Όταν η CIA παρεμβαίνει στις ξένες εκλογές | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Όταν η CIA παρεμβαίνει στις ξένες εκλογές

Μια σύγχρονη ιστορία αμερικανικής μυστικής δράσης

Η δεύτερη ομάδα αξιωματούχων δεν μιλά απόλυτα, υποδηλώνοντας ότι η CIA απομακρύνθηκε από, αλλά όχι απαραίτητα σταμάτησε, το να επηρεάζει εκλογές στο εξωτερικό. «Δεν υπήρχαν πολλά από αυτά. Τούτο δεν είναι κάτι που οι υπηρεσίες πληροφοριών κάνουν με μια αίσθηση που δεν μοιάζει καθόλου με την ευελιξία και την ελευθερία που θα μπορούσαν να έχουν στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου», είπε ο McLaughlin, ο οποίος, ως ο νούμερο δύο της CIA το 2000, θα είχε εμπλακεί στην υπόθεση Milosevic. Έκτοτε, τέτοιες επιχειρήσεις ανήλθαν, τουλάχιστον, στα υψηλότερα επίπεδα. Η κυβέρνηση Μπους συζήτησε το σχέδιο του Ιράκ˙ η κυβέρνηση Ομπάμα ζύγισε παρόμοιες προτάσεις. «Δεν είναι ότι αυτές οι ιδέες δεν εμφανίζονται, αλλά τουλάχιστον στην διοίκηση [του Ομπάμα] θα απορρίπτονταν», είπε ο Tony Blinken, ο οποίος υπηρέτησε σε ανώτερες θέσεις εθνικής ασφάλειας σε ολόκληρη την προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα.

25062020-3.jpg

Ο πρώην διευθυντής της CIA, John Brennan, καταθέτει ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Πληροφοριών στην Ουάσιγκτον, τον Μάιο του 2017. Kevin Lamarque / Reuters
---------------------------------------------------------------

Από αυτή την δεύτερη ομάδα, ο Leon Panetta, διευθυντής της CIA από το 2009 έως το 2011, ήταν ο πιο ειλικρινής. Είπε ότι ποτέ δεν «προχώρησε» στο να αλλάξει απευθείας τις ψήφους ή να διαδώσει παραπληροφόρηση. Αλλά σε σπάνιες περιπτώσεις, η δική του CIA επηρέασε τα ξένα μέσα ενημέρωσης πριν από τις εκλογές για να «αλλάξει στάσεις εντός της χώρας». Η μέθοδος της CIA, συνέχισε ο Panetta, ήταν να «αποκτά μέσα μαζικής ενημέρωσης σε μια χώρα ή σε μια περιοχή που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν πολύ καλά για να είναι σε θέση να παραδώσουν» ένα συγκεκριμένο μήνυμα ή εργασία για να «επηρεάσουν εκείνους που ενδέχεται να κατέχουν στοιχεία των μέσων μαζικής ενημέρωσης για να είναι ικανά να συνεργαστούν, να δουλέψουν μαζί σου για την παράδοση αυτού του μηνύματος». Όπως στην Ιταλία το 1948 ή την Σερβία το 2000, τα προγράμματα που περιέγραψε ο Panetta συμπλήρωσαν εμφανείς εκστρατείες προπαγάνδας. «Ακόμα κι αν λειτουργούσαμε σε μυστική βάση», είπε, «έπρεπε να είσαι βέβαιος ότι οι εμφανείς μέθοδοι που χρησιμοποιούνταν τουλάχιστον έδωσαν το ίδιο μήνυμα». Ακόμη και αυτός ο τύπος επιχείρησης παρουσίαζε κινδύνους. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι ένα στοίχημα», συνέχισε ο Panetta, γι' αυτό ήταν μια επιλογή της έσχατης καταφυγής και γι' αυτό οι πιο επιθετικές τακτικές είχαν μπει στο περιθώριο.

Κάθε συνέντευξη έδειξε το ίδιο συμπέρασμα: για την CIA, η μυστική εκλογική παρέμβαση έχει γίνει η εξαίρεση παρά ο κανόνας. Είτε η υπηρεσία δεν επιδιώκει πλέον να επηρεάσει τα εκλογικά αποτελέσματα, όπως ισχυρίστηκαν οι Brennan και Petraeus, είτε το κάνει σε σπάνιες περιπτώσεις όταν, όπως και με τον Μιλόσεβιτς, ένας τύραννος μπορεί να εκδιωχθεί μέσω της κάλπης. Η ακριβής αλήθεια είναι άγνωστη. Αλλά αυτή η γενική αλλαγή σηματοδοτεί μια δραματική απομάκρυνση από τον Ψυχρό Πόλεμο, όταν η CIA παρενέβαινε στις εκλογές «πολλών, πολλών» χωρών. Γι' αυτήν την εξέλιξη, ο Negroponte, πρώην διευθυντής εθνικών πληροφοριών, είπε: «Ειλικρινά, τέτοιου είδους πολιτική δράση είναι πραγματικά κομμάτι του παρελθόντος. Το Ιράκ με έπεισε για αυτό. Ήταν απλώς μηδενική όρεξη για [εκλογική] παρέμβαση».

Οι σκεπτικιστές θα επιμείνουν ότι οι αρχηγοί [των υπηρεσιών] πληροφοριών των Ηνωμένων Πολιτειών ψεύδονται. Αλλά λαμβάνοντας υπόψη τις σημερινές πραγματικότητες, οι σκεπτικιστές μπορεί να είναι εκείνοι που αψηφούν την λογική. Θα ήταν αυτοκαταστροφικό για την CIA να χειραγωγήσει ξένες εκλογές σε όλες εκτός από τις πιο εξαιρετικές περιστάσεις. Ένας λόγος για το γιατί, αφορά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, το οποίο έκλεψε από την CIA τον μακροχρόνιο σκοπό της: να αντιμετωπίζει την Σοβιετική Ένωση. Ο Μιλόσεβιτς, κατ’ αρχήν, ήταν ένα λείψανο μιας προηγούμενης εποχής. Τον Σεπτέμβριο του 2001, η CIA βρήκε μια νέα εστίαση στην αντιτρομοκρατία, η οποία καλούσε για επιδρομές με drone και παραστρατιωτικές επιχειρήσεις, όχι για εκλογικές παρεμβολές.

Οι ηγέτες των Ηνωμένων Πολιτειών μετά τον Ψυχρό Πόλεμο διακήρυξαν μια εποχή φιλελεύθερης δημοκρατίας που ορίζεται από ελεύθερες και δίκαιες εκλογές. Αυτή η μετάβαση, από την ανάσχεση του κομμουνισμού στην προώθηση της δημοκρατίας, έκανε τις μυστικές εκλογικές παρεμβάσεις μια πιο επικίνδυνη πρόταση. Όπως εξήγησε ο Michael Hayden, πρώην διευθυντής της CIA, «η ανάμιξη σε μια εκλογική διαδικασία ξεπερνά τα θεμελιώδη πιστεύω μας. Ίσως θελήσεις να το κάνεις για να δημιουργήσεις ίσες ευκαιρίες, ίσως θέλεις να το κάνεις ακριβώς λόγω απαιτήσεων της εθνικής ασφάλειας, αλλά δεν θα δίνει σωστή αίσθηση». Ο McLaughlin ανέπτυξε τις εξελισσόμενες προοπτικές της Ουάσιγκτον. «Εάν παρεμβαίνεις σε εκλογές και εκτεθείς ότι το κάνεις», είπε, «είσαι πολύ πιο υποκριτικός από ό, τι θα εμφανιζόσουν στον Ψυχρό Πόλεμο, όταν κάτι τέτοιο έτεινε να δικαιολογείται ως μέρος του κόστους του να κάνεις την δουλειά».

Η υποκρισία, ωστόσο, δεν είχε σταματήσει την CIA στο παρελθόν. Και τα τελευταία χρόνια, καθώς ο ανταγωνισμός των μεγάλων δυνάμεων επανεμφανίστηκε, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν ένα διακύβευμα σε πολλές ξένες εκλογές. Οι αλλαγές στην υψηλή πολιτική, λοιπόν, εξηγούν μόνο εν μέρει αυτήν τη μετατόπιση της δραστηριότητας της CIA. Το υπόλοιπο αυτής της ιστορίας έχει να κάνει με την διάδοση του Διαδικτύου, το οποίο έχει εκθέσει τις αμερικανικές εκλογές σε εξωτερικές παρεμβολές. Αξιωματούχοι στην Ουάσιγκτον διστάζουν να εκτελέσουν το είδος της επιχείρησης στην οποία η χώρα τους έχει γίνει τόσο ευάλωτη. «Αν βρίσκεσαι σε γυάλινο σπίτι, μην πετάς πέτρες», είπε ο Petraeus. «Και είμαστε το μεγαλύτερο γυάλινο σπίτι όσον αφορά την συνδεσιμότητα στο Διαδίκτυο».