση. Έχουν υποσχεθεί τεράστιες επιδοτήσεις στους καταναλωτές για να διατηρήσουν χαμηλές τις τιμές του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο για να εξασφαλίσουν πρόσβαση σε νέες πηγές εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένων της Αλγερίας, την Αυστραλίας και του Αζερμπαϊτζάν. Έχουν επίσης θεσπίσει μέτρα συντήρησης, συμπεριλαμβανομένων του σβησίματος των φώτων σε δημόσια κτίρια και το χαμήλωμα των θερμοστατών, για να προσπαθήσουν να διατηρήσουν τα αποθέματα φυσικού αερίου. Ωστόσο, ένας ιδιαίτερα σκληρός χειμώνας θα μπορούσε να περιορίσει υπερβολικά τις προμήθειες, υποχρεώνοντας τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να απευθύνουν έκκληση στον Πούτιν να συνεχίσει την ροή φυσικού αερίου.

Ο Πούτιν είναι επίσης γνωστός για το ότι χρησιμοποιεί την παραπληροφόρηση για να αναμειχθεί ανάμειξη σε πολιτικές προεκλογικές εκστρατείες. Σύμφωνα με τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, το Κρεμλίνο έχει δαπανήσει περισσότερα από 300 εκατομμύρια δολάρια [8] από το 2014 και μετά σε ξένα πολιτικά κόμματα και υποψηφίους, σε μια προσπάθεια να γείρει τα εκλογικά αποτελέσματα υπέρ του. Στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, η παραπληροφόρηση συνεχίζει να τροφοδοτεί το φιλορωσικό αίσθημα, ειδικά μεταξύ των ακροδεξιών φωνών. Η παρέμβαση από την Μόσχα συνέβαλλε στο να πειστούν [9] οι φιλο-πουτινικοί ηγέτες κομμάτων στην Ιταλία, όπως ο Ματέο Σαλβίνι της Λέγκας και ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι του Forza Italia, να ρίξουν την ιταλική κυβέρνηση [εθνικής] ενότητας υπό την ηγεσία του Μάριο Ντράγκι, η οποία ήταν απροσδόκητα σταθερή στην καταδίκη της επιθετικότητας της Ρωσίας. Ο στρατός παραπληροφόρησης του Πούτιν συνεχίζει επίσης να πυροδοτεί εντάσεις σε άλλα μέρη της Ευρώπης, ενισχύοντας την ψευδή πληροφόρηση για ενέργειες της Δύσης και κατηγορώντας τους Ουκρανούς «Ναζί» για την σύγκρουση. Και στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Κρεμλίνο εκμεταλλεύεται τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τροφοδοτεί ευνοϊκά αφηγήματα σε δεξιά media για να τροφοδοτήσει την εσωτερική διαφωνία σχετικά με το εάν [οι ΗΠΑ] πρέπει να υψώσουν το ανάστημα τους στην Ρωσία και με τί κόστος.

Κρίσιμης σημασίας σε αυτήν την εκστρατεία είναι η προσπάθεια [της Ρωσίας] να κάνει την Δύση να φαίνεται κακή. Η Ρωσία έχει κατηγορήσει τη Δύση για τις παγκόσμιες κρίσεις των τροφίμων και των καυσίμων που ο πόλεμος έχει επιταχύνει. Και αυτό έχει λειτουργήσει, ειδικά στον παγκόσμιο Νότο, όπου πολλοί αποδίδουν τις αυξανόμενες δυσκολίες τους εξίσου στις Δυτικές κυρώσεις όσο και στην ρωσική απόφαση για πόλεμο, παρόλο που οι κυρώσεις αποκλείουν συγκεκριμένα τις εξαγωγές τροφίμων, και είναι η Ρωσία αυτή που έχει ωφεληθεί πολύ από τις αυξανόμενες τιμές των καυσίμων.

Ακόμη και αφότου η Ουκρανία άμβλυνε την αρχική ρωσική εισβολή, οι εκκλήσεις προς την Δύση να βρει μια διέξοδο από τον πόλεμο αυξήθηκαν. Οι αυτοαποκαλούμενοι «ρεαλιστές» διακίνησαν σχέδια που ενθάρρυναν τις ουκρανικές παραχωρήσεις ή ακόμα και την συνθηκολόγηση για τον τερματισμό του πολέμου. Πιστεύοντας ότι η Ουκρανία δεν είχε καμία σοβαρή προοπτική να αναστρέψει τα ρωσικά κέρδη, στοχαστές με επιρροή όπως ο Χένρι Κίσινγκερ [10] και οι πολιτικοί επιστήμονες Barry Posen [11] και Charles Kupchan [12] υποστήριξαν ότι η καλύτερη επιλογή του Κιέβου ήταν να επιδιώξει την ειρήνη, να αποδεχτεί τουλάχιστον μια προσωρινή απώλεια εδαφών και να απαρνηθεί την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Κάποιοι Ευρωπαίοι ηγέτες, συμπεριλαμβανομένου του Ντράγκι [13], ζήτησαν μια κατάπαυση του πυρός που θα διατηρούσε τα ρωσικά κέρδη σε ισχύ, και άλλοι, όπως ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν [14], προειδοποίησαν για τον κίνδυνο ταπείνωσης της Μόσχας.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η ΕΕ έχουν αντισταθεί σε αυτές τις εκκλήσεις, αλλά η υλική και οικονομική υποστήριξη προς την Ουκρανία αρχίζει να επιβραδύνεται. Από κάποιες ευρωπαϊκές χώρες έχουν εξαντληθεί τα όπλα και οι στρατιωτικές προμήθειες προς μεταφορά στην Ουκρανία και οι Αμερικανοί αξιωματούχοι προειδοποιούν ότι τα εξαιρετικά επίπεδα στρατιωτικής υποστήριξης που έχουν στείλει οι Ηνωμένες Πολιτείες στην Ουκρανία τους τελευταίους έξι μήνες θα είναι αδύνατο να διατηρηθούν, καθώς τα στρατιωτικά αποθέματα των ΗΠΑ αρχίζουν να λιγοστεύουν. Η οικονομική στήριξη επιβραδύνεται επίσης, με τα αιτήματα για περισσότερη οικονομική βοήθεια προς το Κίεβο να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο σκεπτικισμό στο Κογκρέσο των ΗΠΑ και τους Ευρωπαίους [να βρίσκονται] πολύ πίσω στην εκπλήρωση των αρχικών τους υποσχέσεων για αρωγή.

ΑΔΙΑΙΡΕΤΗ

Παρά αυτές τις πιέσεις, η Δυτική υποστήριξη προς την Ουκρανία παραμένει ισχυρή. Το κοινό των ΗΠΑ συνεχίζει να τάσσεται σθεναρά υπέρ της βοήθειας στην Ουκρανία. Πάνω από το 70% των Αμερικανών υποστηρίζουν [15] την παροχή στρατιωτικής και οικονομικής αρωγής στην Ουκρανία, σύμφωνα με μια νέα έρευνα που διεξήχθη από το Συμβούλιο του Σικάγο για τις Παγκόσμιες Υποθέσεις (Chicago Council on Global Affairs). Οι λίγοι Ρεπουμπλικάνοι του Κογκρέσου που ψηφίζουν «όχι» για την αρωγή στην Ουκρανία λαμβάνουν υπερμεγέθη προσοχή από τα media, αλλά μεγάλες διακομματικές πλειοψηφίες τόσο στην Βουλή [των Αντιπροσώπων] όσο και στην Γερουσία έχουν επανειλημμένα ψηφίσει «ναι». Και σε μια σταθερή επίδειξη της δέσμευσης των ΗΠΑ, 95 γερουσιαστές ψήφισαν να εγκρίνουν την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ – επεκτείνοντας έτσι τις εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ σε χώρες στην βορειοδυτική πτέρυγα της Ρωσίας.