Ο Άσαντ επιστρέφει από την απομόνωση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο Άσαντ επιστρέφει από την απομόνωση

Η αποκατάστασή του θα ενθαρρύνει μόνο περισσότερη βαρβαρότητα στην Συρία και αλλού

Μετά από πολλά χρόνια αμφιταλαντεύσεων και άγχους, τα αραβικά κράτη αποφάσισαν να επαναφέρουν την Συρία από την απομόνωσή της. Οι Άραβες υπουργοί Εξωτερικών ανακοίνωσαν νωρίτερα αυτόν τον μήνα ότι η Συρία θα γίνει εκ νέου δεκτή στον Αραβικό Σύνδεσμο, τον περιφερειακό οργανισμό που ανέστειλε την συμμετοχή της χώρας το 2011. Τότε, το καθεστώς του προέδρου, Μπασάρ αλ Άσαντ, είχε γίνει περιφερειακός παρίας εξαιτίας της βίαιης καταστολής της λαϊκής εξέγερσης στην χώρα, η οποία τελικά στοίχισε την ζωή σε περίπου μισό εκατομμύριο ανθρώπους και εκτόπισε άλλα 13 εκατομμύρια. Αυτή η περίοδος εξοστρακισμού έχει πλέον τελειώσει.

24052023-1.jpg

Ο πρόεδρος της Συρίας, Μπασάρ αλ Άσαντ, με τον πρόεδρο των ΗΑΕ, Μοχάμεντ μπιν Ζαγιέντ αλ Ναχιάν, στο Άμπου Ντάμπι, τον Μάρτιο του 2023. Abdulla Al Neyadi / Reuters
----------------------------------------------

Η απόφαση αυτή σηματοδοτεί το αποκορύφωμα μιας βασανιστικής συζήτησης μεταξύ των αραβικών κυβερνήσεων σχετικά με τον τρόπο χειρισμού της συριακής τραγωδίας. Αλλά υπόσχεται να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα παρά λύσεις. Ακόμα και οι Άραβες αξιωματούχοι που υποστηρίζουν μια σταδιακή διπλωματική εξομάλυνση με το συριακό καθεστώς είναι ανήσυχοι για τον ανοργάνωτο τρόπο με τον οποίο έγινε αυτή η διαδικασία και είναι επιφυλακτικοί για τα αποτελέσματά της.

Η επανεισδοχή της Συρίας στον Αραβικό Σύνδεσμο επέτρεψε στον Άσαντ να ταξιδέψει στην Σαουδική Αραβία για να συμμετάσχει στην σύνοδο κορυφής της ομάδας στις 19 Μαΐου. Η εμφάνισή του δίνει μια γεύση από τα μειονεκτήματα της τρέχουσας βιασύνης για εξομάλυνση: εμφανίστηκε χαλαρός και θριαμβευτής κατά την διάρκεια της επίσκεψης, μοιράζοντας χαμογελαστές χειραψίες με εξέχοντες Άραβες ηγέτες. Στην ομιλία του κατήγγειλε την Δυτική ηγεμονία και ζήτησε την προστασία της αραβικής ταυτότητας -η δυστυχία της ίδιας της Συρίας και η κατάσταση του λαού της έμειναν ασχολίαστες. Δεν ανέφερε επίσης τα ζητήματα που απασχολούν περισσότερο τους Άραβες οικοδεσπότες του: την ανάδειξη της Συρίας σε σημαντικό εξαγωγέα ναρκωτικών σε όλη την περιοχή, τη νωθρότητά της στην υποδοχή προσφύγων, και την ελευθερία με την οποία οι υποστηριζόμενες από το Ιράν πολιτοφυλακές δρουν σε όλη την επικράτειά της.

Ενώ η βελτίωση της ανθρωπιστικής πρόσβασης και των οικονομικών συνθηκών σε τμήματα της Συρίας είναι πιθανή, η αραβική αποκατάσταση του Άσαντ θα επιταχύνει τις επικίνδυνες τάσεις σε ολόκληρη την περιοχή. Το καθεστώς θα χρησιμοποιήσει την αραβική υποστήριξη για να επιδοτήσει την βίαιη στρατηγική του για την εδραίωση της εξουσίας. Η εξομάλυνση απειλεί επίσης την θέση των κουρδικών ομάδων στα βορειοανατολικά της Συρίας και θα μπορούσε να επιταχύνει την αποχώρηση των ΗΠΑ, με αποτέλεσμα την αναζωπύρωση του Ισλαμικού Κράτους (γνωστού και ως ISIS). Δίνει στους λαϊκιστές πολιτικούς σε όλη την περιοχή μια δικαιολογία για να κλιμακώσουν τις επιθέσεις κατά των Σύρων προσφύγων, ακόμη και όταν ο Άσαντ κάνει ελάχιστα για να διευκολύνει την επιστροφή των προσφύγων στην Συρία. Και επευφημείται από το Ιράν και την Ρωσία, οι οποίες βλέπουν την εξομάλυνση του καθεστώτος στην Δαμασκό ως μια ευκαιρία τόσο να ανακτήσουν μέρος των εξόδων τους για την υποστήριξη του Άσαντ όσο και να εδραιώσουν την επιρροή τους στην καρδιά του αραβικού κόσμου.

