Το εκλογικό παράδοξο της Ιταλίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το εκλογικό παράδοξο της Ιταλίας

Γιατί η Αμερική και η ΕΕ πρέπει να υποστηρίξουν μια ακροδεξιά λαϊκίστρια
Περίληψη: 

Δεν είναι η Μελόνι που αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την σταθερότητα της Ιταλίας και την θέση της στη Δύση. Είναι οι πιθανοί σύμμαχοι της στον συνασπισμό, ιδιαίτερα η φιλική στην Ρωσία, Λέγκα, και ο συχνά ταραχοποιός ηγέτης της, Ματέο Σαλβίνι.

Η ELETTRA ARDISSINO είναι αναλύτρια για την Ευρώπη στην Greenmantle, μια συμβουλευτική εταιρεία για τα μακροοικονομικά και την γεωπολιτική.
Ο ERIK JONES είναι διευθυντής του Robert Schuman Centre of Advanced Studies στο European University Institute.

Η Ιταλία θα ψηφίσει για μια νέα εθνική κυβέρνηση στις 25 Σεπτεμβρίου. Το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών θα μπορούσε να έχει δραματικές επιπτώσεις στην χώρα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ. Εάν τα δημοσκοπικά νούμερα είναι σωστά, ένας δεξιός συνασπισμός θα κερδίσει μια πειστική πλειοψηφία και το ακροδεξιό κόμμα των Αδελφών της Ιταλίας (Fratelli d'Italia) θα προτείνει την ηγέτη του, Τζόρτζια Μελόνι, ως την πρώτη ακροδεξιά πρωθυπουργό της χώρας από τον Μπενίτο Μουσολίνι και μετά. Η Μελόνι απορρίπτει οποιαδήποτε σύνδεση με τον φασισμό, αλλά το κόμμα της διατηρεί πολλά από τα σύμβολα και τις αξίες του φασιστικού παρελθόντος της Ιταλίας. Δεν προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, ότι η προοπτική του να κερδίσει την εξουσία έχει τρομάξει εξίσου τις αγορές και τους διεθνείς παρατηρητές.

22092022-1.jpg

Ένα λεωφορείο στο οποίο παρουσιάζεται μια φωτογραφία της Τζόρτζια Μελόνι, της ηγέτιδας του ακροδεξιού κόμματος Αδελφοί της Ιταλίας, στην Ρώμη, τον Σεπτέμβριο του 2022. Yara Nardi / Reuters
-------------------------------------------------------

Ωστόσο, παρά την διεθνή ανησυχία για την άνοδό της στην εξουσία, μια ισχυρή Μελόνι μπορεί να είναι προτιμότερη από μια αδύναμη Μελόνι. Πλέον η ίδια απεκδύεται την πρώην λαϊκιστική δημόσια εικόνα της, παρουσιάζοντας αντίθετα τον εαυτό της ως κάτι που μοιάζει περισσότερο με μια παραδοσιακή συντηρητική. Οι προτιμήσεις της στην πολιτική ταιριάζουν γενικά τόσο στις ντιρεκτίβες της ΕΕ όσο και στου ΝΑΤΟ. Επομένως, δεν είναι η Μελόνι που αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την σταθερότητα της Ιταλίας [1] και την θέση της στη Δύση. Είναι οι πιθανοί σύμμαχοί της στον συνασπισμό, ιδιαίτερα η φιλική στην Ρωσία, Λέγκα (Lega Party), και ο συχνά ταραχοποιός ηγέτης της, Ματέο Σαλβίνι.

Μακροπρόθεσμα, η Μελόνι ίσως βλάψει την δημοκρατία της Ιταλίας. Έχει σαφείς φιλοδοξίες να ενδυναμώσει την ισχύ της εκτελεστικής εξουσίας έναντι του κοινοβουλίου και να εδραιώσει την δική της θέση. Ο συντηρητισμός της και η ατζέντα της για την συνταγματική μεταρρύθμιση θα πυροδοτήσουν αντιπαραθέσεις εντός της Ιταλίας και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Όμως, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, μια ισχυρή Μελόνι θα αποδειχθεί περισσότερο σταθεροποιητική παρά διασπαστική, ενώ μια αδύναμη Μελόνι ίσως υποχρεωθεί να συμβιβαστεί με τον Σαλβίνι με τρόπους που οι σύμμαχοι της Ιταλίας θα βρουν δυσάρεστους. Μια πολύ κακή επίδοση από την Μελόνι θα μπορούσε να αφήσει την Ιταλία χωρίς κυβέρνηση σε μια εποχή εθνικής κρίσης.

H ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΔΕΞΙΑΣ

Η εμπειρία της Ιταλίας με τον φασισμό -η καταστολή της δημοκρατίας, οι αποικιακές φιλοδοξίες της, η συμμαχία της με τη ναζιστική Γερμανία και η εμπλοκή της στο Ολοκαύτωμα- οδήγησε σε πολλή ενδοσκόπηση στον απόηχο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Αμέσως μετά το τέλος του πολέμου, κάποιοι Ιταλοί δυσκολεύτηκαν να αποδεχθούν ότι έφταιγε ο φασισμός. Αντίθετα, υποστήριξαν ότι τα κύρια λάθη του Μουσολίνι δεν ήταν η εγχώρια ατζέντα ή η ιδεολογία του, αλλά η ευθυγράμμισή του με τη ναζιστική Γερμανία.

Οι πρώην φασίστες δημιούργησαν ένα κοινοβουλευτικό κόμμα, το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα (Italian Social Movement), το οποίο συμμετείχε τακτικά στις εθνικές εκλογές και επιδίωκε κοινωνικά συντηρητικούς σκοπούς, ενόσω επιχειρούσε να φέρει τις ακροδεξιές ιδέες στο κυρίαρχο ρεύμα. Ωστόσο, άλλα κόμματα το απέκλειαν συστηματικά από την κυβέρνηση και το ευθυγραμμισμένο με τις ΗΠΑ κεντρώο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (Christian Democratic Party) κυριάρχησε σε διαδοχικές ιταλικές κυβερνήσεις. Ο κύριος αντίπαλός του ήταν το ευθυγραμμισμένο με την Σοβιετική Ένωση Κομμουνιστικό Κόμμα. Η άκρα δεξιά αναδύθηκε σε καίριες στιγμές, συνήθως για να υποστηρίξει τους Χριστιανοδημοκράτες έναντι των κομμουνιστών, αλλά σπάνια ανήλθε σε εξέχουσα θέση και κανένα από τα μέλη της δεν κατείχε ποτέ υψηλά αξιώματα.

Η απομόνωση της άκρας δεξιάς τερματίστηκε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου [2], όταν το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (Italian Communist Party, KKI) και οι Χριστιανοδημοκράτες κατέρρευσαν, δημιουργώντας ένα πολιτικό κενό που άφησε χώρο για ένα νέο είδος λαϊκισμού. Κόμματα όπως η αυτονομιστική Λέγκα του Βορρά (Northern Leagues) (που αργότερα έγινε η Λέγκα του Σαλβίνι) υποσχέθηκαν να κάνουν την βόρεια Ιταλία ανεξάρτητη χώρα. Και ένας δισεκατομμυριούχος μεγιστάνας των media, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, έγινε πρωθυπουργός υποσχόμενος να αντικαταστήσει την επαγγελματική πολιτική τάξη με ηγέτες των επιχειρήσεων. Σε αυτό το πλαίσιο, οι δεξιοί πολιτικοί άρχισαν να επιστρέφουν από την πολιτική εξορία και να συμμετέχουν στην κυβέρνηση. Το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα επαναπροσδιορίστηκε ως Εθνική Συμμαχία (National Alliance) και εισήλθε σε διαδοχικές κυβερνήσεις υπό την ηγεσία του Μπερλουσκόνι το 1994, το 2001-6 και το 2008-11, ενόσω απομακρυνόταν προσεκτικά από την φασιστική παράδοση από την οποία αναδύθηκε. Για παράδειγμα, ο ηγέτης του κόμματος, Τζιανφράνκο Φίνι, επισκέφθηκε ένα μουσείο του Ολοκαυτώματος στο Ισραήλ το 2003.

ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΛΙΤ

Κάπως παραδόξως, η επιστροφή των δεξιών κομμάτων στην κυβέρνηση δεν πυροδότησε πολιτική πόλωση. Αντίθετα, την δεκαετία του 1990, οι Ιταλοί ψηφοφόροι ξεκίνησαν γενικά να έλκονται προς το κέντρο. Ο Μπερλουσκόνι εξελίχθηκε από υποδαυλιστής λαϊκιστής σε έναν συμβατικό κεντροδεξιό πολιτικό, μια εξέλιξη που ωθήθηκε από τον ανταγωνισμό του με τον κεντροαριστερό ηγέτη Ρομάνο Πρόντι· οι δύο άνδρες πέρασαν πάνω από μια δεκαετία ανταλλάσσοντας μεταξύ τους το γραφείο του πρωθυπουργού. Η Εθνική Συμμαχία μετακινήθηκε επίσης στο κέντρο. Με αυτόν τον τρόπο, έχασε σταδιακά την πολιτική της ταυτότητα, καθιστώντας όλο και πιο δύσκολη την διάκριση της από το κόμμα του Μπερλουσκόνι, το Forza Italia, καθώς τα δύο κόμματα έκαναν μαζί προεκλογική εκστρατεία ως Λαός της Ελευθερίας (People Of Liberty).