Βομβαρδίζοντας για να ηττηθεί | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Βομβαρδίζοντας για να ηττηθεί

Γιατί η αεροπορική ισχύς δεν μπορεί να διασώσει τον καταδικασμένο πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία

Ξεκινώντας στις αρχές Οκτωβρίου, και αντιμετωπίζοντας τεράστιες εδαφικές απώλειες και άλλες ανατροπές στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, στράφηκε προς μια στρατιωτική στρατηγική στην οποία η Ρωσία θα έπρεπε να έχει ένα αποφασιστικό πλεονέκτημα: την αεροπορική δύναμη πυρός. Στην πιο ευρεία τέτοια εκστρατεία μέχρι σήμερα, διέταξε μια ταχύτατη σειρά πυραυλικών επιθέσεων εναντίον δώδεκα πόλεων και υποδομών ηλεκτρικής ενέργειας σε ολόκληρη την χώρα. Οι Ουκρανοί υποχρεώθηκαν [να πάνε] σε υπόγεια και καταφύγια και περίπου το 30% της δυναμικότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας βγήκε εκτός λειτουργίας, προκαλώντας συνεχόμενες διακοπές ρεύματος που επηρέασαν σπίτια, νοσοκομεία, ακόμη και την βασική λειτουργία της οικονομίας. Τις εβδομάδες που ακολούθησαν, η Ρωσία έχει στείλει κύματα drones για να επιτεθούν σε κτίρια κατοικιών και γραφεία στο Κίεβο και σε άλλες πόλεις. Ουσιαστικά, ο Πούτιν υπενθύμιζε στην ουκρανική κυβέρνηση την ικανότητά του να επιτίθεται στα κύρια πληθυσμιακά κέντρα της - μια απειλή που η Ουκρανία, έχοντας αποσύρει προ πολλού τα βομβαρδιστικά της σοβιετικής εποχής, μην έχοντας πύραυλους μεγάλου βεληνεκούς που είναι ικανοί να πλήξουν ρωσικές πόλεις και έχοντας μόνο έναν μικρό αριθμό αεροσκαφών για χερσαίες επιθέσεις —δεν μπορεί να συναγωνιστεί. Ο στόχος, φαίνεται, είναι να τιμωρήσει [ο Πούτιν] τους αμάχους και να τους καταπονήσει με την ελπίδα ότι θα πείσουν τους ηγέτες τους να ζητήσουν ειρήνη.

21102022-1.jpg

Συντρίμμια από χτύπημα ρωσικού drone στο Κίεβο, στις 17 Οκτωβρίου 2022. Vladyslav Musiienko / Reuters
---------------------------------------------------------

Όμως αυτή είναι μια στρατηγική καταδικασμένη σε αποτυχία. Όπως και σε προηγούμενες φάσεις του πολέμου [2], η υποτιθέμενη υπεροχή της Ρωσίας στον αέρα δεν έχει μετατοπίσει την συνολική δυναμική επί του εδάφους. Παρά τις σημαντικές ζημιές που έχουν προκαλέσει, τα αεροπορικά χτυπήματα του Πούτιν δεν έχουν εμποδίσει τις ουκρανικές προελάσεις στα ανατολικά. Και όταν έχουν φτάσει σε μη στρατιωτικούς στόχους, έχουν χρησιμεύσει μόνο για να ενδυναμώσουν την αποφασιστικότητα της Ουκρανίας.

Στην πραγματικότητα, το παράδοξο αποτέλεσμα των εκστρατειών βομβαρδισμού από την Ρωσία υπονοεί μια πιο σημαντική εικόνα για την αεροπορική δύναμη πυρός στον σύγχρονο πόλεμο. Επί δεκαετίες, ο βομβαρδισμός περιοχών με αμάχους -όσο άσχημος και ανήθικος κι αν γίνεται στον πόλεμο- ήταν μια από τις πιο κοινές στρατηγικές που έχουν χρησιμοποιήσει τα κράτη για να υπονομεύσουν το ηθικό του στοχευόμενου πληθυσμού και να προκαλέσουν την στοχευόμενη κυβέρνηση να παραδοθεί. Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, και ειδικά η πρόσφατη κλιμάκωσή [3] του, δεν ήταν διαφορετική. Όμως, όπως έχουν αποδείξει δεκάδες συγκρούσεις τον περασμένο αιώνα, η χρήση αεροπορικής δύναμης πυρός εναντίον πολιτικών στόχων είναι σχεδόν πάντα καταδικασμένη σε αποτυχία. Και καθώς οι στοχευόμενες χώρες όπως η Ουκρανία αποκτούν πιο προηγμένα πολεμοφόδια που είναι τοποθετημένα στην ξηρά, τα μειονεκτήματα της στρατηγικής της αεροπορικής δύναμης πυρός έχουν γίνει πιο εμφανή.

