Η ραγδαία επιδείνωση των ιρανο-τουρκικών σχέσεων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ραγδαία επιδείνωση των ιρανο-τουρκικών σχέσεων

Πώς οι δυο χώρες διατηρούν μια μακροχρόνια ακροσφαλή ισορροπία*
Περίληψη: 

Aτενίζοντας τις ιρανο-τουρκικές σχέσεις, σοφό θα ήταν να μη λαμβάνει κανείς τοις μετρητοίς την προσφώνηση «φίλος» που χρησιμοποιούν συχνά μεταξύ τους οι Ιρανοί κι οι Τούρκοι αξιωματούχοι.

Ο ΑΛΕΞΗΣ ΛΕΚΑΚΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΙΟΣ είναι υποψήφιος διδάκτωρ Ιρανικής Εξωτερικής Πολιτικής στο τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου κι υπότροφος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ). Στο πλαίσιο της υπό εκπόνηση διατριβής του, έχει πραγματοποιήσει επιτόπια έρευνα στην Τεχεράνη.

Οι φίλοι μερικές φορές είναι εχθροί, κι οι εχθροί φίλοι [1]
Τζελαλεντίν Ρουμί (1207-1273)

Η τριμερής συνάντηση Ιράν-Ρωσίας-Τουρκίας που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στην Τεχεράνη, αποτέλεσε την 7η σύνοδο κορυφής των εγγυητριών δυνάμεων της ειρηνευτικής διαδικασίας της Αστάνα για την Συρία [2]. Παρενθετικά, οφείλεται να διευκρινισθεί ότι, αν κι ο Τούρκος πρόεδρος προσφώνησε τους δύο ομόλογούς του ως αγαπητούς αδελφούς [3], η τριμερής δεν ήταν μια συνάντηση συμμάχων ή ενός ενιαίου αντιδυτικού μετώπου, όπως εσφαλμένα έσπευσαν να υποστηρίξουν με εύπεπτο και συνάμα απλουστευτικό τρόπο ορισμένα ανοικείωτα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Απεναντίας, ο μηχανισμός της Αστάνα αποσκοπεί προπαντός να διευθετήσει τα εν πολλοίς αντικρουόμενα συμφέροντα των ανωτέρω τριών χωρών στην Συρία, οι οποίες συνιστούν τους κύριους εμπλεκόμενους διεθνείς δρώντες στην πολύπαθη αραβική χώρα.

15012023-1.jpg

Ο Ιρανός πρόεδρος, Χασάν Ροχανί, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, και ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, συναντώνται στο θέρετρο Σότσι της Ρωσίας, στις 14 Φεβρουαρίου 2019. Sergei Chirikov/Pool via REUTERS
---------------------------------------------------------------

Επιστρέφοντας στο υπό διερεύνηση θέμα, δύναται να υποστηριχθεί ότι ένα από τα σημαντικότερα αποτελέσματα της συνδιασκέψεως της Τεχεράνης είναι η τρόπον τινά επιβεβαίωση της ραγδαίας επιδείνωσης των ιρανο-τουρκικών σχέσεων δια στόματος του αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ. Ειδικότερα, ο Ανώτατος Ηγέτης του Ιράν, αν και συνήθως αρέσκεται να τηρεί τον ιδιαίτερο ιρανικό κώδικα ευγένειας, περσιστί τάαροφ, στις διά ζώσης συνομιλίες του με ηγέτες ξένων κρατών, επιφύλαξε μια ιδιαιτέρως σκληρή υποδοχή στον Τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κατά την συνάντησή τους που πραγματοποιήθηκε προτού ξεκινήσει η σύνοδος κορυφής της τριμερούς. Τουτέστιν, δεν δίστασε να θέσει επί τάπητος, απερίφραστα και χωρίς να αναλωθεί σε καθιερωμένες διπλωματικές αβρότητες ή πομφόλυγες, σχεδόν όλες τις βασικές διαφορές της χώρας του με την Τουρκία, γεγονός που καθιστά καταφανές το πόσο έχουν επιβαρυνθεί οι διμερείς σχέσεις τους τα τελευταία δύο έτη. Αν και το τελευταίο χρονικό διάστημα υπήρχε διάχυτη η παραδοχή τόσο στην ιρανική όσο και στην τουρκική πολιτικο-στρατιωτική και πνευματική ελίτ πως οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών δεν διάγουν τις καλύτερες ημέρες τους, το γεγονός και μόνο ότι o Χαμενεΐ στις δημοσιευθείσες δηλώσεις του επικεντρώθηκε περισσότερο στις διαφορές παρά στις συγκλίσεις έχει ξεχωριστή συμβολική και πρακτική σημασία. Άλλωστε, δεν υπάρχει κατατοπιστικότερος οδηγός για την κατανόηση της εκάστοτε κατεύθυνσης της ιρανικής εξωτερικής πολιτικής από τις καθαυτές δηλώσεις του Ανώτατου Ηγέτη, διότι αυτός αποφασίζει -σε συνεννόηση με το Συμβούλιο Διάκρισης του Συμφέροντος του Συστήματος- την υψηλή στρατηγική της χώρας του.

ΤΑ 3+3 ΣΗΜΕΙΑ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΙΡΑΝ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ

Ανάμεσα στα αποσπάσματα της συνομιλίας των δύο ανδρών, τα οποία δημοσιεύθηκαν στην επίσημη ιστοσελίδα του Αλί Χαμενεΐ αλλά και στον λογαριασμό του στο Twitter, χρήζουν ξεχωριστής διερεύνησης τρία σημεία που ανέδειξε ο Ιρανός Ηγέτης, καθότι είναι ενδεικτικά για την τρέχουσα επιβαρυμένη κατάσταση των ιρανο-τουρκικών σχέσεων.

Πρώτον, όπως αναμενόταν, ο Αλί Χαμενεΐ έκανε εκτενή αναφορά στο φλέγον ζήτημα της Συρίας, κατά την οποία προειδοποίησε τον Ερντογάν ότι «η διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας είναι πολύ σημαντική. Οποιαδήποτε στρατιωτική επίθεση στην Συρία θα ήταν επιζήμια για την Συρία, επιζήμια για την Τουρκία, κι επιζήμια για την περιοχή, και θα ήταν προς όφελος των τρομοκρατών» [4]. Συνέχισε λέγοντας ότι «θεωρούμε την ασφάλεια της Τουρκίας και των συνόρων της ως την δική μας ασφάλεια. Θα πρέπει κι εσείς να θεωρήσετε την ασφάλεια της Συρίας ως την δική σας ασφάλεια. Τα ζητήματα της Συρίας πρέπει να διευθετηθούν μέσω διαπραγματεύσεων. Το Ιράν, η Τουρκία, η Συρία, κι η Ρωσία θα πρέπει να επιλύσουν αυτά τα ζητήματα μέσω διαλόγου» [5]. Κατ’ ουσίαν, ο Ανώτατος Ηγέτης απείλησε την Τουρκία με αντίποινα, εφόσον η τελευταία προβεί σε νέα εισβολή στην Συρία. Εξάλλου, στην τελευταία τουρκική εισβολή στην Συρία, την υπ’ αριθμόν τέταρτη, που έλαβε χώρα στα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου του 2020, στρατιωτικές δυνάμεις των δύο χωρών συγκρούστηκαν. Μάλιστα, ένας Ιρανός πρέσβυς επί τιμή εξέφρασε εσχάτως την πεποίθηση ότι μια νέα τουρκική εισβολή θα επιφέρει ανάλογη κλιμάκωση, τονίζοντας ότι «μια σύγκρουση μεταξύ του Ιράν και της Τουρκίας είναι πολύ πιθανή [στην Συρία] και μια τέτοια σύγκρουση θα οδηγούσε σε συρράξεις μεταξύ των στρατευμάτων των δύο χωρών» [6].

Ποιο, όμως, είναι το διακύβευμα του Ιράν στην βόρεια Συρία, ούτως ώστε να αντιτίθεται τόσο σφοδρά σε μια ενδεχόμενη νέα τουρκική εισβολή; Η Τεχεράνη ανησυχεί ότι μια τέτοιου είδους στρατιωτική επιχείρηση θα απειλήσει δύο σιιτικές πόλεις, τις Νούμπλ και Αλ Ζαχρά, καθότι βρίσκονται κοντά στο Τελ Ριφάατ [7], μια περιοχή που μαζί με τη Μανμπίτζ έχουν τεθεί δημοσίως από τον Τούρκο πρόεδρο ως οι βασικοί στόχοι της σχεδιαζόμενης τουρκικής επίθεσης [8]. Με άλλα λόγια, σε περίπτωση τουρκικής εισβολής στην βόρεια Συρία, εν προκειμένω στο Τελ Ριφάατ, το Ιράν φοβάται ότι οι υποστηριζόμενες από την Τουρκία σουνιτικές αντικαθεστωτικές δυνάμεις, αφού πρώτα καταλάβουν το Τελ Ριφάατ, θα επιχειρήσουν ύστερα να πράξουν αναλόγως στις δύο σιιτικές πόλεις [9], κάτι άλλωστε που προσπάθησαν ανεπιτυχώς το 2012-2016.