Το πρόβλημα με την πολιτική Ομπάμα για την Ασία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το πρόβλημα με την πολιτική Ομπάμα για την Ασία

Γιατί φαίνεται να είναι άσκοπη και αναποτελεσματική

Η απόφαση για τη «στροφή» προς την Ασία βασίστηκε στον συλλογισμό ότι η νέα δύναμη της Κίνας απειλεί τα αμερικανικά συμφέροντα και υπονομεύει την περιφερειακή σταθερότητα, απλώς και μόνο επειδή θα μπορούσε να το κάνει, δηλαδή μόνο και μόνο γιατί η αυξανόμενη στρατιωτική δύναμη της χώρας έκανε την επιθετική διπλωματία ευκολότερη και πιο ελκυστική σε σύγκριση με το παρελθόν. Στην κατάθεσή του στο αμερικανικό Κογκρέσο, τον Μάρτιο του 2010, ο ναύαρχος Ρόμπερτ Γουΐλαρντ, τότε επικεφαλής της αμερικανικής Διοίκησης του Ειρηνικού, υποστήριξε ότι η πρόσφατη στρατιωτική αναβάθμιση της Κίνας ήταν «δραματική». Η αλήθεια είναι, ωστόσο, ότι οι ΗΠΑ έχουν σε μεγάλο βαθμό υπερεκτιμήσει τη στρατιωτική ικανότητα της Κίνας. Παρά το γεγονός ότι από το 1979 (όταν στη διάρκεια του σύντομου πολέμου με το Βιετνάμ αποκαλύφθηκαν οι αδυναμίες του) ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΛΑΣ) έχει πραγματοποιήσει άλματα, η δύναμή του παραμένει περιορισμένη. Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας ο ΛΑΣ δεν ανέπτυξε νέα πλοία ή αεροσκάφη, που θα ενίσχυαν ουσιαστικά την ικανότητά του να αντιπαρατεθεί στην αμερικανική ναυτική υπεροχή. Το βασικό εργαλείο της Κίνας για την αντιμετώπιση του αμερικανικού ναυτικού και την αποτροπή αμερικανικής επέμβασης στις ασιατικές διαμάχες, εξακολουθεί να είναι ένας στόλος από πετρελαιοκίνητα υποβρύχια που επιχειρούν από τα μέσα της δεκαετίας του ’90.

Όσον αφορά τον εκσυγχρονισμό του κινεζικού ναυτικού, μόλις πρόσφατα ο ΛΑΣ άρχισε να κατασκευάζει ένα καταδρομικό κατευθυνόμενων πυραύλων νέας γενιάς, σε ποσότητα και ποιότητα που ωχριά σε σύγκριση με τον αμερικανικό στόλο καταδρομικών τύπου Aegis. Μόλις τον Αύγουστο του 2011 το Πεκίνο εγκαινίασε τη λειτουργία του πρώτου αεροπλανοφόρου του (ο αμερικανικός στρατός διαθέτει 11), ενός παλιού και σχετικά μικρού πλοίου αγορασμένου από τους Ρώσους. Η Κίνα σχεδιάζει ν’ αναπτύξει αντι-ναυτικούς βαλλιστικούς πυραύλους που θα μπορούσαν να πλήξουν τα αμερικανικά αεροπλανοφόρα, αλλά δεν έχει ακόμη αποκτήσει επαρκή τεχνογνωσία για να προχωρήσει σε υλοποίηση του σχεδίου. Και, σύμφωνα με την έκθεση του ίδιου του Πενταγώνου για την κατάσταση του κινεζικού στρατού το 2011, θα μπορούσε να θεωρηθεί σύγχρονο ένα ποσοστό λιγότερο του 30% των ναυτικών δυνάμεων επιφανείας, των αεροπορικών δυνάμεων και των δυνάμεων αεράμυνας και μόνο ένα 55% του υποβρυχιακού στόλου του ΛΑΣ. Με λίγα λόγια, ο ΛΑΣ δεν είναι ικανός να απειλήσει την αμερικανική κυριαρχία στη θάλασσα ή να μεταβάλει την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή.

Στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων αυξήθηκε η ανησυχία του Πεκίνου σχετικά με τη στρατιωτική ανεπάρκεια της χώρας. Στα τέλη του 2008, όταν οι Κινέζοι ηγέτες παραδέχθηκαν ότι η χώρα τους δεν ήταν άτρωτη στις οικονομικές δονήσεις που κλόνιζαν την υφήλιο, το Πεκίνο πανικοβλήθηκε στην προοπτική εκτίναξης της εγχώριας ανεργίας και εσπευσμένα χρηματοδότησε μια τεράστια δέσμη κινήτρων, ύψους 570 δισεκατομμυρίων δολαρίων περίπου. Όμως, τα πράγματα πήραν χειρότερη τροπή καθώς βραχυπρόθεσμα προκλήθηκε αστάθεια και μακροπρόθεσμα διαρθρωτικές ανισορροπίες στην οικονομία. Το αποτέλεσμα ήταν ότι το 2009-10 η Κίνα γνώρισε τη μεγαλύτερη οικονομική αναταραχή από τη δεκαετία του ’60 και το τότε μαοϊκό «Μεγάλο Άλμα προς τα Εμπρός».

Μεταξύ 2009 και 2010, ο πληθωρισμός υπερδεκαπλασιάστηκε και τον Φεβρουάριο του 2010, ο Κινέζος πρωθυπουργός Γουέν Τζιαμπάο παραδέχθηκε ότι η επιδείνωση στον πληθωρισμό, που προήλθε από το πακέτο κινήτρων, θα μπορούσε να «υπονομεύσει την κοινωνική σταθερότητα». Μέχρι το 2009, οι τιμές των ενοικίων στις μεγαλύτερες πόλεις είχαν ξεπεράσει το μέσο μηνιαίο εισόδημα της μεσαίας τάξης κατά 20-30%, ξεπερνώντας κατά πολύ την προτεινόμενη από την Παγκόσμια Τράπεζα αναλογία. Εν τω μεταξύ, στις αρχές του 2010, σε μια προσπάθεια χαλιναγώγησης του δανεισμού, η κεντρική τράπεζα της Κίνας προχώρησε κατ’ επανάληψη σε αύξηση των υποχρεωτικών κεφαλαιακών αποθεμάτων των τραπεζών. Παρ’ όλα αυτά, ο πληθωρισμός συνέχισε την ανοδική του πορεία. Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2010, σχεδόν το 60% των Κινέζων ανέφεραν ότι «οι τιμές ήταν απαράδεκτα υψηλές». Σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν, οι τιμές των λαχανικών είχαν αυξηθεί κατά σχεδόν 25%, η τιμή του σκόρδου είχε δεκαπλασιαστεί και η τιμή του τσαγιού ήταν 20% υψηλότερη.

Και καθώς ο πληθωρισμός ροκάνιζε το εισόδημα, η ανεργία και η ανισότητα αυξήθηκαν: το 2009 η ανεργία στα αστικά κέντρα ήταν η υψηλότερη από το 1980. Η κυβέρνηση φοβόταν ιδιαιτέρως ότι οι άνεργοι πτυχιούχοι θα μπορούσαν ν’ αποτελέσουν παράγοντα αποσταθεροποίησης στις κινεζικές πόλεις. Το 2009, πάνω από επτά εκατομμύρια πτυχιούχοι ήταν άνεργοι. Έτσι, η κυβέρνηση επένδυσε περίπου 6 δισ. δολάρια, ώστε να τους προσφέρει θέσεις εργασίας σε αγροτικές περιοχές. Και καθώς η οικονομία παρουσίαζε επιδείνωση, την κατάσταση παραδέχθηκε με άρθρο της ακόμη και η κρατική Εφημερίδα του Λαού. Ένας τίτλος του Μαΐου 2010 δήλωνε: «Η πτώση εισοδήματος σε επικίνδυνο επίπεδο». Το άρθρο επικαλείτο στατιστικές της Παγκόσμιας Τράπεζας που κατέτασσαν την κινεζική ανισότητα σε «μία από τις υψηλότερες θέσεις στον κόσμο». Η ανησυχία της ηγεσίας μήπως η μαζική δυσαρέσκεια λάβει τη μορφή αντικυβερνητικής πολεμικής, διοχετεύθηκε μέσω δημοσιευμάτων της εφημερίδας, που προειδοποιούσε ότι η ανισότητα θα μπορούσε «να δημιουργήσει ισχυρά αρνητικά αισθήματα κατά των πλουσίων» και ότι «ο συναγερμός έχει ήδη χτυπήσει». Και συνέχιζε: «Το Πεκίνο ούτε έχει τη δυνατότητα ούτε πρέπει να αγνοήσει τον συναγερμό».