Όχι απλά άλλη μια ύφεση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Όχι απλά άλλη μια ύφεση

Γιατί η παγκόσμια οικονομία μπορεί να μην είναι ποτέ ξανά η ίδια
Περίληψη: 

Όσο περισσότερο τα νοικοκυριά, οι εταιρείες, και οι κυβερνήσεις αδυνατούν να αναγνωρίσουν και να ανταποκριθούν στις διαρθρωτικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στο παγκόσμιο οικονομικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να μετριαστούν οι κίνδυνοι και να αξιοποιηθούν οι ευκαιρίες που συνδέονται με αυτές τις αλλαγές.

Ο MOHAMED A. EL-ERIAN είναι πρόεδρος του Queens' College του Πανεπιστημίου Cambridge. Είναι επίσης καθηγητής πρακτικής στο Wharton School, Senior Global Fellow στο Lauder Institute, και σύμβουλος της Allianz και της Gramercy Funds Management.

Το να πούμε ότι τα τελευταία χρόνια ήταν οικονομικά ταραγμένα θα ήταν μια κολοσσιαία υποτίμηση. Ο πληθωρισμός εκτοξεύθηκε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών, και ο συνδυασμός γεωπολιτικών εντάσεων, διαταραχών στην αλυσίδα εφοδιασμού, και αύξησης των επιτοκίων απειλεί τώρα να βυθίσει την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση. Ωστόσο, ως επί το πλείστον, οι οικονομολόγοι και οι οικονομικοί αναλυτές αντιμετώπισαν αυτές τις εξελίξεις ως απότοκα του φυσιολογικού επιχειρηματικού κύκλου. Από την αρχική λανθασμένη εκτίμηση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) ότι ο πληθωρισμός θα είναι «παροδικός» έως την σημερινή συναίνεση ότι μια πιθανή ύφεση στις ΗΠΑ θα είναι «σύντομη και ρηχή», υπήρξε μια ισχυρή τάση να θεωρούνται οι οικονομικές προκλήσεις τόσο προσωρινές όσο και γρήγορα αναστρέψιμες.

23112022-1.jpg

Χρηματιστηριακό γραφείο στο Τόκιο, τον Φεβρουάριο του 2022. Kim Kyung-Hoon / Reuters
------------------------------------------------------------

Όμως, αντί για μια ακόμη περιστροφή του οικονομικού τροχού, ο κόσμος μπορεί να βιώνει σημαντικές διαρθρωτικές και κοσμικές αλλαγές που θα διαρκέσουν περισσότερο από τον τρέχοντα οικονομικό κύκλο. Τρεις νέες τάσεις ειδικότερα υποδηλώνουν μια τέτοια μεταμόρφωση και είναι πιθανό να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση των οικονομικών αποτελεσμάτων τα επόμενα χρόνια: η μετατόπιση από την ανεπαρκή ζήτηση στην ανεπαρκή προσφορά ως σημαντική πολυετή τροχοπέδη στην ανάπτυξη, το τέλος της απεριόριστης ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες, και η αυξανόμενη αστάθεια των χρηματοπιστωτικών αγορών.

Αυτές οι αλλαγές συμβάλλουν στην εξήγηση πολλών από τις ασυνήθιστες οικονομικές εξελίξεις των τελευταίων ετών και είναι πιθανό να προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερη αβεβαιότητα στο μέλλον, καθώς οι κλυδωνισμοί γίνονται πιο συχνοί και πιο βίαιοι. Οι αλλαγές αυτές θα επηρεάσουν τα άτομα, τις εταιρείες, και τις κυβερνήσεις -οικονομικά, κοινωνικά, και πολιτικά. Και μέχρι οι αναλυτές να αφυπνιστούν για την πιθανότητα ότι αυτές οι τάσεις θα διαρκέσουν περισσότερο από τον επόμενο οικονομικό κύκλο, οι οικονομικές δυσκολίες που προκαλούν είναι πιθανό να υπερτερούν σημαντικά των ευκαιριών που δημιουργούν.

ΤΟ ΚΑΤΩ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΩ

Οι υφέσεις και οι εξάρσεις του πληθωρισμού έρχονται και παρέρχονται, αλλά τα τελευταία χρόνια έχουν σημειωθεί μια σειρά από εξαιρετικά απίθανες, αν όχι αδιανόητες, παγκόσμιες οικονομικές και χρηματοπιστωτικές εξελίξεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, κάποτε υπέρμαχες του ελεύθερου εμπορίου, έγιναν η πιο προστατευτική προηγμένη οικονομία. Το Ηνωμένο Βασίλειο μετατράπηκε ξαφνικά σε κάτι που μοιάζει με μια αγωνιζόμενη αναπτυσσόμενη χώρα, αφού ένας ατυχής μίνι προϋπολογισμός αποδυνάμωσε το νόμισμα, εκτόξευσε τις αποδόσεις των ομολόγων στα ύψη, προκάλεσε τον χαρακτηρισμό «αρνητικής παρακολούθησης» από τους οίκους αξιολόγησης, και ανάγκασε την πρωθυπουργό Liz Truss να παραιτηθεί [1]. Το κόστος δανεισμού αυξήθηκε κατακόρυφα, καθώς τα επιτόκια για περισσότερο από το ένα τρίτο των παγκόσμιων ομολόγων έγιναν αρνητικά (δημιουργώντας μια ανώμαλη κατάσταση στην οποία οι πιστωτές πληρώνουν τους οφειλέτες). Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία [2] παρέλυσε το G20, επιταχύνοντας αυτό που προηγουμένως ήταν μια σταδιακή αποδυνάμωση του θεσμού. Και ορισμένα Δυτικά έθνη έχουν οπλοποιήσει το διεθνές σύστημα πληρωμών που αποτελεί την ραχοκοκαλιά της παγκόσμιας οικονομίας σε μια προσπάθεια να τιμωρήσουν τη Μόσχα.

Προσθέστε σε αυτόν τον κατάλογο των γεγονότων μικρής πιθανότητας την ταχεία επιστροφή της Κίνας στον συγκεντρωτισμό [3] υπό τον Σι Τζινπίνγκ και την αποσύνδεσή της από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την ενίσχυση των απολυταρχιών σε όλο τον κόσμο, και την πόλωση, ακόμη και τον κατακερματισμό πολλών φιλελεύθερων δημοκρατιών. Η κλιματική αλλαγή, οι δημογραφικές αλλαγές, και η σταδιακή μετακίνηση της οικονομικής ισχύος από την δύση προς την ανατολή ήταν περισσότερο προβλέψιμες, αλλά παρ' όλα αυτά περιέπλεξαν το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον.

Η τάση πολλών αναλυτών ήταν να αναζητούν εξατομικευμένες εξηγήσεις για κάθε αναπάντεχη εξέλιξη. Υπάρχουν όμως σημαντικές κοινές συνισταμένες, ιδίως μεταξύ των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών γεγονότων, όπως η αποτυχία να δημιουργηθεί ταχεία, χωρίς αποκλεισμούς, και βιώσιμη ανάπτυξη -η υπερβολική εξάρτηση των φορέων χάραξης πολιτικής από μια ισχνή εργαλειοθήκη που με την πάροδο του χρόνου δημιούργησε περισσότερα προβλήματα από όσα έλυσε- και η απουσία κοινής δράσης για την αντιμετώπιση κοινών παγκόσμιων προβλημάτων. Αυτά τα κοινά σημεία, με την σειρά τους, ως επί το πλείστον (αν και όχι εξ ολοκλήρου) ανάγονται στις τρεις μετασχηματιστικές αλλαγές που συμβαίνουν στην παγκόσμια οικονομία και τα χρηματοοικονομικά.

ΕΠΑΝΑΔΙΑΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

Βγαίνοντας από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-8 [4], οι περισσότεροι οικονομολόγοι απέδωσαν την ευθύνη για την υποτονική οικονομική ανάπτυξη στην έλλειψη ζήτησης. Η αμερικανική κυβέρνηση προσπάθησε να διορθώσει το πρόβλημα αυτό μέσω δαπανών τόνωσης της οικονομίας (αν και η πόλωση στο Κογκρέσο περιόρισε αυτήν την προσέγγιση από το 2011 έως το 2017) και, το σημαντικότερο, μέσω της απόφασης της Fed να θέσει τα επιτόκια στο κατώτατο όριο και να διοχετεύσει τεράστια ποσότητα ρευστότητας στις αγορές. Στην προσέγγιση αυτή δόθηκαν αναβολικά, πρώτα με τις περικοπές δαπανών και φόρων της κυβέρνησης Τραμπ και στην συνέχεια με την έκτακτη στήριξη που χορήγησαν τόσο η κυβέρνηση Τραμπ όσο και η κυβέρνηση Μπάιντεν στα νοικοκυριά και τις εταιρείες κατά την διάρκεια της πανδημίας COVID-19 [5] -και όλα αυτά ενώ η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ πλημμύρισε το σύστημα με μετρητά.