Η αυγή της διπλωματίας των drones | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η αυγή της διπλωματίας των drones

Τα μη επανδρωμένα οχήματα ανατρέπουν το εμπόριο όπλων —και την ισορροπία δυνάμεων
Περίληψη: 

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να εξάγουν περισσότερα drones και συστήματα antidrone σε συμμάχους, ώστε να τους βοηθήσουν να δημιουργήσουν τα δικά τους προγράμματα drones, περιορίζοντας την πιθανότητα τα κράτη αυτά να στραφούν σε άλλους προμηθευτές.

Ο ERIK LIN-GREENBERG είναι επίκουρος καθηγητής Ανάπτυξης Σταδιοδρομίας στην έδρα Leo Marx στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης.

Τα ιρανικής κατασκευής μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) διαπερνούν πλέον συστηματικά τον ουρανό πάνω από το Κίεβο. Αλλού στην Ουκρανία, τουρκικής και αμερικανικής κατασκευής drones βοηθούν τις ουκρανικές δυνάμεις να στοχεύουν τα ρωσικά στρατεύματα. Οι επιχειρήσεις αυτές καταδεικνύουν τον αυξανόμενο ρόλο των τηλεκατευθυνόμενων όπλων στην μάχη. Η σύγκρουση αναδεικνύει επίσης πώς οι εξαγωγές drones έχουν γίνει όλο και περισσότερο ένα εργαλείο διπλωματίας.

21122022-1.jpg

Ένα drone στο Ιράν, τον Αύγουστο του 2022. Iranian Army / WANA (West Asia News Agency) / Handout
--------------------------------------------------------

Με την χρήση των drones σε άνοδο, τα κράτη έχουν επωφεληθεί από τις εξαγωγές drones για να αυξήσουν την παγκόσμια επιρροή τους. Σίγουρα, αυτό αποτελεί κομμάτι μιας καθιερωμένης τάσης: οι κυβερνήσεις έχουν από καιρό αξιοποιήσει τις εξαγωγές όπλων ως διπλωματικό εργαλείο. Πέρα από το να γεμίζουν τα κρατικά ταμεία και να καλύπτουν το κόστος Έρευνας και Ανάπτυξης, οι πωλήσεις όπλων βοηθούν τα κράτη να προωθήσουν την ατζέντα της εξωτερικής τους πολιτικής. Η πώληση ή η δωρεά όπλων σε ομοϊδεάτες εταίρους μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την απόσπαση παραχωρήσεων, την άσκηση επιρροής, την αντιμετώπιση αντιπάλων, και την ενίσχυση των στρατιωτικών δεσμών. Μια νέα εποχή του εμπορίου όπλων αναδύεται, στην οποία νέοι εξαγωγείς όπως το Ιράν και η Τουρκία εκτοπίζουν τους παραδοσιακούς προμηθευτές όπλων και χρησιμοποιούν τις εξαγωγές drones για να επεκτείνουν την επιρροή τους πέρα από τα σύνορά τους. Οι εξαγωγές αυτές απειλούν την επιρροή της Ουάσινγκτον και την ασφάλεια των εταίρων της. Για να παραμείνουν μπροστά, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ θα πρέπει να βοηθήσουν τους συμμάχους να δημιουργήσουν προγράμματα drones, αναπτύσσοντας παράλληλα προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση της απειλής των αντίπαλων drones.

ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΩΝ DRONES

Η διπλωματία των drones βρίσκεται σε άνοδο, επειδή ανταποκρίνεται σε μια αυξανόμενη ζήτηση. Οι διεθνείς ηγέτες πείθονται ολοένα και περισσότερο ότι οι αμυντικές και εξωτερικές πολιτικές φιλοδοξίες τους εξαρτώνται από την κατοχή τηλεκατευθυνόμενων όπλων. Τα drones έχουν αλλάξει τον χαρακτήρα των σύγχρονων συγκρούσεων, επιτρέποντας στα κράτη να προβάλλουν ισχύ, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τον κίνδυνο για το φίλιο προσωπικό. Κρατώντας τα πληρώματα μακριά από τις γραμμές του μετώπου, τα drones επιτρέπουν στις κυβερνήσεις να αναλαμβάνουν ριψοκίνδυνες αποστολές επίθεσης ή συλλογής πληροφοριών που διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να ξεκινήσουν. Η Ρωσία [1], για παράδειγμα, χρησιμοποιεί συχνά drones αντί για επανδρωμένα επιθετικά αεροσκάφη για να πλήξει καλά αμυνόμενους ουκρανικούς στόχους. Ταυτόχρονα, τα drones προσφέρουν αεροπορική υποστήριξη και πανοραμική θέα στις επίγειες δυνάμεις, που συχνά γέρνουν την πλάστιγγα κατά την διάρκεια των μαχών. Επιπλέον, τα drones είναι συνήθως φθηνότερα και ευκολότερα στην λειτουργία και την συντήρησή τους από τους πυραύλους ή τα επανδρωμένα αεροσκάφη ή τα αντικαθιστούν, κάνοντας απλούστερη την ενσωμάτωση των drones στις στρατιωτικές επιχειρήσεις των κρατών.

Η χρήση drones σε πρόσφατες συγκρούσεις έχει αποδειχθεί αποτελεσματική διαφήμιση. Πλάνα από την Ουκρανία και το Ναγκόρνο-Καραμπάχ -μια αμφισβητούμενη περιοχή για την οποία μάχονται η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν- παρουσίασαν drones να χτυπούν στόχους με φθηνό κόστος, ωθώντας άλλους στρατούς να προσθέσουν τηλεκατευθυνόμενα αεροσκάφη στο οπλοστάσιό τους. Ορισμένες χώρες έχουν δημιουργήσει εγχώρια προγράμματα drones, αλλά άλλες έχουν στραφεί σε διεθνείς προμηθευτές.

Οι παραδοσιακοί εξαγωγείς όπλων όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες αρχικά κυριάρχησαν στην παραγωγή drones με συστήματα όπως το MQ-9 Reaper. Όμως, οι εξαγωγικοί περιορισμοί, όπως το Καθεστώς Ελέγχου της Πυραυλικής Τεχνολογίας (Missile Technology Control Regime, MTCR), μια πολυμερής συμφωνία στην οποία συμμετέχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, περιόρισαν σημαντικά την πώληση των αμερικανικών drones, ακόμη και στους στενότερους συμμάχους της Ουάσινγκτον. Επιχειρήσεις από χώρες που δεν έχουν υπογράψει το MTCR, όπως η Κίνα και το Ισραήλ, παρενέβησαν με ενθουσιασμό για να καλύψουν το κενό και μπορούσαν να συμμετάσχουν σε ένα εν πολλοίς μη ρυθμιζόμενο εμπόριο.

Ταυτόχρονα, άλλα κράτη που παραδοσιακά δεν ήταν εξαγωγείς αεροσκαφών αύξησαν τα προγράμματα παραγωγής drones. Το Ιράν πούλησε drones σε άλλες χώρες και τα έθεσε στην διάθεση των πληρεξουσίων του στην Χεζμπολάχ και στους Χούτι. Ομοίως, το πρόγραμμα drones της Τουρκίας -που αναπτύχθηκε εν μέρει για να μειώσει την εξάρτηση από ξένους προμηθευτές όπλων- έγινε γρήγορα γνωστό με το όνομα Bayraktar TB2. Η Τουρκία [2] ανέπτυξε για πρώτη φορά το TB2 κατά των κουρδικών δυνάμεων στο Ιράκ και την Συρία. Σύντομα, βρέθηκε στις λίστες αγορών σχεδόν δύο δωδεκάδων χωρών στην Αφρική, την Κεντρική Ασία, την Ευρώπη, και τη Μέση Ανατολή.

ΑΓΟΡΑ ΕΥΝΟΪΚΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΩΛΗΤΕΣ