Ο Σίσι και οι 40 κλέφτες | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο Σίσι και οι 40 κλέφτες

Γιατί η διαφθορά επιμένει στο Κάιρο

Η υποστήριξη του Σίσι και του στρατού στον Genena είναι μόνο μια ένδειξη της δυνητικής διολίσθησης της αποστολής: Το ότι οι δυνάμεις ασφαλείας και πληροφοριών της Αιγύπτου θα μπορούσαν κάλλιστα να διαδραματίσουν έναν διευρυμένο ρόλο σε υποθέσεις διαφθοράς. Στο κάτω-κάτω, ένα παρόμοιο σενάριο παίχτηκε στην Αλγερία. Πριν τον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο της χώρας στην δεκαετία του 1990, η Υπηρεσία πληροφοριών, το Département du Renseignement et de la Sécurité (DRS), επικεντρώθηκε σε μεγάλο βαθμό σε θέματα ασφάλειας και καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Στην συνέχεια, δόθηκε η εξουσία να ερευνήσει την εσωτερική διαφθορά στα κρατικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των Υπουργείων και των κρατικών επιχειρήσεων, και ενεπλάκη στενά με τον ιστό των βασικών décideurs (στμ: αυτών που αποφασίζουν) στην Αλγερία, τον πυρήνα των μεσιτών της εξουσίας και των φορέων λήψης αποφάσεων στο le pouvoir (στμ: την εξουσία).

Από τον εμφύλιο πόλεμο, το DRS έχει επικεφαλής τον εκπαιδευμένο από την KGB αντιστράτηγο Mohammed "Toufik" Medienne που τώρα πιστεύεται ότι εμπλέκεται σε μια πάλη για την εξουσία με τον πρόεδρο Αμπντελαζίζ Μπουτεφλίκα. Ο Medienne έχει έκτοτε ρίξει την ματιά του σε σχεδόν όλες τις κρατικές υποθέσεις, συχνά με την χρήση και την διαρροή στοιχείων ώστε να εκβιάσει, διαπομπεύσει, ή να εξαλείψει πολιτικούς αντιπάλους –περίπου όπως και τα μέσα ενημέρωσης της Αιγύπτου, μερικά με στενούς δεσμούς με τον στρατό, ίσως να έχουν ήδη κάνει. «Οι κρατικοί θεσμοί είναι η πιο ισχυρή και επικίνδυνη αντιπολίτευση στον Σίσι», έγραψε η εφημερίδα Al-Maqal σε ένα άρθρο του Ibrahim Eissa αυτόν τον μήνα, μια άλλη υψηλού προφίλ προσωπικότητα στα μέσα ενημέρωσης, ευρέως γνωστού για την στενή συνεργασία του με τις ένοπλες δυνάμεις.

Οι λεπτομέρειες της πρόσφατα δημοσιοποιηθείσας 32 σελίδων στρατηγικής για την καταπολέμηση της διαφθοράς [2] είναι απελπιστικά μπερδεμένες. Δεν προσδιορίζει ή οριοθετεί καν τον ρόλο ή την επιρροή που μπορεί να έχει κάθε μέλος της Εθνικής Συντονιστικής Επιτροπής για την Καταπολέμηση της Δωροδοκίας. Οι τελευταίες έξι σελίδες, οι οποίες θέτουν αυτά τα σημεία αναφοράς για την καταπολέμηση της διαφθοράς που η αστυνομία και οι Υπηρεσίες πληροφοριών της Αιγύπτου θα έχουν τον ρόλο να εποπτεύουν, και το χρονοδιάγραμμα στο οποίο πρόκειται να υλοποιηθεί, είναι εμφανώς απούσες από την περικεκομμένη 20σέλιδη αγγλική [3] και την 23σέλιδη γαλλική [4] μετάφραση που δημοσιοποίησε η επιτροπή. Αυτές οι εκδοχές περιλαμβάνουν την δημιουργία μιας «τροποποιημένης» δομής αμοιβών για τους γραφειοκράτες, ψηφίζοντας μέτρα προστασίας για τους πληροφοριοδότες [επί παρανομιών], νόμους για την ελευθερία των πληροφοριών, και τροποποίηση των νόμων για τις πλειοδοσίες και τις προσφορές.

Οι συντάκτες πρέπει να έχουν εξαιρέσει αυτά τα σημεία αναφοράς για να αποφύγουν την λογοδοσία. Παρότι η εθνική στρατηγική κατά της διαφθοράς της Αιγύπτου κάνει προσπάθεια για να δημιουργηθεί χώρος για την κοινωνία των πολιτών, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και άλλους παράγοντες για να λάβουν μέρος στην παρακολούθηση της διαφθοράς και την εφαρμογή των κριτηρίων αξιολόγησης της στρατηγικής, αυτοί οι «φύλακες» έχουν σε μεγάλο βαθμό προεπιλεγεί ή απογυμνωθεί από την ικανότητά τους να λειτουργούν ελεύθερα. Για παράδειγμα, ένα σχέδιο νόμου που διέρρευσε τον Νοέμβριο του 2014, επιδιώκει να ποινικοποιήσει την διάδοση των πληροφοριών που σχετίζονται με τον στρατό, τις οποίες θεωρεί «από την φύση τους μυστικές και αφορώσες την εθνική ασφάλεια». Αν και ο νόμος δεν έχει ακόμη ψηφιστεί, έχει ήδη ανατριχιαστικά αποτελέσματα. Οι συνομιλίες μεταξύ του Σίσι και του Αρχηγού του Επιτελείου Kamel νωρίτερα φέτος που διέρρευσαν, ουσιαστικά δεν έχουν τύχει σημασίας από τον αιγυπτιακό Τύπο.

Αν και λίγοι τόλμησαν να αναφερθούν στις διαρροές, η αστυνομία ξεκίνησε μια καταστολή των ΜΜΕ, με στόχο ακριβώς τους δημοσιογράφους που είχαν δείξει αυτοσυγκράτηση στο να αναφέρονται στον στρατό. Αντ’ αυτού, αυτοί οι συντάκτες δημοσίευσαν ιστορίες για το Υπουργείο Εσωτερικών. Κατά την διάρκεια των τελευταίων μηνών, η αστυνομία κλήτευσε έναν αριθμό δημοσιογράφων από την ιδιωτική καθημερινή Al-Masry Al-Youm και την φιλο-καθεστωτική καθημερινή Al-Dostour, και τους παρέπεμψε στην Εισαγγελία Κρατικής Ασφάλειας αμέσως μόλις κάθε εφημερίδα δημοσίευσε ρεπορτάζ σχετικά με καταγγελίες για διαφθορά μέσα στο Υπουργείο Εσωτερικών. Αρκετά ειρωνικά, η εφημερίδα Dostour ισχυρίστηκε ότι το ίδιο το Υπουργείο Εσωτερικών είχε συστήσει τον δημοσιογράφο ο οποίος ηγείται της σελίδας για τα εγκλήματα, ο οποίος κυκλοφόρησε την αμφιλεγόμενη ιστορία διαφθοράς. Όμως, κανείς δεν κρατήθηκε στην φυλακή, και αυτόν τον μήνα, το Υπουργείο είπε ότι απέσυρε τις νόμιμες κατηγορίες κατά της εφημερίδας Αλ-Masry Al-Youm, ως μέρος της «προσπάθειας να ενισχύσει την σχέση του με τα διάφορα τμήματα της χώρας και τα διάφορα μέσα ενημέρωσης».