Μην απομονώνετε την Βόρεια Κορέα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μην απομονώνετε την Βόρεια Κορέα

Γιατί θα ήταν λάθος άλλη μια εκστρατεία πίεσης

Η έντονη στρατιωτική δραστηριότητα της Βόρειας Κορέας φέτος την έχει επαναφέρει στο διεθνές προσκήνιο. Εγκλωβισμένη σε ένα διπλωματικό αδιέξοδο με τις Ηνωμένες Πολιτείες και σε μια αυτοεπιβαλλόμενη καραντίνα λόγω της COVID-19 από τις αρχές του 2020, η απομονωμένη χώρα έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από 60 δοκιμές βαλλιστικών πυραύλων, το υψηλότερο ετήσιο σύνολό της, συμπεριλαμβανομένων των μεγαλύτερων και μακρύτερων εκτοξεύσεών της μέχρι σήμερα. Τον Σεπτέμβριο, η Βόρεια Κορέα κατοχύρωσε σε έναν νέο νόμο το δικαίωμα να χρησιμοποιεί προληπτικά πυρηνικά πλήγματα για την προστασία της. Και υπάρχει αυξανόμενος φόβος ότι η χώρα θα πραγματοποιήσει μια έβδομη πυρηνική δοκιμή στο εγγύς μέλλον -την πρώτη της από το 2017.

28122022-1.jpg

Εκτόξευση διηπειρωτικού βαλλιστικού πυραύλου στην Βόρεια Κορέα, τον Νοέμβριο του 2022. KCNA / Reuters
---------------------------------------------

Αυτή η προκλητική συμπεριφορά έχει κάνει τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους να αναζητούν τα κατάλληλα αντίμετρα. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, τόνισε την ανάγκη να επιβληθούν πρόσθετες κυρώσεις και να ενισχυθούν οι δυνατότητες άμυνας και αποτροπής «ώστε να μην μένουμε στάσιμοι μπροστά στις προκλήσεις». Τον Οκτώβριο, ο Cho Hyun-dong, υψηλόβαθμος αξιωματούχος του Υπουργείου Εξωτερικών της Νότιας Κορέας, προχώρησε ακόμη περισσότερο, υποσχόμενος μια «απαράμιλλης κλίμακας απάντηση» [1] εάν η Βόρεια Κορέα προχωρούσε σε μια πυροδότηση [πυρηνικών]. Εν τω μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Νότια Κορέα απάντησαν αυξάνοντας τις κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και τις αποτρεπτικές επιδείξεις τους, όπως η ανάπτυξη του [πυρηνικού αεροπλανοφόρου] USS Ronald Reagan κοντά στην κορεατική χερσόνησο.

Αυτή η κρίση που εξελίσσεται σε αργή κίνηση έχει συμβάλει στο αίσθημα πολλών αναλυτών στην Ουάσινγκτον ότι η πολιτική της «αποπυρηνικοποίησης» -στην οποία η Πιονγκγιάνγκ θα συμφωνούσε να εγκαταλείψει το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων- έχει αποτύχει. Αντ' αυτού, υποστηρίζει το στρατόπεδο αυτό, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να αποδεχθούν την Βόρεια Κορέα ως πυρηνικό κράτος.

