Τι συμβαίνει πραγματικά μεταξύ Ρωσίας και Κίνας
Η κλονισμένη σχέση της Κίνας με τις Ηνωμένες Πολιτείες καθιστά τη Μόσχα έναν απαραίτητο κατώτερο εταίρο του Πεκίνου για την αντιμετώπιση των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους. Η Κίνα δεν έχει κανέναν άλλο φίλο που να προσφέρει τόσα πολλά στο τραπέζι.
Ο ALEXANDER GABUEV είναι διευθυντής του Carnegie Russia Eurasia Center.
«Συμβαίνουν αλλαγές που δεν έχουμε δει εδώ και 100 χρόνια», είπε ο Κινέζος ηγέτης, Σι Τζινπίνγκ, στον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, τον περασμένο μήνα, στο τέλος μιας επίσημης επίσκεψής του στην Ρωσία. «Ας προωθήσουμε αυτές τις αλλαγές μαζί». Σε αυτό, ο Ρώσος ηγέτης απάντησε: «Συμφωνώ».
Αυτή η φαινομενικά αυτοσχέδια αλλά προσεκτικά χορογραφημένη σκηνή αποτύπωσε το αποτέλεσμα του ταξιδιού του Σι στην Ρωσία και την πορεία στην οποία ο ίδιος και ο Πούτιν έχουν θέσει τις σινορωσικές σχέσεις. Η επίσκεψη του Σι τον περασμένο μήνα ήταν πρωτίστως μια επίδειξη δημόσιας υποστήριξης προς τον μαχόμενο Ρώσο ηγέτη. Αλλά οι πραγματικά σημαντικές εξελίξεις έλαβαν χώρα κατά την διάρκεια κλειστών, προσωπικών συζητήσεων, κατά τις οποίες ο Σι και ο Πούτιν έλαβαν μια σειρά από σημαντικές αποφάσεις σχετικά με το μέλλον της ρωσοκινεζικής αμυντικής συνεργασίας και πιθανότατα συνεννοήθηκαν για συμφωνίες όπλων που μπορεί να δημοσιοποιήσουν ή να μην δημοσιοποιήσουν.
Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, και ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, στο Κρεμλίνο, στη Μόσχα, τον Μάρτιο του 2023. Pavel Byrkin / Sputnik / Kremlin
------------------------------------------------------
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι επακόλουθες Δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας μειώνουν τις επιλογές του Κρεμλίνου και ωθούν την οικονομική και τεχνολογική εξάρτηση της Ρωσίας από την Κίνα σε πρωτοφανή επίπεδα. Αυτές οι αλλαγές δίνουν στην Κίνα μια αυξανόμενη μόχλευση επί της Ρωσίας. Ταυτόχρονα, η κλονισμένη σχέση της Κίνας με τις Ηνωμένες Πολιτείες καθιστά τη Μόσχα έναν απαραίτητο κατώτερο εταίρο του Πεκίνου για την αντιμετώπιση των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους. Η Κίνα δεν έχει κανέναν άλλο φίλο που να προσφέρει τόσα πολλά στο τραπέζι. Και καθώς ο Σι προετοιμάζει την Κίνα για μια περίοδο παρατεταμένης αντιπαράθεσης με την ισχυρότερη χώρα του πλανήτη, χρειάζεται όλη την βοήθεια που μπορεί να λάβει.
ΦΙΛΟΣ ΑΠΟ ΜΑΚΡΙΑ
Υψηλόβαθμα στελέχη του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) έχουν συζητήσει ανοιχτά την ανάγκη για στενότερη συνεργασία με την Ρωσία, εξαιτίας αυτού το οποίο αντιλαμβάνονται ως μια ολοένα και πιο εχθρική πολιτική των ΗΠΑ που αποσκοπεί στον περιορισμό της ανόδου της Κίνας. Ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών, Qin Gang, δήλωσε στα κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης μετά το ταξίδι ότι η εταιρική σχέση με την Ρωσία είναι πολύ σημαντική σε μια εποχή που ορισμένες δυνάμεις υποστηρίζουν τον «ηγεμονισμό, τη μονομέρεια, και τον προστατευτισμό» και καθοδηγούνται από μια «ψυχροπολεμική νοοτροπία» -όλα κωδικοποιημένες λέξεις του ΚΚΚ για την πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Κίνας. Η τοποθέτηση αυτής της λογικής στο επίκεντρο είναι αποκαλυπτική και εξηγεί γιατί ο Σι αποφάσισε να πάει να δει τον Πούτιν αυτοπροσώπως, παρά την δυσμενή οπτική της επίσκεψης αμέσως μετά την έκδοση εντάλματος σύλληψης του Ρώσου ηγέτη από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Το μήνυμα του ταξιδιού του Σι ήταν σαφές: η Κίνα βλέπει πολλά οφέλη στην σχέση της με την Ρωσία, θα συνεχίσει να διατηρεί αυτούς τους δεσμούς στο υψηλότερο επίπεδο, και δεν θα αποθαρρυνθεί από Δυτικούς επικριτές.
Για να εκτρέψει την αυξανόμενη κριτική των ΗΠΑ και της Ευρώπης για την υποστήριξη της Κίνας προς την Ρωσία, το Πεκίνο επινόησε ένα περίτεχνο διπλωματικό σχέδιο, παρουσιάζοντας ένα έγγραφο θέσεων για την ουκρανική κρίση στις 24 Φεβρουαρίου, την επέτειο ενός έτους από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Το έγγραφο είναι μια λίστα με τα σημεία συζήτησης που το Πεκίνο έχει εκφράσει καθ' όλη την διάρκεια του πολέμου, συμπεριλαμβανομένου του σεβασμού της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών και της εναντίωσης στις μονομερείς κυρώσεις. Η έλλειψη συγκεκριμένων λεπτομερειών της πρότασης για κρίσιμα ζητήματα, όπως τα σύνορα και η απόδοση ευθυνών για εγκλήματα πολέμου, είναι ένα χαρακτηριστικό, όχι ένα σφάλμα. Το Πεκίνο γνωρίζει πολύ καλά ότι ούτε το Κίεβο ούτε η Μόσχα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον να συνομιλήσουν αυτήν την στιγμή, αφού και οι δύο θέλουν να συνεχίσουν να πολεμούν για να αυξήσουν τη μόχλευσή τους όποτε καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η κινεζική πρόταση ήταν κάτι περισσότερο από μια βιτρίνα για την επίσκεψη του Σι. Η πραγματική δράση έλαβε χώρα στο παρασκήνιο, σε ιδιωτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Πούτιν και Σι.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΟΣΑ ΒΛΕΠΕΙ ΤΟ ΜΑΤΙ
Μετά το πέρας του ταξιδιού, το Κρεμλίνο δημοσίευσε έναν κατάλογο με 14 έγγραφα που υπέγραψαν τόσο η Κίνα όσο και η Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων δύο δηλώσεων του Σι και του Πούτιν. Εκ πρώτης όψεως, επρόκειτο σε μεγάλο βαθμό για ασήμαντα μνημόνια μεταξύ υπουργείων˙ δεν ανακοινώθηκαν σημαντικές νέες συμφωνίες. Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει μια πολύ διαφορετική εικόνα, την οποία το Πεκίνο και η Μόσχα έχουν λόγους να αποκρύπτουν από τον έξω κόσμο.
Σε μια απόκλιση από την συνήθη πρακτική του, το Κρεμλίνο δεν δημοσίευσε τον κατάλογο των αξιωματούχων και των ανώτερων επιχειρηματιών που ήταν παρόντες στις συνομιλίες. Τα ονόματά τους μπορεί κανείς να τα διακρίνει μόνο μέσα από το υλικό και τις φωτογραφίες από την σύνοδο κορυφής και διαβάζοντας τα σχόλια που έκανε στους διαπιστευμένους δημοσιογράφους στο Κρεμλίνο ο Γιούρι Ουσάκοφ, βοηθός του Πούτιν στην εξωτερική πολιτική. Μια προσεκτική ματιά αποκαλύπτει ότι πάνω από το 50% της ομάδας του Πούτιν που συμμετείχε στον πρώτο γύρο των επίσημων συνομιλιών με τον Σι ήταν αξιωματούχοι που εμπλέκονται άμεσα στα ρωσικά εξοπλιστικά και διαστημικά προγράμματα. Ο κατάλογος αυτός περιλαμβάνει τον πρώην πρόεδρο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, ο οποίος είναι τώρα αναπληρωτής του Πούτιν στην προεδρική επιτροπή για το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα˙ τον Σεργκέι Σοϊγκού, τον υπουργό Άμυνας˙ τον Ντμίτρι Σουγκάεφ, ο οποίος είναι επικεφαλής της ομοσπονδιακής υπηρεσίας στρατιωτικο-τεχνικής συνεργασίας˙ τον Γιούρι Μπορίσοφ, ο οποίος διευθύνει την ρωσική διαστημική υπηρεσία και ο οποίος μέχρι το 2020 είχε περάσει μια δεκαετία ως επικεφαλής της ρωσικής βιομηχανίας όπλων ως αναπληρωτής υπουργός Άμυνας και αναπληρωτής πρωθυπουργός˙ και τον Ντμίτρι Τσερνιτσένκο, αναπληρωτή πρωθυπουργό, ο οποίος προεδρεύει μιας διμερούς ρωσοκινεζικής διακυβερνητικής επιτροπής και είναι υπεύθυνος για την επιστήμη και την τεχνολογία στο ρωσικό υπουργικό συμβούλιο. Αυτή η ομάδα αξιωματούχων συγκεντρώθηκε πιθανότατα για να επιδιώξει έναν κύριο στόχο: την εμβάθυνση της αμυντικής συνεργασίας με την Κίνα.
Παρόλο που το Πεκίνο και η Μόσχα δεν έχουν δημοσιοποιήσει νέες συμφωνίες, υπάρχει κάθε λόγος να πιστεύουμε ότι οι ομάδες του Σι και του Πούτιν χρησιμοποίησαν την συνάντηση του Μαρτίου για να καταλήξουν σε νέες αμυντικές συμφωνίες. Μετά από προηγούμενες συνόδους κορυφής Σι-Πούτιν, οι ηγέτες έχουν υπογράψει ιδιωτικά έγγραφα που σχετίζονται με συμφωνίες εξοπλισμών και μόνο αργότερα ενημέρωσαν τον κόσμο. Τον Σεπτέμβριο του 2014, για παράδειγμα, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία, το Κρεμλίνο πούλησε το σύστημα πυραύλων εδάφους-αέρος S-400 στην Κίνα, καθιστώντας το Πεκίνο τον πρώτο υπερπόντιο αγοραστή του πιο προηγμένου εξοπλισμού αεράμυνας της Ρωσίας. Ωστόσο, η συμφωνία δεν αποκαλύφθηκε παρά μόνο οκτώ μήνες αργότερα, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην Kommersant ο Ανατόλι Ισαϊκίν, ο διευθύνων σύμβουλος της Rosoboronexport, της κυριότερης ρωσικής εταιρείας κατασκευής όπλων.
Μετά την ψήφιση από το αμερικανικό Κογκρέσο του νόμου για την αντιμετώπιση των αντιπάλων της Αμερικής μέσω κυρώσεων το 2017, η Μόσχα και το Πεκίνο σταμάτησαν να αποκαλύπτουν συνολικά τις στρατιωτικές συμβάσεις τους. Αυτός ο αμερικανικός νόμος οδήγησε στην επιβολή κυρώσεων στο τμήμα εξοπλισμών του κινεζικού στρατού και στον επικεφαλής του, τον στρατηγό Λι Σανγκφού (ο οποίος διορίστηκε υπουργός Άμυνας της Κίνας τον Μάρτιο). Παρ' όλα αυτά, σε σπάνιες περιπτώσεις, ο Πούτιν υπερηφανεύεται για νέες συμφωνίες, όπως το 2019, όταν ανακοίνωσε ότι η Μόσχα βοηθά στην ανάπτυξη ενός κινεζικού συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης πυραύλων, και το 2021, όταν αποκάλυψε ότι η Ρωσία και η Κίνα αναπτύσσουν από κοινού όπλα υψηλής τεχνολογίας.
ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΤΑ ΟΠΛΑ
Η Κίνα βασίζεται στο ρωσικό στρατιωτικό υλικό από την δεκαετία του 1990, και η Μόσχα ήταν η μόνη πηγή σύγχρονων ξένων όπλων μετά το εμπάργκο όπλων που επέβαλαν η ΕΕ και οι Ηνωμένες Πολιτείες μετά την σφαγή στην πλατεία Τιενανμέν το 1989. Με την πάροδο του χρόνου, καθώς η ίδια η στρατιωτική βιομηχανία της Κίνας προόδευσε, η εξάρτησή της από άλλους μειώθηκε. Το Πεκίνο μπορεί πλέον να παράγει μόνο του σύγχρονα όπλα και έχει σαφές προβάδισμα έναντι της Ρωσίας σε πολλούς τομείς της σύγχρονης στρατιωτικής τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένων των μη επανδρωμένων αεροσκαφών. Αλλά για να ενισχύσει την δική του έρευνα και ανάπτυξη και παραγωγή, το Πεκίνο εξακολουθεί να επιθυμεί την πρόσβαση στην ρωσική τεχνολογία για χρήση σε πυραύλους εδάφους-αέρος, κινητήρες για μαχητικά αεροσκάφη, και εξοπλισμό υποβρύχιου πολέμου, όπως υποβρύχια και υποβρύχια μη επανδρωμένα σκάφη.
Πριν από μια δεκαετία, το Κρεμλίνο ήταν απρόθυμο να πουλήσει στρατιωτική τεχνολογία αιχμής στην Κίνα. Η Μόσχα ανησυχούσε ότι οι Κινέζοι θα μπορούσαν να αντιγράψουν την τεχνολογία και να βρουν τρόπο να την παράγουν οι ίδιοι. Η Ρωσία είχε επίσης ευρύτερες ανησυχίες σχετικά με τον εξοπλισμό μιας ισχυρής χώρας που συνορεύει με τις αραιοκατοικημένες και πλούσιες σε πόρους ρωσικές περιοχές της Σιβηρίας και της Άπω Ανατολής. Όμως το βαθύτερο σχίσμα μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 άλλαξε αυτό το σκεπτικό. Και αφού ξεκίνησε έναν πόλεμο πλήρους κλίμακας στην Ουκρανία και προκάλεσε την πλήρη διακοπή των δεσμών με την Δύση, η Μόσχα δεν έχει άλλη επιλογή από το να πουλήσει στην Κίνα τις πιο προηγμένες και πολύτιμες τεχνολογίες της.
Ακόμη και πριν από τον πόλεμο, ορισμένοι Ρώσοι αναλυτές της κινεζικής αμυντικής βιομηχανίας είχαν υποστηρίξει την συμμετοχή σε κοινά έργα, την ανταλλαγή τεχνολογίας, και την δημιουργία μιας θέσης στην αλυσίδα εφοδιασμού του κινεζικού στρατού. Με τον τρόπο αυτό, υποστήριζαν, προσφερόταν ο καλύτερος τρόπος για τον εκσυγχρονισμό της ρωσικής στρατιωτικής βιομηχανίας -και χωρίς αυτήν την πρόοδο, ο ταχύς ρυθμός της κινεζικής Ε&Α (Έρευνας και Ανάπτυξης) θα καθιστούσε σύντομα την ρωσική τεχνολογία παρωχημένη. Σήμερα, τέτοιες απόψεις έχουν γίνει συμβατική σοφία στη Μόσχα. Η Ρωσία έχει επίσης αρχίσει να ανοίγει τα πανεπιστήμια και τα επιστημονικά της ινστιτούτα σε Κινέζους εταίρους και να ενσωματώνει τις ερευνητικές της εγκαταστάσεις με αντίστοιχες κινεζικές. Η Huawei, για παράδειγμα, έχει τριπλασιάσει το ερευνητικό προσωπικό της στην Ρωσία στον απόηχο μιας υπό την ηγεσία της Ουάσινγκτον εκστρατείας για τον περιορισμό της παγκόσμιας εμβέλειας του κινεζικού τεχνολογικού γίγαντα.
ΚΑΤΩΤΕΡΟΣ ΕΤΑΙΡΟΣ
Ούτε το Πεκίνο ούτε η Μόσχα ενδιαφέρονται να αποκαλύψουν τις λεπτομέρειες των ιδιωτικών συζητήσεων που διεξήχθησαν κατά την διάρκεια της συνόδου κορυφής Σι-Πούτιν. Το ίδιο ισχύει και για τις λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι ρωσικές εταιρείες θα μπορούσαν να αποκτήσουν καλύτερη πρόσβαση στο κινεζικό χρηματοπιστωτικό σύστημα -και αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο η Ελβίρα Ναμπιούλινα, πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας, ήταν μια σημαντική συμετέχουσα στις διμερείς συνομιλίες. Η πρόσβαση αυτή έχει καταστεί κρίσιμη για το Κρεμλίνο, καθώς η Ρωσία εξαρτάται με ταχείς ρυθμούς από την Κίνα ως κύριο προορισμό των εξαγωγών της και ως κύρια πηγή τεχνολογικών εισαγωγών, και καθώς το γουάν γίνεται το προτιμώμενο νόμισμα της Ρωσίας για τον διακανονισμό των συναλλαγών, τις αποταμιεύσεις, και τις επενδύσεις.
Η συμμετοχή των επικεφαλής ορισμένων από τους μεγαλύτερους Ρώσους παραγωγούς πρώτων υλών δείχνει ότι ο Σι και ο Πούτιν συζήτησαν επίσης την επέκταση της πώλησης ρωσικών φυσικών πόρων στην Κίνα. Αυτήν την στιγμή, ωστόσο, το Πεκίνο δεν ενδιαφέρεται να τραβήξει την προσοχή σε τέτοιες συμφωνίες, προκειμένου να αποφύγει την κριτική ότι παρέχει χρήματα για το πολεμικό ταμείο του Πούτιν. Σε κάθε περίπτωση, το Πεκίνο έχει την πολυτέλεια να περιμένει, καθώς η επιρροή της Κίνας σε αυτές τις αθόρυβες συζητήσεις μόνο αυξάνεται: το Πεκίνο έχει πολλούς δυνητικούς πωλητές, συμπεριλαμβανομένων των παραδοσιακών εταίρων του στη Μέση Ανατολή και αλλού, ενώ η Ρωσία έχει λίγους δυνητικούς αγοραστές.
Τελικά, το Κρεμλίνο ίσως να θέλει να δημοσιοποιηθούν τουλάχιστον ορισμένες από τις συμφωνίες που επιτεύχθηκαν τον Μάρτιο, για να αποδείξει ότι βρήκε τρόπο να αντισταθμίσει τις απώλειες που υπέστη όταν η Ευρώπη σταμάτησε να εισάγει ρωσικό πετρέλαιο και μείωσε τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου. Αλλά η Κίνα θα αποφασίσει πότε και πώς θα υπογραφούν και θα ανακοινωθούν οι όποιες νέες συμφωνίες για τους πόρους. Η Ρωσία δεν έχει άλλη επιλογή από το να περιμένει υπομονετικά και να υπακούει στις προτιμήσεις του ισχυρότερου γείτονά της.
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ;
Η σχέση Κίνας-Ρωσίας έχει γίνει ιδιαίτερα ασύμμετρη, αλλά δεν είναι μονόπλευρη. Το Πεκίνο εξακολουθεί να χρειάζεται τη Μόσχα και το Κρεμλίνο μπορεί να προσφέρει ορισμένα μοναδικά πλεονεκτήματα σε αυτήν την εποχή του στρατηγικού ανταγωνισμού μεταξύ της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι αγορές των πιο προηγμένων ρωσικών όπλων και στρατιωτικής τεχνολογίας, η ελεύθερη πρόσβαση στο ρωσικό επιστημονικό ταλέντο, και η πλούσια προμήθεια των φυσικών πόρων της Ρωσίας -που μπορούν να προμηθεύονται μέσω ασφαλών χερσαίων συνόρων- καθιστούν την Ρωσία απαραίτητο εταίρο για την Κίνα. Η Ρωσία παραμένει επίσης μια αντιαμερικανική μεγάλη δύναμη με μόνιμη έδρα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ -ένας βολικός φίλος σε έναν κόσμο όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες απολαμβάνουν στενότερους δεσμούς με δεκάδες χώρες στην Ευρώπη και τον Ινδο-Ειρηνικό και όπου η Κίνα έχει λίγους -αν όχι καθόλου- πραγματικούς φίλους. Οι δεσμοί της Κίνας είναι πιο εμφανώς συναλλακτικοί από όσο οι βαθύτερες συμμαχίες που διατηρεί η Ουάσινγκτον.
Αυτό σημαίνει ότι αν και η Κίνα ασκεί μεγάλη επιρροή στο Κρεμλίνο, δεν ασκεί έλεγχο. Μια κάπως παρόμοια σχέση υπάρχει μεταξύ της Κίνας και της Βόρειας Κορέας. Παρά την τεράστια έκταση της εξάρτησης της Πιονγκγιάνγκ από το Πεκίνο και την κοινή εχθρότητα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα δεν μπορεί να ελέγξει πλήρως το καθεστώς του Κιμ Γιόνγκ Ουν και πρέπει να βαδίζει προσεκτικά για να κρατήσει την Βόρεια Κορέα κοντά της. Η Ρωσία είναι εξοικειωμένη με αυτό το είδος σχέσης, καθώς διατηρεί μια παράλληλη σχέση με την Λευκορωσία, στην οποία η Μόσχα είναι ο ανώτερος εταίρος που μπορεί να πιέσει, να καλοπιάσει, και να εξαναγκάσει το Μινσκ -αλλά δεν μπορεί να υπαγορεύσει την λευκορωσική πολιτική σε όλους τους τομείς.
Το μέγεθος και η ισχύς της Ρωσίας ίσως να δίνουν στο Κρεμλίνο μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας, καθώς εγκλωβίζεται σε μια ασύμμετρη σχέση με το Πεκίνο. Όμως η διάρκεια αυτής της σχέσης, αν δεν υπάρξουν μεγάλες απρόβλεπτες διαταραχές, θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της Κίνας να διαχειριστεί μια αποδυναμωμένη Ρωσία. Στα επόμενα χρόνια, το καθεστώς Πούτιν θα πρέπει να μάθει την δεξιότητα από την οποία εξαρτώνται οι κατώτεροι εταίροι σε όλο τον κόσμο για την επιβίωσή τους: πώς να διαχειρίζεται προς τα πάνω.
Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/united-states/whats-really-going-between-...
Μπορείτε να ακολουθείτε το Foreign Affairs The Hellenic Edition στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition