Ο ρόλος των τραπεζών στη δημιουργία και την επίλυση της κρίσης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο ρόλος των τραπεζών στη δημιουργία και την επίλυση της κρίσης

Πώς μια Τραπεζική Ένωση μπορεί να δώσει πειστικές λύσεις στα προβλήματα της Ευρωζώνης.

Πρέπει να σημειωθεί ότι στη διάσκεψη κορυφής της Ευρωζώνης της 29ης Ιουνίου το κύριο ζήτημα δεν ήταν η τραπεζική ένωση, αλλά η παροχή στον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης (σήμερα το ΕΤΧΣ και μελλοντικά τον ΕΜΣ) της δυνατότητας να προβαίνει σε απ’ ευθείας αγορές ομολόγων των χωρών που τηρούν τους κοινούς δημοσιονομικούς κανόνες, με στόχο τη σταθεροποίηση των επιτοκίων δανεισμού τους, χωρίς μια τέτοια παρέμβαση να συνοδεύεται από πλήρες πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής. Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ είχε τοποθετηθεί ανοικτά και κατηγορηματικά εναντίον αυτής της προοπτικής. Η σκληρή γραμμή της μπορούσε ασφαλώς να υπολογίζει στην υποστήριξη χωρών όπως η Φινλανδία και η Ολλανδία, αλλά και η Σλοβακία, η Αυστρία ή η Μάλτα. Εν τούτοις, η κυρία Μέρκελ βρέθηκε κατά τη διάρκεια της συνόδου προ απροόπτου, λόγω της στάσης του Ιταλού πρωθυπουργού Μόντι, ο οποίος, με την υποστήριξη του Ισπανού ομολόγου του Ραχόι, απείλησε με ναυάγιο την σύνοδο, αρνούμενος να εγκρίνει το μάλλον ασήμαντο Σύμφωνο Ανάπτυξης, εάν δεν επήρχετο συμφωνία και στο ζήτημα του ΕΜΣ. Το Σύμφωνο Ανάπτυξης ήταν μεν πρόταση της γαλλικής και όχι της γερμανικής πλευράς, πλην όμως η υιοθέτησή του αποτελούσε όρο της γερμανικής αντιπολίτευσης (Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων), προκειμένου η τελευταία να υπερψηφίσει στο γερμανικό κοινοβούλιο το Δημοσιονομικό Σύμφωνο και την ιδρυτική συνθήκη του ΕΜΣ, διασφαλίζοντας έτσι στην κυβέρνηση την συνταγματική πλειοψηφία των δύο τρίτων.

Ως εκ τούτου, η καγκελάριος αναγκάσθηκε να υποχωρήσει στις πιέσεις των ηγετών των μεγάλων χωρών της νότιας Ευρώπης. Επρόκειτο για μια θεαματική ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων, αφού η Γερμανία απώλεσε όχι μόνον την πρωτοβουλία των κινήσεων, αλλά και τη στήριξη της Γαλλίας, της οποίας ο νεοεκλεγμένος πρόεδρος Ολάντ εμφανίστηκε να προΐσταται ενός νέου μπλοκ των νοτίων χωρών.

Παράλληλα με την αγορά κρατικών ομολόγων, η διάσκεψη κορυφής της Ευρωζώνης ενέκρινε την παραχώρηση στον ΕΜΣ και της δυνατότητας να χρηματοδοτεί απ’ ευθείας τη διάσωση προβληματικών τραπεζών της Ευρωζώνης, χωρίς να απαιτείται τα σχετικά κονδύλια να διοχετεύονται ως δάνειο προς την χώρα καταγωγής των τραπεζών αυτών και χωρίς ο ΕΜΣ να απολαμβάνει κάποιου προνομιακού καθεστώτος ως πιστωτής. Αποδέχθηκε, δηλαδή, την αρχή της χρηματοδότησης σε αλληλέγγυα βάση και χωρίς ειδική ευθύνη της χώρας καταγωγής των προγραμμάτων εξυγίανσης των τραπεζών. Με την ενεργοποίηση της πρόβλεψης αυτής, θα μπορούσε να διακοπεί ο φαύλος κύκλος τραπεζικών ανακεφαλαιοποιήσεων και δημοσίου χρέους.

Στο ζήτημα αυτό, όμως, η Γερμανία και οι άλλες χώρες του κέντρου διασφάλισαν ένα σημαντικό όρο, ο οποίος αποδυναμώνει, αν δεν ανατρέπει, τη βασική λογική της τραπεζικής ένωσης, όπως την είχε πρωτοδιατυπώσει η Λαγκάρντ: η παρέμβαση του ΕΜΣ θα είναι δυνατή μόνον «αφ’ ότου θεσπισθεί αποτελεσματικός ενιαίος εποπτικός μηχανισμός». Δηλαδή, αντί η Ευρωζώνη να προχωρήσει άμεσα στην από κοινού αντιμετώπιση της τραπεζικής κρίσεως και έπειτα να υλοποιήσει στην εποπτική ενοποίηση, η τελευταία ανακηρύσσεται σε απόλυτη προϋπόθεση της πρώτης.

ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

Παρά τις διακηρύξεις προθέσεων της Επιτροπής, είναι σχεδόν αδύνατον η εποπτική ενοποίηση να επιτευχθεί, έστω και σε επίπεδο ιδρυτικού νομοθετικού πλαισίου, εντός του 2012. Τα νομικά και πολιτικά ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν είναι πάμπολλα:

• Η τραπεζική ένωση θα αφορά όλη την Ένωση ή μόνον την Ευρωζώνη; Με δεδομένη την κάθετη άρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου να συμμετάσχει, επικρατέστερη φαίνεται η δεύτερη επιλογή. Όμως, αυτό θέτει επί τάπητος το επόμενο ερώτημα: Πώς θα διασφαλιστεί η ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς με ένα ρυθμιστικό σύστημα δύο ταχυτήτων – ενιαίο για την Ευρωζώνη και εθνικό για τους λοιπούς; Ειδικώς για το Ηνωμένο Βασιλείο, που διαθέτει τη μεγαλύτερη χρηματοικονομική αγορά της Ευρώπης και συνεπώς δείχνει μέγιστο ενδιαφέρον για τα σχετικά ρυθμιστικά ζητήματα, αποτελεί κόκκινη γραμμή η αποτροπή μιας κατάστασης, όπου η Ευρωζώνη, η οποία ως τραπεζική ένωση πλέον θα διαθέτει αυτομάτως ενισχυμένη πλειοψηφία στο Συμβούλιο, θα επιβάλλει μονομερώς τη γνώμη της κάθε φορά που θα νομοθετούνται μέτρα για τον χρηματοοικονομικό τομέα σε επίπεδο Ένωσης. Τεχνικώς, όμως, πώς μπορεί να διασφαλιστεί ότι αυτό δεν θα συμβεί;

• Σε οργανωτικό επίπεδο, ποια θα είναι η ενιαία εποπτική αρχή; Η ΕΚΤ, όπως διαφαίνεται από τα πρώτα επίσημα κείμενα, ή η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ); Εάν την βασική ευθύνη έχει η δεύτερη, όπως ίσως να επιθυμεί η Επιτροπή, ποιος ακριβώς θα είναι ο ρόλος της πρώτης στην εποπτική διαδικασία;

• Η ενιαία εποπτική αρχή θα εποπτεύει όλες ανεξαιρέτως τις τράπεζες ή μόνον κάποιες μεγάλες τράπεζες με διασυνοριακές δραστηριότητες και μεγάλη συστημική βαρύτητα; Εάν, όπως φαίνεται, υιοθετηθεί η δεύτερη λύση, πώς θα διαμορφωθούν οι σχέσεις μεταξύ της υπερεθνικής εποπτικής αρχής και των εθνικών αντιστοίχων της;

• Ποιες ακριβώς εξουσίες θα έχει η ευρωπαϊκή εποπτική αρχή; Θα μπορεί να εμποδίζει κατά το δοκούν κάποιες δραστηριότητες των τραπεζών που θα εποπτεύει; Πότε θα μπορεί να λαμβάνει προληπτικά μέτρα και τι είδους θα είναι αυτά;

• Ποια θα είναι η σχέση της εποπτικής αρχής με τις διαδικασίες εξυγίανσης των προβληματικών τραπεζών; Αυτή ή κάποιος άλλος θα είναι αρμόδιος για τα σχετικά μέτρα; Και το κυριότερο: Θα μπορεί να αποφασίζει την αναδιάρθρωση των αφερέγγυων τραπεζών με δημόσιο χρήμα;

• Τέλος, τι είδους μηχανισμοί ελέγχου και λογοδοσίας θα θεσπιστούν σε σχέση με τις δραστηριότητές της;
Τα κράτη μέλη μπορεί να αποδέχονται επί της αρχής την ιδέα της τραπεζικής ένωσης, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι την αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο ή ότι συναινούν σε όλες τις βασικές παραμέτρους. Όπως έχει ήδη παρατηρηθεί στην περίπτωση των προτάσεων σχετικά με τους κανόνες προληπτικής εποπτείας, τα συστήματα εγγύησης καταθέσεων και τα ταμεία εξυγίανσης, οι μεταξύ τους διαφωνίες είναι μεγάλες και δυσεπίλυτες. Ο χρόνος που θα απαιτηθεί για διαπραγματεύσεις, θα είναι πιθανότατα σημαντικός.