Κινήσου γρήγορα και κέρδισε πράγματα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Κινήσου γρήγορα και κέρδισε πράγματα

ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ ΜΕΤΑ. Τι αποκάλυψε ο πόλεμος στην Ουκρανία για την πολιτική ικανότητα

Η Δυτική απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ήταν λιγότερο πρόβλημα στρατηγικής παρά τακτικής και εκτέλεσης. Μετά από έναν χρόνο μαχών, η βασική ιδέα —υποστήριξε την Ουκρανία και νίκησε την Ρωσία— έχει κρατήσει καλά˙ η υλοποίηση όχι. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η επιτυχημένη κρατική τέχνη (statecraft) έχει πολλά κοινά με την έννοια της αερομαχίας που διατυπώθηκε από τον πιλότο της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ και στρατιωτικό στοχαστή John Boyd τον 20ο αιώνα. Από την εμπειρία του στον πόλεμο της Κορέας και τις μετέπειτα μελέτες, ο Boyd κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πιλότοι μαχητικών πολεμούν σε έναν κύκλο τεσσάρων σταδίων: ένας πιλότος παρατηρεί τι συμβαίνει, προσανατολίζεται στο περιβάλλον, αποφασίζει τι να κάνει, και ενεργεί ανάλογα. Όσο πιο σφιχτός είναι ο κύκλος -όσο πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά κατακτάται κάθε στάδιο- τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες επιτυχίας και, πράγματι, επιβίωσης.

22022023-2.jpg

Ο Γερμανός υπουργός Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους, επισκέπτεται τανκς που θα σταλούν στην Ουκρανία, στο Augustdorf, στην Γερμανία, τον Φεβρουάριο του 2023. Benjamin Westhoff / Reuters / Foreign Affairs illustration
--------------------------------------------------------------

Καθ' όλη την διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία, η Δύση διέπρεψε στο πρώτο στάδιο του κύκλου του Boyd. Παρακολούθησε στενά την ρωσική [στρατιωτική] συσσώρευση γύρω από την Ουκρανία. Και πέρα από το πρώτο στάδιο, η Δύση έχει κάνει γενικά το σωστό –υποστηρίζοντας την Ουκρανία και επιβάλλοντας κυρώσεις στην Ρωσία. Αλλά ξανά και ξανά, χρειάστηκε πάρα πολύ χρόνο για να ενεργήσει, παρουσιάζοντας έλλειψη επείγοντος και ευκινησίας. Η διαδρομή από την παρατήρηση και την κατανόηση ως την απόφαση και την δράση ήταν οδυνηρά αργή. Στην πορεία, υπήρξαν πολλές χαμένες ευκαιρίες για να αποδυναμωθεί σοβαρά η Ρωσία και να μπορέσει η Ουκρανία να κερδίσει. Αυτό που έδειξε, λοιπόν, ένα έτος πολέμου είναι τα όρια της Δυτικής κρατικής διαχείρισης μπροστά στη μεγαλύτερη στρατιωτική πρόκληση που αντιμετώπισε η Ευρώπη, και σε κάποιο βαθμό ολόκληρος ο ελεύθερος κόσμος, μετά τον Ψυχρό Πόλεμο.

ΔΥΤΙΚΕΣ ΑΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ

Όταν οι ρωσικές δυνάμεις άρχισαν να προετοιμάζονται για πόλεμο, τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2022, το πρώτο στάδιο του Boyd, η παρατήρηση, δεν ήταν δύσκολη για την Δύση: οι υπηρεσίες πληροφοριών και οι ιδιωτικοί αναλυτές μπορούσαν να δουν τις ρωσικές δυνάμεις να αναπτύσσονται στην περιφέρεια της Ουκρανίας και να παρακολουθήσουν τις προετοιμασίες της Μόσχας για πόλεμο. Αλλά ήταν πιο δύσκολο για ορισμένους αναλυτές να προσανατολιστούν στην ιδέα μιας πλήρους κλίμακας εισβολής και να κατανοήσουν τους λόγους της Ρωσίας για τον πόλεμο. Εκείνη την εποχή, οι Δυτικοί ηγέτες αντιμετώπισαν την Ρωσία ως ένα κράτος με κανονικές ανησυχίες για την ασφάλεια -εν μέρει λόγω της επιρροής των συνηγόρων της Ρωσίας, οι οποίοι αποδέχονταν την θέση του Κρεμλίνου ότι η Ρωσία είχε κατά κάποιο τρόπο άδικη μεταχείριση όταν οι δικοί της ηγέτες, όχι Αμερικανοί ή Ευρωπαίοι, κατέστρεψαν την Σοβιετική Ένωση και διέλυσαν την αυτοκρατορία της. Το 1990, ο τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζέιμς Μπέικερ, σχολίασε απρόσεκτα στον Σοβιετικό ηγέτη, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί ούτε μια ίντσα προς τα ανατολικά. Οι Ρώσοι μετέτρεψαν την αποτυχία των Ηνωμένων Πολιτειών να υποστηρίξουν τούτο το σχόλιο, το οποίο δεν ήταν επίσημη πολιτική ή έγγραφο, σε αυτό που θεωρούν ως δικαιολογημένο παράπονο. Δεν είναι.

Επιπλέον, λίγοι ή καθόλου Δυτικοί ηγέτες έδωσαν επαρκή προσοχή στο άρθρο του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, «Για την ιστορική ενότητα Ρώσων και Ουκρανών», που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του 2021, περισσότερο από έξι μήνες πριν από την ρωσική εισβολή. Λίγοι ακόμη είδαν πόσο σοβαρά έλαβε ο Πούτιν την απειλή της μετάδοσης της δημοκρατίας στο καθεστώς του. Τον Δεκέμβριο του 2021, ο Πούτιν κάλεσε την Ευρώπη να διαλύσει την τάξη ασφαλείας της. Παρόλα αυτά, πολλοί Δυτικοί ηγέτες δεν αποδέχθηκαν ότι είχαν να κάνουν με έναν άνθρωπο που δεν στόχευε τίποτα λιγότερο από την αποκατάσταση μιας ρωσικής αυτοκρατορίας βασισμένης στον σοβινισμό, την απολυταρχία, και την βία. Μερικοί από αυτούς ακόμα δυσκολεύονται να το δουν αυτό.

Επιπλέον, όταν μια εισβολή έγινε ολοένα και πιο βέβαιη, οι Δυτικοί αξιωματούχοι απέτυχαν να εκτιμήσουν με ακρίβεια την πιθανή πορεία του επικείμενου πολέμου. Αφέθηκαν να πειστούν από ειδικούς (των οποίων οι ερμηνείες δεν έχουν λάβει ακόμη την κριτική εξέταση που τους αξίζει) ότι οι ρωσικές δυνάμεις θα προχωρούσαν γρήγορα τουλάχιστον στο ανατολικό μισό, αν όχι στο σύνολο, της Ουκρανίας. Κάποιοι μάλιστα αμφέβαλαν ότι η αντάρτικη αντίσταση θα μπορούσε να συνεχιστεί. Αποδέχθηκαν την άποψη ότι ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Volodymyr Zelensky, θα παραδοθεί ή θα τραπεί σε φυγή -πράγματι, σύμφωνα με το Associated Press, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρόσφεραν βοήθεια στον Zelensky για να δραπετεύσει- και ότι οι περισσότεροι Ουκρανοί θα αποδέχονταν, έστω και δύσθυμα, την επανένταξή τους στην ρωσική αυτοκρατορία.

ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΞΕΚΙΝΑ ΝΩΡΙΣ, ΠΑΙΡΝΕΙ ΤΗ ΝΙΚΗ

Υπήρχε όμως ένας τρόπος με τον οποίο οι ηγέτες των ΗΠΑ επέδειξαν υποδειγματική κρατική διαχείριση στην αρχή του πολέμου –με το να εκθέσουν την ρωσική [στρατιωτική] συσσώρευση κατά μήκος των ουκρανικών συνόρων και προειδοποιώντας τόσο την Ουκρανία όσο και τους Δυτικούς συμμάχους για τις ρωσικές προθέσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι η προσπάθεια αυτή έγινε από τον William Burns, διευθυντή της CIA και έναν από τους καλύτερους διπλωμάτες της γενιάς του. Μοιράζοντας δημόσια πληροφορίες και ειδοποιώντας τον κόσμο για την στρατιωτική επέκταση της Ρωσίας, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δημιούργησε μια ενιαία Δυτική απάντηση στην Ρωσία, αποκατέστησε την δική της αξιοπιστία επί των πληροφοριών μετά τις αποτυχίες του πολέμου στο Ιράκ, και δημιούργησε μια ισχυρή βάση για τον εξοπλισμό των αμυντικών δυνάμεων της Ουκρανίας -δυνάμεις που ήταν, όπως πολλοί ανακάλυψαν έκπληκτοι, πρόθυμες να πολεμήσουν μέχρι θανάτου.

Κατά την διάρκεια των 12 μηνών από την εισβολή, η Δύση ακολούθησε γενικά τη σωστή πορεία, αλλά πολύ αργά. Οι υποστηρικτές της Ουκρανίας έχουν επανειλημμένα ανακαλύψει ότι οι Ουκρανοί μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν γρήγορα και αποτελεσματικά τα όπλα που τους έδιναν. Αυτό το μάθημα μαθεύτηκε για πρώτη φορά με τα φορητά αντιαρματικά και αντιαεροπορικά όπλα, τα οποία παρασχέθηκαν σε μικρές ποσότητες τον Ιανουάριο του 2022˙ στην συνέχεια με αμερικανικό βαρύ πυροβολικό, με αρχή τον Απρίλιο του 2022˙ στην συνέχεια με πυραυλικά συστήματα μεσαίου βεληνεκούς, που στάλθηκαν για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 2022˙ και τέλος, με άρματα κύριας μάχης. Αλλά σε καμία από αυτές τις περιπτώσεις δεν είχαν προβλεφθεί επαρκώς οι ανάγκες της Ουκρανίας. Αντίθετα, η Δύση έσερνε τα πόδια της στο να παρέχει τα απαραίτητα εργαλεία και εκπαίδευση. Για παράδειγμα, η Γερμανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν συμφώνησαν να στείλουν άρματα μάχης στην Ουκρανία παρά τον Ιανουάριο του 2023, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα είναι έτοιμα για χρήση μέχρι αργά αυτή την άνοιξη —πιθανώς πολύ αργά για να κάνουν την διαφορά στις αναμενόμενες ρωσικές επιθέσεις στο τέλος του χειμώνα και στις αρχές της άνοιξης.

Στον πόλεμο, η αργή λήψη αποφάσεων σκοτώνει. Σε κάθε σύγκρουση, τα ρολόγια χτυπούν σε διαφορετικά σημεία και με διαφορετικούς ρυθμούς. Υπάρχουν ρολόγια που καθορίζονται από τις καιρικές συνθήκες και τις λασπώδεις εποχές, από την υπομονή των πολιορκημένων πληθυσμών, από τις εκλογές, από τους κύκλους εκπαίδευσης και επιστράτευσης των στρατευμάτων, από τις άμπωτες και τις παλίρροιες του δημόσιου και στρατιωτικού ηθικού, και από την προμήθεια όπλων και πυρομαχικών. Στην σφαίρα της απόφασης και της δράσης, η Δύση χάνει χρόνο συνεχώς, υπονομεύοντας όχι μόνο την ουκρανική υπόθεση αλλά και την δική της.

Για παράδειγμα, μεγάλης κλίμακας προγράμματα για την εκπαίδευση Ουκρανών στρατιωτών στην Γερμανία, την Πολωνία, και το Ηνωμένο Βασίλειο, όπως αυτά που ξεκίνησαν οι Βρετανοί τον Ιούλιο του 2022, θα μπορούσαν να είχαν δημιουργηθεί σε μεγάλη κλίμακα μήνες νωρίτερα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να είχαν βάλει συστήματα πυραύλων πυροβολικού υψηλής κινητικότητας (HIMARS) στην οδό προς την Ουκρανία μόλις ξεκίνησε ο πόλεμος και οι Ουκρανοί, που μαθαίνουν εξαιρετικά γρήγορα, θα μπορούσαν να ήταν εκπαιδευμένοι και έτοιμοι να τα χρησιμοποιήσουν μέχρι την στιγμή που ο πόλεμος μετατοπίστηκε ανατολικά το περασμένο καλοκαίρι. Μια υπό την διοίκηση των ΗΠΑ αποστολή στρατιωτικής βοήθειας θα μπορούσε να είχε στηθεί την περασμένη άνοιξη, με έδρα την Ανατολική Ευρώπη. Τα Δυτικά άρματα κύριας μάχης θα μπορούσαν να είχαν παραδοθεί το φθινόπωρο του 2022 -όταν η Ουκρανία βρισκόταν σε κίνηση και η Ρωσία δεν είχε συγκεντρώσει ακόμη περισσότερες δυνάμεις- όπως και οι πύραυλοι μεγάλου βεληνεκούς που χρειάζεται η Ουκρανία για να καταστρέψει την ρωσική επιμελητεία.

Οι Ουκρανοί, αντίθετα, ήταν γρήγοροι και ευέλικτοι, μαθαίνοντας μέσα σε λίγες εβδομάδες να χρησιμοποιούν οπλικά συστήματα που σε καιρό ειρήνης απαιτούν μήνες εκπαίδευσης. Σε αυτό, όπως και σε ορισμένες άλλες απόψεις, ο στρατός τους μοιάζει με τον στρατό του Ισραήλ μιας παλαιότερης εποχής — ευρηματικός, προσαρμόσιμος, όχι πάντα ο πιο ικανός ή ο καλύτερα εξοπλισμένος, αλλά ικανός να αυτοσχεδιάσει. Εξοπλισμένη με τα κατάλληλα όπλα, η Ουκρανία θα μπορούσε να είχε εκμεταλλευτεί περαιτέρω την κατάρρευση ρωσικών μονάδων κοντά στο Χάρκοβο τον Σεπτέμβριο του 2022 και να αποδυναμώσει ολόκληρη την ρωσική θέση στον νότο της Ουκρανίας. Και σήμερα, ένας ουκρανικός στρατός εξοπλισμένος με πυραυλικά συστήματα μεγάλου βεληνεκούς θα μπορούσε ήδη να διαλύει την υλικοτεχνική υποδομή από την οποία εξαρτώνται οι Ρώσοι εισβολείς. Αλλά η Ουκρανία έχει συγκρατηθεί από τους προστάτες της, οι οποίοι, δυστυχώς, είναι πολύ λιγότερο ευκίνητοι.

Ο ΠΑΡΑΓΩΝ ΦΟΒΟΣ

Η Δυτική πολιτική διαχείριση έχει σκοντάψει, εν μέρει, επειδή οι Δυτικοί ηγέτες έχουν δώσει υπερβολική αξιοπιστία στους φόβους τους για ρωσική κλιμάκωση -και πολύ χειρότερα, τους μεταδίδουν. Από τους πρώτους μήνες του πολέμου, αξιωματούχοι στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Δυτική Ευρώπη έχουν επανειλημμένα επιβεβαιώσει τους κινδύνους πιθανής πυρηνικής κλιμάκωσης από τη Μόσχα. Αυτά τα άγχη έχουν μεγαλοποιηθεί. Η χρήση πυρηνικών όπλων θα ήταν παράλογη και αντιπαραγωγική από την σκοπιά της Ρωσίας και θα παραβίαζε τα βασικά συμφέροντα του μόνου πραγματικού συμμάχου της, της Κίνας. Διαφημίζοντας τις ανησυχίες τους, οι πρόεδροι και οι πρωθυπουργοί -συμπεριλαμβανομένου του Γάλλου προέδρου, Εμμανουέλ Μακρόν, και του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν- προσκάλεσαν ακουσίως την Ρωσία να τους χειραγωγήσει.

Οι Δυτικοί στρατηγοί απέτυχαν επίσης να αξιολογήσουν με ακρίβεια το μέλλον της Ρωσίας. Ακόμη και ο Χένρι Κίσινγκερ, ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας και υπουργός Εξωτερικών, υποστήριξε το 2022 ότι παρά την «ροπή της Ρωσίας προς την βία», η χώρα έχει συμβάλει «στην παγκόσμια ισορροπία και στην ισορροπία δυνάμεων για πάνω από μισή χιλιετία». Αντιθέτως: ιστορικά, η Ρωσία όχι μόνο επεκτείνει σταθερά την αυτοκρατορία της, αλλά και επευφημεί τις κατακτήσεις. Αυτό το συναίσθημα είναι πράγματι πιο δυνατό από ποτέ.

Ο Ντμίτρι Τρένιν, ένας πρώην αξιωματικός των ρωσικών στρατιωτικών πληροφοριών που ηγήθηκε μιας δεξαμενής σκέψης με έδρα τις ΗΠΑ στη Μόσχα, είχε δίκιο όταν επεσήμανε ότι η σχέση της Ρωσίας με την Δύση σήμερα έχει διαρραγεί σε βαθμό συγκρίσιμο με την ρήξη που προκλήθηκε από την επανάσταση των Μπολσεβίκων, το 1917. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα μετά το 1989, η Ρωσία φαινόταν ότι θα μπορούσε να ενταχθεί σε μια πιο ανοιχτή και ειρηνική παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Αλλά αυτή η περίοδος έχει τελειώσει, και στο ορατό μέλλον η Δύση πρέπει να αντιμετωπίσει μια Ρωσία εχθρική, στρατιωτικοποιημένη, κακόβουλη, και εκδικητική. Αυτό είναι ένα δυσάρεστο συμπέρασμα για όσους στην Δύση προτιμούν μια διαφορετική παγκόσμια τάξη πραγμάτων ή μια αποφασιστική στροφή στην Ασία, αλλά είναι η πραγματικότητα.

Μέρος της κρατικής πολιτικής τέχνης αφορά την εκμετάλλευση ευκαιριών. Στις αρχές του φθινοπώρου του 2022, η εκπληκτική αποτελεσματικότητα και ανθεκτικότητα της Ουκρανίας στο πεδίο της μάχης είχε ανοίξει ένα παράθυρο στο οποίο θα μπορούσε κανείς να φανταστεί την απελευθέρωση μεγάλου μέρους, αν όχι όλων, των εδαφών της. Αν η Ουκρανία είχε καταφέρει να κόψει τον χερσαίο διάδρομο μεταξύ Ρωσίας και Κριμαίας, για παράδειγμα, οι ρωσικές δυνάμεις θα είχαν δυσκολευτεί να διατηρήσουν την κυριαρχία τους όχι μόνο στα τμήματα της Ουκρανίας που είχαν κατακτήσει από την εισβολή αλλά και στην ίδια την Κριμαία. Ένα τέτοιο αποτέλεσμα μπορεί ακόμα να συμβεί, αλλά με ολοένα και περισσότερο, και αναίτια, υψηλό κόστος, αφού η Ρωσία είχε τον χρόνο να προετοιμαστεί και να κινητοποιήσει εκατοντάδες χιλιάδες επιπλέον στρατιώτες.

Ο πόλεμος αυξάνει την πιθανότητα η Ουκρανία, μακροπρόθεσμα, να ενσωματωθεί πλήρως στο ΝΑΤΟ, εξοπλισμένη σε μεγάλο βαθμό εις βάρος των συμμάχων της. Ορισμένοι Ευρωπαίοι πολιτικοί όπως ο Petr Pavel, ο νέος πρόεδρος της Τσεχικής Δημοκρατίας, υποστηρίζουν την ενσωμάτωση της Ουκρανίας στην Δύση. Τουλάχιστον, η Ουκρανία μπορεί να εξοπλιστεί και να υποστηριχθεί τόσο δυνατά στο μεσοδιάστημα ώστε να αποτρέψει περαιτέρω ρωσική επιθετικότητα. Αλλά θα απαιτήσει μια συντριπτική αίσθηση επείγοντος, δέσμευσης, και προθυμίας να ενεργήσουμε στην σωστή κλίμακα για να συμβεί αυτό. Και η δημιουργία ενός αισθήματος επείγοντος με την σειρά του θα απαιτήσει μια αλλαγή στο ύφος της αμερικανικής πολιτικής διαχείρισης απέναντι σε αμφίθυμους συμμάχους όπως η Τουρκία ή η Ελβετία. Ανάλογα με το πώς πάει με τους ηγεμόνες, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν εξαιρετικά ήπιες˙ πράγματι, δεν τους αρέσει καθόλου να κατανοούν τον εαυτό τους ως ηγεμόνα. Αλλά σε αυτή την συγκυρία της παγκόσμιας ιστορίας, όταν πολλή ευημερία και ελευθερία εξαρτώνται από τη νίκη της Ουκρανίας και —εξίσου σημαντικό— την ρωσική ήττα, είναι καιρός οι Ηνωμένες Πολιτείες να γίνουν πολύ πιο συναλλακτικές.

Ειδικότερα, η Ουάσιγκτον θα πρέπει να γίνει ακλόνητα σκληρή με ευρωπαϊκά κράτη που κλίνουν προς την Ρωσία, όπως η Ουγγαρία. Συχνά λησμονείται ότι η Ισπανία και η Γαλλία του Vichy απέφυγαν να συνταχθούν με την Γερμανία κατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, εν μέρει επειδή το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες απείλησαν να διακόψουν τις αποστολές τροφίμων τους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να έχουν στην διάθεσή τους μοχλούς, όπως εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις. Υπάρχουν εποχές για να αντιμετωπιστούν οι γελοιότητες των διεφθαρμένων, ανεύθυνων, ή αδύναμων ηγετών μικρών αλλά στρατηγικά τοποθετημένων χωρών με σαστισμένη αποστασιοποίηση, και άλλες εποχές, όπως τώρα, για να εξαναγκαστούν χωρίς ενδοιασμούς.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει επειγόντως να στείλουν στην Ουκρανία ένα ευρύ φάσμα όπλων, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών τακτικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς (Army Tactical Missile Systems, ATACMS). Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα πρέπει επίσης να χρησιμοποιήσει τις εξουσίες του Νόμου για την Αμυντική Παραγωγή (Defense Production Act) για να κινητοποιήσει τις εγχώριες βιομηχανίες πυρομαχικών και να εξαλείψει τα γραφειοκρατικά εμπόδια, επιπλέον της ανάθεσης των μακροπρόθεσμων αμυντικών συμβάσεων που απαιτούνται για την επέκταση της [αμυντικής παραγωγικής] ικανότητας. Θα πρέπει να ξεκινήσει μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για την οικονομική ανασυγκρότηση της Ουκρανίας και τον εξοπλισμό της έναντι μελλοντικών απειλών. Και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να ξεκινήσουν μια εκστρατεία ενημέρωσης του κοινού, ξεκινώντας με μια προεδρική ομιλία για να εξηγήσουν το διακύβευμα για τις Ηνωμένες Πολιτείες στην Ουκρανία.

Ένα κράτος που είναι μετρημένο και επιδιώκει την ισορροπία και τον συμβιβασμό έχει την θέση του [στον κόσμο]. Αλλά σε έναν πόλεμο μπορεί να είναι επικίνδυνο. Οι ηγέτες της Δύσης, και ειδικότερα των ΗΠΑ, απέκτησαν κακές συνήθειες κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, στον οποίο οι σταδιακές αλλαγές και η υπομονετική μακροπρόθεσμη δέσμευση ήταν η κυρίαρχη νότα του κράτους ασφαλείας. Κατά την διάρκεια εκείνης της περιόδου, επίσης, πολλή στρατηγική εκτυλισσόταν μέσω μιας μάχης με κάποιον φανταστικό αντίπαλο. Αυτή η προσέγγιση είναι λιγότερο αποτελεσματική στην σημερινή θερμή σύγκρουση. Κατά την διάρκεια των πολέμων μετά την 11η Σεπτεμβρίου, στους οποίους οι Ηνωμένες Πολιτείες απολάμβαναν ένα τεράστιο περιθώριο συμβατικής στρατιωτικής υπεροχής, οι ηγέτες των ΗΠΑ συνήθισαν να έχουν χρόνο να επανεξετάσουν, να μελετήσουν, να σχεδιάσουν, και να διαπραγματευτούν. Οι περίπλοκες συμμαχίες με λαμπερές αλλά σαθρές δομές διοίκησης δεν ήταν άμεσα μοιραίες. Για παράδειγμα, το ΝΑΤΟ επιχειρούσε στο Αφγανιστάν ενώ ελεγχόταν ονομαστικά από το αρχηγείο του στην Ολλανδία. Και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα με την επιθυμία να πετύχουν παρά να κερδίσουν πραγματικά. Μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν απερίσκεπτη στην Ουκρανία, τον πιο σοβαρό ευρωπαϊκό πόλεμο από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Αυτό που χρειάζονται τώρα οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους είναι μια πολιτική ικανότητα στην οποία οι ηγέτες κατανοούν τον κόσμο, τον καθορίζουν ταχέως και με ακρίβεια, αποφασίζουν γρήγορα, και ενεργούν με εξαιρετική αίσθηση επείγοντος, σε κλίμακα, και με πλήρη δέσμευση. Με αυτό, μια Ουκρανία που είναι ελεύθερη, ολόκληρη, και ασφαλής μπορεί να ξαναχτιστεί από την σφαγή. Χωρίς αυτό, η Ρωσία μπορεί να εξακολουθήσει να έχει κάποια επιτυχία από έναν εγκληματικό πόλεμο στον οποίο έχει όλες τις πιθανότητες να υποστεί μια εις βάθος ήττα που της αξίζει για τα καλά.

Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/ukraine/move-fast-and-win-things-statecraft

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition