Ο Νετανιάχου δεν μπορεί να τα έχει όλα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο Νετανιάχου δεν μπορεί να τα έχει όλα

Για να προστατεύσει την εθνική του ασφάλεια, το Ισραήλ θα πρέπει να συμβιβαστεί

Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί ο Νετανιάχου είναι τόσο πρόθυμος να αποκτήσει την υποστήριξη των ΗΠΑ. Εάν και τα δύο κράτη δήλωναν επίσημα ότι η πυρηνική συμφωνία είναι νεκρή και ότι έρχονται αυστηρότερες κυρώσεις, ίσως να ήταν σε θέση να πείσουν από κοινού το Ιράν να σταματήσει να προωθεί το πυρηνικό του πρόγραμμα και να συμφωνήσει με το είδος της «μακρότερης και ισχυρότερης» συμφωνίας που ο Μπλίνκεν δήλωσε ότι θέλει η κυβέρνηση. Θα μπορούσαν να αποτρέψουν το Ιράν από την κλιμάκωση [3], για παράδειγμα, καθιστώντας σαφές ότι θα χρησιμοποιήσουν στρατιωτική βία εάν η Τεχεράνη υπερβεί ορισμένες κόκκινες γραμμές, όπως ο εμπλουτισμός ουρανίου στο 90%, η αποχώρηση από την Συνθήκη για την Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων, ή η λήψη μέτρων για την στρατιωτικοποίηση του πυρηνικού της προγράμματος. Η Ουάσινγκτον θα μπορούσε επίσης να ασκήσει μεγαλύτερη οικονομική πίεση στο Ιράν για να αλλάξει το σκεπτικό της Τεχεράνης, μεταξύ άλλων αυξάνοντας σημαντικά την επιβολή των υφιστάμενων κυρώσεων.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν επίσης να συνεργαστούν με το Ισραήλ για να απομονώσουν διεθνώς το Ιράν. Το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, ίσως επισημάνουν την συνεργασία του Ιράν με την Ρωσία για να πείσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση να παρατείνει το εμπάργκο συμβατικών όπλων στο Ιράν. Οι δύο σύμμαχοι θα μπορούσαν επίσης να σχηματίσουν έναν ευρύ συνασπισμό κρατών για να βοηθήσουν και να ενθαρρύνουν τις εγχώριες διαμαρτυρίες στο Ιράν. Μαζί, το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν ακόμη και να θέσουν τα θεμέλια μιας νέας αρχιτεκτονικής ασφάλειας στην Μέση Ανατολή, στην οποία οι συμμετέχοντες θα μοιράζονται πληροφορίες, αεράμυνα, υλικοτεχνική υποδομή, και άλλους πόρους για την προστασία της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας και τον συντονισμό πρόσθετων μέτρων κατά της Τεχεράνης.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει πρόσφατα σηματοδοτήσει ότι είναι πρόθυμη να υιοθετήσει μια πιο σκληρή γραμμή απέναντι στο Ιράν, γεγονός που συμπίπτει με το όραμα του Νετανιάχου: αμφότεροι συμφωνούν ότι θέλουν να εμποδίσουν το Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και ότι πρέπει να το αποτρέψουν από το να το κάνει. Το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, διεξήγαγαν κοινές στρατιωτικές ασκήσεις νωρίτερα φέτος, υποδεικνύοντας την συνδυασμένη αποφασιστικότητά τους. Αλλά η Ουάσινγκτον εξακολουθεί να διατηρεί κάποια απόσταση από το να ενστερνιστεί ανοιχτά την στρατηγική του Ισραήλ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αρνήθηκαν ότι είχαν οποιαδήποτε ανάμειξη στις επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη στα τέλη Ιανουαρίου σε ένα ιρανικό εργοστάσιο μη επανδρωμένων αεροσκαφών στο Ισφαχάν ή σε ιρανικές αυτοκινητοπομπές όπλων στα σύνορα Ιράκ-Συρίας. Παραμένουν σαφώς αγχωμένες και ανήσυχες ότι το Ιράν θα προβεί σε αντίποινα, και αυτό το άγχος υπονομεύει την ικανότητα της Ουάσινγκτον να αποτρέψει το Ιράν από το να επιτεθεί στις δυνάμεις, τους εταίρους, και τους συμμάχους των ΗΠΑ -και να αποτρέψει το Ιράν από την αναζήτηση πυρηνικών όπλων.

Η Ουάσινγκτον δεν ανησυχεί τόσο για την προώθηση των σχέσεων Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας. Αλλά ακόμη και εκεί, οι θέσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν θα μπορούσαν να περιπλέξουν τις προσπάθειες του Νετανιάχου. Υπάρχουν σημαντικές -και αυξανόμενες- εντάσεις μεταξύ του Μπάιντεν και του πρίγκιπα διαδόχου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, του de facto ηγέτη της Σαουδικής Αραβίας, τον οποίο ο Μπάιντεν κάποτε θεωρούσε «παρία». Οι Συμφωνίες του Αβραάμ εξαρτώνταν από την υποστήριξη της Ουάσινγκτον, η οποία ήταν πρόθυμη να παράσχει στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα προηγμένα όπλα, όπως τα αεροσκάφη F-35 (η κυβέρνηση Μπάιντεν σταμάτησε αυτήν την συμφωνία λόγω των δεσμών των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων με την Κίνα) και να αλλάξει την πολιτική των ΗΠΑ για την Δυτική Σαχάρα (ένα αυτοδιοικούμενο έδαφος που διεκδικεί το Μαρόκο) για να πείσει τα συμμετέχοντα κράτη να συνάψουν σχέσεις με το Ισραήλ. Οι παγωμένες σχέσεις ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας θα καταστήσουν πιο δύσκολη την πορεία προς την εξομάλυνση με το Ριάντ και ίσως την καταστήσουν ανέφικτη. Προτού υπογράψουν οποιαδήποτε συμφωνία με το Ισραήλ, για παράδειγμα, οι Σαουδάραβες θα θέλουν πιθανότατα η κυβέρνηση Μπάιντεν να παράσχει σταθερές εγγυήσεις ασφαλείας, απρόσκοπτη προμήθεια προηγμένων όπλων, και συμφωνία για βοήθεια στην οικοδόμηση της μη στρατιωτικής πυρηνικής υποδομής της χώρας. Αν ο Νετανιάχου δεν γίνει πιο ευέλικτος και δεν δημιουργήσει καλή θέληση με τον Μπάιντεν, είναι δύσκολο να δούμε την Ουάσινγκτον να δίνει τέτοιες υποσχέσεις.

ΕΝΑΣ ΦΙΛΟΣ ΣΕ ΑΝΑΓΚΗ

Ο Νετανιάχου κατανοεί ότι η αποτροπή ενός πυρηνικού Ιράν είναι ένα ηράκλειο έργο που απαιτεί αμερικανική υποστήριξη. Έχει επίσης πλήρη επίγνωση ότι ο πιο καθαρός δρόμος για τις σχέσεις Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας περνά από την Ουάσιγκτον. Ο Νετανιάχου θα πρέπει επομένως να γνωρίζει ότι αν θέλει οι Ηνωμένες Πολιτείες να επενδύσουν τα κεφάλαιά τους στην υποστήριξη των πολιτικών του, θα πρέπει να ευθυγραμμίσει τις δικές του πολιτικές με τα συμφέροντα και τις αξίες της Ουάσινγκτον.

Μπορεί να ξεκινήσει με την Κίνα. Η αντιπαλότητα των Ηνωμένων Πολιτειών με το Πεκίνο βρίσκεται στην κορυφή της διεθνούς ατζέντας του Μπάιντεν και είναι ένα από τα λίγα θέματα για τα οποία υπάρχει διακομματική συναίνεση εντός των Ηνωμένων Πολιτειών. Αν και ο Νετανιάχου προώθησε φιλοκινεζικές οικονομικές πολιτικές κατά την τελευταία δεκαετία, διευκρίνισε τον Δεκέμβριο του 2022 ότι οι οικονομικές σχέσεις του Ισραήλ με το Πεκίνο υπόκεινται σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Πρόκειται για μια δήλωση που υποδηλώνει ότι η κυβέρνησή του ίσως να είναι πρόθυμη να περιορίσει τις σχέσεις του Ισραήλ με την Κίνα για να αντιμετωπίσει καλύτερα τις ανησυχίες των ΗΠΑ. Πράγματι, οι οικονομικές πολιτικές του Ισραήλ κινούνται ήδη προς μια πιο φιλοδυτική κατεύθυνση, μεταξύ άλλων με τη μείωση της τεχνολογικής έκθεσης της χώρας στο Πεκίνο, την δημιουργία ενός μηχανισμού εποπτείας για τις ξένες επενδύσεις, και την αύξηση της ευαισθητοποίησης του κοινού σχετικά με τους κινδύνους της συνεργασίας με κινεζικές οντότητες.