Το καταναλωτικό αίνιγμα της Κίνας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το καταναλωτικό αίνιγμα της Κίνας

Μπορεί ο Xi να κάνει τους Κινέζους πολίτες να σταματήσουν να αποταμιεύουν και να αρχίσουν να ξοδεύουν;

Αντί να εστιάζει στην ανάπτυξη, η νέα κινεζική ηγεσία αναδιοργανώνει την οικονομία έτσι ώστε οι επαρχίες να συνεργάζονται για την ανάπτυξη κορυφαίων τεχνολογιών και την προστασία των αλυσίδων εφοδιασμού. Εν ολίγοις, ο Xi και η ομάδα του θέλουν να ασκούν την βιομηχανική πολιτική πιο αποτελεσματικά και πιο αποδοτικά. Αυτή η προτεραιότητα καθοδηγείται σαφώς τόσο από τον εντεινόμενο τεχνολογικό ανταγωνισμό της Κίνας με τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και από την απογοήτευση για την μη επίτευξη της επιθυμητής προόδου στο εσωτερικό της χώρας. Παρόλο που η Κίνα διαθέτει ένα από τα πιο τρομερά και αποτελεσματικά κατασκευαστικά οικοσυστήματα στον κόσμο, το κυνήγι των τεχνολογιών αιχμής απαιτεί ωστόσο μεγάλες δαπάνες, χωρίς καμία εγγύηση για τις αποδόσεις. Πράγματι, ακόμη και μετά από δεκαετίες κυβερνητικών επιδοτήσεων, η βιομηχανία ημιαγωγών της Κίνας εξακολουθεί να βρίσκεται τουλάχιστον μια δεκαετία πίσω από τους κορυφαίους διεθνείς ανταγωνιστές της. Αν και η ένταση των προσπαθειών επί της βιομηχανικής πολιτικής δεν εγγυάται σε καμία περίπτωση την επιτυχία, φαίνεται ότι ο στόχος που έχει μεγαλύτερη σημασία για τον Xi δεν είναι η αύξηση του ΑΕΠ αλλά τα νανόμετρα ενός τσιπ.

Αν η ανάπτυξη δεν αποτελεί πλέον την κατακλυσμική προτεραιότητα, τότε μια ατζέντα υπέρ της κατανάλωσης μπορεί ακόμα να εξακολουθεί να επικεντρώνεται στην αύξηση του εισοδήματος των νοικοκυριών και στην οικοδόμηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών. Οι ηγέτες της Κίνας γνωρίζουν ότι οι πολίτες της δεν είναι αισιόδοξοι για το οικονομικό τους μέλλον. Το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών, δείκτης της εμπιστοσύνης των νοικοκυριών, αυξήθηκε στο 38% του διαθέσιμου εισοδήματος κατά την διάρκεια της πανδημίας, το υψηλότερο επίπεδο από το 2014. Η προτίμηση των κινεζικών νοικοκυριών για αποταμίευση αντί για δαπάνες δεν θα αλλάξει μέχρι να αντιμετωπιστούν οι σαφείς και υπαρκτοί κίνδυνοι για την ανάπτυξη -συμπεριλαμβανομένης της απομόχλευσης, της εξομάλυνσης της παραγωγικότητας, και του εξασθενημένου τομέα των ακινήτων-, ιδίως σε μια εποχή που η ανεργία των νέων ανέρχεται στο 17%. Για να δοθεί στα νοικοκυριά εμπιστοσύνη στο μέλλον θα απαιτηθούν περισσότερα από απλές ανακοινώσεις και δημόσια μηνύματα. Θα χρειαστούν συγκεκριμένες δράσεις.

Για την άμεση τόνωση της κατανάλωσης, η κινεζική κυβέρνηση θα μπορούσε να προσφέρει καταναλωτικά κουπόνια στα νοικοκυριά. Πρόκειται για κουπόνια που εκδίδονται από την κυβέρνηση και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών. Ένα πιλοτικό πρόγραμμα το 2020 αποδείχθηκε επιτυχές, καθώς οδήγησε στην κατανάλωση τριών γιουάν για κάθε ένα γιουάν που διανεμήθηκε μέσω κουπονιών. Επιπλέον, το Πεκίνο θα μπορούσε να αντιστρέψει την πρόσφατη καταστολή των υπηρεσιών εκπαίδευσης και των Big Tech [στμ: των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών]. Εάν η κυβέρνηση έθετε τέλος στους περιορισμούς στους τομείς αυτούς που επέβαλε το 2021, θα δημιουργούσε αμέσως θέσεις εργασίας για τους πρόσφατους αποφοίτους κολεγίων. Πιο σημαντικό από την λήψη αυτών των άμεσων μέτρων, ωστόσο, είναι η ανάγκη οι ηγέτες της Κίνας να επιδείξουν την δέσμευσή τους να δώσουν προτεραιότητα στην κατανάλωση μακροπρόθεσμα. Ένας τρόπος για να γίνει αυτό θα ήταν το Πεκίνο να ανακοινώσει την πρόθεσή του να αυξήσει το εισόδημα των νοικοκυριών ως ποσοστό του ΑΕΠ από το σημερινό 62% σε τουλάχιστον 70% έως το 2030 (η αναλογία αυτή είναι 80% στις Ηνωμένες Πολιτείες). Η στόχευση του εισοδήματος θα εξυπηρετούσε έναν παρόμοιο πολιτικό σκοπό με τον στόχο του ΑΕΠ: θα απαιτούσε από την κινεζική κυβέρνηση σε κάθε επίπεδο να υποστηρίξει αυτόν τον στόχο. Επιπλέον, θα συνδυαζόταν ένας συγκεκριμένος στόχος με την ασαφή έννοια που περιγράφει το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) για την επίτευξη μιας «κινεζικής κοινωνίας μετρίως ευημερούσας».

Αυτό θα απαιτήσει την επαναφορά της σχέσης του κράτους με τον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος είναι υπεύθυνος για το 60% του ΑΕΠ και το 80% των θέσεων εργασίας και, κατά συνέπεια, είναι απαραίτητος για κάθε φιλοκαταναλωτική ατζέντα. Ένας τρόπος για να δείξει την υποστήριξή του προς τον ιδιωτικό τομέα είναι το Πεκίνο να δηλώσει ότι αντί να επιβάλλει υψηλότερους φόρους στις ιδιωτικές επιχειρήσεις και τους επιχειρηματίες, θα στοχεύσει στην αναδιανομή από το κράτος προς τα νοικοκυριά ως βασικό μέσο αύξησης του εισοδήματος των νοικοκυριών. Επειδή το κινεζικό κράτος είναι ο τελικός ιδιοκτήτης αυτών των επιχειρήσεων, μπορεί να χρησιμοποιήσει τα κέρδη των επιχειρήσεων για την χρηματοδότηση άλλων προτεραιοτήτων. Για παράδειγμα, αντί να επενδύουν τα κέρδη τους, οι κρατικές επιχειρήσεις θα μπορούσαν να λάβουν εντολή να τα χρησιμοποιούν για την χρηματοδότηση δημόσιων υπηρεσιών προς τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα ή για την στήριξη των διαφαινόμενων υποχρεώσεων των νοικοκυριών σε συντάξεις και υγειονομική περίθαλψη. Στην ύπαιθρο, οι Κινέζοι αγρότες θα μπορούσαν να εξουσιοδοτηθούν να πωλούν την γη τους στην τοπική κυβέρνηση σε δίκαιη τιμή αγοράς αντί να την μεταβιβάζουν απλώς δωρεάν. Αυτό θα επέτρεπε στους αγρότες να ξεκινήσουν τις δικές τους επιχειρήσεις ή να μετακομίσουν στις πόλεις, όπου μπορούν να κερδίσουν υψηλότερους μισθούς. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα έδιναν στα νοικοκυριά μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στις μελλοντικές τους προοπτικές και θα καθησύχαζαν τον ιδιωτικό τομέα ότι η ατζέντα της «κοινής ευημερίας» -η οποία, όπως πολλοί υποψιάζονται, βασίζεται σε μια μαζική αναδιανομή πλούτου από τον ιδιωτικό τομέα- δεν έχει σκοπό να καταπνίξει την ανάπτυξη και τον δυναμισμό του.

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ, ΟΧΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