Η Ιαπωνία βγαίνει μπροστά | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Ιαπωνία βγαίνει μπροστά

Πώς οι αυξανόμενες απειλές στην Ασία έπεισαν το Τόκιο να εγκαταλείψει τα αμυντικά ταμπού του

Η Βόρεια Κορέα έχει γίνει επίσης πιο απειλητική. Έχει αυξήσει τον ρυθμό των πυραυλικών δοκιμών: πραγματοποίησε 86 δοκιμές φέτος, σε σύγκριση με το προηγούμενο υψηλό των 26 το 2019. Οι Ιάπωνες πολίτες έχουν αρχίσει να συνηθίζουν να ακούν σειρήνες και ανακοινώσεις που τους λένε να βρουν καταφύγιο, καθώς βορειοκορεατικοί πύραυλοι διασχίζουν τον εναέριο χώρο τους. Από το 2006, η Πιονγκγιάνγκ έχει πραγματοποιήσει έξι πυρηνικές δοκιμές, με τους ειδικούς να προειδοποιούν για μια έβδομη. Από ένα οπλοστάσιο που περιείχε μόνο μια χούφτα μικρές βόμβες σχάσης, η Βόρεια Κορέα σημειώνει πραγματική πρόοδο προς την ανάπτυξη πολύ ισχυρότερων θερμοπυρηνικών όπλων, και πρόσφατα άλλαξε το πυρηνικό της δόγμα για να επιτρέψει προληπτικά πλήγματα και την χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων στο πεδίο της μάχης.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία [5] έχει επίσης αλλάξει τις ιαπωνικές αντιλήψεις. Η κοινή γνώμη υποστήριξε σθεναρά την προσπάθεια επιβολής κυρώσεων κατά της Ρωσίας, και η επιτυχής άμυνα της Ουκρανίας κατά της εισβολής έφερε το μήνυμα της ανάγκης στρατιωτικής ετοιμότητας έναντι πιθανής επίθεσης.

Αυτές οι αυξανόμενες απειλές ώθησαν την ιαπωνική κυβέρνηση να προβεί σε ιστορικές αλλαγές στην πολιτική ασφαλείας της. Πρώτον, η νέα στρατηγική εθνικής ασφάλειας περίπου θα διπλασιάσει τον αμυντικό προϋπολογισμό κατά την επόμενη πενταετία. Η Ιαπωνία ξοδεύει σήμερα 54 δισεκατομμύρια δολάρια για την άμυνα, και η αλλαγή αυτή θα αυξήσει τις δαπάνες της για την άμυνα σε σχεδόν 80 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2027. Πρόκειται για μια εκπληκτική αλλαγή. Από το 1958 το Τόκιο έχει περιορίσει τον στρατιωτικό προϋπολογισμό του σε περίπου 1% του ΑΕΠ, ένα ανώτατο όριο που έγινε σύμβολο του [αυτό]περιορισμού της εθνικής του ασφάλειας, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας. Αν και δοκιμάστηκε όλα αυτά τα χρόνια από πολλούς συντηρητικούς ηγέτες, η κοινή γνώμη και οι προσπάθειες της αντιπολίτευσης διατήρησαν το ανώτατο όριο του 1% στην θέση του. Αλλά στο σημερινό πιο απειλητικό περιβάλλον, η ιαπωνική κοινή γνώμη υποστηρίζει την αύξηση των δαπανών. Η αλλαγή θα καταστήσει την Ιαπωνία (που σήμερα είναι ένατη στον κόσμο σε στρατιωτικές δαπάνες) την τρίτη χώρα με τις μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες στον κόσμο, πίσω μόνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα. Θα ξεπεράσει την Ινδία, την Σαουδική Αραβία, και τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις (αν και η Γερμανία έχει επίσης ανακοινώσει μια σημαντική αύξηση των αμυντικών δαπανών που μπορεί να την ανεβάσει σε αυτόν τον κατάλογο).

Δεύτερον, οι αυξανόμενες πυραυλικές ικανότητες της Κίνας και της Βόρειας Κορέας οδηγούν το Τόκιο στην μετατόπιση από το να βασίζεται αποκλειστικά στην αντιπυραυλική άμυνα στο να υιοθετήσει επίσης ικανότητες «αντεπίθεσης». Σε περίπτωση πολέμου στην Κορέα ή την Ταϊβάν, ο αντίπαλος πιθανότατα θα στοχεύσει ιαπωνικές βάσεις για να εξουδετερώσει βασικά αεροδρόμια που χρησιμοποιούνται από τις αμερικανικές δυνάμεις. Δεδομένης της συσσώρευσης των πυραυλικών δυνατοτήτων τόσο στην Κίνα όσο και στην Βόρεια Κορέα, ο πρωθυπουργός, Fumio Kishida, και άλλοι Ιάπωνες ηγέτες φοβούνται ότι η υφιστάμενη πυραυλική άμυνα της Ιαπωνίας δεν είναι πλέον επαρκής. Έτσι, η κυβέρνηση στρέφεται στην έννοια της αντεπίθεσης.

