Η επερχόμενη ανάπτυξη των κινεζικών όπλων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η επερχόμενη ανάπτυξη των κινεζικών όπλων

Το Πεκίνο είναι έτοιμο να κυριαρχήσει στην αγορά όπλων χαμηλού κόστους
Περίληψη: 

Εάν αφεθεί ανεξέλεγκτο, το Πεκίνο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις πωλήσεις αμυντικού εξοπλισμού για να οικοδομήσει ισχυρότερες σχέσεις με τις κυβερνώσες ελίτ και να εξασφαλίσει ξένες βάσεις, περιορίζοντας δυνητικά την ικανότητα του στρατού των ΗΠΑ να ελίσσεται σε όλο τον κόσμο.

Ο VASABJIT BANERJEE είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Mississippi State και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Undoing the Revolution: Comparing Elite Subversion of Peasant Rebellions. [1]
O BENJAMIN TKACH είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Mississippi State University και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Special Operations Contracting: 21st Century Approaches for Service and Technology Acquisition. [2]

Λίγο μετά την ολοκλήρωση της ετήσιας στρατιωτικής έκθεσης της Ρωσίας τον Αύγουστο, ο Alexander Mikheyev, επικεφαλής της κρατικής υπηρεσίας εξαγωγών όπλων της χώρας, προέβλεψε ότι τα έσοδα από τις ρωσικές εξαγωγές όπλων το 2022 θα μειώνονταν κατά 26% έναντι της περσινής χρονιάς. Η Ρωσία παραμένει ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων στον κόσμο μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (Stockholm International Peace Research Institute)˙ θα χρειαζόταν πολύ μεγαλύτερη πτώση των εσόδων για να αλλάξει αυτό. Αλλά έχει γίνει σαφές ότι μετά την καταστροφική απόφαση της Μόσχας να εισβάλει στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο, η ανάγκη του ρωσικού στρατού να αντικαταστήσει τον δικό του εξοπλισμό, οι υπό την ηγεσία των ΗΠΑ κυρώσεις, και οι ανησυχίες των αγοραστών για την απόδοση του ρωσικού εξοπλισμού στο πεδίο της μάχης έχουν μειώσει την ικανότητα της Ρωσίας να εξάγει όπλα.

12102022-1.jpg

Παραστρατιωτικοί αστυνομικοί εκπαιδεύονται στην [πόλη] Chuzhou, στην Κίνα, τον Μάρτιο του 2016. Reuters
------------------------------------------------------

Ενώ η Ουάσιγκτον κυριαρχεί στην παγκόσμια αγορά όπλων υψηλών προδιαγραφών [και] υψηλής τεχνολογίας, η Ρωσία έχει διαμορφώσει μια θέση για τον εαυτό της ως ο κορυφαίος προμηθευτής στον κόσμο των ικανών και με καλή σχέση κόστους–απόδοσης, αλλά χαμηλότερης τεχνολογίας όπλων που μερικές φορές περιγράφονται ως «όπλα κόστους» (value arms). Αυτά περιλαμβάνουν νέες παραλλαγές σοβιετικού και ρωσικού εξοπλισμού όπως άρματα μάχης T-72 και T-80, ρυμουλκούμενες μονάδες πυροβολικού όπως η D-30, αυτοκινούμενα οβιδοβόλα όπως το 2S1 Gvozdika και το 2S19 Msta, αυτοκινούμενους πολλαπλούς εκτοξευτές πυραύλων όπως ο BM-27 Uragan και ο BM-30 Smerch, το σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας S-300, και τα τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού όπως το BMP-3 και το BTR-70. Μολονότι οι χώρες χαμηλού εισοδήματος όπως η Ζιμπάμπουε, η Ζάμπια, και η Μιανμάρ αγοράζουν όπλα μόνο αυτής της κατηγορίας, χώρες μεσαίου εισοδήματος όπως η Βραζιλία, η Ινδία, και η Ταϊλάνδη που συμμετέχουν σε τμήματα της αγοράς υψηλών προδιαγραφών αγοράζουν επίσης μεγάλες προμήθειες όπλων κόστους. Το 2022, οι αμυντικές δαπάνες από τις κυρίως ασιατικές, λατινοαμερικανικές, και αφρικανικές χώρες που συνθέτουν την αγορά κόστους ανήλθαν συνολικά σε 246 δισεκατομμύρια δολάρια.

