Γιατί ο ΟΗΕ εξακολουθεί να έχει σημασία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί ο ΟΗΕ εξακολουθεί να έχει σημασία

Ο ανταγωνισμός των μεγάλων δυνάμεων τον κάνει περισσότερο σχετικό -όχι λιγότερο

Στο θέρετρο της Γιάλτας, στην Κριμαία, τον χειμώνα του 1945, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Φράνκλιν Ντ. Ρούσβελτ, συναντήθηκε με τον Σοβιετικό ηγέτη, Ιωσήφ Στάλιν, και τον Βρετανό πρωθυπουργό, Ουίνστον Τσώρτσιλ, για να σχεδιάσουν έναν «οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών». Η υγεία του Ρούσβελτ βρισκόταν σε απότομη πτώση, και το εξαντλητικό ταξίδι στην Κριμαία ίσως κάλλιστα να επιτάχυνε τον θάνατό του εβδομάδες αργότερα. Το γεγονός ότι ανέλαβε το ταξίδι αυτό, έδειξε πόσο κεντρικό ρόλο πίστευε ότι η συνεργασία των μεγάλων δυνάμεων θα είχε στην επερχόμενη μεταπολεμική τάξη πραγμάτων. Τα Ηνωμένα Έθνη, όπως τα φανταζόταν ο Ρούσβελτ, θα ήταν οι «Τέσσερις Αστυνομικοί», μια κοινοπραξία των νικηφόρων δυνάμεων του πολέμου: των Ηνωμένων Πολιτειών, της Σοβιετικής Ένωσης, του Ηνωμένου Βασιλείου, και της Κίνας. Αυτή η ομάδα, με την προσθήκη της Γαλλίας, έγιναν τελικά τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το επίκεντρο της νέας τάξης πραγμάτων που ο Ρούσβελτ επεδίωκε να οικοδομήσει.

09062023-1.jpg

Ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, μιλά εξ αποστάσεως στον ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη, τον Σεπτέμβριο του 2021. Mary Altaffer / Reuters
----------------------------------------------------

Μόλις τρία χρόνια αργότερα, ωστόσο, σε απάντηση στην αποκάλυψη των Δυτικών σχεδίων για την ενοποίηση των ζωνών της στην κατεχόμενη Γερμανία, οι σοβιετικές δυνάμεις απέκλεισαν τους δρόμους και τους σιδηροδρόμους προς το Βερολίνο. Η δραματική αυτή κίνηση σηματοδότησε ένα σημείο καμπής σε αυτό που όλο και περισσότερο αποκαλείτο «Ψυχρός Πόλεμος» μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και των πρώην συμμάχων της, κυρίως των Ηνωμένων Πολιτειών. Μέχρι την στιγμή της κρίσης του Βερολίνου, οι σχέσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων στα εκκολαπτόμενα Ηνωμένα Έθνη ήταν ήδη παγερές. Το όραμα της Γιάλτας για μια συνεργατική μεταπολεμική τάξη φαινόταν να έχει ξεθωριάσει γρήγορα.

Πολλοί πιστεύουν ότι ο Ψυχρός Πόλεμος κατέστρεψε το όνειρο του Ρούσβελτ για έναν ΟΗΕ που θα συγκρατούσε τις συγκρούσεις και θα παρήγαγε εποικοδομητική συλλογική δράση. Όπως υποστήριξε ο μελετητής των διεθνών σχέσεων John Mearsheimer, ο ανταγωνισμός των υπερδυνάμεων κατέστησε «σχεδόν αδύνατο» για τον ΟΗΕ να υιοθετήσει και να επιβάλει ουσιαστικά ψηφίσματα. Ο πολιτικός επιστήμονας Francis Fukuyama, επέμεινε ότι ο Ψυχρός Πόλεμος «ευνούχισε» το Συμβούλιο Ασφαλείας. Σύμφωνα με αυτή την γραμμή σκέψης, μόνο με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ο ΟΗΕ μπόρεσε επιτέλους να συμμετάσχει στην δυναμική κοινή δράση που ήταν το όραμα στην Γιάλτα. Η Madeleine Albright, πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ και πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, συνόψισε αυτή την άποψη χρόνια αργότερα, όταν δήλωσε ότι, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, «το εμπόδιο στην συντονισμένη δράση του Συμβουλίου Ασφαλείας είχε καταρρεύσει».