Μια ικανότητα αντεπίθεσης θα επέτρεπε στην Ιαπωνία, αν χτυπηθεί από εχθρικούς πυραύλους, να ανταποδώσει κατά των εχθρικών εκτοξευτών πυραύλων και των εγκαταστάσεων διοίκησης και ελέγχου για να αποτρέψει περαιτέρω επιθέσεις. Ο Kishida έχει ζητήσει από τις Ηνωμένες Πολιτείες να πουλήσουν στην Ιαπωνία 500 πυραύλους Tomahawk, οι οποίοι θα επέτρεπαν στην Ιαπωνία να προσεγγίσει στόχους σε όλη την Βόρεια Κορέα και σε κοντινά τμήματα της Κίνας. Η Ουάσινγκτον έχει συμφωνήσει στην πώληση -ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, χαρακτήρισε το Τόκιο «αγοραστή υψηλής προτεραιότητας». Οι Επίγειες Δυνάμεις Αυτοάμυνας της Ιαπωνίας εργάζονται επίσης για την επέκταση της εμβέλειας του πυραύλου εδάφους-επιφανείας Type 12, με τις επικαιροποιημένες εκδόσεις να αναμένεται να αναπτυχθούν το 2026.

Οι Ιάπωνες ηγέτες συζητούν τέτοιες δυνατότητες εδώ και δεκαετίες. Το 1956, ο πρωθυπουργός του LDP, Hatoyama Ichiro, υποστήριξε ότι οι αντεπιθέσεις ήταν αμυντικές και επομένως νόμιμες. «Δεν νομίζω ότι το σύνταγμα σημαίνει ότι απλά καθόμαστε και περιμένουμε τον θάνατο», δήλωσε. Όμως η εγχώρια αντιπολίτευση εξουδετέρωσε την προσπάθειά του για αλλαγή. Σήμερα η περιοχή είναι διαφορετική, το ίδιο και η ιαπωνική πολιτική. Ακόμα και ο εταίρος του συνασπισμού του LDP, το Komeito -που αυτοπροσδιορίζεται ως ειρηνιστικό- υποστηρίζει την κίνηση απόκτησης δυνατοτήτων αντεπίθεσης λόγω των αυξανόμενων περιφερειακών απειλών, αν και οι βουλευτές του υποστηρίζουν μια σειρά περιορισμών όσον αφορά τους στόχους και τις συνθήκες υπό τις οποίες θα μπορούσαν να εξαπολυθούν πλήγματα.

Αυτές οι ιστορικές κινήσεις έρχονται εν μέσω μεγαλύτερης ιαπωνικής συνεργασίας με περιφερειακούς εταίρους. Οι διμερείς σχέσεις με τη Νότια Κορέα [6] είναι εδώ και καιρό τεταμένες, ιδίως μετά την διαμάχη σχετικά με την ετυμηγορία του Ανώτατου Δικαστηρίου της Νότιας Κορέας το 2018 σχετικά με την χρήση από την Ιαπωνία καταναγκαστικής εργασίας την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο, ως απάντηση στον επιταχυνόμενο ρυθμό των πυραυλικών δοκιμών της Βόρειας Κορέας, οι ηγέτες της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας έχουν εκφράσει ενδιαφέρον για την συνέχιση μιας συμφωνίας ανταλλαγής πληροφοριών που είχε εγκαταλειφθεί στο παρελθόν. Τα δύο έθνη έχουν επίσης αυξήσει τις διμερείς ασκήσεις πυραυλικής άμυνας με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το Τόκιο και η Σεούλ εξακολουθούν να έχουν μια εδαφική διαμάχη, η οποία επηρέασε την αντίδραση της Σεούλ στην ιστορική ανακοίνωση της Ιαπωνίας. Αν και οι δύο χώρες δεν μπορούν ακόμη να συμφωνήσουν για το αν θα ονομάζουν το υδάτινο σώμα που μοιράζονται Θάλασσα της Ιαπωνίας ή Ανατολική Θάλασσα, συμφώνησαν να στείλουν τους στόλους τους εκεί τον Οκτώβριο για να διεξάγουν τριμερείς ασκήσεις αντιπυραυλικής άμυνας με τις Ηνωμένες Πολιτείες.