ΕΝΑ ΔΙΧΑΣΜΕΝΟ ΣΠΙΤΙ

Ο Άσαντ επωφελήθηκε από το κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο της Μέσης Ανατολής, το οποίο εμπόδισε τους πολλούς εχθρούς του να ενωθούν γύρω από μια κοινή στρατιωτική ή διπλωματική στρατηγική απέναντί του. Από το 2018, πολλές χώρες ξεκίνησαν πρωτοβουλίες για την «επιστροφή της Συρίας στην αραβική αγκαλιά», αλλά οι προσπάθειες αυτές δεν απέκτησαν πρόσφορο έδαφος λόγω των ενδοαραβικών διαιρέσεων και της Δυτικής αντίθεσης. Αλλά νωρίτερα φέτος, η διαδικασία άρχισε να αποκτά δυναμική λόγω μιας αλλαγής στην σαουδαραβική πολιτική. Οι διαιρέσεις εντός του αραβικού κόσμου εγγυήθηκαν ότι η Συρία θα επέστρεφε σύντομα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων: οι κυβερνήσεις εγκατέλειψαν γρήγορα τις προηγούμενες επιφυλακτικές θέσεις τους στην βιασύνη τους να ξεπεράσουν τους περιφερειακούς αντιπάλους τους στο να αγκαλιάσουν την αποκατάσταση του Άσαντ.

Το 2018, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) έγιναν η πρώτη χώρα που αποδέχτηκε την διπλωματική αποκατάσταση του Άσαντ. Η προσέγγισή τους προς τον Σύρο δικτάτορα καθοδηγήθηκε από την επιθυμία να περιορίσουν την Τουρκία, να διευκολύνουν τον στενό σύμμαχο του Άσαντ, την Ρωσία, και να σηματοδοτήσουν το οριστικό τέλος της εποχής των λαϊκών εξεγέρσεων. Παρόλο που η προσπάθεια αυτή έλαβε υποστήριξη από το Ομάν, το Μπαχρέιν, το Ιράκ, και την Αλγερία, η οποία επιθυμούσε να ανακοινώσει την επιστροφή της Συρίας στην σύνοδο κορυφής του Αραβικού Συνδέσμου που φιλοξένησε το 2022, τα ΗΑΕ δεν κατάφεραν να συσπειρώσουν άλλα κράτη πίσω από την χωρίς όρους προσέγγισή τους.

Η Ιορδανία, επίσης, ήταν από νωρίς υπέρμαχος της προσέγγισης του Άσαντ. Το Αμμάν ανησυχούσε ότι η βίαιη ρωσική επέμβαση το 2015 και το 2016 στην βόρεια Συρία θα επαναλαμβανόταν στον Νότο, προκαλώντας μαζική έξοδο προσφύγων κατά μήκος των συνόρων του. Φοβόταν επίσης τις συνέπειες της Δυτικής απεμπλοκής: η Ουάσινγκτον επιθυμούσε να τερματίσει την υποστήριξή της προς τους Σύρους αντάρτες στη νότια Συρία και να επικεντρωθεί στην εκστρατεία κατά του ISIS στην ανατολική Συρία και το Ιράκ. Το 2018, το Αμμάν συμφώνησε σε μια εγγυημένη από την Ρωσία επιστροφή των δυνάμεων του καθεστώτος στη νότια Συρία, με την ελπίδα ότι η Μόσχα θα μετρίαζε την συμπεριφορά του Άσαντ και θα εξασφάλιζε κάποια σταθερότητα στην περιοχή.

Αλλά το Αμμάν έμαθε γρήγορα το κόστος αυτού του στοιχήματος. Το καθεστώς αθέτησε τις υποσχέσεις του για συμφιλίωση με τις τοπικές ομάδες της αντιπολίτευσης, οι ρωσικές «εγγυήσεις» ασφαλείας ήταν πολύ λίγες, και το νόμιμο εμπόριο ήταν ελάχιστο. Αντ' αυτού, η νότια Συρία έγινε πιο ασταθής: είναι ο αγωγός για μια επιχείρηση διακίνησης ναρκωτικών πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων που επιβλέπει το καθεστώς, ένα ασφαλές καταφύγιο για τον ISIS και εξτρεμιστικούς πυρήνες, και το ορμητήριο για πολιτοφυλακές που πρόσκεινται στο Ιράν. Ως αποτέλεσμα της συμφωνίας του 2018 με την Δαμασκό, η Ιορδανία έγινε πιο εκτεθειμένη στις συνέπειες της συριακής σύγκρουσης, πιο επιφυλακτική ως προς την ικανότητα και την βούληση του Άσαντ να συμβιβαστεί, και πιο προσεκτική ως προς το να ανταγωνιστεί τους Δυτικούς εταίρους της.

Ως αποτέλεσμα, το Αμμάν σχεδίασε μια σταδιακή, πολυμερή διπλωματική διαδικασία που εξαρτούσε την βελτίωση των σχέσεων με την Συρία από επαληθεύσιμες παραχωρήσεις του καθεστώτος. Το σχέδιο αυτό προσέλκυσε το αιγυπτιακό και το ευγενικό Δυτικό ενδιαφέρον, αλλά ελάχιστα περισσότερα. Η Ιορδανία εμποδίστηκε από την έλλειψη συντονισμού μεταξύ των Αράβων συμμάχων της: τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα διαφωνούσαν με την επιμονή της Ιορδανίας να θέτει όρους για την εξομάλυνση της κατάστασης στον Άσαντ, και η Σαουδική Αραβία, η οποία ήταν εκείνη την εποχή αντίθετη σε κάθε είδους εξομάλυνση, δεν ήθελε να καθορίζεται η πολιτική της από άλλη χώρα. Αυτό στέρησε από το Αμμάν κάθε μοχλό πίεσης που θα μπορούσε να έχει. Βλέποντας αυτές τις ενδοαραβικές διαιρέσεις, ο Άσαντ δεν είδε κανένα λόγο να λάβει σοβαρά υπόψη του την ιορδανική πρόταση.

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΡΙΑΝΤ

Χρειάστηκε να αλλάξει γνώμη το Ριάντ για να αρχίσει να προχωρήσουν τα πράγματα. Μέχρι πριν από λίγους μήνες, η Σαουδική Αραβία ήταν κατηγορηματικά αντίθετη στην εξομάλυνση. Οι Σαουδάραβες είχαν ένα οδυνηρό και ταπεινωτικό ιστορικό διαπραγματεύσεων με το καθεστώς Άσαντ και πίστευαν ότι η κανονικοποίηση της Συρίας θα ισοδυναμούσε με αναγνώριση της επιτυχίας του Ιράν, του συμμάχου του Άσαντ και εχθρού της Σαουδικής Αραβίας. Κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, ο Άσαντ είχε επίσης επανειλημμένα προσβάλει την σαουδαραβική ηγεσία και την κατηγόρησε ότι βρίσκεται πίσω από την άνοδο του ISIS, μια κατηγορία που το Ριάντ απεχθανόταν βαθιά.

Οι Σαουδάραβες ηγέτες μπορεί να μην αγαπούν τον Άσαντ, αλλά άλλοι παράγοντες ώθησαν την επανένταξη της Συρίας στην περιοχή. Ο πρίγκιπας διάδοχος, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, έχει αναπροσαρμόσει την εξωτερική πολιτική του βασιλείου, επιδιώκοντας να απομονώσει τα μεγαλεπήβολα σχέδια οικονομικής ανάπτυξης από την περιφερειακή αστάθεια. Αυτό αποτέλεσε κίνητρο για την απόφασή του να μειώσει τον ανταγωνισμό με την Τουρκία και το Ιράν, και να μειώσει την σαουδαραβική εμπλοκή σε ζώνες συγκρούσεων. Έχει επίσης απογοητευτεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τις οποίες θεωρεί αναξιόπιστες, υποκριτικές, και σε διαδικασία μείωσης των δεσμεύσεών τους για την ασφάλεια στον Κόλπο. Αντί να βασίζεται στην Ουάσινγκτον, θέλει να συνεργαστεί με την Κίνα και την Ρωσία σε τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος, όπως η ενεργειακή πολιτική.

Για τον πρίγκιπα διάδοχο, η Συρία είναι μια ενόχληση που κληρονόμησε από τους προκατόχους του και ένας αντιπερισπασμός από τη μετασχηματιστική ατζέντα του. Σε ρήξη με την προηγούμενη σαουδαραβική πολιτική έναντι της Συρίας, κατηγορεί τις προηγούμενες γενιές Σαουδαράβων ηγετών, οι οποίοι είχαν επενδύσει μαζικά στις περιφερειακές υποθέσεις, χωρίς να έχουν να επιδείξουν πολλά. Η συριακή αντιπολίτευση, από την πλευρά της, έχει αποδυναμωθεί θανάσιμα από τις στρατιωτικές της αποτυχίες και την πολιτική της ανικανότητα -δεν χρειάζεται πλέον να ανησυχεί γι' αυτήν. Η σύνοδος κορυφής του Αραβικού Συνδέσμου της 19ης Μαΐου χρησίμευσε ως πλατφόρμα για την προβολή της σαουδαραβικής ηγεσίας στην αραβική πολιτική, και η επανένταξη της Συρίας στην ομάδα αντιπροσώπευε εύκολους διπλωματικούς καρπούς.

Ο σεισμός του Φεβρουαρίου που προκάλεσε τον θάνατο δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων στην βορειοδυτική Συρία και την Τουρκία έδωσε την ευκαιρία για αυτήν την διπλωματική στροφή. Κατά την διάρκεια της κρίσης, το Ριάντ παρείχε πολυπόθητη ανθρωπιστική βοήθεια σε περιοχές που τελούσαν υπό τον έλεγχο του συριακού καθεστώτος, γεγονός που προσέφερε ένα πρόσχημα για άμεση εμπλοκή με τον Άσαντ. Η χαλάρωση των Δυτικών κυρώσεων για την διευκόλυνση της εισροής ανθρωπιστικής βοήθειας στην Συρία αποδείχθηκε επίσης βολική για το Ριάντ, καθώς έδωσε στους Σαουδάραβες ηγέτες την ευκαιρία να αναδείξουν πώς η Δυτική πολιτική είχε φτάσει σε αδιέξοδο.

ΒΙΑΣΥΝΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΕΝΤΑΞΗ

Μόλις η Σαουδική Αραβία αποφάσισε να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τον Άσαντ, η Ιορδανία και η Αίγυπτος προσπάθησαν να επιβραδύνουν τους Σαουδάραβες σε διάφορες συναντήσεις. Υποστηρίχθηκαν από το Κουβέιτ, το οποίο δεν ήθελε να ενοχλήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον βασικό σύμμαχό του, και περιορίζεται από εγχώριες δυνάμεις κατά του Άσαντ, και από το Κατάρ, όπου ο Άσαντ παραμένει ο απόλυτος παρίας. Οι χώρες αυτές υποστήριξαν ότι ο Άσαντ θα αντιλαμβανόταν την χωρίς όρους επιστροφή της Συρίας στον Αραβικό Σύνδεσμο ως ένα είδος παράδοσης εκ μέρους των αραβικών χωρών.

Ωστόσο, οι διαφορές αυτές δεν αποδείχθηκαν ανυπέρβλητες, σε μεγάλο βαθμό επειδή όλες αυτές οι χώρες έχουν μεγαλύτερα ψάρια να ψαρέψουν. Η Αίγυπτος διέρχεται επίσης μια σοβαρή οικονομική κρίση και μια περίοδο εντάσεων με τα κράτη του Κόλπου˙ η Ιορδανία αντιμετωπίζει παρόμοιες οικονομικές δυσκολίες και ανησυχεί περισσότερο με τις εξελίξεις στο Ισραήλ, όπου ένας σκληρός δεξιός συνασπισμός βρίσκεται στην εξουσία, και στην Δυτική Όχθη, όπου μια νέα Ιντιφάντα (παλαιστινιακή εξέγερση) παραμένει πιθανή. Καμία από τις δύο δεν έχει την πολυτέλεια να ανταγωνιστεί την Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Το Κατάρ δεν επιθυμεί να θέσει σε κίνδυνο την συμφιλίωσή του με την Σαουδική Αραβία, αφού οι δύο χώρες βρέθηκαν σε αντιπαράθεση μεταξύ 2017 και 2021˙ επιμένει εύλογα ότι η επιστροφή της Συρίας στον Αραβικό Σύνδεσμο, έναν περιφερειακό θεσμό, δεν το υποχρεώνει να αποκαταστήσει τις διμερείς σχέσεις με την Δαμασκό.

Τελικά, η έγκριση της Σαουδικής Αραβίας ανάγκασε τις αραβικές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των απρόθυμων, να συμμορφωθούν. Οι Σαουδάραβες αξιωματούχοι ισχυρίστηκαν αρχικά ότι θα ακολουθούσαν μια προσεκτική και σταδιακή προσέγγιση, παρόμοια με εκείνη που οραματίστηκε η Ιορδανία. Όμως η διαδικασία επιταχύνθηκε γρήγορα. Μια αρχική ανακοίνωση για το άνοιγμα ενός προξενείου της Σαουδικής Αραβίας στην Δαμασκό αναβαθμίστηκε γρήγορα σε πλήρη αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων, συμπεριλαμβανομένης μιας πρεσβείας στην συριακή πρωτεύουσα. Οι πρόσφατες δηλώσεις της Σαουδικής Αραβίας και των Εμιράτων σχετικά με την Συρία δεν αναγνωρίζουν καν την απόφαση 2254 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το πλαίσιο για την επίλυση της σύγκρουσης.