Σήμερα, η αντιπαλότητα των μεγάλων δυνάμεων εντείνεται και πάλι. Πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι ένας νέος ψυχρός πόλεμος ετοιμάζεται μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Οι παρατηρητές του ΟΗΕ φοβούνται ότι το παρελθόν του θα είναι ο πρόλογος. Ο ανταγωνισμός των υπερδυνάμεων θα μπορούσε και πάλι να παραλύσει τον οργανισμό. Η ανικανότητα του ΟΗΕ, άλλωστε, να τερματίσει τον πόλεμο που μαίνεται στην Ουκρανία καθιστά εύκολο το συμπέρασμα ότι είναι ανίκανος να διαχειριστεί τα καθοριστικά γεγονότα της εποχής.

Ωστόσο, ο αυξανόμενος ανταγωνισμός μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας δεν χρειάζεται να καταδικάσει τον οργανισμό σε ασημαντότητα. Πράγματι, αυτός ο ανταγωνισμός μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερη συνεργασία στον ΟΗΕ, όχι σε λιγότερη. Τόσο η Κίνα όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν κοινό συμφέρον να διατηρήσουν -και ιδανικά να επεκτείνουν- τις εξουσίες του Συμβουλίου Ασφαλείας, του βασικού οργάνου του ΟΗΕ, στο οποίο κυριαρχούν. Για να γίνει αυτό, ωστόσο, πρέπει να περιορίσουν την σκέψη περί μηδενικού αθροίσματος και να βρουν τομείς κοινού εδάφους που εξυπηρετούν το κοινό τους συμφέρον: την διατήρηση της ισχύος έναντι άλλων. Όπως ίσχυε και κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ο ΟΗΕ παραμένει στον εικοστό πρώτο αιώνα ένας μοναδικός χώρος συντονισμού και συνεργασίας των μεγάλων δυνάμεων σε πολλά ζητήματα της παγκόσμιας τάξης. Ο ΟΗΕ μπορεί να μην εκπληρώσει ποτέ πλήρως το όραμα του Ρούσβελτ. Ωστόσο, η ιστορία υποδηλώνει ότι ο θεσμός, που πλησιάζει τώρα τα 80α γενέθλιά του, εξακολουθεί να έχει βάσεις.

TA ΗΝΩΜΕΝΑ ΕΘΝΗ ΣΤΟΝ ΨΥΧΡΟ ΠΟΛΕΜΟ

Σε αντίθεση με την συμβατική άποψη ότι ο Ψυχρός Πόλεμος κατέστησε τον ΟΗΕ ανίκανο, το μεταπολεμικό Συμβούλιο Ασφαλείας ήταν στην πραγματικότητα εκπληκτικά ενεργό. Σίγουρα, τα σοβιετικά βέτο ξεχείλιζαν τα πρώτα χρόνια, εμποδίζοντας μια σειρά από μέτρα, από την εισδοχή της Ιρλανδίας το 1946 μέχρι την προσπάθεια του Συμβουλίου Ασφαλείας να παρέμβει στην σύγκρουση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν για το Τζαμού και το Κασμίρ το 1957. Τα πρώτα 50 βέτο που ασκήθηκαν στο Συμβούλιο Ασφαλείας ήταν όλα σοβιετικά. (Μέχρι την δεκαετία του 1970, οι Ηνωμένες Πολιτείες ακολούθησαν το παράδειγμα, ασκώντας βέτο σε ψηφίσματα που καυτηρίαζαν το Ισραήλ και τη Νότια Αφρική). Ο ΟΗΕ αποδείχθηκε ανίσχυρος σε μεγάλες κρίσεις που αφορούσαν σοβιετικές και αμερικανικές επεμβάσεις, όπως η σοβιετική εισβολή στην Ουγγαρία το 1956 και ο πόλεμος του Βιετνάμ. Το βέτο είχε σχεδιαστεί στην Γιάλτα για να διασφαλίσει ότι τα συμφέροντα των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας προστατεύονταν πάντα, και οι υπερδυνάμεις ήταν πολύ πρόθυμες να ασκήσουν αυτό το προνόμιο.

Αλλά η Μόσχα και η Ουάσιγκτον αναγνώρισαν επίσης ότι η παράλυση στα Ηνωμένα Έθνη τελικά δεν τους ευνοούσε. Σε μια εποχή διπολικού ανταγωνισμού, στην οποία μια νίκη για τη μία θεωρούνταν απώλεια για την άλλη, τόσο η Σοβιετική Ένωση όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες φάνηκε να συνειδητοποιούν ότι αν δεν έβρισκαν τρόπους να συνεργαστούν στον ΟΗΕ, οι ειδικές εξουσίες και τα προνόμιά τους θα μειώνονταν βαθιά. Ένα Συμβούλιο Ασφαλείας που δεν μπορούσε να δράσει έθετε τον εαυτό του στο περιθώριο της παγκόσμιας πολιτικής. Μετά από μια δύσκολη αρχή, ο ρυθμός των επιτυχημένων ψηφισμάτων στο Συμβούλιο Ασφαλείας άρχισε να αυξάνεται. Μέχρι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ο μέσος αριθμός των ψηφισμάτων που περνούσαν κάθε χρόνο είχε υπερδιπλασιαστεί σε σχέση με την δεκαετία του 1950.

Πολλές από αυτές τις επιτυχείς λύσεις αφορούσαν την πολύπλοκη διαδικασία της μεταπολεμικής απο-αποικιοποίησης, την οποία και οι δύο υπερδυνάμεις προσπάθησαν να διαχειριστούν. Αυτές οι κοινές αποφάσεις οδήγησαν συχνά στην δημιουργία ειρηνευτικών αποστολών σε μετα-αποικιακά κράτη. Όταν το Κονγκό απέκτησε την ανεξαρτησία του από το Βέλγιο το 1960, για παράδειγμα, διαλύθηκε γρήγορα σε εμφύλιο πόλεμο. Αλλά ο ΟΗΕ ενήργησε συντονισμένα για να ελέγξει το χάος που εξαπλωνόταν. Μέσα σε λίγες ημέρες από το ξέσπασμα της κρίσης, το Συμβούλιο Ασφαλείας ενέκρινε μια μαζική ειρηνευτική δύναμη, η οποία παρέμεινε στην θέση της για αρκετά χρόνια και συμμετείχε ακόμη και σε μάχες χρησιμοποιώντας τεθωρακισμένα οχήματα και αεροπορικές δυνάμεις. Κάθε ψυχροπολεμικός ανταγωνιστής βρήκε επίσης τον ΟΗΕ χρήσιμο εργαλείο για τον περιορισμό της επιρροής του άλλου. Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα όταν επρόκειτο για το Κονγκό. Όπως το έθεσε αργότερα ένας Αμερικανός αξιωματούχος, μόλις ο ηγέτης του Κονγκό, Πατρίς Λουμούμπα, επιδίωξε στενότερους δεσμούς με τη Μόσχα, η παρουσία του ΟΗΕ «κατά κάποιο τρόπο μπέρδευε τους Σοβιετικούς. ... Ήξεραν πώς να έχουν αντιπαράθεση μαζί μας, αλλά δεν ήξεραν πώς να έχουν αντιπαράθεση με τον ΟΗΕ».