Αλλά η εγκατάλειψη της αποπυρηνικοποίησης είναι ακόμη πρόωρη για διάφορους λόγους. Η Πιονγκγιάνγκ δεν έχει διατυπώσει ρητά την αποδοχή του πυρηνικού καθεστώτος της από τις ΗΠΑ ως προϋπόθεση για την επιστροφή στις συνομιλίες, παρά μόνο ότι η Ουάσινγκτον πρέπει να εγκαταλείψει την «εχθρική» [2] πολιτική της, η οποία δικαιολόγησε εξαρχής την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων από την Βόρεια Κορέα. Επίσης, μπορεί η Βόρεια Κορέα να ανακοίνωσε πρόσφατα ότι δεν θα διαπραγματευτεί ποτέ τα πυρηνικά όπλα της, αλλά προέβη σε αυτόν τον ισχυρισμό και στο παρελθόν, μόνο και μόνο για να δεσμευτεί εκ νέου για αποπυρηνικοποίηση στην δήλωση της Σιγκαπούρης το 2018, μια συμφωνία την οποία δεν έχει ακόμη αποκηρύξει. Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν ακόμη εξαντλήσει το φάσμα των πολλά υποσχόμενων επιλογών για να πείσουν την Πιονγκγιάνγκ να συμπεριφερθεί καλύτερα. Η επίσημη αναγνώριση της Βόρειας Κορέας ως χώρας με πυρηνικά όπλα θα μπορούσε επίσης να επιταχύνει την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων στη Νότια Κορέα, την Ιαπωνία, και άλλες χώρες. Ίσως το πιο σημαντικό, από αμερικανική πολιτική άποψη, η αποδοχή του πυρηνικού καθεστώτος της Βόρειας Κορέας θα ήταν μη βιώσιμο, καθώς θα σήμαινε ουσιαστικά την εξομάλυνση των διπλωματικών και οικονομικών σχέσεων με ένα πυρηνικό κράτος-παρία -κάτι που το Κογκρέσο δεν θα υποστήριζε ποτέ. Και έτσι η αποπυρηνικοποίηση πρέπει να παραμείνει ένας στόχος της αμερικανικής πολιτικής, έστω και αν πρόκειται για έναν φιλόδοξο, μακροπρόθεσμο στόχο ή ένα φύλλο συκής, ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα μιας τελικής συμφωνίας με την Βόρεια Κορέα και το καθεστώς μη διάδοσης [των πυρηνικών όπλων].

Σήμερα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να επικεντρωθούν στην εκπόνηση ενός νέου σχεδίου για την επιστροφή της Βόρειας Κορέας [3] στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Δεν είναι σαφές το γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν να βασίζονται σε μια πιεστική, καταναγκαστική προσέγγιση που έχει αποτύχει να βελτιώσει την ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους. Κατά την διάρκεια των τελευταίων 15 ετών, η Βόρεια Κορέα έχει εξελιχθεί από μια υποτυπωδώς σε μια πλήρως εξοπλισμένη χώρα με πυρηνικά όπλα. Επιπλέον, οι σχέσεις ΗΠΑ-Βόρειας Κορέας έχουν επιδεινωθεί από ελπιδοφόρες σε ανύπαρκτες. Υπάρχει ελάχιστη αμοιβαία κατανόηση ή εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο χωρών και οι μεταξύ τους εντάσεις συμβάλλουν σε μια επιταχυνόμενη περιφερειακή κούρσα εξοπλισμών που αυξάνει τον κίνδυνο πυρηνικού πολέμου. Σχεδόν 70 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου της Κορέας, έχει περάσει προ πολλού η ώρα για να αλλάξουν στάση οι Ηνωμένες Πολιτείες. Θα πρέπει να προχωρήσουν σε μια επίθεση ειρήνης για να επιστρέψουν στις συνομιλίες, με στόχο την παράλληλη επιδίωξη της ειρηνικής συνύπαρξης και της αποπυρηνικοποίησης.

ΜΙΑ ΑΠΟΤΥΧΗΜΕΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Από το τέλος του πολέμου της Κορέας το 1953, οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετώπισαν την Βόρεια Κορέα κυρίως μέσω της διπλωματικής απομόνωσης, της οικονομικής πίεσης, και της στρατιωτικής αποτροπής. Η Πιονγκγιάνγκ άρχισε να επιδιώκει διμερείς συνομιλίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες την δεκαετία του 1970 για να αντικαταστήσει την εκεχειρία, που τερμάτισε τον πόλεμο, με μια ειρηνευτική συμφωνία, αλλά η Ουάσινγκτον παρέμεινε επιφυλακτική απέναντι στην Βόρεια Κορέα και την επιθυμία της να απομακρύνει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Νότια Κορέα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούσαν επίσης να διαχειριστούν τις σχέσεις με την σύμμαχό τους Νότια Κορέα, η οποία δεν ήθελε να αποκλειστεί από τις συνομιλίες, καθώς και ευρύτερα στρατηγικά ζητήματα που σχετίζονταν με τον Ψυχρό Πόλεμο [4].

Η Ουάσινγκτον άρχισε τελικά να συνομιλεί με την Πιονγκγιάνγκ το 1992, αφότου η Βόρεια Κορέα άρχισε να αναπτύσσει πρόγραμμα πυρηνικών όπλων, γεγονός που οδήγησε σε μια περίοδο συνεχών -αν και ταραχωδών- διαπραγματεύσεων κατά τα επόμενα 16 χρόνια. Η επαρκής πρόοδος όσον αφορά την αποπυρηνικοποίηση οδήγησε τελικά σε διάφορα ορόσημα στην βελτίωση των σχέσεων, συμπεριλαμβανομένης μιας πρότασης για ειρηνευτικές συνομιλίες το 1996 από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον [5], και τον πρόεδρο της Νότιας Κορέας, Κιμ Γιονγκ Σαμ, αμοιβαίες επισκέψεις του αντιπτέραρχου της Βόρειας Κορέας, Τζο Μιόνγκ Ροκ, και της υπουργού Εξωτερικών, Μαντλίν Ολμπράιτ, το 2000, καθώς και μια παράσταση της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης στην Πιονγκγιάνγκ το 2008.

Μέχρι το 2009, ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέστρεψαν στην θέση του βαθύ σκεπτικισμού. Μετά την κατάρρευση των εξαμερών συνομιλιών και την δεύτερη πυρηνική δοκιμή της Βόρειας Κορέας τον Μάιο του ίδιου έτους, ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Γκέιτς, προειδοποίησε κατά του «να αγοράσουμε το ίδιο άλογο δύο φορές» [6] και πρότεινε στις Ηνωμένες Πολιτείες να αυξήσουν την πίεση στην Πιονγκγιάνγκ. Τον Δεκέμβριο [του 2009], η υπουργός Εξωτερικών, Χίλαρι Κλίντον, υποστήριξε μια πολιτική «στρατηγικής υπομονής» [7] ώστε να περιμένουν για συνομιλίες με τους όρους που προτιμούν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Οι δύο πλευρές επανέλαβαν τελικά τις διαπραγματεύσεις το 2011 με αποκορύφωμα την συμφωνία του Φεβρουαρίου του 2012 για την «Leap Day», βάσει της οποίας η Βόρεια Κορέα συμφώνησε να σταματήσει προσωρινά τις δοκιμές όπλων και τις πυρηνικές δραστηριότητές της, αλλά δύο μήνες αργότερα, μια εκτόξευση βορειοκορεατικού δορυφόρου για τον εορτασμό της 100ής επετείου των γενεθλίων του ιδρυτή της χώρας, Κιμ Ιλ Σουνγκ, ματαίωσε την συμφωνία.

Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν κουραστεί από την τάση της Πιονγκγιάνγκ για ακροσφαλή διπλωματία και την απροθυμία της για αποπυρηνικοποίηση. Έχουν τιμωρηθεί, επίσης, από την κενή περιεχομένου σύνοδο κορυφής που έλαβε χώρα μεταξύ του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ [8], και του Βορειοκορεάτη ηγέτη, Κιμ Γιονγκ Ουν [9]. Σήμερα, η Ουάσινγκτον φαίνεται να έχει παραιτηθεί από την διαχείριση του προβλήματος της Βόρειας Κορέας αντί να προσπαθεί να το λύσει. Εκτός από τις σύντομες διαπραγματεύσεις το 2011-12 και το 2018-19, τρεις διαδοχικές αμερικανικές διοικήσεις έχουν βασιστεί σε μια παγκόσμια εκστρατεία πίεσης για να σφίξουν τη μέγγενη στην Βόρεια Κορέα, ενώ σταματούν μόλις πριν υποκινήσουν έναν πόλεμο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έπεισαν χώρες να υποβαθμίσουν τις διπλωματικές σχέσεις [τους] με την Βόρεια Κορέα, αύξησαν την στρατιωτική αποτρεπτική τους στάση, αύξησαν τα μέτρα απαγόρευσης και επιβολής του νόμου, και απέκοψαν την πρόσβαση της Βόρειας Κορέας στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα που βασίζεται στο δολάριο. Η Ουάσινγκτον πρωτοστάτησε επίσης στην επιβολή σημαντικών πολυμερών κυρώσεων στην Βόρεια Κορέα το 2016 και το 2017. Τα μέτρα αυτά απαγόρευσαν όλες τις δημοσίως αναφερόμενες εξαγωγές της χώρας, όπως ο άνθρακας, τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, και τα θαλασσινά.