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΛΥΜΜΕΝΟΥ ΗΘΙΚΟΥ

Τα σύγχρονα κράτη έχουν συχνά επιδιώξει να τιμωρήσουν τους άμαχους πληθυσμούς των αντιπάλων τους. Γενικά, το έχουν κάνει ως έναν φθηνό και εύκολο τρόπος για να εξαναγκάσουν τις εχθρικές κυβερνήσεις να κάνουν παραχωρήσεις, να υποχωρήσουν ή ακόμα και να παραδοθούν πλήρως. Η πιο κοινή αεροπορική στρατηγική είναι η επίθεση σε αμάχους, είτε άμεσα, βομβαρδίζοντας κατοικημένες περιοχές, είτε έμμεσα, καταστρέφοντας την οικονομική υποδομή που είναι απαραίτητη για την διανομή τροφίμων, την θέρμανση των σπιτιών και την ηλεκτρική τροφοδοσία της οικονομίας των πολιτών.

Η ιδέα ξεκίνησε στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι Γερμανοί ηγέτες, όντες απεγνωσμένοι να βγάλουν το Ηνωμένο Βασίλειο από τον πόλεμο, εκτόξευσαν ευέλικτα μπαλόνια, τεράστια όσο τα ζέπελιν, που ήταν φορτωμένα με βόμβες για να επιτεθούν στο Λονδίνο και σε άλλες βρετανικές πόλεις. Αργότερα πρόσθεσαν τα εναέρια βομβαρδιστικά Gotha, σκοτώνοντας πολλές εκατοντάδες αλλά χωρίς να αποφέρουν αποτέλεσμα, μέχρι που τελικά ακυρώσαν την εκστρατεία τιμωρίας το 1917. Άλλοι υποστηρικτές των στρατηγικών βομβαρδισμών, όπως ο Ιταλός στρατηγός Giulio Douhet, έγραψαν πολύ επιδραστικά βιβλία, ισχυριζόμενοι ότι οι τεράστιες επιθέσεις από αέρος στις πόλεις του εχθρού θα ανάγκαζαν τους αμάχους να ξεσηκωθούν και να απαιτήσουν από την κυβέρνηση τους να παραδοθεί, αποφέροντας έτσι τη νίκη χωρίς την ανάγκη για δύσκολες χερσαίες μάχες. Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες επέκτειναν ταχέως τις αεροπορικές δυνάμεις τους τις δεκαετίες του 1920 και του 1930, βασίζοντας όλες τα δόγματά τους στην λογική ότι οι άμεσες ή έμμεσες επιθέσεις σε αμάχους θα ήταν το κλειδί για τη νίκη στους σύγχρονους πολέμους.

Αυτές οι στρατηγικές τού τύπου «γίνετε σκληροί» από τις κυβερνήσεις έχουν συχνά χαιρετιστεί από το κοινό τους, διότι μπορούν να αποφέρουν δραματικά άμεσα τακτικά αποτελέσματα με μικρό στρατιωτικό κόστος για την δική τους πλευρά και να αφαιρέσουν ό,τι είναι αντιληπτό ως μέτρο εκδίκησης από τις ενέργειες του αντιπάλου. Περιστασιακά, η στρατηγική αεροπορική δύναμη πυρός είχε αξιοσημείωτα αποτελέσματα στο πεδίο της μάχης, όπως όταν η Βασιλική Αεροπορία (Royal Air Force) του Ηνωμένου Βασιλείου κατέστειλε τις εξεγέρσεις των φυλών στο Ιράκ την δεκαετία του 1920 και όταν γερμανικά αεροπλάνα βοήθησαν τον εθνικιστικό στρατό του στρατηγού Φρανσίσκο Φράνκο να καταλάβει εδάφη στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο (Spanish Civil War). Ωστόσο, συχνά παραβλέπεται σε αυτές τις περιπτώσεις ότι οι αλλαγές της στρατιωτικής ισορροπίας επί του εδάφους, παρά η τιμωρία των αμάχων, έπαιξαν τον αποφασιστικό ρόλο.

Όπως έχουν δείξει πολλές άλλες συγκρούσεις, τα οφέλη των στρατηγικών τιμωρίας τείνουν να είναι βραχύβια. Αναλογιστείτε τι συνέβη όταν τα γερμανικά βομβαρδιστικά κατέστρεψαν το Λονδίνο και άλλες βρετανικές πόλεις το 1940–41, σκοτώνοντας περισσότερους από 50.000 ανθρώπους. Όπως [έχει κάνει] ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι σήμερα, ο Βρετανός πρωθυπουργός, Ουίνστον Τσόρτσιλ, αρνήθηκε να κρυφτεί σε καταφύγια και θα περπατούσε ανάμεσα στα ερείπια, για να δείξει τον δρόμο για την εκδηλωτική δράση και να συσπειρώσει ολόκληρη την κοινωνία ώστε να κάνει τις απαραίτητες θυσίες για την τελική νίκη. Αντί να συντρίψει το ηθικό, η κεραυνοβόλος επίθεση [blitz] έδωσε κίνητρο τους Βρετανούς να εξαπολύσουν —με τους Αμερικανούς και Σοβιετικούς συμμάχους τους— την αντεπίθεση που τελικά κατέκτησε τη ναζιστική Γερμανία.

Πράγματι, η επιβολή τιμωρίας σε περιοχές αμάχων δεν είναι μόνο ανήθικη, αλλά έχει αποδειχθεί ότι είναι εξόχως αντιπαραγωγική ως στρατηγική για την άσκηση πίεσης σε έναν αντίπαλο. Είτε η τιμωρία επιβάλλεται μαζικά είτε ελαφρά, είτε γρήγορα είτε αργά, είτε συνδυάζεται με διπλωματικές προτάσεις είτε όχι, το ιστορικό δείχνει ότι το η πρόκληση κακού σε αμάχους είναι απίθανο να υποχρεώσει τα αντίπαλα κράτη να παραδοθούν ή να συνάψουν συμφωνίες που ουσιαστικά θα εγκαταλείπουν εδάφη που είναι σημαντικά για την βιωσιμότητα του κράτους ή της εθνικής ταυτότητας.

Ούτε υπάρχει οποιαδήποτε περίπτωση στην οποία μια εκστρατεία βομβαρδισμού έχει αναγκάσει τον στοχευόμενο πληθυσμό να εξεγερθεί εναντίον της κυβέρνησής του. Για παράδειγμα, σε αρκετούς μεγάλους πολέμους στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, η Ουάσιγκτον επιδίωξε να υποκινήσει λαϊκές εξεγέρσεις κατά των εχθρικών καθεστώτων, επιτιθέμενη σε μη στρατιωτικές υποδομές. Έτσι, κατά την διάρκεια του Πολέμου της Κορέας, οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέστρεψαν το 90% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Βόρειο Κορέα· στον Πόλεμο του Βιετνάμ, έβγαλαν εκτός λειτουργίας σχεδόν την ίδια [ηλεκτρική] ενέργεια στο Βόρειο Βιετνάμ· και στον Πόλεμο του Κόλπου, οι αμερικανικές επιθέσεις από αέρος διέκοψαν το 90% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν. Αλλά σε καμία από αυτές τις περιπτώσεις ο πληθυσμός δεν εξεγέρθηκε. Είναι εντυπωσιακό ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπήκαν στον κόπο να επιτεθούν στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας του Ιράκ ή σε αμάχους κατά την διάρκεια της εισβολής τους το 2003. Επικεντρώνοντας, αντίθετα, στην αποτελεσματική στρατιωτική στρατηγική, μπόρεσαν να νικήσουν εύκολα τον στρατό του Ιράκ και να ανατρέψουν την δικτατορία του Σαντάμ μέσα σε έξι εβδομάδες.

Στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο [4], φυσικά, οι επιπτώσεις των συμμαχικών βομβαρδισμών στην Γερμανία και στην Ιαπωνία ήταν πολύ πιο ακραίες. Πόλεις βομβαρδίστηκαν με εμπρηστικές βόμβες και καταστράφηκαν από τις δυνάμεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας· περισσότεροι από 300.000 Γερμανοί άμαχοι και 700.000 Ιάπωνες άμαχοι σκοτώθηκαν από συμβατικό οπλισμό - και περισσότεροι από το 20% του πληθυσμού κάθε χώρας έμειναν άστεγοι. Ωστόσο, ακόμη και τότε, δεν υπήρξε δημόσια πίεση σε κανένα από τα δύο καθεστώτα για να παραδοθεί. Εάν μπορούν να αντέξουν κάτι τέτοιο τα σύγχρονα εθνικά κράτη στις μάχες για τον έλεγχο της πατρίδας τους, δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι ο σχετικά λιγότερο τιμωρητικός βομβαρδισμός αμάχων στην Ουκρανία από την Ρωσία θα κάνει τους Ουκρανούς ή τους ηγέτες τους να παραδοθούν.

Η ΣΦΥΡΑ ΠΡΟΫΠΟΘΕΤΕΙ ΑΚΜΟΝΑ

Αντίθετα, η αεροπορική δύναμη πυρός έχει αποδειχθεί αποτελεσματική όταν χρησιμοποιείται για να επιτευχθούν στρατιωτικοί στόχοι παρά για να τιμωρηθούν οι άμαχοι. Σε συνεχόμενους πολέμους, η αεροπορική δύναμη πυρός στο θέατρο [των επιχειρήσεων] – η συντριβή των χερσαίων δυνάμεων του εχθρού και η αποδυνάμωση τους σε σημείο όπου οι χερσαίες δυνάμεις κάποιου μπορούν να κυριαρχήσουν σε μια ζώνη σύγκρουσης - μπορεί να προσφέρει ένα πανίσχυρο εργαλείο καταναγκασμού όταν συνδυάζεται με αποτελεσματική χερσαία ισχύ. Το 1972, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανάγκασαν το Βόρειο Βιετνάμ να διακόψει την συμβατική επιθετικότητα, συντονίζοντας την μαζική εκστρατεία βομβαρδισμού Linebacker με τις δυνάμεις του στρατού του Νοτίου Βιετνάμ. Το 1991, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανάγκασαν επιτυχώς τον Σαντάμ να αποσυρθεί από το Κουβέιτ συνδυάζοντας την πρώτη σύγχρονη εκστρατεία ακριβείας από αέρος με έναν συνασπισμό χερσαίων δυνάμεων. Και η απουσία της αεροπορικής δύναμης πυρός στο θέατρο [των επιχειρήσεων] μπορεί να σφραγίσει την μοίρα ενός φίλιου στρατού, όπως ανακάλυψαν οι Ηνωμένες Πολιτείες όταν το Κογκρέσο μπλόκαρε την χρήση της αεροπορικής δύναμης πυρός των ΗΠΑ στο Βιετνάμ το 1974 και η Σαϊγκόν έπεσε τον επόμενο χρόνο. Το μάθημα επαναλήφθηκε στο Αφγανιστάν, με την απόσυρση της αεροπορικής δύναμης πυρός των ΗΠΑ πριν από την κατάρρευση του αφγανικού στρατού το καλοκαίρι του 2021.

Η συνδυασμένη χρήση της αεροπορικής δύναμης πυρός και των φίλιων χερσαίων δυνάμεων στο θέατρο [των επιχειρήσεων] έχει σαφή λογική. Μόλις αρχίζουν σοβαρά οι πόλεμοι, η επίτευξη της νίκης γίνεται πρωταρχικής σημασίας. Στον πόλεμο, οι επιτυχημένοι ηγέτες σύντομα ανακαλύπτουν - κάποιες φορές αφότου εξαντλήσουν φθηνότερες αλλά λιγότερο αποτελεσματικές στρατηγικές - ότι το κλειδί για τον επιτυχημένο καταναγκασμό είναι η άρνηση. Δηλαδή, οι επιτυχημένοι ηγέτες συνειδητοποιούν ότι δεν υπάρχει άλλη ρεαλιστική επιλογή από το να εμποδίσουν άμεσα την ικανότητα του εχθρού να καταλάβει ή να διατηρήσει εδάφη. Με άλλα λόγια, το κράτος που καταναγκάζει πετυχαίνει στον βαθμό που μπορεί να εμποδίσει τον αντίπαλό του να επιτύχει τους στρατιωτικούς του στόχους.

Στον πραγματικό πόλεμο, η άρνηση λειτουργεί καλύτερα μέσω μιας στρατηγικής «σφύρας και άκμονος», στην οποία η συνδυασμένη ισχύς της αεροπορικής δύναμης πυρός και της επίγειας ισχύος βάζει τον εχθρό σε στρατιωτικό αδιέξοδο (catch-22): εάν ο εχθρός συγκεντρώσει τις χερσαίες δυνάμεις του σε μεγάλους αριθμούς για να σχηματίσει πυκνά και αλληλεπικαλυπτόμενα πεδία πυρός, προκειμένου να αντέξουν καλύτερα μια χερσαία επίθεση, αυτές οι δυνάμεις θα γίνουν ευάλωτες από αέρος και η εναέρια σφύρα μπορεί να τις συντρίψει σε κομμάτια. Αλλά εάν ο εχθρός διασκορπίσει τις χερσαίες δυνάμεις του σε μια ευρεία περιοχή για να κάνει πιο δύσκολα τα αποτελεσματικά αεροπορικά χτυπήματα, διακινδυνεύει να τις αφήσει αραιά διασκορπισμένες και εκτεθειμένες σε μια εύκολη ήττα επί του πεδίου, επιτρέποντας στις φίλιες χερσαίες δυνάμεις να συντρίψουν απομονωμένες εχθρικές μονάδες, να διασπάσουν εύκολα τις αδύναμες εχθρικές γραμμές, και να περικυκλώσουν τεράστια τμήματα των εχθρικών δυνάμεων.

Από τους δικούς της προηγούμενους πολέμους, η Ρωσία [5] θα έπρεπε να είχε κατανοήσει την ανάγκη για τον συνδυασμό αεροπορικής και χερσαίας δύναμης πυρός. Αναλογιστείτε τις υποτιθέμενες επιτυχίες της στην τιμωρία αμάχων στην Τσετσενία κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1990 ή στο Χαλέπι κατά την διάρκεια του συριακού εμφυλίου πολέμου. Μολονότι είναι αλήθεια ότι οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις απέσπασαν βαρύ τίμημα έναντι των αμάχων πληθυσμών σε αμφότερες τις περιπτώσεις, αυτό που τελικά είχε σημασία ήταν η ισορροπία ισχύος επί του εδάφους. Στην Τσετσενία, η Ρωσία ανατίναξε αμάχους στο Γκρόζνι το 1994, αλλά οι χερσαίες δυνάμεις της ηττήθηκαν σύντομα από τους αντάρτες και ο ρωσικός στρατός κατέκτησε επιτυχώς την Δημοκρατία εισβάλλοντας με έναν πολύ μεγαλύτερο χερσαίο στρατό το 1999. Στο Χαλέπι, ήταν οι δυνάμεις του Σύρου ηγέτη Μπασάρ αλ Άσαντ και η Χεζμπολάχ που τελικά έκαναν την διαφορά, παίρνοντας ταχέως τον έλεγχο των περιοχών που βομβαρδίστηκαν από την Ρωσία. Αφαιρέστε αυτές τις καλά εξοπλισμένες χερσαίες δυνάμεις και οι εκστρατείες από αέρος της Ρωσίας είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα είχαν αποτύχει.

ΑΠΟ ΤΟ ΜΗΔΕΝ

Πολλά έχουν ειπωθεί τα τελευταία χρόνια για το ότι οι πρόοδοι στα όπλα ακριβείας έχουν ενδυναμώσει φαινομενικά την θέση της αεροπορικής δύναμης πυρός. Ωστόσο, τα σημερινά όπλα ακριβείας δεν έχουν αποδειχθεί πιο αποτελεσματικά στον καταναγκασμό των εχθρών με την καταστροφή πολιτικών και οικονομικών στόχων σε περιοχές αμάχων, αφού ήταν από καιρό δυνατό να καταστραφούν τέτοιοι στόχοι με μεγάλους αριθμούς «ανόητων» βομβών. Ούτε τα όπλα ακριβείας έχουν κάνει πιο αποτελεσματικές τις στρατηγικές που στοχεύουν την ηγεσία του εχθρού. Τέτοιες προσπάθειες έχουν αποτύχει επανειλημμένα εναντίον μιας πληθώρας εχθρών, συμπεριλαμβανομένων του Μουαμάρ αλ Καντάφι το 1986· του Σαντάμ Χουσεΐν το 1991, το 1998 και το 2003 (τελικά συνελήφθη από χερσαίες δυνάμεις)· και των ηγετών της Χεζμπολάχ το 2006.

Επιπλέον, τίποτα δεν δίνει μεγαλύτερο κίνητρο στην βάση των αμάχων ενός εχθρού από την δολοφονία του αρχηγού της. Τον Απρίλιο του 1996, η Ρωσία χρησιμοποίησε πυραύλους αέρος-εδάφους για να δολοφονήσει τον Τσετσένο ηγέτη Dzhokhar Dudayev, μόνο για να δει έναν νέο, πιο ενεργητικό ηγέτη να αναλαμβάνει, να εκδιώκει τις χερσαίες δυνάμεις της Ρωσίας από την Δημοκρατία και να κερδίζει τον έλεγχο όταν η Ρωσία εισέβαλε με τεράστιες χερσαίες δυνάμεις τρία χρόνια αργότερα. Υπάρχουν εξαιρέσεις σε αυτό το μοτίβο, αλλά αποδεικνύουν μόνο τον κανόνα: η εναέρια στόχευση ηγετών της Αλ Κάιντα στο Πακιστάν από το 2001 έως το 2010 πέτυχε να αποδυναμώσει την ομάδα, ακριβώς διότι αυτή είχε τόσο μικρή υποστήριξη από τους ντόπιους στο Πακιστάν.

