Ο μακροχρόνιος πόλεμος στην Ουκρανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο μακροχρόνιος πόλεμος στην Ουκρανία

Η Δύση πρέπει να σχεδιάσει για μια παρατεταμένη σύγκρουση με την Ρωσία

Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήταν γεμάτος εκπλήξεις. Παρά την δημόσια αποκάλυψη πληροφοριών από την κυβέρνηση Μπάιντεν που έδειχνε τις προετοιμασίες της Μόσχας για μια εισβολή, πολλοί έμειναν έκπληκτοι που η Ρωσία χρησιμοποίησε πάνω από 175.000 στρατιώτες για να επιτεθεί σε μια γειτονική χώρα που δεν της είχε κάνει κακό ούτε αποτελούσε με οποιονδήποτε τρόπο απειλή για την ασφάλειά της. Και ακόμη και για εκείνους που ανέμεναν μια εισβολή πλήρους κλίμακας, τα γεγονότα δεν εξελίχθηκαν όπως αναμενόταν: πολλοί εξεπλάγησαν που η Ρωσία απέτυχε να αναλάβει γρήγορα τον έλεγχο της Ουκρανίας και να ανατρέψει την κυβέρνησή της. Σε αντίθεση με τις προσδοκίες, ο στρατός της Ρωσίας ταλαιπωρήθηκε από αδύναμα και βαθιά προβληματικά σχεδιασμό, επικοινωνίες, και επιμελητεία, γεγονός που επέτρεψε στις κατά πολύ υποδεέστερες και ισχνότερες ουκρανικές δυνάμεις να ανακόψουν την ρωσική προέλαση προς το Κίεβο. Και στην συνέχεια, με την βοήθεια Δυτικής στρατιωτικής βοήθειας και βοήθειας επί των πληροφοριών σε μια κλίμακα αδιανόητη πριν από τον Φεβρουάριο, η Ουκρανία συνέχισε να εκπλήσσει τον κόσμο αλλάζοντας την πορεία του πολέμου κατά την διάρκεια του καλοκαιριού και ανακαταλαμβάνοντας περίπου το ήμισυ των εδαφών που είχε χάσει στην αρχική ρωσική επίθεση. Εν τω μεταξύ, η Δύση μπόρεσε να επιφέρει, με εκπληκτική αποφασιστικότητα και ενότητα σκοπού, ένα τιμωρητικό οικονομικό πλήγμα στην Ρωσία. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη ήταν η προθυμία της Ευρώπης να τερματίσει την εξάρτησή της από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, με ένα κόστος που λίγοι πίστευαν ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα ήταν πρόθυμες να επωμιστούν.

Αν και οι ουκρανικές δυνάμεις κατάφεραν να σημειώσουν δραματικά κέρδη στις αρχές του φθινοπώρου του 2022 και δεν έδειξαν κανένα σημάδι ότι θα σταματούσαν τον αγώνα, η δυναμική του πολέμου άλλαξε και πάλι τους τελευταίους μήνες του έτους. Η Ουκρανία εισέρχεται στο 2023 ταλαιπωρημένη και βαθιά πληγωμένη, κυρίως από τις αδιάκοπες πυραυλικές επιθέσεις της Ρωσίας κατά του δικτύου ηλεκτροδότησης και άλλων μη στρατιωτικών υποδομών της. Μαζί με, σύμφωνα με πληροφορίες, περισσότερους από εκατό χιλιάδες Ρώσους στρατιώτες, τεράστιος αριθμός ουκρανικού στρατιωτικού προσωπικού και αμάχων έχουν σκοτωθεί στον πόλεμο. Επιπλέον, σε αντίθεση με τους πρώτους 10 μήνες του πολέμου, πιθανόν να μην υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στις τρέχουσες γραμμές αντιπαράθεσης τους επόμενους μήνες. Πρώτον, η Ρωσία δεν διαθέτει το ανθρώπινο δυναμικό και το υλικό για να περάσει στην επίθεση οποτεδήποτε σύντομα, και οι επιθέσεις της με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη εναντίον των πολιτικών υποδομών της Ουκρανίας έχουν μόνο σκληρύνει την αποφασιστικότητα των Ουκρανών να αντισταθούν. Ταυτόχρονα, η Ουκρανία θα δυσκολεύεται όλο και περισσότερο να παραβιάσει τις ρωσικές άμυνες με αποδεκτό κόστος. Οι ουκρανικές δυνάμεις ίσως να συνεχίσουν να εξαπολύουν επιτυχείς επιθέσεις μέσω συγκεκριμένων ρωσικών γραμμών, για παράδειγμα, στο Νότο προς τη Μελιτόπολη και την Αζοφική Θάλασσα. Αλλά αν η ρωσική άμυνα δεν καταρρεύσει εντελώς, η Ουκρανία δεν έχει το ανθρώπινο δυναμικό για να διατηρήσει τέτοια κέρδη για πολύ χωρίς να εκτεθεί σε ρωσικές αντεπιθέσεις αλλού.

Από το φθινόπωρο, οι Δυτικοί σχεδιαστές στρατηγικής προσπάθησαν να προλάβουν ένα στρατιωτικό αδιέξοδο με δύο τρόπους. Κάποιοι, όπως οι ηγέτες αρκετών χωρών της Βαλτικής, έχουν ζητήσει να εξοπλιστεί το Κίεβο με περισσότερα βαρέα όπλα που θα χρειαζόταν για να εκδιώξει τις ρωσικές δυνάμεις από όλο το ουκρανικό έδαφος -άλλοι, όπως ο Mark Milley, αρχηγός του αμερικανικού Γενικού Επιτελείου, έχουν προτείνει στους πολιτικούς ηγέτες της Ουκρανίας να εξετάσουν μια λύση με διαπραγματεύσεις που δεν θα ισοδυναμεί με πλήρη νίκη, αλλά τουλάχιστον θα τερματίσει τις μάχες. Καμία από τις δύο προσεγγίσεις δεν έχει πολλές πιθανότητες επιτυχίας.

Υπάρχει ένα όριο στο τι μπορούν και τι θα παράσχουν η Ουάσινγκτον και οι σύμμαχοί της σε όπλα και στρατιωτική βοήθεια. Μέρος αυτού του ορίου είναι η πραγματικότητα ότι ακόμη και οι Ηνωμένες Πολιτείες εξαντλούν τις πλεονάζουσες δυνατότητες που μπορούν να παράσχουν στην Ουκρανία. Πάρτε τα βλήματα πυροβολικού. Τον περασμένο χρόνο [2], η Ουκρανία εκτόξευσε τόσα από αυτά σε μια εβδομάδα όσα μπορούν να παράγουν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε έναν μήνα. Παρόμοιες ελλείψεις υπάρχουν και για πιο προηγμένα όπλα. Η Γερμανία έστειλε το σύγχρονο σύστημα αεράμυνας IRIS-T στην Ουκρανία τον Οκτώβριο, αλλά δυσκολεύεται να προμηθεύσει την ποσότητα πυραύλων εδάφους-αέρος που είναι απαραίτητη για να διατηρήσει η Ουκρανία μια αποτελεσματική άμυνα. Δεδομένης της εκτεταμένης στρατιωτικής βοήθειας που έχει ήδη παράσχει και της μείωσης των διαθέσιμων προμηθειών, η Δύση είναι πιθανό να στείλει στην Ουκρανία σημαντικά μικρότερη ποσότητα οπλισμού τους επόμενους έξι μήνες από όση τους τελευταίους έξι μήνες.

Εκτός από τους περιορισμούς εφοδιασμού, η Ουάσιγκτον και οι σύμμαχοί της έχουν επίσης καθυστερήσει να παράσχουν ορισμένα εξελιγμένα όπλα στην Ουκρανία λόγω της εκτεταμένης εκπαίδευσης που θα απαιτείτο και του κινδύνου ότι τα όπλα αυτά θα μπορούσαν να πέσουν στα χέρια της Ρωσίας εάν χρησιμοποιούντο στο θέατρο του πολέμου. Τα μαχητικά αεροσκάφη, από τα F-16 έως τα μοντέλα νεότερης γενιάς, εμπίπτουν στην πρώτη κατηγορία. Στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν εξελιγμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, όπως το Grey Eagle, τα οποία, εάν καταληφθούν από τις ρωσικές δυνάμεις, θα δώσουν στην Ρωσία κρίσιμες πληροφορίες για τις στρατιωτικές δυνατότητες και την τεχνολογία των ΗΠΑ.