Οι πρωτεύουσες των χωρών του Κόλπου αισθάνθηκαν δικαιωμένες για την πορεία της δράσης τους από την αδύναμη αντίδραση της Δύσης στην αποκατάσταση του Άσαντ. Κανένας από τους κορυφαίους Δυτικούς αξιωματούχους δεν ανέφερε την Συρία στα πρόσφατα δημόσια σχόλιά του. Οι αναγνώσεις των συναντήσεων των Δυτικών αξιωματούχων με ηγέτες της Μέσης Ανατολής σπάνια την αναφέρουν. Η αντίθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ διατυπώθηκε με τους πιο ήπιους όρους: οι Ηνωμένες Πολιτείες θα προτιμούσαν να παραμείνει η Συρία πολιτικά εξοστρακισμένη, αλλά δεν το απαιτούν.

Αυτή η χλιαρή αντίδραση απλώς επιβεβαίωσε την δυσάρεστη άποψη που επικρατεί στην περιοχή σχετικά με την Δυτική πολιτική όσον αφορά την Συρία. Για τα κράτη του Κόλπου, η στρατηγική αυτή συνοδεύτηκε από την αποτυχία του προέδρου των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, το 2013 να επιβάλει την «κόκκινη γραμμή» του για την χρήση χημικών όπλων από τον Άσαντ και την επιτυχία της ρωσικής επέμβασης του 2016 για την διάσωση του καθεστώτος. Οι επακόλουθες διπλωματικές αποτυχίες και η μερική απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από τον Αμερικανό πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ, το 2019 απλώς επιδείνωσαν τα πράγματα. Επί του παρόντος, οι αραβικές κυβερνήσεις θεωρούν δυσοίωνο σημάδι την έλλειψη αντίδρασης των ΗΠΑ στις αυξανόμενες επιθέσεις από προσκείμενες στο Ιράν πολιτοφυλακές που βρίσκονται στο Ιράκ και την Συρία. Αν οι Δυτικές κυβερνήσεις απεμπλέκονται, λέει η αραβική σκέψη, ένας λόγος παραπάνω για να επανασυνδεθούν με το καθεστώς Άσαντ.

Είναι απίθανο οι Δυτικές κυβερνήσεις να κάνουν κάτι για να σταματήσουν την αραβική αποκατάσταση του Άσαντ. Οι Δυτικοί ηγέτες δεν θέλουν να έχουν καμία σχέση με ένα ζήτημα που απασχολούσε τους προκατόχους τους, θα τους αποσπούσε την προσοχή από τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, και θα μπορούσε να περιπλέξει τις σχέσεις με τις πλούσιες μοναρχίες του Κόλπου. Οι Δυτικές κυρώσεις στο καθεστώς του Άσαντ και η (μειούμενη) ανθρωπιστική βοήθεια για τον συριακό λαό έχουν γίνει υποκατάστατο της πολιτικής. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Δυτικοί απεσταλμένοι στην Συρία είναι όλο και πιο κατώτεροι σε βαθμό ή ότι η θέση έχει καταργηθεί εντελώς.

ΤΟ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΤΟΥ ΑΣΑΝΤ

Ο Άσαντ δεν δείχνει καμία μεταμέλεια ή μεγαλοψυχία στους Άραβες αξιωματούχους που τον συναντούν στην Δαμασκό ή στις πρωτεύουσες του Κόλπου. Κατά την άποψή του, δεν χρειάζεται να μετανοήσει ή να προβληματιστεί για την κτηνωδία του. Αντίθετα, περιμένει από τα αραβικά κράτη να ζητήσουν συγγνώμη για την αμαρτία τους να του εναντιωθούν. Ευτυχώς γι' αυτόν, η μνήμη της σφαγής που εξαπέλυσε το καθεστώς του -η χρήση χημικών όπλων, οι βάναυσες πολιορκίες πόλεων όπως το Χαλέπι, και η αδιάκριτη σφαγή αμάχων- έχει ήδη αρχίσει να ξεθωριάζει και οι ηθικές αναστολές κατά της σύναψης συμφωνίας με την Δαμασκό εξαφανίζονται.

Ο Άσαντ κατάφερε να μετατρέψει ένα πολύ αδύναμο χαρτί σε νικηφόρο. Η στρατηγική του να οχυρωθεί και να περιμένει υπομονετικά να αλλάξουν οι περιφερειακοί και παγκόσμιοι άνεμοι έχει αποδώσει, όπως και στο παρελθόν. Βλέπει τις παραχωρήσεις ως σημάδι αδυναμίας, στοχεύει να αδειάσει τις πολυμερείς διαδικασίες από την ουσία τους, και αντιλαμβάνεται τις διπλωματικές σχέσεις ως εργαλεία που του επιτρέπουν να κατακερματίζει ασταμάτητα για να αποφεύγει την λήψη αποφάσεων.