Η πραγματική καινοτομία της αεροπορικής δύναμης πυρός ακριβείας ήταν η ενίσχυση της αξίας της στρατηγικής «σφύρας και άκμονος». Τα σημερινά όπλα ακριβείας επιτρέπουν στην αεροπορική δύναμη πυρός να καταστρέφει ευκολότερα τα συγκεντρωμένα χερσαία στρατεύματα του εχθρού και να επιτίθεται σε άλλους μικρότερους αλλά απαραίτητους στόχους στο πεδίο της μάχης. Μέχρι την έλευση αυτών των όπλων, η αεροπορική δύναμη πυρός σπάνια μπορούσε να καταστρέψει άρματα μάχης, φορτηγά, θέσεις διοίκησης ή γέφυρες που χρησιμοποιούνται για την παροχή δυνάμεων στο πεδίο, ακόμη και με χιλιάδες βόμβες να στοχεύουν αυτούς τους μικροσκοπικούς στόχους. Πλέον, οι δορυφόροι, οι προηγμένοι αισθητήρες και οι διάφορες επανδρωμένες και μη επανδρωμένες πλατφόρμες βομβαρδισμού μπορούν να εντοπίσουν [6] αξιόπιστα τις συγκεντρωμένες εχθρικές δυνάμεις για να τις καταστρέψουν τα χτυπήματα ακριβείας.

Πουθενά αυτή η επανάσταση της ακρίβειας δεν υπήρξε πιο εμφανής από όσο στις στρατιωτικές δυνάμεις της Ουκρανίας. Ακόμη και πριν από την άφιξη προηγμένων όπλων ακριβείας από την Δύση στις αρχές του καλοκαιριού, οι ουκρανικές δυνάμεις είχαν ενδυναμωθεί πολύ από την μαχητική αποφασιστικότητα που είχε προκαλέσει η αποτυχημένη στρατηγική [7] της εισβολής της Ρωσίας. Έκτοτε, οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν καταφέρει να χρησιμοποιήσουν έξοχα τις τακτικές «σφύρας και άκμονος» προς όφελος του Κιέβου - όχι μόνο στην άμυνα έναντι της αρχικής εισβολής της Ρωσίας αλλά και στην απώθηση των ρωσικών δυνάμεων, ακόμη και σε περιοχές στα ανατολικά που ήταν πολύ καλύτερα προστατευμένες. Αυτές οι τακτικές ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικές ενάντια στις πιο εδραιωμένες και καλύτερα αμυντικά οχυρωμένες χερσαίες δυνάμεις της Ρωσίας στις ανατολικές ζώνες της χώρας. Οι θρίαμβοι της Ουκρανίας σε αυτές τις καταστάσεις κατέστησαν δυνατοί όχι από την τακτική αεροπορική δύναμη πυρός, αλλά από προηγμένα επίγεια όπλα, όπως το πυραυλικό σύστημα HIMARS. Δεν είναι υπερβολή να θεωρήσουμε ότι κάθε πυροβολαρχία πυραύλων HIMARS –οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν στην Ουκρανία 16 από αυτές, με άλλες 18 να βρίσκονται καθ’ οδόν– έχει την πολεμική ισχύ αέρος-εδάφους και την αποτελεσματικότητα πολλών αεροσκαφών F-16. Με την ευελιξία και το βεληνεκές τους για τον συντονισμό με τις ουκρανικές χερσαίες δυνάμεις, μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον των ρωσικών δυνάμεων σε μια δεδομένη περιοχή όπου κι αν αυτές βρίσκονται.

Εξίσου σημαντικό είναι το ότι η Ρωσία έχει καταστήσει σαφές μέσω της απόδοσής της στο πεδίο της μάχης ότι δεν έχει αρχίσει σχεδόν καθόλου να περνά στην εποχή της ακρίβειας. Ο κόσμος έχει γίνει μάρτυρας του πόσο άσχημα μπορεί να τα πάει [8] μια μεγάλη δύναμη με έναν τεράστιο αλλά σε μεγάλο βαθμό «ανόητο» στρατό ενάντια σε ένα πολύ μικρότερο κράτος με πρόσβαση σε όπλα της εποχής της ακρίβειας. Ο ρωσικός στρατός χάνει σταθερά εδάφη εδώ και πολλούς μήνες—τον Μάρτιο, τον Απρίλιο και τον Μάιο κοντά στο Κίεβο και στα σύνορα με την Λευκορωσία, και από τις αρχές του καλοκαιριού στα εδάφη που είχε πρόσφατα καταλάβει στα ανατολικά. Δεν υπάρχει κανένας προφανής λόγος να πιστεύουμε ότι οι θέσεις του ρωσικού στρατού πριν από τον Φεβρουάριο του 2022 στα ανατολικά και στην Κριμαία δεν είναι τελικά επίσης ευάλωτες.

HTTHMENH ΟΥΚΡΑΝΙΑ Η HTTHMENH ΡΩΣΙΑ;

Δεδομένης της αποτυχίας της εκστρατείας του Πούτιν [9] για την τιμωρία των αμάχων και την όλο και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα της βοηθούμενης από τα HIMARS χερσαίας επίθεσης της Ουκρανίας, πολλοί σχολιαστές έχουν αρχίσει να αναρωτιούνται πώς μπορεί να τελειώσει ο πόλεμος. Η ιστορία δείχνει ότι όταν ένας αντίπαλος πείθεται ότι δεν μπορούν να επιτευχθούν συγκεκριμένοι εδαφικοί στόχοι, είναι πιθανό να παραχωρήσει αυτά τα εδάφη, είτε σιωπηρά είτε επίσημα, παρά να υποστεί περαιτέρω άσκοπες απώλειες. Αλλά αυτή η μορφή καταναγκασμού - το να κάνει κάποιος έναν αντίπαλο να αναγνωρίσει ότι η παράταση ενός πολέμου είναι μάταιη – σπανίως είναι φθηνή ή εύκολη. Ακόμη και ο επιτυχής καταναγκασμός συνήθως διαρκεί σχεδόν το ίδιο και κοστίζει σχεδόν το ίδιο με το να πολεμήσει κάποιος έναν πόλεμο μέχρι το τέλος. Αυτό το μάθημα ισχύει σήμερα για τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Εν όψει της τρέχουσας στρατιωτικής πραγματικότητας, εκείνοι που ζητούν από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους να πείσουν την Ουκρανία [10] να αποδεχθεί μια συμφωνία στα ανατολικά, ουσιαστικά ζητούν από την Δύση να διασώσει την Ρωσία. Αυτό δεν είναι ρεαλιστικό για δύο λόγους. Πρώτον, η Ουκρανία δεν θα συμφωνήσει και δεν πρέπει να συμφωνήσει. Οι δυνάμεις της έχουν την δυναμική και έχουν κάθε λόγο να περιμένουν περισσότερα εδαφικά κέρδη, και θα ήταν ανόητο να τις υποχρεώσουμε να εγκαταλείψουν μια νικητήρια θέση. Δεύτερον, η Ρωσία ενδεχομένως θα αποδεχόταν μια συμφωνία βραχυπρόθεσμα, αλλά θα μπορούσε εύκολα να την παραβιάσει σε μήνες ή χρόνια από τώρα. Εν ολίγοις, οποιαδήποτε συμφωνία στην ανατολική Ουκρανία είναι απίθανο να είναι αξιόπιστη εκτός εάν μπορεί να υποστηριχθεί από πανίσχυρους ενισχυτικούς μηχανισμούς. Αυτοί οι μηχανισμοί θα έπρεπε να περιλαμβάνουν συμφωνίες για τον σεβασμό των διεθνών συνόρων με την παρουσία επίβλεψης από τρίτα μέρη, καθώς και στρατιωτικών δυνάμεων, και πιθανώς θα είναι απαραίτητοι για την σταθεροποίηση οποιουδήποτε τερματισμού του πολέμου, είτε κατόπιν διαπραγμάτευσης είτε όχι.

Εν τω μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ έχουν δίκιο που ενισχύουν την υποστήριξη και παρέχουν πρόσθετη αεράμυνα στην Ουκρανία. Αυτά τα βήματα μπορούν να μετριάσουν μέρος της ζημιάς για τους αμάχους από τις επιθέσεις της Ρωσίας και να επιδείξουν ότι η επίθεση στα αστικά κέντρα μόνο σκληραίνει την αποφασιστικότητα της Δύσης και της Ουκρανίας. Τελικά, ωστόσο, ο τερματισμός του πολέμου ενόσω το σημερινό καθεστώς παραμένει στην εξουσία στην Ρωσία πιθανώς θα απαιτούσε την δημιουργία σκληρών στρατιωτικοποιημένων συνόρων, προκειμένου να κρατήσουν την Ρωσία μακριά από δυνητικές κατακτήσεις στην Ουκρανία και σε άλλα μέρη της ανατολικής Ευρώπης. Όπως και με το Σιδηρούν Παραπέτασμα κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ένα τέτοιο οχυρωμένο όριο θα εξυπηρετούσε τον κρίσιμο σκοπό της αποτροπής προελάσεων προς αμφότερες τις κατευθύνσεις. Θα χρησίμευε επίσης στην αποτροπή οποιασδήποτε συμβατικής επίθεσης από οποιαδήποτε πλευρά, στερώντας τόσο από την Ρωσία όσο και από την Δύση την προοπτική ταχέων εδαφικών εισβολών.

Αλλά όπως έχει καταστήσει σαφές ο Πούτιν με την κλιμακούμενη πυρηνική ρητορική του, η σύγκρουση δυνητικά περιλαμβάνει κάτι περισσότερο από συμβατικά όπλα [11]. Πολλοί στην Δύση, συμπεριλαμβανομένης έως και της κυβέρνησης Μπάιντεν, έχουν σωστά σημάνει συναγερμό για την όλο και μεγαλύτερη απειλή πυρηνικής σύγκρουσης. Όμως, οι στρατιωτικοί σύμβουλοι του Πούτιν πιθανώς του έχουν εξηγήσει ότι η χρήση πυρηνικών δεν θα αλλάξει πολύ το χαμένο παιχνίδι του στην Ουκρανία. Οποιαδήποτε χρήση πυρηνικού όπλου στο πεδίο της μάχης θα προκαλούσε σχεδόν σίγουρα ραδιενεργά κατάλοιπα που θα φυσούσαν πίσω στις ίδιες τις ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις, καθώς και στους αμάχους της Ουκρανίας που υποστηρίζουν την Ρωσία. Αυτό σχεδόν σίγουρα θα επιτάχυνε την κατάρρευση των στρατιωτικών θέσεων της Ρωσίας στην Ουκρανία και θα αποδυνάμωνε την ικανότητα της Ρωσίας να υπερασπιστεί το έδαφός της από πιθανή κλιμάκωση. Με απλά λόγια, ο Πούτιν μπορεί τώρα να διακινδυνεύει να χάσει τις θέσεις της Ρωσίας στην ανατολική Ουκρανία, αλλά με την χρήση πυρηνικών θα μπορούσε να διακινδυνεύσει να χάσει μεγάλα τμήματα της ίδιας της Ρωσίας. Για να παραφράσουμε τον Γερμανό καγκελάριο Ότο φον Μπίσμαρκ, αυτό θα ήταν αυτοκτονία λόγω του φόβου του θανάτου.

Πράγματι, ανεξάρτητα από το πόσο φονικές είναι οι βόμβες της εναντίον των αμάχων, η Ρωσία δεν μπορεί να αναστρέψει τις στρατηγικές της αποτυχίες στην Ουκρανία, οι οποίες ήδη εκτυλίσσονται. Μόλις ο Πούτιν έχασε το στοίχημα ότι ο ρωσικός στρατός είχε τα μέσα να νικήσει και να καταλάβει ολόκληρη την Ουκρανία στην εκστρατεία – αστραπή (blitzkrieg) του Φεβρουαρίου-Μαρτίου, και μόλις η Ουκρανία και η Δύση απάντησαν κινητοποιώντας έναν ισχυρό αντισταθμιστικό συνασπισμό για να υπερασπιστεί την χώρα, οι επιλογές της Ρωσίας περιορίστηκαν σχεδόν αμέσως. Από τον Απρίλιο και μετά, πολλοί στην Δύση —και ο Πούτιν και άλλοι στην Ρωσία— απλώς παρακολουθούν τον αναπόφευκτο απόηχο της αρχικής σειράς λανθασμένων υπολογισμών που οδήγησαν σε αυτήν την τεράστια αποτυχία.

Ο Πούτιν μπορεί να τιμωρήσει τους Ουκρανούς, όπως έχει δείξει η αεροπορική του εκστρατεία. Όμως, ελλείψει μιας δικής του αποτελεσματικής στρατηγικής «σφύρας και άκμονος», απλώς ηττάται γρηγορότερα. Το μόνο ερώτημα είναι εάν θα δεχτεί ένα νέο σιδηρούν παραπέτασμα που θα χωρίζει την Ρωσία από την Ευρώπη ή εάν θα συνεχίσει να πολεμά άσκοπα μέχρι το τέλος και θα διακινδυνεύσει να χάσει τμήματα της Ρωσίας.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Bombing-Win-Coercion-Cornell-Security/dp/08014831...
[2] https://www.foreignaffairs.com/tags/war-ukraine
[3] https://www.foreignaffairs.com/russian-federation/putin-apocalyptic-end-...
[4] https://www.foreignaffairs.com/tags/world-war-ii
[5] https://www.foreignaffairs.com/regions/russian-federation
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-05-30/boots-ground-...
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-06-14/uk...
[8] https://www.foreignaffairs.com/ukraine/russia-repeat-failures
[9] https://www.foreignaffairs.com/tags/vladimir-putin
[10] https://www.foreignaffairs.com/regions/ukraine
[11] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-07-04/th...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/ukraine/bombing-to-lose-airpower-cannot-s...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition