Ο νέος τρόπος για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο νέος τρόπος για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής

Η μικρής κλίμακας συνεργασία μπορεί να πετύχει εκεί όπου η παγκόσμια διπλωματία έχει αποτύχει
Περίληψη: 

Πολλοί ακτιβιστές και ορισμένες κυβερνήσεις έχουν αρχίσει να υιοθετούν μια νέα θεωρία κλιματικής συνεργασίας που αποφεύγει την αναζήτηση συναίνεσης μεταξύ όλων των εθνών -σχεδόν πάντα μια συνταγή για τον ελάχιστο και βραδύτερο κοινό παρονομαστή. H νέα προσέγγιση εστιάζει, ανά τομέα, στις τεχνολογίες, τις επιχειρήσεις και τις πολιτικές που είναι απαραίτητες για την δημιουργία μιας καθαρότερης οικονομίας.

Ο ARUNABHA GHOSH είναι διευθύνων σύμβουλος του Council on Energy, Environment, and Water.
Ο ARTUR RUNGE-METZGER είναι συνεργάτης στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Mercator για τα Παγκόσμια Κοινά και την Κλιματική Αλλαγή. Προηγουμένως ήταν διευθυντής Στρατηγικής για το Κλίμα, την Διακυβέρνηση και τις Εκπομπές από Μη Εμπορικούς Τομείς στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ο DAVID G. VICTOR είναι καθηγητής Καινοτομίας και Δημόσιας Πολιτικής στην Σχολή Παγκόσμιας Πολιτικής και Στρατηγικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Ντιέγκο, καθηγητής στο Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας Scripps, και ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Brookings.
Ο JI ZOU είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Energy Foundation China.

Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, διπλωμάτες από όλο τον κόσμο έχουν συνεδριάσει 26 φορές στην ετήσια Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων Μερών (Conference of the Parties, COP) για να σχεδιάσουν τον αγώνα τους κατά της κλιματικής αλλαγής. Την Κυριακή, θα ξεκινήσουν την τελευταία τέτοιου είδους συγκέντρωση, την COP27, στην Αίγυπτο. Είναι επίκαιρη, ερχόμενη εν μέσω μιας ζωηρής περιόδου τυφώνων και μετά από ένα καλοκαίρι όπου τα κύματα καύσωνα έσπασαν ρεκόρ σε όλο τον κόσμο, μια ξηρασία στην Αφρική έθεσε 22 εκατομμύρια ανθρώπους σε κίνδυνο λιμοκτονίας, και πλημμύρες βύθισαν το ένα τρίτο του Πακιστάν.

06112022-1.jpg

Μηχανικοί περπατούν δίπλα σε ηλιακούς συλλέκτες στο Sharm El-Sheikh, στην Αίγυπτο, τον Οκτώβριο του 2022. Sayed Sheasha / Reuters
------------------------------------------------------

Στην διάσκεψη, οι άνθρωποι θα δώσουν ως επί το πλείστον προσοχή σε αυτό που είναι βέβαιο ότι θα είναι μια διαδικασία λείανσης της παγκόσμιας διπλωματίας, όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται με συναίνεση ανάμεσα σε 197 έθνη. Οι κυβερνήσεις θα παλέψουν για το πόσο θα πρέπει να πληρώσουν οι πλουσιότερες χώρες για να βοηθήσουν τις φτωχότερες, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου αποζημίωσης των αναπτυσσόμενων κρατών για απώλειες και ζημιές που προκαλούνται από ολοένα και πιο σοβαρές καταστροφές που σχετίζονται με το κλίμα. Θα διαφωνήσουν για το ποιες χώρες υστερούν στις δεσμεύσεις τους και ποιες κάνουν τα περισσότερα για να καταπολεμήσουν την κλιματική κρίση. Θα υπάρξουν ατελείωτες συζητήσεις για την διαδικασία, οι οποίες συχνά θα επισκιάσουν την πραγματική ουσία του ελέγχου των εκπομπών και της διαχείρισης των κλιματικών επιπτώσεων. Δεν θα βοηθήσει το γεγονός ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα αποσπαστούν από μια ασυνήθιστα μακρά λίστα άλλων παγκόσμιων ανησυχιών: την τρέχουσα πανδημία, τις αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας, μια επικείμενη παγκόσμια ύφεση, τις υψηλές τιμές ενέργειας και, φυσικά, τον χερσαίο πόλεμο στην Ευρώπη.

Η συνεργασία θα είναι σίγουρα απαραίτητη για τον περιορισμό των εκπομπών που προέρχονται από την παγκόσμια οικονομία. Αλλά ο περιορισμός των εκπομπών δεν χρειάζεται να εξαρτάται από την παγκόσμια συναίνεση. Πολλοί ακτιβιστές και ορισμένες κυβερνήσεις έχουν αρχίσει να υιοθετούν μια νέα θεωρία κλιματικής συνεργασίας που αποφεύγει την αναζήτηση συναίνεσης μεταξύ όλων των εθνών -σχεδόν πάντα μια συνταγή για τον ελάχιστο και βραδύτερο κοινό παρονομαστή. Αντίθετα, αυτή η νέα προσέγγιση εστιάζει, ανά τομέα, στις τεχνολογίες, τις επιχειρήσεις και τις πολιτικές που είναι απαραίτητες για την δημιουργία μιας καθαρότερης οικονομίας. Απαιτεί συνεργασία, τουλάχιστον αρχικά, μεταξύ βιομηχανικών ηγετών, επενδυτών, εργαζομένων, και κυβερνήσεων που είναι πιο ευθυγραμμισμένες για μια ταχύτερη μετάβαση μακριά από τον άνθρακα. Όταν οι πράσινες τεχνολογίες δεν είναι ακόμη ώριμες, ή για τα τμήματα της παγκόσμιας οικονομίας που δεν έχουν εμπειρία με την εφαρμογή βαθιών περικοπών στις εκπομπές -κάτι που ισχύει για τους περισσότερους τομείς στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου- η νέα προσέγγιση βασίζεται στην συνεργασία μικρών ομάδων, με κυβερνήσεις και εταιρείες με υψηλά κίνητρα να σχεδιάζουν και να δοκιμάζουν λύσεις. Καθώς αυτές οι τεχνολογίες ωριμάζουν, το κόστος τους θα μειωθεί και ο κόσμος θα εξοικειωθεί περισσότερο με το πόσο αποτελεσματικές είναι. Η συνεργασία μπορεί στην συνέχεια να επεκταθεί καθώς περισσότερες οικονομίες θα υιοθετούν αυτές τις ανώτερες, καθαρότερες τεχνολογίες [1].

Αυτό το ελπιδοφόρο όραμα έχει ήδη αρχίσει να βγάζει ρίζες. Η συμφωνία του Παρισιού, σχεδιασμένη για ευελιξία, επέτρεψε σε διάφορες χώρες να ακολουθήσουν διαφορετικές προσεγγίσεις για τη μείωση των εκπομπών. Και πέρυσι, στην COP26, υπήρξε άνευ προηγουμένου συμμετοχή [2] από επιχειρήσεις και χρηματοπιστωτικές εταιρείες, καθώς και από κυβερνήσεις που, με διάφορους τρόπους, προσυπογράφουν αυτή τη νέα θεωρία αλλαγής. Χάρη εν μέρει στις συνεισφορές του ιδιωτικού τομέα και τις παρασκηνιακές συμφωνίες —υποστηριζόμενες από εθνικές πολιτικές που ανακοινώθηκαν στην COP26— ο κόσμος έχει επιταχύνει την επένδυσή του στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, στρέφεται όλο και περισσότερο στα ηλεκτρικά οχήματα, έχει επενδύσει σε συστήματα δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα για τον καθαρισμό των συμβατικών ορυκτών καυσίμων, και έκανε άλλες αλλαγές για να δημιουργήσει μια νέα, καθαρή οικονομία.

Βεβαίως, υπάρχει ακόμη ένας ρόλος για την παγκόσμια διπλωματία στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ζητήματα που οι μικρότερες ομάδες απλώς δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν —όπως ο καθορισμός συνολικών προσδοκιών για οικονομική και τεχνική βοήθεια προς τα φτωχότερα έθνη και η συμφωνία για ευρείς στόχους για τις παγκόσμιες εκπομπές. Σε αυτά τα θέματα, οι κυβερνήσεις θα έχουν συγκρούσεις και θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί παγκόσμια συναίνεση. Αλλά η διαδικασία είναι αναπόφευκτη και αξίζει τον κόπο.