Το νέο ΝΑΤΟ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το νέο ΝΑΤΟ

Η Βορειο-Ατλαντική Συμμαχία πρέπει να αναγεννηθεί μέσω της διεύρυνσής της

Η αμερικανική πολιτική παραδέχεται μεν ότι η χρησιμότητα του ΝΑΤΟ είναι πλέον μακροπρόθεσμη και εφόσον η Ρωσία αναπτύξει σχέσεις ανταγωνιστικές με τη Δύση, παρά ταύτα επιθυμεί τη διατήρηση του ΝΑΤΟ για δικούς της γεωπολιτικούς λόγους. Κυρίως για να μπορεί χρησιμοποιώντας το «καπέλο» του ΝΑΤΟ για να επεμβαίνει σε όποιο μέρος του κόσμου κρίνει απαραίτητο. Και ακόμη για να συνεχισθεί η αμερικανική παρουσία στην Ευρώπη με τη διατήρηση των τεράστιων αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων, τις οποίες είχαν βαφτίσει νατοϊκές. Ο προβληματισμός για το ρόλο και την αποστολή του αμυντικού αυτού οργανισμού συνεχίστηκε πιο έντονος.

Ο πρώτος πόλεμος εναντίον του Σαντάμ Χουσεΐν όπου η Ευρώπη στήριξε τις ΗΠΑ στην εκδίωξη του Ιράκ από το Κουβέιτ, δημιούργησε την ψευδαίσθηση στην ηγετική ομάδα της Ουάσιγκτον ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να εδραιώσουν μέσω της στρατιωτικής τους ισχύος μια ηγεμονία σχεδόν παντού στον κόσμο. Δεν έδωσαν σημασία στο γεγονός ότι η επιχείρηση εκείνη είχε τύχει της «ευλογίας» του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Στη δεκαετία του ’90 η κρίση που ξέσπασε στην πρώην Γιουγκοσλαβία έδωσε στο ΝΑΤΟ την αναμενόμενη από τους αμερικανούς αιτιολογία ύπαρξής του. Επί 78 εικοσιτετράωρα, κυρίως τα αμερικανική αεροπλάνα επιδόθηκαν σε ανελέητους βομβαρδισμούς. Δεν βομβάρδιζαν όμως μόνο στρατιωτικούς στόχους αλλά κυρίως υποδομές δημόσιας ωφέλειας και μετέτρεψαν σε θύματα αθώους πολίτες. Και αυτά κάτω από τον ψευδεπίγραφο τίτλο – που χρησιμοποιήθηκε αργότερα και στη Λιβύη – ότι πρόκειται για παρεμβάσεις που έχουν ανθρωπιστικό χαρακτήρα.

Ακολούθησε η 11η Σεπτεμβρίου 2001. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις που χτύπησαν την ίδια την Αμερική στην καρδιά της, τη Νέα Υόρκη, δημιούργησαν τεράστια αίσθηση σ’ ολόκληρο τον κόσμο, κυρίως, όμως, στους αμερικανούς πολίτες οι οποίοι μέχρι τη στιγμή εκείνη πίστευαν ότι η χώρα τους είναι απρόσβλητη από οποιαδήποτε επίθεση. Επίσης, οι τρομοκρατικές αυτές ενέργειες προκάλεσαν πολλές αλλαγές στις διεθνείς σχέσεις με αποκορύφωμα την ένταση στις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Γερμανία και τη Γαλλία που αρνήθηκαν να ακολουθήσουν τις ΗΠΑ στην εισβολή των αμερικανικών δυνάμεων στο Ιράκ (Μάρτιος 2003) χωρίς απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Ως αιτιολογία της επεμβάσεως προβλήθηκε ότι υπήρχαν πληροφορίες, οι οποίες ποτέ δεν εξακριβώθηκαν, ότι το Ιρακινό καθεστώς ετοιμάζει πυρηνικά όπλα. Η εξόντωση βέβαια του Σαντάμ Χουσεΐν επιτεύχθηκε και το καθεστώς κατέρρευσε. Όμως, τα αμερικανο-βρετανικά στρατεύματα τα οποία βαθμηδόν αποχωρούν από το Ιράκ αφήνουν πίσω τους μια χώρα πλήρως αναρχοκρατούμενη.

Το Αφγανιστάν υπήρξε ένα άλλο σημείο τριβής. Η πρόσφατη αιφνιδιαστική και χωρίς προειδοποίηση αποχώρηση του ολλανδικού στρατιωτικού τμήματος, σε μία στιγμή μάλιστα που οι ΗΠΑ ζητούσαν μεγαλύτερη εμπλοκή των συμμάχων τους, απέδειξε την έλλειψη συνοχής στους κόλπους της συμμαχίας. Ρωγμές στις συμμαχικές δυνάμεις παρουσιάσθηκαν και στις επιχειρήσεις στη Λιβύη. Διότι σήμερα δεν υφίσταται μεταξύ των κρατών-μελών της συμμαχίας η αίσθηση της απειλής που αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για τη συνοχή μιας στρατιωτικής συμμαχίας. Έγιναν πιο εμφανείς οι μεγάλες διαφορές αντιλήψεων μεταξύ των δύο μερών στον τρόπο αντιμετώπισης μιας κρίσεως. Η αμερικανική άποψη είναι ότι τα προβλήματα λύνονται με τη στρατιωτική δύναμη. Αντίθετα, οι ευρωπαίοι υποστηρίζουν ότι οι στρατιωτικές επεμβάσεις πρέπει να είναι το ύστατο στάδιο αφού προηγουμένως έχουν αποτύχει όλα τα άλλα μέσα. Διότι πολλές φορές αντί να επιλύσουν τα προβλήματα, τα οξύνουν περισσότερο και παράλληλα μπορεί να δημιουργήσουν απώλειες σε ανθρώπινες ζωές αλλά και ανυπολόγιστες υλικές καταστροφές.

Το χάσμα είχε γίνει ήδη βαθύ με την έντονη διαφωνία που σημειώθηκε στη Σύνοδο Κορυφής στο Βουκουρέστι το 2008. Τότε οι δύο μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, η Γερμανία, η Γαλλία και η Ελλάδα απέτρεψαν την ένταξη στο ΝΑΤΟ της Γεωργίας και της Ουκρανίας αλλά και της ΠΓΔΜ, την ένταξη των οποίων υποστήριζε θερμά ο πρόεδρος Μπους που παρευρίσκετο στη Σύνοδο. Το γεγονός αυτό επισημάνθηκε από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης ως προσωπική μείωση του αμερικανού προέδρου και ως έντονη αμφισβήτηση της αμερικανικής παντοκρατορίας. Έτσι, στην αποχαιρετιστήρια ομιλία του στην έδρα του ΝΑΤΟ, στις Βρυξέλλες, ο αμερικανός υπουργός Άμυνας Ρόμπερτ Γκέιτς υπήρξε αποκαλυπτικός: εξέφρασε μεταξύ άλλων τον έντονο σκεπτικισμό του για το μέλλον της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, λόγω του χάσματος που υπάρχει μεταξύ των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών απόψεων. Οι τόσο ωμές απόψεις που διατυπώθηκαν από τα πιο υπεύθυνα χείλη δεν εξέφραζαν μόνο τον υπουργό. Αποτυπώνουν ένα γενικότερο κλίμα το οποίο επικρατεί σήμερα στην Ουάσιγκτον. Όλα τα παραπάνω οδηγούν στην σκέψη ότι ο «θάνατος» του ΝΑΤΟ με την καθαρά στρατιωτική μορφή που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα είναι «επί θύραις».

Μπορεί ο κίνδυνος πολεμικής σύρραξης μεταξύ Ανατολής και Δύσης, για την αντιμετώπιση του οποίου συστάθηκε το ΝΑΤΟ, να μην είναι ορατός στο προβλέψιμο μέλλον. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρχουν τοπικές συγκρούσεις που θα είναι μάλιστα ιδιαίτερα έντονες. Διότι σήμερα έχουν αναδυθεί όλες οι φυλετικές, εθνοτικές, θρησκευτικές αντιπαλότητες που επί πολλά χρόνια ήσαν εν υπνώσει.