Πώς θα νικηθεί η παραπληροφόρηση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς θα νικηθεί η παραπληροφόρηση

Μια ατζέντα για την διοίκηση του Μπάιντεν

Η κυβέρνηση Μπάιντεν πρέπει πρώτα να διασφαλίσει ότι όλα τα επίπεδα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα εκλάβουν στα σοβαρά την απειλή της παραπληροφόρησης. Αυτή η πρόκληση δεν θα πρέπει πλέον να είναι ένα υποθέμα που θα συζητείται με χαμηλούς τόνους πέρα από το επίπεδο που μπορεί να ακούσει ο πρόεδρος, όπως συνέβαινε υπό τον Τραμπ, ο οποίος χαρακτήρισε την παραπληροφόρηση «μια φάρσα» και απέρριψε οποιαδήποτε ενέργεια για την αντιμετώπισή της ως σαν να είναι λογοκρισία. Ως αποτέλεσμα, τα υψηλότερα επίπεδα της κυβέρνησης των ΗΠΑ ποτέ δεν καταδίκασαν έντονα την διάδοση ψευδών μηνυμάτων, ούτε ο Λευκός Οίκος εξέδωσε ποτέ μια ενοποιητική οδηγία πολιτικής για να καθοδηγήσει τις υπηρεσίες να συνεργαστούν για την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης. Κάποιοι μικροί θύλακες της κυβέρνησης -ιδίως η CISA, της οποίας ο διευθυντής, Christopher Krebs, απολύθηκε μέσω προεδρικού tweet αυτήν την εβδομάδα- είχαν να διαχειριστούν το τεράστιο χαρτοφυλάκιο. Όμως, οι επιχειρήσεις πληροφοριών αφορούν κάθε σκέλος της κυβέρνησης. Άλλες χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, εκτιμούν το μέγεθος του προβλήματος. Η βρετανική κυβέρνηση συνεδριάζει με αξιωματούχους της εξωτερικής και της εσωτερικής πολιτικής για να αναπτύξει σχέδια για τον μετριασμό των διαδικτυακών απειλών και να ανταποκριθεί σε συγκεκριμένες κρίσεις όπως η επίθεση της ρωσικής παραπληροφόρησης που ακολούθησε την δηλητηρίαση του Ρώσου πρώην αξιωματικού πληροφοριών, Sergei Skripal, στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2018.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να υιοθετήσουν μια παρόμοια προσέγγιση, δημιουργώντας έναν τσάρο της αντι-παραπληροφόρησης στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας και την δημιουργία μιας αντίστοιχης διεύθυνσης. Αυτό το γραφείο θα μπορούσε να παρακολουθεί το οικοσύστημα της πληροφόρησης για [να ανακαλύπτει τις] απειλές και να συντονίζει τις αντιδράσεις της πολιτικής όλων των υπηρεσιών. Δεν θα προσπαθούσε να εξυπηρετήσει κανένα ρόλο ελέγχου των γεγονότων ή εποπτείας του περιεχομένου, αποφεύγοντας έτσι τις κατηγορίες περί λογοκρισίας. Κρισίμως, η ομάδα θα συγκεντρώνει ιδέες και απόψεις από έξω από την παραδοσιακή σφαίρα της εθνικής ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου του Υπουργείου Παιδείας και οργανισμών όπως το National Endowment for the Humanities, δύο κλάδους της κυβέρνησης που ασχολούνται άμεσα με τους Αμερικανούς. Η νέα διεύθυνση θα ενθαρρύνει επίσης την συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών με τον ιδιωτικό τομέα και με τις ομάδες της κοινωνίας των πολιτών.

Με αυτήν την πιο ολοκληρωμένη γραφειοκρατική δομή, η διοίκηση του Μπάιντεν θα πρέπει τότε να ρίξει τη ματιά της στο Κογκρέσο. Οι ακροάσεις του Κογκρέσου στην εποχή του Trump σχετικά με την παραπληροφόρηση στο διαδίκτυο ήταν κυρίως ασκήσεις πολιτικού θεάτρου, που δημιούργησαν διαδεδομένα βίντεο μελών του Κογκρέσου να επιπλήττουν στελέχη [του κλάδου] της τεχνολογίας, αλλά [δεν θέσπισαν] καμία πολιτική. Ο Μπάιντεν πρέπει να στηριχθεί στο διακομματικό ιστορικό του και να ενθαρρύνει το Κογκρέσο να ιδρύσει μια ομοσπονδιακή επιτροπή για την εποπτεία και διαφάνεια στο διαδίκτυο. Μια τέτοια επιτροπή θα διασφαλίσει ότι οι πλατφόρμες των social media θα προστατεύονται από κακόβουλο ξένο περιεχόμενο και δεν θα πέφτουν θύματα κομματικής προκατάληψης. Οι νομοθέτες θα μπορούσαν να υποχρεώσουν τις εταιρείες των social media να αναφέρουν τις αποφάσεις που λαμβάνουν κατά την επινόηση αλγορίθμων και για τον έλεγχο του περιεχομένου, με στόχο την δημιουργία ενός πιο διαφανούς και δημοκρατικού Διαδικτύου.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μείνει θλιβερά πίσω από τους ομολόγους τους στην θέσπιση και εφαρμογή της νομοθεσίας για την αντι-παραπληροφόρηση. Κοινής λογικής, διακομματικά νομοσχέδια όπως ο Νόμος για τις Ειλικρινείς Διαφημίσεις (Honest Ads Act), ο οποίος θα καθιστούσε την χρηματοδότηση και την στόχευση των διαδικτυακών πολιτικών διαφημίσεων πιο διαφανή και ο οποίος λογίζει τον Lindsey Graham, τον Ρεπουμπλικανό γερουσιαστή από τη Νότια Καρολίνα, μεταξύ των συνυποστηρικτών του, αποστερήθηκε μια ψηφοφορία στην Γερουσία από τον ηγέτη της πλειοψηφίας της Γερουσίας, Mitch McConnell, Ρεπουμπλικάνο από το Κεντάκι. Ένα νομοσχέδιο που ψηφίστηκε στην Βουλή των Αντιπροσώπων και το οποίο οδήγησε το Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών (National Science Foundation) και τις Εθνικές Ακαδημίες Επιστημών, Μηχανικών και Ιατρικής (National Academies of Sciences, Engineering, and Medicine) να πραγματοποιήσουν έρευνα για την παραπληροφόρηση σχετικά με την πανδημία COVID-19 [4] -συμπεριλαμβανομένων απειλών που ενδέχεται να επηρεάσουν την εμπιστοσύνη του κοινού σε ένα μελλοντικό εμβόλιο- δεν κέρδισε κανέναν Ρεπουμπλικανικό υποστηρικτή και δεν πέρασε από την Επιτροπή Υγείας, Παιδείας, Εργασίας και Συντάξεων της Γερουσίας. Ακόμη και τέτοιοι καλόπιστοι και απολιτικοί νόμοι έχουν πέσει θύματα της οργής στο Καπιτώλιο. Το Κογκρέσο πρέπει να αναγνωρίσει ότι η παραπληροφόρηση δεν είναι κομματικό ζήτημα, αλλιώς κινδυνεύει να παραμελήσει περαιτέρω το καθήκον του να προστατεύει τους δημοκρατικούς κανόνες και πρακτικές.