Κατά την διάρκεια των δεκαετιών του 1950 και 1960, ο ΟΗΕ συμμετείχε σε μια μεγάλη ποικιλία κρίσεων -όχι μόνο στο Κονγκό, αλλά και στην Αγκόλα, την Κύπρο, την Δομινικανή Δημοκρατία, την Ινδία και το Πακιστάν, την Σενεγάλη, τη Νότια Αφρική, την Ζάμπια, και αλλού. Οι Σοβιετικοί και οι Αμερικανοί δεν συμφωνούσαν πάντοτε για το πώς ακριβώς να χειριστούν αυτές τις μυριάδες προκλήσεις. Αλλά η συχνή συμφωνία τους -και οι πολλές ενέργειες του Συμβουλίου Ασφαλείας κατά την περίοδο εκείνη- διαψεύδουν την άποψη ότι ο ανταγωνισμός των μεγάλων δυνάμεων άφησε τον οργανισμό παγωμένο. Επιπλέον, το ιστορικό αρχείο δείχνει ότι αυτή η αυξανόμενη συνεργασία δεν ήταν το αποτέλεσμα μιας απλής επιλογής λιγότερο σημαντικών κρίσεων. Το Συμβούλιο αντιμετώπιζε συχνά σοβαρά ζητήματα, και το έκανε με ψηφίσματα που ήταν, κατά μέσο όρο, αυστηρότερα από εκείνα στα οποία ασκήθηκε βέτο ή που δεν συγκέντρωσαν την απαιτούμενη πλειοψηφία. Το 1970, για παράδειγμα, ως απάντηση σε αυτό που εντυπωσιακά χαρακτήρισε ως «σφετερισμός της εξουσίας από μια ρατσιστική μειονότητα εποίκων» στη Νότια Ροδεσία (σημερινή Ζιμπάμπουε), το Συμβούλιο Ασφαλείας απαίτησε από όλα τα μέλη του ΟΗΕ να διακόψουν τους διπλωματικούς δεσμούς με το καθεστώς, διέταξε την αποχώρηση των νοτιοαφρικανικών στρατευμάτων, και ανέστειλε τη Νότια Ροδεσία από όλους τους διεθνείς οργανισμούς.

Τα αυξανόμενα επίπεδα συνεργασίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας αντανακλούσαν επίσης τον αυξανόμενο ανταγωνισμό εντός του οργανισμού. Καθώς οι αυτοκρατορίες διαλύονταν τις δεκαετίες μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ένα τεράστιο φάσμα πρώην αποικιοκρατούμενων χωρών εισέρρευσε στον ΟΗΕ. Στην Γενική Συνέλευση, το όργανο του ΟΗΕ που περιλαμβάνει όλα τα κράτη-μέλη, σύντομα κυριάρχησαν οι χώρες του Κινήματος των Αδεσμεύτων, οι οποίες χρησιμοποιούσαν όλο και περισσότερο τον ΟΗΕ ως πλατφόρμα για να ενισχύσουν τις διαφωνίες τους με τις υπερδυνάμεις. Καθώς μια πιο διεκδικητική Γενική Συνέλευση απειλούσε να αναλάβει την πρωτοβουλία, τόσο η Σοβιετική Ένωση όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες είδαν το πλεονέκτημα να αποδείξουν την πρωτοκαθεδρία του Συμβουλίου Ασφαλείας μέσω αποφασιστικής δράσης. Το «σύμφωνο των μεγάλων δυνάμεων» που σύναψε ο Ρούσβελτ στην Γιάλτα τούς παρείχε πρωτοφανείς εξουσίες, αλλά για να αναπτύξουν αυτές τις εξουσίες έπρεπε να συνεργαστούν.

ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ

Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου προμήνυε την έλευση αυτού που ο Charles Krauthammer ονόμασε στο Foreign Affairs «η μονοπολική στιγμή», με τις Ηνωμένες Πολιτείες να είναι πλέον η αδιαμφισβήτητη υπερδύναμη του κόσμου. Τα Ηνωμένα Έθνη δραστηριοποιούνταν όλο και περισσότερο σε αυτό το νέο πολιτικό τοπίο˙ αν και υπήρξαν σημαντικά παραπατήματα, όπως με την γενοκτονία στην Ρουάντα το 1994, ο οργανισμός ήταν συχνά κεντρικός παίκτης στην γεωπολιτική της εποχής, από τον Πόλεμο του Κόλπου το 1990-91 μέχρι τις κρίσεις στα Βαλκάνια, την Καμπότζη, το Ανατολικό Τιμόρ, και αλλού. Οι ειρηνευτικές επιχειρήσεις επεκτάθηκαν περαιτέρω, ιδίως στην Αφρική, καθώς η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης σήμαινε ότι πολλά καθεστώτα έχασαν την εξωτερική υποστήριξη και άρχισαν να καταρρέουν. Ο ΟΗΕ ασχολήθηκε επίσης σε μεγάλο βαθμό με την αντιμετώπιση μιας σειράς νεότερων ζητημάτων, όπως το περιβάλλον, η δημόσια υγεία, και η διεθνής ποινική δικαιοσύνη.

Με την δραματική άνοδο της Κίνας στον 21ο αιώνα, ο κόσμος έχει εισέλθει σε μια νέα εποχή ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων. Υπό τον Κινέζο ηγέτη, Σι Τζινπίνγκ, το Πεκίνο γίνεται όλο και πιο ισχυρό, εθνικιστικό, και πολεμοχαρές. Σε μια δύστροπη Ουάσιγκτον, ένας από τους λίγους τομείς διακομματικής συναίνεσης είναι η αυξημένη, συχνά επιθετική αντίθεση στην Κίνα. Πολλοί αναλυτές έχουν ήδη περιγράψει αυτή την αυξανόμενη αντιπαλότητα ως ισοδύναμη με έναν «νέο Ψυχρό Πόλεμο».

Ωστόσο, όπως πολλοί έχουν υποστηρίξει, ο ανταγωνισμός μεταξύ της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών είναι διαφορετικός από εκείνον του Ψυχρού Πολέμου που είδαμε πριν από δεκαετίες. Η Κίνα είναι βαθιά ενσωματωμένη στην παγκόσμια οικονομία και οι αμερικανικές επιχειρήσεις και οι καταναλωτές εξαρτώνται από την κινεζική αγορά. Το ενδιαφέρον της Κίνας να συμμετέχει σε πολυμερείς θεσμούς για να προωθήσει τις πολιτικές της προτιμήσεις έχει επίσης αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Πράγματι, τα τελευταία χρόνια, ο Σι έχει καλέσει άμεσα τους Κινέζους διπλωμάτες να μάθουν περισσότερα για το διεθνές δίκαιο και να «συμμετέχουν στην παγκόσμια διακυβέρνηση, να φτιάχνουν κανόνες, να θέτουν ατζέντες».

Σύμφωνα με αυτές τις αρχές, η Κίνα έχει γίνει πολύ πιο ενεργή στα Ηνωμένα Έθνη. Η Κίνα διαδραμάτιζε παραδοσιακά έναν υποτονικό ρόλο στον οργανισμό. (Μέχρι το 1971, την έδρα της στον ΟΗΕ κατείχε η Ταϊβάν.) Η Κίνα απείχε συχνά από το Συμβούλιο Ασφαλείας. Αλλά από την δεκαετία του 1990, άρχισε να ψηφίζει -και να ασκεί το βέτο της- πολύ πιο συχνά. Πράγματι, από το 2011, η Κίνα έχει ασκήσει το βέτο της δώδεκα φορές. (Συγκριτικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ασκήσει βέτο μόνο σε τέσσερα ψηφίσματα κατά την ίδια χρονική περίοδο). Στην Γενική Συνέλευση, η Κίνα πρότεινε πρόσφατα μια παγκόσμια αναπτυξιακή πρωτοβουλία, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την οικονομική πρόοδο, και στο Boao Forum for Asia, μια παγκόσμια πρωτοβουλία για την ασφάλεια που υποτίθεται ότι θα αντιμετωπίσει «πολύπλοκες και αλληλένδετες προκλήσεις ασφαλείας» με μια «νοοτροπία win-win». Αμφότερες οι προτάσεις επιδιώκουν να αναπροσανατολίσουν την παγκόσμια διακυβέρνηση και να διασφαλίσουν ότι η Κίνα θα βρίσκεται στην θέση του οδηγού.

Σήμερα, η Κίνα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος χρηματοδότης του ΟΗΕ (μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες) και έχει γεμίσει την γραφειοκρατία του οργανισμού με υπηκόους της. Πράγματι, είναι σήμερα το μόνο κράτος-μέλος του οποίου οι πολίτες ηγούνται περισσότερων από έναν εξειδικευμένων οργανισμών. Η Κίνα έχει πλέον πολύ περισσότερους ειρηνευτές που συμμετέχουν σε αποστολές του ΟΗΕ από οποιοδήποτε άλλο μόνιμο μέλος -διπλάσιους από τους άλλους τέσσερις μαζί. Συχνά απεικονίζεται ως αναθεωρητική δύναμη, πρόθυμη να ανατρέψει την υπό την ηγεσία των ΗΠΑ διεθνή τάξη. Ωστόσο, κάθε άλλο παρά βλέπει τον ΟΗΕ ως άσχετο ή αντικαταστάσιμο, η Κίνα εμφανίζεται όλο και περισσότερο πεπεισμένη για την σημασία του οργανισμού.

Η δέσμευση της Κίνας να ενισχύσει την επιρροή της στον ΟΗΕ έρχεται σε μια εποχή που οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι συχνά αμφίθυμες για τον θεσμό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους κυριάρχησαν στα πρώτα χρόνια του ΟΗΕ. Ωστόσο, τουλάχιστον από την δεκαετία του 1980, οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν επιδείξει σημαντική εχθρότητα απέναντι στον ΟΗΕ- μάλιστα, πολλοί συντηρητικοί δεν εμπιστεύθηκαν ποτέ τον οργανισμό εξαρχής, θεωρώντας τον ως αποθετήριο επαναστατών και Ρώσων κατασκόπων. Αλλά ακόμη και καθώς τα πρώτα χαρούμενα χρόνια έχουν απομακρυνθεί στο βάθος, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι (ιδίως όσοι υπηρετούν σε κυβερνήσεις Δημοκρατικών) εξακολουθούν να βλέπουν τον ΟΗΕ ως ένα κρίσιμο εργαλείο για την διπλωματία. Και το Συμβούλιο Ασφαλείας, αντανακλώντας την ισορροπία των δυνάμεων στα μέσα του εικοστού αιώνα, παρέχει στις Ηνωμένες Πολιτείες τεράστια πλεονεκτήματα σε έναν ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο.

Τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Κίνα, εν ολίγοις, επωφελούνται από το status quo που τους κατοχυρώνεται στα Ηνωμένα Έθνη. Η εξαιρετικά άνιση κατανομή ισχύος του θεσμού λειτουργεί προς όφελός τους, ακόμη και αν συχνά απογοητεύει άλλα κράτη-μέλη. (Πράγματι, ένας λόγος για την διστακτικότητα πολλών αφρικανικών κρατών απέναντι στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι, όπως έγραψε πρόσφατα ο Tim Murithi στο Foreign Affairs, ότι πρόκειται απλώς για μια «συνέχιση της βασιλείας των ισχυρών επί των λιγότερο ισχυρών»). Σε συνεργασία με άλλα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα έχουν εγκρίνει πρόσφατες ειρηνευτικές ή «σταθεροποιητικές» αποστολές στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, το Μάλι, και το Νότιο Σουδάν και έχουν επιβάλει κυρώσεις, εμπάργκο όπλων, και άλλους περιορισμούς στην Αϊτή. Μόνο το 2023 ψηφίστηκαν ψηφίσματα για την αντιμετώπιση της απειλής από την Βόρεια Κορέα, για την καταδίκη των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, και για την επέκταση της υποστήριξης για την μεταρρύθμιση στο Ιράκ. Ο Λευκός Οίκος και το Zhongnanhai δεν συμφωνούν σε όλες τις λεπτομέρειες, αλλά όταν πρόκειται να κυριαρχήσουν σε μικρότερα κράτη -είτε μέσω της επιβολής κυρώσεων είτε μέσω της επέκτασης της υποστήριξης- συχνά βρίσκουν έδαφος για συμφωνία.

Καθώς η εμβέλεια του Συμβουλίου Ασφαλείας έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, περιλαμβάνοντας τόσο διαφορετικά θέματα όπως η κλιματική αλλαγή, ο HIV, και η επισιτιστική ανασφάλεια, έχουν αυξηθεί και τα διαρθρωτικά πλεονεκτήματα που απολαμβάνουν τα μόνιμα μέλη. Αν και συζητείται εδώ και δεκαετίες, η μεταρρύθμιση του Συμβουλίου Ασφαλείας ώστε να γίνει πιο συμπεριληπτικό, φαίνεται μια μακρινή προοπτική. Προς το παρόν, λοιπόν, ο ΟΗΕ παραμένει ένας οργανισμός που σχεδιάστηκε από τις μεγάλες δυνάμεις και εξακολουθεί να κυριαρχείται από αυτές.

ΠΑΡΑΞΕΝΟΙ ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα είναι πιθανό να είναι όλο και πιο αντιθετικές κατά την επόμενη δεκαετία. Αλλά η πολιτική δημιουργεί παράξενους συντρόφους. Αν και υπάρχουν σημαντικά περιθώρια διαφωνίας και διχασμού στον ΟΗΕ, η ιστορία του Ψυχρού Πολέμου δείχνει ότι υπάρχουν επίσης ισχυρά κίνητρα για συνεργασία.

Όπως πάντα, ο οργανισμός θα παραμείνει ανίκανος να αντιμετωπίσει ζητήματα που εμπλέκουν άμεσα τα βασικά συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων. Αυτό δεν αποτελεί σφάλμα του συστήματος, αλλά χαρακτηριστικό γνώρισμα. Ήταν πεποίθηση του Ρούσβελτ -την οποία συμμερίζονταν ο Τσώρτσιλ και ο Στάλιν- ότι οι μεγάλες δυνάμεις θα συμμετείχαν στον θεσμό μόνο αν διέθεταν την πρόσθετη προστασία του βέτο επί των ενεργειών του Συμβουλίου Ασφαλείας. Ενσωματώνοντας τις ηγετικές δυνάμεις σε ένα όργανο με την πρωτοφανή ικανότητα να επιβάλλει την θέλησή του στους άλλους, οι δημιουργοί του ΟΗΕ εξασφάλισαν ότι ο ΟΗΕ δεν θα είχε την μοίρα της προκατόχου του, της Κοινωνίας των Εθνών, η οποία αποδείχθηκε ανίκανη να σταματήσει το ξέσπασμα μιας μεγάλης σύγκρουσης την δεκαετία του 1930.

Ως αποτέλεσμα, η λειτουργία του ως τόπος συνεργασίας μεταξύ μεγάλων δυνάμεων παραμένει ο κύριος τρόπος με τον οποίο ο ΟΗΕ διατηρεί την σχετικότητά του. Επί του παρόντος, υπάρχουν δώδεκα ενεργές ειρηνευτικές αποστολές επί του πεδίου και 15 καθεστώτα κυρώσεων σε εξέλιξη σε βάρος κρατών-μελών. Η συνεργασία των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας απαιτήθηκε για την δημιουργία και την διατήρηση καθενός από αυτά. Μαζί, οι δράσεις αυτές κάνουν σημαντική διαφορά επί του πεδίου. Αλλά επιτρέπουν επίσης στο Συμβούλιο Ασφαλείας, συλλογικά, να διοικεί και να ελέγχει μια μεγάλη ποικιλία παγκόσμιων παραγόντων.

Η διχόνοια στον Κόλπο της Χελώνας [στμ: Turtle Bay, η γειτονιά στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης όπου βρίσκεται η έδρα του ΟΗΕ] είναι πιθανή -και μάλιστα αναπόφευκτη- καθώς η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες διαγκωνίζονται για την υπεροχή στον 21ο αιώνα. Αλλά όσο ο ΟΗΕ παραμένει ο πρωταρχικός θεσμός της παγκόσμιας διακυβέρνησης, εκείνοι που κυριαρχούν στον οργανισμό θα βρουν επιτακτικούς λόγους για να τον διατηρήσουν. Ο ΟΗΕ εξακολουθεί να είναι το καλύτερο εργαλείο για την επίτευξη μιας διεθνούς τάξης βασισμένης σε κανόνες -τουλάχιστον μιας τάξης στην οποία οι ηγετικές δυνάμεις θέτουν τους κανόνες.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Absolutely-Indispensable-Man-Bunche-Nations/dp/01...

Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/united-states/why-united-nations-still-ma...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition