Η ιστορική ευκαιρία του Μπάιντεν και του Μακρόν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ιστορική ευκαιρία του Μπάιντεν και του Μακρόν

Πώς η Γαλλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να χαλυβδώσουν την συμμαχία τους
Περίληψη: 

Μαζί, η Γαλλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να κάνουν πολλά για τη μεταρρύθμιση των διεθνών οργανισμών ώστε να εξυπηρετούν καλύτερα τις ανάγκες των φτωχών εθνών όσον αφορά την χρηματοδότηση του κλίματος, την επισιτιστική ασφάλεια, το χρέος, και πολλά άλλα ζητήματα.

Η MARIE JOURDAIN είναι επισκέπτρια ερευνήτρια στο Ευρωπαϊκό Κέντρο του Atlantic Council. Πριν από αυτό, εργαζόταν στην Γενική Διεύθυνση Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικής του γαλλικού Υπουργείου Άμυνας.
Η CELIA BELIN είναι μη μόνιμη ανώτερη συνεργάτις στο Κέντρο για τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη στο Ινστιτούτο Brookings.

Όταν ο Γάλλος πρόεδρος, Εμμανουέλ Μακρόν, πραγματοποίησε την πρώτη του επίσημη επίσκεψη στην Ουάσινγκτον το 2018, βρισκόταν στην μέση μιας φευγαλέας φιλίας με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και η διατλαντική συμμαχία βρισκόταν σε σύγχυση. Υπέρμαχος τόσο της πολυμέρειας όσο και του πραγματισμού, ο Γάλλος πρόεδρος είχε σκοπό να πείσει τον Τραμπ να παραμείνει στην πυρηνική συμφωνία του 2015 με το Ιράν και να διατηρήσει μια σημαντική στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στην βορειοανατολική Συρία -κανένα από τα δύο δεν επρόκειτο να γίνει.

29112022-1.jpg

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, και ο Γάλλος πρόεδρος, Εμμανουέλ Μακρόν, στην Σύνοδο Κορυφής του G7 στην Kruen της Γερμανίας, τον Ιούνιο του 2022. Ludovic Marin / Pool / Reuters
--------------------------------------------------

Η δεύτερη επίσημη επίσκεψη του Μακρόν, την 1η Δεκεμβρίου του 2022, θα πραγματοποιείτο σε ένα πολύ διαφορετικό πλαίσιο. Έγινε έναν χρόνο μετά την δημόσια διαμάχη μεταξύ της Γαλλίας και των Ηνωμένων Πολιτειών για τη νέα συμμαχία ασφαλείας των τελευταίων με την Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, γνωστή ως AUKUS, η οποία κόστισε στο Παρίσι μια πολύτιμη συμφωνία υποβρυχίων με την Καμπέρα, και σε μια εποχή ανανεωμένης διατλαντικής ενότητας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η ηγετική θέση των ΗΠΑ στην Ευρώπη έχει επιβεβαιωθεί, ενώ η ηγεσία της Γαλλίας (και της Γερμανίας) έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση. Το κέντρο βάρους της Ευρώπης έχει μετακινηθεί ανατολικά προς τα σύνορα του ΝΑΤΟ, ωθώντας την κύρια ανησυχία της Γαλλίας για την ασφάλεια -την τρομοκρατία των τζιχαντιστών από τη Μέση Ανατολή και την περιοχή Σαχέλ της Αφρικής- προς τα κάτω στην λίστα των προτεραιοτήτων. Ο Μακρόν επανεξελέγη τον Απρίλιο, αλλά έχασε την κοινοβουλευτική του πλειοψηφία. Και όπως οι περισσότεροι Ευρωπαίοι ηγέτες, αντιμετωπίζει την προοπτική ενός χειμώνα δυσαρέσκειας χάρη στις υψηλές τιμές της ενέργειας και την διαφαινόμενη ύφεση.

Η φιλοξενία του Μακρόν στον Λευκό Οίκο μπορεί να εκληφθεί ως ευγενική χειρονομία από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν. Εκείνος και ο Γάλλος ηγέτης έχουν καταβάλει προσπάθειες να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη μετά την έκρηξη της AUKUS, αλλά οι διοικήσεις τους παραμένουν σε κάποιο βαθμό σε αναντιστοιχία σε ζωτικά οικονομικά και στρατηγικά ζητήματα. Από την τελευταία επίσκεψη του Μακρόν στην Ουάσινγκτον, ο κόσμος έχει υποστεί μια σειρά σημαντικών αλλαγών -από μια παγκόσμια πανδημία μέχρι την επιστροφή του πολέμου στην Ευρώπη και την επικίνδυνη σύγκλιση της Κίνας και της Ρωσίας [1]- που αναγκάζουν τώρα τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους Ευρωπαίους συμμάχους τους να προσαρμόσουν τις συμμαχίες τους. Εκτός από την αντιμετώπιση άμεσων προβλημάτων, όπως οι ενεργειακές ελλείψεις και η σύγκρουση στην Ουκρανία, ο Μπάιντεν και ο Μακρόν διασφαλίζουν ότι η αμερικανο-γαλλική συμμαχία είναι έτοιμη για τα ακόμη μεγαλύτερα καθήκοντα που έρχονται: να διασφαλίσουν ότι η Ευρώπη μπορεί να ανασχέσει μια επιθετική Ρωσία και να μεταρρυθμίσουν τους διεθνείς θεσμούς ώστε να είναι πιο συμπεριληπτικοί, αποτελεσματικοί, και ανθεκτικοί απέναντι σε προκλήσεις όπως η άνοδος της Κίνας, η κλιματική αλλαγή, και οι τεχνολογικές απειλές.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑΤΟ

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, σε συνδυασμό με τον πυρηνικό εκφοβισμό της, υπογράμμισε ότι το ΝΑΤΟ παραμένει «το θεμέλιο και το ουσιαστικό πλαίσιο για την συλλογική ασφάλεια της Ευρώπης», όπως το έθεσε η κυβέρνηση Μακρόν στην εθνική στρατηγική αναθεώρηση που δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο. Μετά από χρόνια πίεσης για μια ισχυρότερη ευρωπαϊκή άμυνα, η Γαλλία έχει συμβιβαστεί με την πραγματικότητα ότι η αξιοπιστία της ως στρατιωτικός εταίρος εξαρτάται από την μεγαλύτερη εμπλοκή της στο ΝΑΤΟ. Η Γαλλία έχει αυξήσει την παρουσία και τις δυνατότητες των στρατευμάτων της στις χώρες της Βαλτικής και είναι πλέον «έθνος-πλαίσιο» για την θετική παρουσία του ΝΑΤΟ στην Ρουμανία, συντονίζοντας την εκπαίδευση και τις επιχειρήσεις των συμμαχικών στρατευμάτων που βρίσκονται εκεί. Ωστόσο, ορισμένες από τις μεγαλύτερες ανησυχίες της Γαλλίας σχετικά με την ευρωπαϊκή άμυνα δεν έχουν εξαφανιστεί πίσω από την καθησυχαστική ασπίδα των αμερικανικών εγγυήσεων ασφαλείας. Για παράδειγμα, οι Ευρωπαίοι παραμένουν διχασμένοι ως προς το τι θα πρέπει να σημαίνει στην πράξη ένας ισχυρότερος «ευρωπαϊκός πυλώνας» στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και ως προς το πώς θα απαντήσουν στις απειλές από μια ολοένα και πιο διεκδικητική Κίνα -διχασμοί που φέρνουν την Ουάσινγκτον και το Παρίσι σε αντίθετες πλευρές.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία αποκάλυψε τους κινδύνους της υπερβολικής εξάρτησης της Ευρώπης από τις Ηνωμένες Πολιτείες για την ασφάλεια. Εμποδισμένες από περιορισμένα στρατιωτικά αποθέματα και δημοσιονομικούς περιορισμούς, οι ευρωπαϊκές χώρες ήταν περισσότερο πρόθυμες παρά ικανές να παράσχουν στρατιωτική υποστήριξη στο Κίεβο. Τον Σεπτέμβριο, ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ, Josep Borrell, προειδοποίησε [2] ότι τα ευρωπαϊκά στρατιωτικά αποθέματα ήταν σε μεγάλο βαθμό «εξαντλημένα» και ότι πολλές χώρες αγωνίζονταν να ξαναγεμίσουν τα οπλοστάσιά τους. Από τα σχεδόν 39 δισεκατομμύρια ευρώ που είχαν δεσμευτεί ως βοήθεια για τον στρατό της Ουκρανίας μέχρι τις 3 Οκτωβρίου, σχεδόν 28 δισεκατομμύρια ευρώ είχαν προέλθει από τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με το Ινστιτούτο του Κιέλου [3].