Δεδομένου ότι οι αμερικανικές εταιρείες συνήθως δεν ανταγωνίζονται στην αγορά όπλων κόστους, οι δυσκολίες της Ρωσίας έχουν δημιουργήσει ένα κενό. Και η χώρα που είναι έτοιμη να το καλύψει είναι η Κίνα [3]. Εάν αφεθεί ανεξέλεγκτο, το Πεκίνο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις πωλήσεις αμυντικού εξοπλισμού για να οικοδομήσει ισχυρότερες σχέσεις με τις κυβερνώσες ελίτ και να εξασφαλίσει ξένες βάσεις, περιορίζοντας δυνητικά την ικανότητα του στρατού των ΗΠΑ να ελίσσεται σε όλο τον κόσμο. Η επέκταση των κινεζικών πωλήσεων όπλων θα υπονόμευε την επιρροή των ΗΠΑ στον συνεχιζόμενο γεωστρατηγικό ανταγωνισμό [4]. Αλλά αυτό το αποτέλεσμα δεν είναι ακόμη αναπόφευκτο. Υπάρχει ακόμη χρόνος για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους να παράσχουν υποκατάστατα για τα ρωσικά όπλα σε προσιτές τιμές και έτσι να ανατρέψουν τις φιλοδοξίες [5] της Κίνας.

ΕΤΟΙΜΗ ΓΙΑ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ

Η Κίνα διαθέτει έξι από τις 25 μεγαλύτερες αμυντικές εταιρείες στον κόσμο. Μολονότι το τρέχον μερίδιο 5% της Κίνας στην παγκόσμια αγορά όπλων είναι σημαντικά χαμηλότερο από το 19% της Ρωσίας, αυτό υποδεικνύει τις προοπτικές της Κίνας να διευρύνει το μερίδιο αγοράς της. Η Κίνα διαθέτει πολλά διακριτά πλεονεκτήματα που θα μπορούσαν να της επιτρέψουν να κυριαρχήσει στην αγορά κόστους.

Η προσέγγιση της Κίνας στις εξαγωγές όπλων είναι συναλλακτική, ανεμπόδιστη από ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα ή την σταθερότητα του καθεστώτος. Η Κίνα ανταλλάσσει όπλα όχι μόνο για οικονομική αποζημίωση αλλά και για πρόσβαση στα λιμάνια και τους φυσικούς πόρους των κρατών-αποδεκτών. Παρέχοντας εν μέρει όπλα κόστους όπως ραντάρ, πυραύλους, και τεθωρακισμένα οχήματα στην Βενεζουέλα και στο Ιράν, για παράδειγμα, το Πεκίνο έχει εξασφαλίσει σταθερή πρόσβαση στο πετρέλαιο από αυτές τις χώρες.

Η εμπειρία της Κίνας ως αδειοδοτημένης παραγωγού συγκεκριμένων ειδών ρωσικού στρατιωτικού εξοπλισμού έχει αυξήσει την ελκυστικότητά της στους πελάτες της αγοράς όπλων κόστους. Για παράδειγμα, αφότου η Κίνα και η Ρωσία υπέγραψαν συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας το 1996, η Κίνα αδειοδοτήθηκε να παράγει το δικό της ρωσικό μαχητικό αεροσκάφος Su-27Sk Flanker B. Τέτοιες ρυθμίσεις έχουν συμβάλει στο να γίνει η Κίνα ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής στην Αγκόλα, στη Νιγηρία, και στην Ουγκάντα και ο μεγαλύτερος προμηθευτής στο Μπαγκλαντές και στην Μιανμάρ -όλα μέρη όπου η Ρωσία κάνει καλές δουλειές.