Η προσέγγιση αυτή πέτυχε την επίτευξη περιορισμένων στόχων. Η κορεατική χερσόνησος έχει αποφύγει τον πόλεμο, και οι διασυνοριακές συγκρούσεις έχουν περιοριστεί σε σχετικά μικρά επεισόδια, όπως ο βομβαρδισμός της νήσου Yeonpyeong από την Βόρεια Κορέα το 2010, και σε προκλήσεις που είναι πιο δύσκολο να αποδοθούν [σε κάποια πλευρά συγκεκριμένα], όπως ένα περιστατικό το 2015, όταν νάρκες εδάφους εξερράγησαν εντός της αποστρατιωτικοποιημένης ζώνης, τραυματίζοντας δύο Νοτιοκορεάτες στρατιώτες. Επιπλέον, η ικανότητα του καθεστώτος Κιμ να παράγει σκληρό συνάλλαγμα, τουλάχιστον με νόμιμα μέσα, έχει περιοριστεί σημαντικά. Οι εξαγωγές της Βόρειας Κορέας προς την Κίνα [10], τον κύριο εμπορικό της εταίρο, μειώθηκαν κατά 88% σε 209 εκατομμύρια δολάρια το 2018 και μειώθηκαν κατά ακόμη 78% σε 48 εκατομμύρια δολάρια το 2020, ως αποτέλεσμα των μέτρων αποκλεισμού της χώρας λόγω της πανδημίας.

Από την άλλη πλευρά, η προσέγγιση των Ηνωμένων Πολιτειών έχει αποτύχει στην υλοποίηση πολλών άλλων σημαντικών στόχων. Η κραυγαλέα αποτυχία είναι η συνεχιζόμενη κατοχή από την Βόρεια Κορέα αρκετού σχάσιμου υλικού για την παραγωγή περίπου 50 πυρηνικών όπλων και η ικανότητα κατασκευής ακόμη έξι κάθε χρόνο. Η εκστρατεία πίεσης δεν έχει επίσης αποτρέψει την Βόρεια Κορέα από την διεξαγωγή σταδιακά επιτυχημένων δοκιμών πυρηνικών συσκευών μεγαλύτερης απόδοσης και διαφόρων μηχανισμών εκτόξευσης, συμπεριλαμβανομένων βαλλιστικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς, φορτίων πολλαπλών κεφαλών, κινητών εκτοξευτών, και υποβρύχιων συστημάτων. Επίσης, δεν εμπόδισε την Βόρεια Κορέα να χρησιμοποιεί παράνομα μέσα για την παράκαμψη των κυρώσεων, όπως το κρυφό λαθρεμπόριο, τις μεταφορές από πλοίο σε πλοίο, και την κυβερνοκλοπή.

Ίσως η πιο ανησυχητική πτυχή της έλλειψης προόδου των Ηνωμένων Πολιτειών είναι η αδυναμία τους να βελτιώσουν τις διπλωματικές σχέσεις και να ενισχύσουν την αμοιβαία κατανόηση με την Βόρεια Κορέα. Δεδομένου ότι η Πιονγκγιάνγκ είναι ανασφαλής, απομονωμένη, και εξαθλιωμένη -αλλά και πυρηνικά οπλισμένη- η Ουάσινγκτον θα πρέπει να λάβει μέτρα για την ενίσχυση της δέσμευσης, τη μείωση των λανθασμένων αντιλήψεων, και την οικοδόμηση αμοιβαίας εμπιστοσύνης, ώστε να μειωθούν οι κίνδυνοι ενός πυρηνικού πολέμου. Εάν η απειλή είναι συνάρτηση της πρόθεσης και των δυνατοτήτων, και οι δυνατότητες έχουν γίνει δυσεπίλυτες, τότε είναι επιτακτική ανάγκη οι Ηνωμένες Πολιτείες να μετριάσουν την αρνητική πρόθεση της Βόρειας Κορέας. Για τον σκοπό αυτό, η απομόνωση, η πίεση, και η αποτροπή είναι ακατάλληλα εργαλεία.

ΕΜΠΛΑΚΕΙΤΕ

Τριάντα χρόνια εμπειρικών στοιχείων δείχνουν ότι, αν και η πίεση μπορεί να προκαλέσει πόνο στη Βόρεια Κορέα, δεν προκαλεί θετική συμπεριφορά. Αντίθετα, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες εφαρμόζουν μια επιθετική πολιτική κατά της Βόρειας Κορέας, αυτή αντιδρά αρνητικά. Από τον Φεβρουάριο του 2012 έως τον Απρίλιο του 2018, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πραγματοποίησαν καμία επίσημη διαπραγμάτευση με την Βόρεια Κορέα -η μεγαλύτερη απουσία διμερούς εμπλοκής κατά την διάρκεια των τελευταίων τριών δεκαετιών- και αντ' αυτού ξεκίνησαν μια εντατικοποιημένη εκστρατεία πίεσης. Ειδικότερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες απάντησαν στον βορειοκορεατικό τυχοδιωκτισμό το 2012 και το 2013 αυξάνοντας τον αριθμό των πτήσεων βομβαρδιστικών B-2 και B-52, στέλνοντας μια ομάδα κρούσης αεροπλανοφόρου στη Νότια Κορέα, και αποστέλλοντας ένα πυρηνικό υποβρύχιο να επισκεφθεί τη νοτιοανατολική πόλη Jinhae. Κατά την διάρκεια εκείνης της περιόδου, ωστόσο, η Βόρεια Κορέα αντέδρασε με τις μεγαλύτερες προόδους στο πρόγραμμα πυρηνικών όπλων της, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων πυρηνικών δοκιμών και πάνω από 90 δοκιμών βαλλιστικών πυραύλων [11]. Σήμερα, οι κυβερνήσεις του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, και του προέδρου της Νότιας Κορέας, Γιουν Σουκ-γιόλ, έχουν υιοθετήσει μια σχεδόν πανομοιότυπη προσέγγιση, συμφωνώντας να «επεκτείνουν την κλίμακα και το πεδίο εφαρμογής των συνδυασμένων στρατιωτικών ασκήσεων» [12] και να «αναπτύξουν στρατηγικά στρατιωτικά μέσα των ΗΠΑ». Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Βόρεια Κορέα έχει ξεκινήσει το ιστορικό της ξεφάντωμα δοκιμών πυραύλων.

Αντίθετα, όταν η Ουάσινγκτον εμπλέκεται με την Πιονγκγιάνγκ, τα στοιχεία δείχνουν ότι η Βόρεια Κορέα τείνει να συμπεριφέρεται καλύτερα -όχι τέλεια, αλλά καλύτερα. Μια μελέτη του 2017 [13] από το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών διαπίστωσε μια ισχυρή συσχέτιση μεταξύ της εμπλοκής και της μείωσης των βορειοκορεατικών προκλήσεων. Δείτε την περίοδο μεταξύ 1994 και 2002, όταν οι δύο χώρες συμμορφώθηκαν με το Συμφωνημένο Πλαίσιο (μια συμφωνία στην οποία η Πιονγκγιάνγκ πάγωσε τις πυρηνικές της δραστηριότητες στην κύρια τοποθεσία της Yongbyon με αντάλλαγμα βαρύ μαζούτ και πολιτικούς πυρηνικούς αντιδραστήρες) και συμμετείχαν σε ειρηνευτικές και πυραυλικές συνομιλίες. Η Βόρεια Κορέα πραγματοποίησε μόνο μια πυραυλική δοκιμή και δεν επανεπεξεργάστηκε πλουτώνιο. Ή πάρτε το 2011-12 και το 2018-19, όταν οι δύο πλευρές συμμετείχαν σε διαπραγματεύσεις. Η Βόρεια Κορέα απέφυγε τις πυρηνικές και πυραυλικές δοκιμές. Ο ίδιος ο Κιμ έχει αναγνωρίσει αυτήν την αμοιβαία σχέση, λέγοντας το 2021 ότι η Βόρεια Κορέα θα προσεγγίσει τις Ηνωμένες Πολιτείες με βάση την αρχή «ισχύς για ισχύ και καλή θέληση για καλή θέληση» [14].

Η εμπλοκή είναι σαφώς επιθυμητή. Πώς όμως οι δύο χώρες θα επιστρέψουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων; Το μοτίβο του παρελθόντος δεν είναι ενθαρρυντικό. Η Πιονγκγιάνγκ επεδίωκε ευνοϊκές συνομιλίες μέσω του εκφοβισμού, και στην συνέχεια η Ουάσινγκτον ανταπέδιδε με την δική της στρατιωτική ευελιξία, φέρνοντας και τις δύο χώρες στα πρόθυρα του πολέμου, πριν η Ουάσινγκτον εμπλακεί προσεκτικά για να αποτρέψει την καταστροφή. Ο στόχος σήμερα θα πρέπει να είναι να παραλειφθεί η περιττή ακροσφαλής πολιτική και να προχωρήσουμε άμεσα σε διαπραγματεύσεις. Όπως είναι κατανοητό, η κυβέρνηση Μπάιντεν [15] υποστηρίζει ότι έχει ήδη προσεγγίσει την Βόρεια Κορέα πολλές φορές, χωρίς αποτέλεσμα. Από την οπτική γωνία της Βόρειας Κορέας, ωστόσο, η προσέγγιση των ΗΠΑ ίσως να φαίνεται ανειλικρινής, όταν η συνολική στάση των ΗΠΑ σηματοδοτεί εχθρότητα. Ο Μπάιντεν δήλωσε στο Κογκρέσο το 2021 ότι θα αντιμετωπίσει την Βόρεια Κορέα μέσω της «διπλωματίας καθώς και της αυστηρής αποτροπής» [16], κάτι που η Βόρεια Κορέα εξέλαβε ως επιτιμητική συνέχιση της «εχθρικής» πολιτικής των ΗΠΑ. Ένα χρόνο αργότερα, η απόφαση του Μπάιντεν και του Γιουν στην Σεούλ να επεκτείνουν τα μέτρα αποτροπής, τα οποία η Πιονγκγιάνγκ θεωρεί απειλητικά, ενίσχυσε την αντίληψη της ανειλικρίνειας. Όταν ρωτήθηκε κατά την διάρκεια της συνόδου κορυφής τον Μάιο αν είχε κάποιο μήνυμα για τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας, ο Μπάιντεν απάντησε λακωνικά: «Γεια. Τελεία και παύλα». [17]

ΠΗΓΑΙΝΕΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΙ ΜΕ ΜΕΓΑΛΟΘΥΜΙΑ

Αντί παθητικά να φοβάται μια πυρηνική δοκιμή ως τετελεσμένο γεγονός, η κυβέρνηση Μπάιντεν θα πρέπει να προσφέρει προβλεπτικά τολμηρά μέτρα για να δελεάσει την Βόρεια Κορέα να επιστρέψει στις συνομιλίες. Ένα σώμα βιβλιογραφίας υποδεικνύει ότι οι μονομερείς συμφιλιωτικές χειρονομίες [18] μπορούν να βοηθήσουν στην διάλυση της δυσπιστίας και να ωθήσουν την προσέγγιση, ιδίως όταν προσφέρονται πρώτα από την ισχυρότερη χώρα. Ο μελετητής, Charles Kupchan [19], έχει υποστηρίξει [20] ότι η σχετική ισχύς εκείνου που ξεκινά [τις προσπάθειες] τον τοποθετεί σε καλύτερη θέση να κάνει υποχωρήσεις καθώς έχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο ότι μπορεί να αντέξει το κόστος εάν το κράτος-στόχος δεν ανταποκριθεί. Στην προκειμένη περίπτωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν τα ισχυρότερα διπλωματικά, οικονομικά, και στρατιωτικά θεμέλια στον κόσμο, ιδίως σε συνδυασμό με εκείνα της Νότιας Κορέας. Αυτό θα πρέπει να τους επιτρέπει να αναλαμβάνουν διπλωματικά ρίσκα.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα μπορούσε να ξεκινήσει με την ανακοίνωση μιας νέας προσέγγισης που θα αναζωογονεί ξεκάθαρα την δέσμευση των δύο χωρών στην δήλωση της Σιγκαπούρης για την εγκαθίδρυση νέων σχέσεων ΗΠΑ-Βόρειας Κορέας. Αυτή η πολιτική θα πρέπει να συνοδεύεται από ξεκάθαρες συμφιλιωτικές χειρονομίες -για παράδειγμα, ένα μορατόριουμ στην ανάπτυξη στρατηγικών μέσων των ΗΠΑ. Η Ουάσινγκτον θα μπορούσε επίσης να μειώσει προσωρινά τις στρατιωτικές ασκήσεις, να δείξει προθυμία να κηρύξει τον τερματισμό του πολέμου της Κορέας, να προσφέρει ελάφρυνση των κυρώσεων με αντάλλαγμα ανάλογα μέτρα αποπυρηνικοποίησης, να τερματίσει την απαγόρευση ταξιδιών Αμερικανών πολιτών στην Βόρεια Κορέα, και να παράσχει ανθρωπιστική βοήθεια και εμβόλια COVID-19. Ταυτόχρονα, ο Μπάιντεν θα μπορούσε να εκφράσει καλή πίστη και να δελεάσει τον Κιμ με την προσφορά μιας συνόδου κορυφής σε μια επιστολή. Τα περισσότερα από αυτά τα μέτρα είχαν ήδη εφαρμοστεί ή βρίσκονταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τον Τραμπ και κανένα δεν θα υπονόμευε ουσιαστικά την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Αυτή η προσέγγιση θα διατηρούσε επίσης την αποπυρηνικοποίηση ως μακροπρόθεσμο στόχο των ΗΠΑ, αλλά δεν θα την απαιτούσε ως άμεση παραχώρηση για την προσαρμογή των ΗΠΑ.

Αυτές οι κινήσεις έχουν τους κινδύνους τους, αλλά μπορούν να μετριαστούν. Η εφαρμογή των λεγόμενων διατάξεων snapback -ρήτρες που επιβάλλουν εκ νέου κυρώσεις εάν μια χώρα δεν συμμορφωθεί με μια συμφωνία- όταν προσφέρεται ελάφρυνση των κυρώσεων προστατεύει από τον κίνδυνο μη συμμόρφωσης. Μια δήλωση λήξης του πολέμου θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης ώστε να μην έχει νομικές συνέπειες για την συμφωνία εκεχειρίας και την Διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών -την υπό την ηγεσία των ΗΠΑ διεθνή δύναμη που πολέμησε κατά της Βόρειας Κορέας και της Κίνας κατά την διάρκεια του πολέμου της Κορέας, της οποίας η νομιμότητα αμφισβητείται από την Βόρεια Κορέα, την Κίνα, και την Ρωσία- μέχρι να επιτευχθούν ορισμένα ορόσημα ασφαλείας. Οι στρατιωτικές ασκήσεις ΗΠΑ-Νότιας Κορέας θα μπορούσαν να περιοριστούν [21] για να μειωθούν οι προκλητικές πτυχές τους, όπως η ανάπτυξη ομάδων κρούσης αεροπλανοφόρων και στρατηγικών βομβαρδιστικών και οι απειλές για «χτυπήματα αποκεφαλισμού» [22] κατά της βορειοκορεατικής ηγεσίας, χωρίς να θυσιαστεί ουσιαστικά η στρατιωτική ετοιμότητα. Αλλά τελικά, η Ουάσινγκτον πρέπει να αναλάβει υπολογισμένους κινδύνους για να ξεφύγει από το σημερινό τέλμα.

Υπάρχει προηγούμενο για μονομερείς χειρονομίες των ΗΠΑ που οδηγούν σε αποκλιμάκωση. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέσυραν τα πυρηνικά όπλα από τη Νότια Κορέα, ανέστειλαν τις κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, και διεξήγαγαν συνομιλίες σε υψηλόβαθμο επίπεδο με την Βόρεια Κορέα -όλα αυτά οδήγησαν την Πιονγκγιάνγκ να υπογράψει σημαντικές συμφωνίες διπλωματίας, αποπυρηνικοποίησης, και πυρηνικών διασφαλίσεων. Το 2018, ομοίως, ο Τραμπ συναντήθηκε με τον Κιμ και ανέστειλε τις συνδυασμένες στρατιωτικές ασκήσεις. Και οι δύο αποφάσεις θεωρήθηκαν ως σημαντικές παραχωρήσεις, αλλά επέτρεψαν την υλοποίηση της δήλωσης της Σιγκαπούρης.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα πρέπει να προσφέρει στην Βόρεια Κορέα ένα πιο ολοκληρωμένο και λιγότερο διφορούμενο κλαδί ελιάς για να μετατρέψει τον φαύλο κύκλο των προκλήσεων σε έναν ενάρετο κύκλο προσαρμογής. Η αποπυρηνικοποίηση της Βόρειας Κορέας μπορεί κάλλιστα να είναι ένας ανέφικτος στόχος, αλλά αν συμβεί, δεν θα γίνει με εξαναγκασμό. Παρά την σκληρή του στάση, ο Γιουν έχει ήδη αναγνωρίσει την ανάγκη για μια πιο γενναία έκκληση μέσω κινήτρων, έχοντας προσφέρει στον Κιμ ένα «τολμηρό» [23] σχέδιο που θα παρείχε σημαντικά οικονομικά κίνητρα και κίνητρα ασφαλείας με αντάλλαγμα την πρόοδο στην αποπυρηνικοποίηση. Αλλά η Βόρεια Κορέα χλεύασε την πρόταση, αναγνωρίζοντας σωστά ότι μόνο η Ουάσινγκτον, όχι η Σεούλ, μπορεί να εγγυηθεί αυτό που πραγματικά θέλει η Πιονγκγιάνγκ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν την ευκαιρία να προσφέρουν κάτι που είναι πραγματικά τολμηρό αλλά και προς το συμφέρον τους: μια ώθηση για την ειρήνη.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.nbcnews.com/news/world/us-allies-warn-unparalleled-response-...
[2] https://www.cnbc.com/2021/03/17/north-korea-says-wont-restart-talks-unti...
[3] https://www.foreignaffairs.com/regions/north-korea
[4] https://www.foreignaffairs.com/tags/cold-war
[5] https://www.foreignaffairs.com/topics/clinton-administration
[6] https://www.nbcnews.com/id/wbna31007296
[7] https://www.reuters.com/article/us-korea-north/u-s-envoy-gains-some-grou...
[8] https://www.foreignaffairs.com/topics/trump-administration
[9] https://www.foreignaffairs.com/tags/kim-jong-un
[10] https://www.foreignaffairs.com/regions/china
[11] https://missilethreat.csis.org/north-korea-missile-launches-1984-present/
[12] https://www.whitehouse.gov/briefing-room/statements-releases/2022/05/21/...
[13] https://beyondparallel.csis.org/25-years-of-negotiations-provocations/
[14] https://www.ncnk.org/resources/publications/kju_8th_party_congress_speec...
[15] https://www.foreignaffairs.com/topics/biden-administration
[16] https://www.whitehouse.gov/briefing-room/speeches-remarks/2021/04/29/rem...
[17] https://thehill.com/homenews/administration/3497042-biden-offers-brief-m...
[18] https://www.belfercenter.org/publication/bold-initiatives-reduce-tension...
[19] https://www.foreignaffairs.com/authors/charles-kupchan
[20] https://www.amazon.com/How-Enemies-Become-Friends-International/dp/06911....
[21] https://www.38north.org/2018/06/wmckinney061318/
[22] https://www.reuters.com/world/asia-pacific/kim-jong-uns-decapitation-fea...
[23] https://www.koreaherald.com/view.php?ud=20220815000240

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/north-korea/dont-isolate-north-korea

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition