Η Κίνα δεν έχει εγκαταλείψει την Πρωτοβουλία «Ζώνη και Οδός» | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Κίνα δεν έχει εγκαταλείψει την Πρωτοβουλία «Ζώνη και Οδός»

Το σχέδιο αναπτυξιακής βοήθειας του Πεκίνου είναι λιγότερο φανταχτερό -αλλά όχι λιγότερο φιλόδοξο

Ωστόσο, οι επενδύσεις της Κίνας σε υποδομές είχαν ένα τίμημα. Όπως έδειξε έρευνα του Διεθνούς Ρεπουμπλικανικού Ινστιτούτου (International Republican Institute, IRI) και άλλων, οι ηγέτες που τείνουν προς τον αυταρχισμό χρησιμοποίησαν την BRI όχι μόνο για την χρηματοδότηση έργων υποδομής αλλά και ως οικονομικό στήριγμα για τις χειρότερες αντιδημοκρατικές τους παρορμήσεις, γνωρίζοντας με ασφάλεια ότι μπορούσαν να ακολουθήσουν αυταρχικές πολιτικές χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο την οικονομική υποστήριξη του Πεκίνου. Το 2016, για παράδειγμα, η Κίνα προσέφερε στον πρωθυπουργό της Μαλαισίας, Νατζίμπ Ραζάκ, που τότε βρισκόταν στο επίκεντρο ενός διογκούμενου σκανδάλου διαφθοράς, βοήθεια για την κατασκοπεία των επικριτών των προγραμμάτων BRI εντός της κυβέρνησής του -μια προσφορά που φέρεται να ενέκρινε ο ίδιος ο Σι.

Στην πραγματικότητα, η προοπτική οικονομικής υποστήριξης μεγάλης κλίμακας από την Κίνα φαίνεται να έχει εμψυχώσει τους επίδοξους αυταρχικούς σε όλο τον κόσμο -μια δυναμική που το Πεκίνο έχει ενθαρρύνει. Η έρευνα του IRI, για παράδειγμα, έχει τεκμηριώσει πώς το Πεκίνο συστηματικά προβάλλει την προοπτική δανεισμού για να εδραιώσει τους δεσμούς με τον πρόεδρο του Σαλβαδόρ, Nayib Bukele, ο οποίος έχει ηγηθεί μιας επίθεσης στους δημοκρατικούς θεσμούς του Ελ Σαλβαδόρ από τότε που ανέβηκε στην προεδρία της χώρας το 2019. Μια παρόμοια δυναμική φαίνεται να διαδραματίζεται στις Νήσους Σολομώντος, όπου ο πρόεδρος, Manasseh Sogavare, προχώρησε πρόσφατα σε τροποποίηση του συντάγματος της χώρας για να παρατείνει την εξουσία του, ενισχυμένος από την προοπτική συνεχιζόμενης στήριξης.

Αλλά παρόλο που πολλοί ανερχόμενοι αυταρχικοί μπορεί να εξακολουθούν να πιστεύουν ότι το Πεκίνο είναι έτοιμο να ανοίξει τα ταμεία του γι' αυτούς, η υποστήριξή του δεν είναι πλέον εγγυημένη. Τα στοιχεία από διάφορες πηγές δείχνουν ότι οι οικονομικές δεσμεύσεις της BRI έχουν επιβραδυνθεί δραματικά. Σύμφωνα με το Κέντρο Πολιτικής Παγκόσμιας Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου της Βοστώνης, οι δεσμεύσεις της Κίνας για κρατικό δανεισμό μειώθηκαν κατά ένα επιβλητικό 94% από το 2016 έως το 2019, από 75 δισεκατομμύρια δολάρια σε μόλις 3,9 δισεκατομμύρια δολάρια. Άλλα περιφερειακά και παγκόσμια σύνολα δεδομένων (data) επιβεβαιώνουν γενικά την κατεύθυνση και το μέγεθος της πτώσης. Μερικά στοιχεία από το 2020 και το 2021 υποδηλώνουν ότι η πανδημία COVID-19 ίσως να έχει μειώσει ακόμη περισσότερο τον δανεισμό της Κίνας: μια άλλη βάση δεδομένων (database) του Πανεπιστημίου της Βοστώνης που επικεντρώθηκε στις επενδύσεις BRI στην Αφρική, για παράδειγμα, δείχνει ότι το 2020, ο δανεισμός της Κίνας προς τις αφρικανικές κυβερνήσεις έπεσε στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2004.

Ωστόσο, αυτή η μείωση του δανεισμού, η οποία είχε ξεκινήσει ήδη από το 2017, δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στον οικονομικό όλεθρο που προκάλεσε η COVID-19. Αντίθετα, είναι το αποτέλεσμα ενός σύνθετου μείγματος αμοιβαία ενισχυόμενων παραγόντων τόσο εντός όσο και εκτός Κίνας. Μαζί, καθιστούν εξαιρετικά απίθανο ότι το Πεκίνο θα επιδιώξει να αναβιώσει σύντομα τον δανεισμό υποδομών της BRI στην προηγούμενη κλίμακα του.

ΟΧΙ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΗ ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΤΥΧΕΙ

Το μεγάλης κλίμακας πρόγραμμα δανεισμού της BRI έχει υποχωρήσει εν μέρει λόγω των αυξανόμενων αντιξοοτήτων, η πιο προφανής από τις οποίες είναι οι ίδιες οι υψηλού προφίλ αποτυχίες της πρωτοβουλίας. Σε πολλές περιπτώσεις, το Πεκίνο απλώς υπερεκτίμησε την ικανότητα της αναπτυξιακής του προσέγγισης με επίκεντρο τις υποδομές να ευδοκιμήσει σε ξένο έδαφος. Από το 2007 έως το 2014, για παράδειγμα, η Κίνα δάνεισε στην Σρι Λάνκα 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια για την κατασκευή ενός λιμανιού και ενός αεροδρομίου στη Hambantota -και τα δύο εξακολουθούν να παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άδεια σχεδόν μια δεκαετία αργότερα. Η οικονομία της Σρι Λάνκα εξακολουθεί να υποφέρει από το χρέος που συσσώρευσε κατά την διάρκεια εκείνης της περιόδου, και η Κίνα φαίνεται ότι θα παίξει τον ρόλο του καταστροφέα σε μια συμφωνία με το ΔΝΤ και άλλους διεθνείς πιστωτές που θα μπορούσε να δώσει στην [πρωτεύουσα] Κολόμπο μια πολυπόθητη ανακούφιση. Οι ηγέτες των χωρών που κάηκαν από τα αλαζονικά μεγαλεπήβολα έργα της BRI είναι δικαιολογημένα επιφυλακτικοί στο να υπογράψουν για άλλον έναν γύρο δανείων, και ο ενθουσιασμός για τις επενδυτικές πρωτοβουλίες της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας έχει μειωθεί μπροστά σε αυτές τις γκάφες.

Πολλοί παρατηρητές, ωστόσο, τείνουν να παραβλέπουν άλλους πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες στην ίδια την Κίνα, οι οποίοι έπαιξαν πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην επιβράδυνση του δανεισμού. Ο σημαντικότερος ήταν η εκ των άνωθεν αναθεώρηση το 2016-17 από τις οικονομικές ρυθμιστικές Αρχές της Κίνας των κανόνων που διέπουν και επιτρέπουν μεγάλα επενδυτικά και δανειοδοτικά έργα στο εξωτερικό, με ρητό σκοπό την δραματική μείωση του αριθμού και του μεγέθους των υπερπόντιων μεγαλεπήβολων έργων. Οι ρυθμιστικές Αρχές προχώρησαν σε αυτό το βήμα εν μέρει επειδή το κύμα εκροής κεφαλαίων κατά την κορύφωση της BRI αποσταθεροποιούσε την ευρύτερη μακροοικονομική σταθερότητα της Κίνας. Η BRI είχε επίσης συνδεθεί όλο και περισσότερο στο Πεκίνο με την παράνομη φυγή κεφαλαίων και τις σπάταλες, τις αλαζονικές δαπάνες στο εξωτερικό, καθώς οι εταιρείες με έδρα την Κίνα έβαζαν την ετικέτα BRI σε θεματικά πάρκα σε πλούσιες χώρες όπως η Γαλλία και όχι σε δημόσια έργα υποδομής σε αναπτυσσόμενες χώρες της Αφρικής και της Νότιας Ασίας.

Η ρυθμιστική αναθεώρηση είχε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα: η Κίνα ανέλαβε πολύ λιγότερα μεγάλης κλίμακας έργα δανεισμού τα χρόνια που ακολούθησαν. Η προσπάθεια του Πεκίνου να περιορίσει τις γιγαντιαίες ξένες επενδύσεις, σε συνδυασμό με την επιδείνωση της εγχώριας οικονομικής κατάστασης της Κίνας, υποδηλώνει ότι η επιστροφή στο status quo ante του σχεδόν απεριόριστου δανεισμού στο εξωτερικό φαίνεται στην καλύτερη περίπτωση απίθανη. Ο Σι φάνηκε να υποδηλώνει την στροφή σε μια κεντρική ομιλία προς τους Αφρικανούς ηγέτες στα τέλη του 2021, στην οποία δεν χρησιμοποίησε ούτε μια φορά τη λέξη «υποδομές».