Η στρατηγική του Ομπάμα για την αραβική ασφάλεια | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η στρατηγική του Ομπάμα για την αραβική ασφάλεια

Ένα παλιό δόγμα δοκιμάζεται στην Υεμένη

Αλλά μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση Ομπάμα έχει περιορίσει την υποστήριξή της στην υπό Σαουδική ηγεσία επιχείρηση «Αποφασιστική Θύελλα», που μετονομάστηκε τώρα σε επιχείρηση «Επαναφορά της Ελπίδας», αναφορικά με την υλικοτεχνική υποστήριξη και τις πληροφορίες, ενώ πιέζει για εκεχειρία και πολιτική διευθέτηση. Δεν έχει δώσει κανένα ενθαρρυντικό σημάδι στην Σαουδική Αραβία και τους συμμάχους της για αποστολή χερσαίων δυνάμεων στην Υεμένη, προφανώς λόγω του κινδύνου που θα διέτρεχαν οι Ηνωμένες Πολιτείες να βαλτώσουν σε ένα ακόμη τέλμα στην Μέση Ανατολή. Ωστόσο, αν η υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας συμμαχία αρχίσει να παραπαίει ή έρθει αντιμέτωπη με μια ήττα, ίσως η Σαουδική Αραβία να χτυπήσει σύντομα την πόρτα της Ουάσιγκτον ζητώντας μεγαλύτερη συμμετοχή των ΗΠΑ.

Το σχέδιο ασφαλείας του Αραβικού Κόλπου δεν προέβλεψε ποτέ έναν εμφύλιο πόλεμο που θα αφορούσε τους πληρεξούσιους της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν. Είχε εκκολαφθεί στον απόηχο του Πολέμου του Κόλπου το 1990-1991, όταν φαινόταν πιο σημαντική η προστασία της Σαουδικής Αραβίας και των πέντε συμμάχων της στον Αραβικό Κόλπο, όλες μοναρχίες, από το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν.

Η ασπίδα ασφαλείας αποτελείτο από τρία επίπεδα, αρχίζοντας στον πυρήνα των έξι μελών του ΣΣΚ, υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας. Αν το Ιράκ ξεκινούσε μια ακόμα επίθεση και το ΣΣΚ χρειαζόταν βοήθεια, η Αίγυπτος θα ήταν εκεί για να παρέχει το δεύτερο επίπεδο. (Υπήρχε κι ένας ρόλος που προορίζονταν επίσης για την Συρία, η οποία είχε πολεμήσει στο πλευρό της Σαουδικής Αραβίας εναντίον του Ιράκ). Μόνο αν αυτός ο μεγαλύτερος αραβικός συνασπισμός άρχιζε να καταρρέει θα προέβαιναν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε διάσωση και θα παρείχαν το τρίτο επίπεδο της άμυνας.

Το σχέδιο των ΗΠΑ πέτυχε μια αρχική έγκριση -την Διακήρυξη της Δαμασκού, που εκδόθηκε από τις έξι αυτές χώρες τον Μάρτιο του 1991, αμέσως μετά την υπό αμερικανική ηγεσία επιχείρηση απελευθέρωσης του Κουβέιτ. Οι έξι βρίσκονταν τότε σε κάποια κατάσταση ευφορίας, υποσχόμενοι να εργαστούν για «μια νέα αραβική τάξη με σκοπό την ενίσχυση της κοινής αραβικής δράσης».

Όμως, το σύστημα αυτό δεν εφαρμόστηκε ποτέ, λόγω της έμφυτης διστακτικότητας των μοναρχιών του Κόλπου σε ό, τι αφορά την εξάρτηση της ασφάλειάς τους από την Αίγυπτο ή την Συρία και την προτίμησή τους στην ύπαρξη κάποιας διμερούς στρατιωτικής συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην συνέχεια, η αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003, έβγαλε τον Σαντάμ από τις σοβαρές απειλές για τις μοναρχίες. Αντ’ αυτού, το Ιράν πήρε την θέση του Ιράκ ως η κύρια ανησυχία καθώς οι Σιίτες σύμμαχοι κέρδισαν τις υπό αμερικανική στήριξη εκλογές στο Ιράκ.

Από τότε, η αντιπαλότητα της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν αναφορικά με την κυριαρχία στον Κόλπο γίνεται σταδιακά όλο και χειρότερη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ασκήσει συστηματικές πιέσεις στις έξι μοναρχίες του ΣΣΚ για να σχηματίσουν μια ενιαία, ολοκληρωμένη στρατιωτική δύναμη και έδωσαν έμφαση στην ένταξη των μεμονωμένων συστημάτων αντιπυραυλικής άμυνας τους σε μια δομή όλου του εύρους του Κόλπου για την αντιμετώπιση του (κατά κάποιον τρόπο) αυξανόμενου οπλοστασίου και των μικρομεσαίων πυραύλων του Ιράν. Ο Obama έκανε ένα ακόμη βήμα για την οικοδόμηση ενός συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας του ΣΣΚ καθ’ όλη την διάρκεια της συνόδου κορυφής στο Καμπ Ντέιβιντ την περασμένη εβδομάδα.

Οι μοναρχίες απάντησαν ενισχύοντας τις δικές τους άμυνες και αγοράζοντας αμερικάνικα όπλα αξίας άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων, από μαχητικά αεροσκάφη F-15 και F-16 και επιθετικά ελικόπτερα Απάτσι έως μικρής εμβέλειας Patriot και αντιπυραυλικά συστήματα Theater High Altitude Area Defense (THAAD). Μόνο οι δαπάνες της Σαουδικής Αραβίας για αγορές αμερικανικών όπλων ανέρχονται σε 90 δισεκατομμύρια δολάρια.

Είναι απίθανο να μετατραπούν αυτά τα όπλα σε μια ολοκληρωμένη αντιπυραυλική αμυντική ασπίδα του ΣΣΚ σύντομα. Στο άμεσο μέλλον, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα εξακολουθήσουν να παρέχουν αυτή την κάλυψη, μέσω των πλοίων και των βάσεών τους στο έδαφος στον Περσικό Κόλπο. Το κύριο εμπόδιο ήταν ανέκαθεν η απροθυμία των Αράβων εταίρων της Σαουδικής Αραβίας να αναθέσουν την υπεράσπισή τους σε εκείνη. Αυτό οφείλεται εν μέρει στον φόβο απώλειας της κυριαρχίας τους, αλλά μερικώς και στον συσχετισμό τους με διαφορετικές πολιτικές απέναντι στο Ιράν, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων βαθμών συνεργασίας και όχι αντιπαράθεσης.

Μια ήττα της Σαουδικής Αραβίας στην Υεμένη είναι πιθανό να ενισχύσει την επιθυμία ιδιαίτερα του Κατάρ και του Ομάν, που αμφότερα έχουν εκτεταμένες εμπορικές συναλλαγές με το Ιράν, να αποφύγουν την αντιπαράθεση όσο και να μην εμπλακούν σε κάποια συλλογική αμυντική συμμαχία κατά του Ιράν υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας. Μόνο τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν δείχνουν κάποιον ενθουσιασμό. Μέχρι στιγμής, η Σαουδική Αραβία, η οποία έχει αφιερώσει 100 αεροσκάφη στην Υεμένη, εξακολουθεί να αποτελεί τον στυλοβάτη της βομβιστικής εκστρατείας. Αλλά οι Χούθι παραμένουν απτόητοι, η υποστήριξη του Hadi έχει αποκτήσει φθίνουσα πορεία και το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας βρίσκεται υπό αυξανόμενη διεθνή πίεση για να κάνει έκκληση για ειρήνη. Αυτές οι τάσεις δεν αποτελούν θετικούς οιωνούς ούτε για την Σαουδική ηγεσία ούτε για το αμερικανικό σχέδιο κοινής άμυνας του Αραβικού Κόλπου.

Copyright © 2015 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/persian-gulf/2015-05-18/obamas-a...