Στο αποκορύφωμα του εξοστρακισμού του, ο Άσαντ βρήκε παρηγοριά στην ιστορία. Ήταν μόλις πριν από 15 χρόνια που καθόταν θριαμβευτικά στα Ηλύσια Πεδία στο Παρίσι ως επίτιμος προσκεκλημένος του Γάλλου προέδρου, Νικολά Σαρκοζί, στην στρατιωτική παρέλαση της Γαλλίας στην Βαστίλη. Εκείνη την εποχή, έβγαινε από μια περίοδο διπλωματικής απομόνωσης λόγω της ύποπτης εμπλοκής του στην δολοφονία πολιτικών προσώπων του Λιβάνου. Λίγη σημασία είχε το γεγονός ότι είχε κατασκευάσει έναν μυστικό πυρηνικό αντιδραστήρα, υποστήριζε τους Σουνίτες τζιχαντιστές στο Ιράκ, και συνεργαζόταν με το Ιράν για τον εξοπλισμό της Χεζμπολάχ. Οι καλύτεροι φίλοι του Άσαντ τότε ήταν οι ηγέτες του Κατάρ και της Τουρκίας, και φιλοξενούσε στην Δαμασκό Αμερικανούς ηγέτες, συμπεριλαμβανομένων της Νάνσι Πελόζι και του Τζον Κέρι. Παρόλο που ο βασιλιάς της Σαουδικής Αραβίας, Αμπντάλα, κατηγόρησε τον Άσαντ και την Χεζμπολάχ για την δολοφονία του Ραφίκ Χαρίρι (του Λιβανέζου προστατευόμενου του βασιλιά και πρώην πρωθυπουργού) το 2005, πραγματοποίησε μια υψηλού προφίλ συμφιλίωση με τον Άσαντ. Ακόμα και τότε, ο Άσαντ εκμεταλλεύτηκε την αδόμητη, ανοργάνωτη βιασύνη προς την Δαμασκό για να μεγιστοποιήσει τα οικονομικά και πολιτικά του κέρδη. Και στο τέλος, δεν παραιτήθηκε από τίποτα.

Ο Άσαντ επιδιώκει να χρησιμοποιήσει την ίδια συνταγή που τον εξυπηρέτησε τόσο καλά στο παρελθόν. Κατά την άποψή του, οι πρόσφυγες, το captagon (το ναρκωτικό που έχει κατακλύσει τις πόλεις του Κόλπου), και η τρομοκρατία είναι πρόσοδοι. Του παρέχουν ένα σταθερό ρεύμα πολιτικής και οικονομικής μόχλευσης, καθώς οι ικέτες επισκέπτονται τη Δαμασκό εκλιπαρώντας τον να βοηθήσει στην επίλυση ενός προβλήματος που ο ίδιος δημιούργησε. Και ήδη προσπαθεί να μεταφράσει την αραβική δέσμευση σε γεωπολιτικά και οικονομικά οφέλη: τόσο ο ίδιος όσο και ο υπουργός Εξωτερικών του, σε συναντήσεις με ομολόγους τους, ζήτησαν από τα αραβικά κράτη να πιέσουν τις Δυτικές κυβερνήσεις να χαλαρώσουν τις κυρώσεις κατά της Συρίας. Ομοίως, χρησιμοποιεί την αραβική εμπλοκή για να πιέσει την Τουρκία να δεσμευτεί δημοσίως ότι θα αποχωρήσει από την βορειοδυτική Συρία. Ο Άσαντ και οι υπουργοί του έχουν επίσης προβεί σε οικονομικές απαιτήσεις από τους συνομιλητές τους, λέγοντας ότι χωρίς μια ένεση χρημάτων δεν θα μπορέσουν να υποδεχθούν πίσω τους πρόσφυγες ή να σταματήσουν την εξαγωγή του captagon.

Είναι αμφίβολο αν οι αραβικές κυβερνήσεις θα ξοδέψουν πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο για να ασκήσουν πιέσεις στις Δυτικές πρωτεύουσες σχετικά με τις κυρώσεις. Η αρπακτικότητα του συριακού καθεστώτος, η δυσκολία διεξαγωγής οποιασδήποτε επιχειρηματικής δραστηριότητας στο εσωτερικό της Συρίας, και η κατεστραμμένη από τον πόλεμο κατάσταση της χώρας θα αποτρέψουν επίσης πιθανότατα οποιαδήποτε χρηματοδότηση μεγάλης κλίμακας για την ανοικοδόμηση. Αν υπάρξει χρηματοδότηση, ένα μέρος της θα εισέλθει στην συριακή οικονομία -αλλά πολύ περισσότερο θα βρεθεί στις τσέπες των ανθρώπων του καθεστώτος ή θα χρηματοδοτήσει τις βάναυσες υπηρεσίες ασφαλείας του.

Ωστόσο, η εξομάλυνση θα έχει πρακτικά αποτελέσματα με άλλους τρόπους. Κατ' αρχάς, η αύξηση των ανταλλαγών μεταξύ των ελίτ θα βελτιώσει αναπόφευκτα τον τρόπο με τον οποίο η Συρία παρουσιάζεται στα μέσα ενημέρωσης σε ολόκληρη την περιοχή. Η συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας μεταξύ των υπηρεσιών πληροφοριών είναι επίσης πιθανό να επεκταθεί γρήγορα. Οι κάτοικοι της Συρίας στις χώρες του Κόλπου, που ήδη προσέχουν να μην ανταγωνίζονται τις εκεί Αρχές, θα ανησυχούν ακόμη περισσότερο μήπως κάνουν το οτιδήποτε για να διασταυρωθούν με την Δαμασκό. Ενώ το καθεστώς θα διευκολύνει την ανθρωπιστική βοήθεια του Κόλπου, θα επιμείνει ότι αυτή θα αναπτύσσεται σύμφωνα με τις προτιμήσεις του και όχι σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα. Ορισμένα έργα πρώιμης ανάκαμψης ίσως να δρομολογηθούν, αλλά η χρηματοδότηση της ανασυγκρότησης μεγάλης κλίμακας παραμένει απίθανη. Τελικά, ελλείψει ενός ολοκληρωμένου, χωρίς αποκλεισμούς πλαισίου ανοικοδόμησης, η Συρία θα παραμείνει διαλυμένη και φτωχή, και οι Σύροι θα συνεχίσουν να αναζητούν καταφύγιο αλλού.

ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΟΥ ΕΦΗΣΥΧΑΣΜΟΥ

Ίσως να είναι δελεαστικό να καλωσορίσουμε την αποκατάσταση της Συρίας ως ένα ατυχές αλλά αποδεκτό κόστος της μείωσης των πολιτικών εντάσεων σε ολόκληρη την Μέση Ανατολή. Ο πόλεμος στην Συρία, άλλωστε, θεωρείται όλο και περισσότερο δυσεπίλυτος. Για πολλές Δυτικές χώρες, η εκχώρηση της Συρίας στους περιφερειακούς εταίρους τους μπορεί να φαίνεται ελκυστική επιλογή.

Όμως, η αραβική αποκατάσταση του Άσαντ νομιμοποιεί και επιταχύνει επικίνδυνες τάσεις σε ολόκληρη την περιοχή. Στριμωγμένες μεταξύ της Τουρκίας και του Άσαντ, οι υπό κουρδική ηγεσία πολιτοφυλακές στην βορειοανατολική Συρία έχουν ανανεώσει τα διπλωματικά τους ανοίγματα προς την Δαμασκό. Η τάση προς την αραβική εξομάλυνση ενισχύει τους φόβους σχετικά με την βιωσιμότητα της τρέχουσας Δυτικής πολιτικής και, αν η όρεξη των ΗΠΑ να διατηρήσουν στρατιωτική παρουσία στην περιοχή εξαφανιστεί, το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι η αναβίωση της εξέγερσης του ISIS. Εν τω μεταξύ, στην βορειοδυτική Συρία, μια κρίσιμη κατάπαυση του πυρός που ισχύει από το 2020 φαίνεται όλο και πιο εύθραυστη εν μέσω φόβων ότι η περιφερειακή εξομάλυνση θα μπορούσε τελικά να τροφοδοτήσει νέες στρατιωτικές επιθέσεις του καθεστώτος.

Για τα πάνω από πέντε εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες στην Τουρκία, τον Λίβανο, και την Ιορδανία, η ομαλοποίηση δεν τους έφερε πιο κοντά στο να μπορέσουν να επιστρέψουν με ασφάλεια στα σπίτια τους -πολλά από τα οποία παραμένουν σε ερείπια από τον πόλεμο. Αλλά έχει διευκολύνει τους λαϊκιστές πολιτικούς στις χώρες αυτές να κλιμακώσουν τις ξενοφοβικές ρητορικές εκστρατείες εναντίον τους στο πλαίσιο μιας προσπάθειας να τους εκδιώξουν. Η προσδοκία των γειτονικών κυβερνήσεων και κοινωνιών ότι μεγάλος αριθμός προσφύγων θα επιστρέψει, δεν συμβαδίζει με την ευρέως διαδεδομένη υποψία ότι ο Άσαντ δεν σκοπεύει να δεχτεί πίσω ανθρώπους που θεωρεί ως θεμελιωδώς άπιστους και ως πιθανές μελλοντικές απειλές. Στο μυαλό του Άσαντ, οι περισσότεροι πρόσφυγες δεν αξίζουν να προσελκύονται πίσω, εκτός αν ανταμειφθεί κατάλληλα για τον επαναπατρισμό τους.

Για να ανοίξει την όρεξη των Αράβων για δέσμευση, η Συρία επέτρεψε την επιστροφή μικρού αριθμού προσφύγων στην χώρα. Οι λιβανέζικες υπηρεσίες ασφαλείας απελαύνουν ήδη πρόσφυγες παρά τις διαμαρτυρίες των οργανισμών του ΟΗΕ και των Δυτικών δωρητριών χωρών. Αλλά η Συρία επιμένει να τους ελέγχει, και όσοι προσκρούουν σε αυτούς τους ελέγχους εξαφανίζονται γρήγορα από τη Mukhabarat, τις συριακές υπηρεσίες πληροφοριών. Εκτός από το να εμπνέει φόβο, το καθεστώς έχει δημιουργήσει και άλλα εμπόδια στην επιστροφή των προσφύγων, όπως η νόμιμη στέρηση της ιδιοκτησίας, η αστική αναδιαμόρφωση των κοινοτήτων τους, και η άρνηση του δικαιώματος να εγκατασταθούν ξανά στα μέρη από τα οποία προήλθαν.

Η αραβικός εναγκαλισμός του Άσαντ αυξάνει επίσης τους φόβους στον Λίβανο ότι η Συρία θα ασκήσει και πάλι επιρροή στην πολιτική του. Ο επικρατέστερος υποψήφιος για την προεδρία είναι ο Sleiman Frangieh, ένας πολιτικά αδύναμος πρώην πολέμαρχος του οποίου το μόνο πλεονέκτημα είναι η εγγύτητά του στην Δαμασκό και την Χεζμπολάχ.

Οι δύο βασικοί σύμμαχοι του Άσαντ, το Ιράν και η Ρωσία, έχουν επίσης χαιρετίσει την αραβική κανονικοποίηση της Συρίας. Το Ιράν υπολογίζει ότι η διαδικασία αυτή συμβαίνει με τους όρους του Άσαντ και δεν ανησυχεί ότι οτιδήποτε σχετικά με αυτήν θα αμφισβητήσει την επιρροή του στην Συρία. Έχει ενσωματωθεί βαθιά στο εσωτερικό της χώρας και μπορεί να λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό ανεμπόδιστα, εκτός από τα ισραηλινά πλήγματα κατά των πληρεξουσίων του. Ο Σύρος πρόεδρος γνωρίζει επίσης ότι δεν έχει πιο πιστό εταίρο από το Ιράν, όσο δύσκολη και αν είναι μερικές φορές η συνεργασία αυτή. Δεν ήταν τυχαίο ότι ο Ιρανός πρόεδρος, Ebrahim Raisi, επέλεξε να επισκεφθεί την Δαμασκό εν μέσω του αραβικού ανοίγματος στις αρχές Μαΐου, την πρώτη επίσκεψη Ιρανού προέδρου στην Συρία από την έναρξη της εξέγερσης.

Η Ρωσία υποδέχτηκε με ιδιαίτερη χαρά την επανένταξη της Συρίας στον αραβικό κόσμο. Η κίνηση αυτή επιτρέπει στη Μόσχα να παρουσιάζεται ως νικητής στον πληθυσμό της και σε άλλους αμφισβητίες, καθώς αγωνίζεται για την συνέχιση του πολέμου της στην Ουκρανία. Διατηρεί επίσης την εικόνα της ως παγκόσμιας δύναμης και εδραιώνει την συνεργασία της με το Ιράν, την Σαουδική Αραβία, και άλλες χώρες. Η Μόσχα χρησιμοποιεί επίσης την Συρία για να βγάλει την Τουρκία από την Δυτική τροχιά και έχει οργανώσει συναντήσεις μεταξύ κορυφαίων Ιρανών, Σύρων, και Τούρκων διπλωματικών, στρατιωτικών αξιωματούχων, και αξιωματούχων των μυστικών υπηρεσιών. Η διαδικασία εξομάλυνσης υπόσχεται να διευκολύνει την δουλειά της Μόσχας. Τέλος, η Ρωσία αναμένει ότι οι αραβικές χώρες θα συμβάλουν στην σταθεροποίηση της Συρίας, μειώνοντας έτσι το βάρος της Μόσχας.

Οι συνεχείς ισχυρισμοί της Δύσης ότι «δεν υπάρχει στρατιωτική λύση, παρά μόνο πολιτική [λύση]» στην συριακή σύγκρουση έχουν αποδειχθεί λανθασμένοι. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι επιτυχίες στο πεδίο της μάχης υπαγόρευσαν τα πολιτικά αποτελέσματα -και αυτό το σύνθημα χρησίμευσε μόνο για να δικαιολογήσει την αδράνεια της Δύσης απέναντι σε μια σύγκρουση που είχε άμεσο αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή πολιτική και ασφάλεια. Η αποκατάσταση του Άσαντ από τα αραβικά κράτη είναι μια ακόμη αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας. Σε μια εποχή που τα Δυτικά κράτη συζητούν για το ποιους στόχους να επιδιώξουν στην Ουκρανία, η Συρία αποτελεί υπενθύμιση του στρατηγικού και ανθρώπινου κόστους ενός τέτοιου εφησυχασμού.

Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/syria/bashar-al-assad-arab-league

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition