Ο Νετανιάχου δεν μπορεί να τα έχει όλα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο Νετανιάχου δεν μπορεί να τα έχει όλα

Για να προστατεύσει την εθνική του ασφάλεια, το Ισραήλ θα πρέπει να συμβιβαστεί
Περίληψη: 

Προκειμένου να προχωρήσει στους κορυφαίους στόχους του σε θέματα ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής, ο Νετανιάχου θα πρέπει να προχωρήσει σε αντισταθμίσεις. Θα πρέπει να συμβιβαστεί σε πτυχές της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής του Ισραήλ και να προβεί σε χειρονομίες καλής θέλησης προκειμένου να λάβει την πλήρη συνεργασία του Μπάιντεν.

Ο AMOS YADLIN είναι πρώην επικεφαλής των στρατιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων και πρώην εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου Μελετών Εθνικής Ασφάλειας του Ισραήλ.

Είναι δύσκολοι καιροί για την σχέση ΗΠΑ-Ισραήλ, την οποία η αμερικανική κυβέρνηση συχνά ορίζει ως ακλόνητη. Ο Βενιαμίν Νετανιάχου επέστρεψε στην εξουσία ως πρωθυπουργός του Ισραήλ σε έναν κυβερνητικό συνασπισμό που είναι ο πιο δεξιός και o πιο θρησκευόμενος στην ιστορία της χώρας. Αντιμετωπίζει τον Τζο Μπάιντεν: έναν Δημοκρατικό πρόεδρο των ΗΠΑ που, αν και αληθινός φίλος του Ισραήλ, θυμάται τις τεταμένες σχέσεις του Νετανιάχου με τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα. Στο εσωτερικό του, ο Νετανιάχου νομιμοποιεί τα φυλάκια και την οικοδόμηση σε οικισμούς στην Δυτική Όχθη και υπονομεύει την ανεξάρτητη δικαιοσύνη του Ισραήλ, ενέργειες που η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει επικρίνει έντονα. Σε διεθνές επίπεδο, ο Νετανιάχου έχει διστάσει να υποστηρίξει ξεκάθαρα την Ουκρανία στον αγώνα της κατά της Ρωσίας, προς μεγάλη απογοήτευση των αξιωματούχων των ΗΠΑ. Και κατά την διάρκεια των προηγούμενων θητειών του, ο Νετανιάχου προώθησε στενότερους κινεζο-ισραηλινούς δεσμούς.

15032023-1.jpg

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, και ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Βενιαμίν Νετανιάχου, στην Ιερουσαλήμ, τον Ιανουάριο του 2023. Ronaldo Schemidt / Pool / Reuters
-----------------------------------------------------------------------

Μέσα στον πρώτο μήνα της ανάληψης των καθηκόντων του Νετανιάχου, το Ισραήλ φιλοξένησε μια σειρά ανώτερων αξιωματούχων των ΗΠΑ, οι οποίοι επιβεβαίωσαν την σημασία της αμερικανο-ισραηλινής σχέσης. Ο Jake Sullivan, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Μπάιντεν, επισκέφθηκε το Ισραήλ στις 18 Ιανουαρίου για να συζητήσει τα κύρια θέματα της κοινής ατζέντας των χωρών, όπως ο τρόπος συντονισμού της πολιτικής έναντι του Ιράν. Ο William Burns, διευθυντής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, έφτασε στις 26 Ιανουαρίου για να συζητήσει επιχειρησιακά θέματα, πιθανότατα σε σχέση με το Ιράν και τους Παλαιστίνιους. Ο υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, ακολούθησε μόλις τέσσερις ημέρες αργότερα. Ο Νετανιάχου, λοιπόν, είχε πολλές ευκαιρίες να λάβει την βοήθεια της Ουάσινγκτον για την προώθηση των δύο κορυφαίων διεθνών προτεραιοτήτων του: να σταματήσει το Ιράν από το να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και να εξομαλύνει τους δεσμούς με την Σαουδική Αραβία.

Όμως αυτοί οι Αμερικανοί αξιωματούχοι κατέστησαν σαφές ότι ο Μπάιντεν δεν συμφωνούσε με τις θέσεις του Νετανιάχου για τα παλαιστινιακά εδάφη, την εσωτερική πολιτική του Ισραήλ, και την Ουκρανία. Πράγματι, ο Μπλίνκεν κατέστησε την κατάθεση των αντιρρήσεων του προέδρου κεντρικό μέρος της επίσκεψής του. Τέτοιες διαφωνίες θα μπορούσαν να περιπλέξουν σημαντικά την ζωή του Νετανιάχου. Ο Μπάιντεν είναι ο μόνος παγκόσμιος ηγέτης που είναι σε θέση να λάβει μέτρα που θα σταματήσουν το Ιράν από το να αποκτήσει ποτέ ένα πυρηνικό όπλο, και είναι ο μόνος ηγέτης που μπορεί να δώσει στους Σαουδάραβες τις εγγυήσεις ασφαλείας που απαιτούν για να εξομαλύνουν τους δεσμούς τους με το Ισραήλ. Αλλά ο Αμερικανός πρόεδρος δεν θα μπορέσει να αφιερώσει ουσιαστικό χρόνο σε αυτά τα δύο ζητήματα όταν το παλαιστινιακό θέατρο φλέγεται, και θα δυσκολευτεί να πείσει την κυβέρνησή του να βοηθήσει την ισραηλινή κυβέρνηση όταν το Ισραήλ απομακρύνεται από την Δύση (με το να μην υποστηρίζει σταθερά την Ουκρανία) και αποδυναμώνει την δημοκρατία του (με το να ψηφίζει δικαστικές μεταρρυθμίσεις που θα πολιτικοποιήσουν την δικαιοσύνη και θα υπονομεύσουν το κράτος δικαίου).

Προκειμένου να προχωρήσει στους κορυφαίους στόχους του σε θέματα ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής, ο Νετανιάχου θα πρέπει να προχωρήσει σε αντισταθμίσεις. Θα πρέπει να συμβιβαστεί σε πτυχές της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής του Ισραήλ και να προβεί σε χειρονομίες καλής θέλησης προκειμένου να λάβει την πλήρη συνεργασία του Μπάιντεν.

ΕΜΠΟΔΙΑ ΚΑΙ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

Στις ομιλίες του, ο Νετανιάχου [1] έχει καταστήσει εύκολα εμφανείς τις διεθνείς προτεραιότητές του. Ο πρωθυπουργός θέλει να δημιουργήσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πίεση στο Ιράν για να αναγκάσει την χώρα να συμβιβαστεί με το πυρηνικό της πρόγραμμα και να περιορίσει την περιφερειακή της επιθετικότητα. Θέλει επίσης να εξομαλύνει πλήρως τους δεσμούς με την Σαουδική Αραβία, βασιζόμενος στις Συμφωνίες του Αβραάμ που υπέγραψε το 2020, οι οποίες καθιέρωσαν διπλωματικές σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και του Μπαχρέιν, του Ισραήλ και του Μαρόκου, και του Ισραήλ και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Μόλις πριν από δύο χρόνια, ο Νετανιάχου ίσως να δυσκολευόταν να προωθήσει αυτήν την ατζέντα, ειδικά όταν επρόκειτο για το Ιράν. Όταν ο Μπάιντεν ανέλαβε καθήκοντα, ήταν αποφασισμένος να αναβιώσει την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν -ένα βήμα που θα απαιτούσε την χαλάρωση των κυρώσεων. Αλλά οι καιροί έχουν αλλάξει. Δεδομένης της άρνησης του Ιράν να επιστρέψει στην πυρηνική συμφωνία, της απόφασής του να προμηθεύσει την Ρωσία με όπλα, και της βίαιης καταστολής των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων [2], ο Μπάιντεν είναι πρόθυμος να υιοθετήσει μια σκληρότερη γραμμή κατά της χώρας. Ο Νετανιάχου το γνωρίζει αυτό, και ελπίζει ότι μπορεί τώρα να πείσει τον Μπάιντεν να τον βοηθήσει να συντονίσει μια καλύτερη εκστρατεία μέγιστης πίεσης, μεταξύ άλλων με αξιόπιστη απειλή στρατιωτικής δράσης κατά της Τεχεράνης.