Το υψηλό τίμημα της κυριαρχίας του δολαρίου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το υψηλό τίμημα της κυριαρχίας του δολαρίου

Το δολάριο είναι το χειρότερο αποθεματικό νόμισμα -με εξαίρεση όλα τα άλλα

Στην σύνοδο κορυφής των λεγόμενων BRICS -Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, και Νότια Αφρική- τον Απρίλιο, ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, ζήτησε να μάθει γιατί ο κόσμος συνεχίζει να βασίζει σχεδόν το σύνολο των συναλλαγών του στο δολάριο των ΗΠΑ. Υπό βροντερό χειροκρότημα, ρώτησε: «Γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε εμπόριο με βάση τα δικά μας νομίσματα; Ποιος ήταν αυτός που αποφάσισε ότι το δολάριο ήταν το νόμισμα μετά την εξαφάνιση του κανόνα του χρυσού;».

04072023-1.jpg

Ανταλλακτήριο συναλλάγματος στο Κάιρο, τον Νοέμβριο του 2016. Mohamed Abd El Ghany / Reuters
----------------------------------------------

Η ομιλία του Λούλα απηχούσε την μια πλευρά μιας συζήτησης που έχει αναθερμανθεί τα τελευταία χρόνια σχετικά με το μέλλον του δολαρίου ως κυρίαρχου παγκόσμιου νομίσματος. Εκείνοι που ισχυρίζονται ότι το δολάριο βρίσκεται σε παρακμή συχνά υποστηρίζουν ότι τα τελευταία 600 χρόνια, τα αποθεματικά νομίσματα ανέβαιναν και έπεφταν παράλληλα με τις οικονομίες των χωρών τους. Καθώς το μερίδιο των Ηνωμένων Πολιτειών στην παγκόσμια οικονομία μειώνεται, ισχυρίζονται, ο ρόλος του δολαρίου θα μειώνεται επίσης. Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν υπήρχαν κυρίαρχα παγκόσμια αποθεματικά νομίσματα πριν από το δολάριο των ΗΠΑ. Είναι το μόνο νόμισμα που έχει παίξει ποτέ τόσο καθοριστικό ρόλο στο διεθνές εμπόριο.

Ωστόσο, υπάρχει ένα μειονέκτημα σε ένα κυρίαρχο δολάριο των ΗΠΑ. Για να διαδραματίσουν τον ρόλο του κεντρικού άξονα της παγκόσμιας οικονομίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αφήνουν τα κεφάλαια να ρέουν ελεύθερα στα σύνορά τους και να απορροφούν τις ανισορροπίες αποταμίευσης και ζήτησης των άλλων χωρών -δηλαδή, πρέπει να έχουν ελλείμματα για να αντισταθμίζουν τα πλεονάσματα των άλλων και να τους επιτρέπουν να μετατρέπουν την πλεονάζουσα παραγωγή και τις αποταμιεύσεις τους σε αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία αγοράζοντας ακίνητα, εργοστάσια, μετοχές, ή ομόλογα. Αυτό συμπιέζει την παγκόσμια ζήτηση, αναγκάζοντας τις Ηνωμένες Πολιτείες να αντισταθμίσουν, συχνά με υψηλότερη ανεργία ή χρέος. Με άλλα λόγια, τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και ο κόσμος συνολικά θα επωφεληθούν από ένα λιγότερο κυρίαρχο δολάριο των ΗΠΑ. Αλλά αντίθετα με τις προσδοκίες του Λούλα, η υιοθέτηση ενός εναλλακτικού παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος δεν θα ωφελήσει απαραίτητα τις πλεονασματικές χώρες όπως η Βραζιλία. Αντίθετα, θα τις αναγκάσει να αντιμετωπίσουν τους λόγους για τα πλεονάσματά τους -την επίμονα αδύναμη εγχώρια ζήτηση που βασίζεται σε μια πολύ άνιση κατανομή του εγχώριου εισοδήματος- και να τους επιλύσουν μειώνοντας την παραγωγή και αναδιανέμοντας το εισόδημα.

ΧΡΥΣΟΣ ΚΑΙ ΑΣΗΜΙ, ΔΟΛΑΡΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ

Πριν από την άνοδο του δολαρίου κατά το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, τα νομίσματα και τα αποθέματα που χρηματοδοτούσαν το εμπόριο αποτελούνταν κυρίως από χρυσά και ασημένια κέρματα. Στον βαθμό που οι κεντρικές τράπεζες άρχισαν να κατέχουν ξένα νομίσματα ως μέρος των αποθεματικών τους τον 19ο αιώνα, το έκαναν κυρίως με τη μορφή χρυσών νομισμάτων ή νομισμάτων που πίστευαν ότι ήταν μετατρέψιμα σε κέρματα. Όταν οι ιστορικοί λένε ότι η βρετανική στερλίνα ήταν το κυρίαρχο αποθεματικό νόμισμα πριν από το αμερικανικό δολάριο, εννοούν ότι η δέσμευση του Ηνωμένου Βασιλείου να διατηρήσει τη μετατρεψιμότητα θεωρήθηκε πιο αξιόπιστη από εκείνη άλλων κεντρικών τραπεζών, οι οποίες θα μπορούσαν επομένως να διατηρούν την στερλίνα επιπροσθέτως του χρυσού.

Επιπλέον, στην εποχή πριν από το δολάριο, η χρησιμότητα ενός νομίσματος στο παγκόσμιο εμπόριο ήταν σε μεγάλο βαθμό άσχετη με την ισχύ της εγχώριας οικονομίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, ήταν η μεγαλύτερη και πλουσιότερη οικονομία του κόσμου την δεκαετία του 1860, αλλά επειδή η δέσμευσή τους για τη μετατρεψιμότητα σε χρυσό θεωρήθηκε αμφισβητήσιμη, το δολάριο των ΗΠΑ παρέμεινε ένα δευτερεύον νόμισμα μέχρι την δεκαετία του 1920. Σε μεγάλα τμήματα της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας, εν τω μεταξύ, το κυρίαρχο νόμισμα για το εμπόριο δεν ήταν καθόλου εκείνο μιας μεγάλης οικονομικής δύναμης. Λόγω της καθαρότητας και της σταθερότητάς τους, τα μεξικανικά ασημένια πέσος κυριαρχούσαν ακόμη και έναντι της στερλίνας στο διεθνές εμπόριο για μεγάλο μέρος του 18ου και 19ου αιώνα.

Αυτές δεν είναι μόνο τεχνικές διαφορές. Το παγκόσμιο εμπόριο και οι ροές κεφαλαίων ήταν πολύ διαφορετικά δομημένα στον παλιό κόσμο των κερμάτων από όσο είναι στον σημερινό κόσμο που κυριαρχείται από το δολάριο. Στον πρώτο, οι εμπορικές ανισορροπίες περιορίζονταν από την ικανότητα κάθε χώρας να διαχειρίζεται τις μεταβιβάσεις κερμάτων. Ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλη ήταν η οικονομία μιας χώρας ή πόσο ισχυρή ήταν η κεντρική της τράπεζα, το νόμισμά της μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τον διακανονισμό του εμπορίου μόνο στον βαθμό που θεωρείτο πλήρως ανταλλάξιμο με κέρματα. Καθώς τα ξένα αποθέματα του νομίσματος της χώρας αυξάνονταν σε σχέση με τα αποθέματα της κεντρικής της τράπεζας σε κέρματα, η υπόσχεση της μετατρεψιμότητας γινόταν όλο και λιγότερο αξιόπιστη, αποθαρρύνοντας έτσι την χρήση του νομίσματος.

Τα όρια αυτά είχαν σημαντικές συνέπειες. Μια από αυτές ήταν ότι υπό το πρότυπο των κερμάτων, το εμπόριο σε κάθε χώρα ήταν σε γενικές γραμμές ισορροπημένο (με εξαίρεση τις μικρές ανισορροπίες οι οποίες οφείλονταν στις ροές κεφαλαίων που χρηματοδοτούσαν τις παραγωγικές επενδύσεις). Μια άλλη, πιο σημαντική συνέπεια ήταν ότι η διαδικασία μέσω της οποίας εξισορροπούνται οι εμπορικές ροές -που περιγράφεται από το μοντέλο του Σκωτσέζου φιλοσόφου και οικονομολόγου, David Hume, για τον μηχανισμό ροής τιμών-κερμάτων- ενεργούσε συμμετρικά τόσο στις πλεονασματικές όσο και στις ελλειμματικές χώρες, έτσι ώστε η συρρίκνωση της ζήτησης στις τελευταίες να συνοδεύεται από επέκταση της ζήτησης στις πρώτες.

Το σημερινό σύστημα με βάση το δολάριο είναι πολύ διαφορετικό. Σε αυτό το σύστημα, οι ανισορροπίες περιορίζονται κυρίως από την προθυμία και την ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να εισάγουν ή να εξάγουν απαιτήσεις επί των εγχώριων περιουσιακών τους στοιχείων -δηλαδή να επιτρέπουν στους κατόχους ξένων κεφαλαίων να είναι καθαροί πωλητές ή καθαροί αγοραστές αμερικανικών ακινήτων και τίτλων. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι χώρες μπορούν να εμφανίζουν μεγάλα, επίμονα πλεονάσματα ή ελλείμματα μόνο επειδή οι ανισορροπίες αυτές διευθετούνται από αντίθετες ανισορροπίες στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ακόμα χειρότερα, η συσταλτική επίδραση των ελλειμμάτων στην παγκόσμια οικονομία δεν αντισταθμίζεται από την επέκταση στις πλεονασματικές χώρες, όπως συνέβαινε στα συστήματα πριν από το δολάριο. Στην διάσκεψη του Bretton Woods, το 1944, ο Βρετανός οικονομολόγος John Maynard Keynes αντιτάχθηκε σθεναρά σε ένα παγκόσμιο εμπορικό σύστημα στο οποίο θα επιτρεπόταν να διατηρούνται πλεονάσματα ή ελλείμματα, αλλά αναιρέθηκε από τον ανώτερο Αμερικανό αξιωματούχο της διάσκεψης, τον Harry Dexter White. Ως αποτέλεσμα, οι ελλειμματικές χώρες πρέπει να απορροφήσουν την ελλειμματική εγχώρια ζήτηση των πλεονασματικών χωρών, ενώ οι πλεονασματικές χώρες αποφεύγουν την προσαρμογή -η οποία θα συνεπαγόταν είτε μείωση της παραγωγής είτε αναδιανομή του πλούτου στους εργαζομένους- με το να συσσωρεύουν ξένα περιουσιακά στοιχεία και ασκώντας μόνιμη καθοδική πίεση στην παγκόσμια ζήτηση.

Αυτή η διαδικασία προσαρμογής δεν είναι επαρκώς κατανοητή, ακόμη και μεταξύ των καθιερωμένων οικονομολόγων. Οι πλεονασματικές χώρες εμφανίζουν πλεονάσματα όχι επειδή είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές στη μεταποίηση, αλλά επειδή οι κατασκευαστές τους απολαμβάνουν σιωπηρές και ρητές επιδοτήσεις που τελικά πληρώνονται από τους εργαζόμενους και τα νοικοκυριά και έτσι αποβαίνουν εις βάρος της εγχώριας ζήτησης. Αυτό, όπως εξήγησε ο Keynes, είναι ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν οι μερκαντιλιστικές πολιτικές -βελτιώνοντας την διεθνή ανταγωνιστικότητα με την καταστολή της εγχώριας ζήτησης- και είναι ο λόγος για τον οποίο αναφέρονται ως τακτικές [που οδηγούν σε] «επαιτεία τον γείτονα» (beggar thy neighbor). Αντί να μετατρέπουν τις αυξανόμενες εξαγωγές σε αυξανόμενες εισαγωγές, οδηγούν σε επίμονα εμπορικά πλεονάσματα.

Αλλά τα πλεονάσματα σε μια χώρα πρέπει να καλύπτονται από τα ελλείμματα σε μια άλλη χώρα. Από την δεκαετία του 1980, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποδέχθηκαν τα πλεονάσματα άλλων χωρών επιτρέποντας την εύκολη μετατροπή τους σε απαιτήσεις επί αμερικανικών περιουσιακών στοιχείων. Ως αποτέλεσμα, το αμερικανικό δολάριο κυριαρχεί στο διεθνές εμπόριο, αλλά η αμερικανική οικονομία αναγκάζεται να απορροφήσει την αδύναμη ζήτηση από το εξωτερικό, είτε με το να αυξάνει την εγχώρια ανεργία είτε, το πιθανότερο, με το να ενθαρρύνει την αύξηση του χρέους της αμερικανικής κυβέρνησης και των νοικοκυριών.

ΤΟ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ ΔΟΛΑΡΙΟ

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει πάντα να έχουν ελλείμματα για να αγκυρώσουν το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα στο δολάριο, όπως πολλοί έχουν υποστηρίξει. Σημαίνει όμως ότι όταν ο κόσμος χρειάζεται αποταμιεύσεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξάγουν αποταμιεύσεις και πραγματοποιούν εμπορικά πλεονάσματα, και όταν ο κόσμος έχει πλεονάζουσες αποταμιεύσεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισάγουν αποταμιεύσεις και πραγματοποιούν εμπορικά ελλείμματα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν το πρώτο από την δεκαετία του 1920 έως την δεκαετία του 1970, μια περίοδο πέντε δεκαετιών, κατά την οποία πολλές χώρες έπρεπε επειγόντως να ανοικοδομήσουν την παραγωγική ικανότητα και τις υποδομές που καταστράφηκαν στους δύο παγκόσμιους πολέμους. Με τα ευρωπαϊκά και ασιατικά εισοδήματα να έχουν καταστραφεί από τις συγκρούσεις, οι χώρες αυτών των περιοχών χρειάζονταν ξένες αποταμιεύσεις για να βοηθήσουν στην ανοικοδόμηση των οικονομιών τους. Επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν το έθνος με το μεγαλύτερο εμπορικό πλεόνασμα στον κόσμο κατά την περίοδο εκείνη, κινήθηκαν γρήγορα για να καλύψουν την ανάγκη αυτή εξάγοντας τις πλεονάζουσες αποταμιεύσεις, καθιερώνοντας το δολάριο ως το κυρίαρχο παγκόσμιο νόμισμα κατά την διαδικασία.

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970, ωστόσο, οι περισσότερες από τις κορυφαίες οικονομίες του κόσμου είχαν ανασυγκροτηθεί από τις καταστροφές του πολέμου. Τώρα, είχαν τις δικές τους αποταμιεύσεις που έπρεπε να εξάγουν για να ωθήσουν τις οικονομίες τους ακόμη πιο ψηλά. Για άλλη μια φορά, οι Ηνωμένες Πολιτείες τους έκαναν την χάρη: η ανοικτότητά τους σε ξένα κεφάλαια, οι ευέλικτες χρηματοπιστωτικές αγορές τους, και η υψηλής ποιότητας διακυβέρνησή τους σήμαιναν ότι απορρόφησαν μεγάλο μέρος της πλεονάζουσας αποταμίευσης του υπόλοιπου κόσμου. Δεν είναι τυχαίο ότι την δεκαετία του 1970 άρχισαν να μειώνονται τα μεγάλα και επίμονα πλεονάσματα των Ηνωμένων Πολιτειών, τα οποία έδωσαν την θέση τους μέχρι την δεκαετία του 1980 σε μεγάλα και επίμονα ελλείμματα που συνεχίζονται μέχρι σήμερα.

Αυτή η προθυμία να αφήνουν τα κεφάλαια να ρέουν ελεύθερα και να απορροφούν τις ανισορροπίες αποταμίευσης και ζήτησης του υπόλοιπου κόσμου είναι αυτό που στηρίζει τον κυρίαρχο ρόλο του δολαρίου ΗΠΑ. Καμία άλλη χώρα πριν από τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν διαδραμάτισε αυτόν τον ρόλο ούτε καν κοντά στον ίδιο βαθμό, και γι' αυτό κανένα άλλο νόμισμα δεν κυριάρχησε στο διεθνές εμπόριο και στις ροές κεφαλαίων με τον τρόπο που κυριαρχεί σήμερα το δολάριο. Επιπλέον, καμία άλλη χώρα ή ομάδα χωρών -ούτε η Κίνα, η Ιαπωνία, οι BRICS, ή η Ευρωπαϊκή Ένωση- δεν είναι διατεθειμένη να παίξει αυτόν τον ρόλο ή δεν θα μπορούσε να το κάνει χωρίς να αναθεωρήσει δραματικά το χρηματοπιστωτικό της σύστημα, να αναδιανείμει το εγχώριο εισόδημα, να καταργήσει τους κεφαλαιακούς ελέγχους, και να υπονομεύσει τις εξαγωγές -όλα αυτά θα ήταν πιθανότατα εξαιρετικά αποδιοργανωτικά.

Για όλους αυτούς τους λόγους, κανένα άλλο νόμισμα δεν μπορεί να αντικαταστήσει το δολάριο των ΗΠΑ [2]. Όταν η βασιλεία του δολαρίου τερματιστεί τελικά, το ίδιο θα κάνει και το σημερινό παγκόσμιο καθεστώς εμπορίου και κεφαλαίου. Μόλις οι Ηνωμένες Πολιτείες (και οι άλλες αγγλόφωνες οικονομίες που παίζουν παρόμοιο ρόλο) σταματήσουν να απορροφούν έως και το 80% της πλεονάζουσας παραγωγής και της πλεονάζουσας αποταμίευσης των πλεονασματικών χωρών όπως η Βραζιλία, η Κίνα, η Γερμανία, η Ρωσία, και η Σαουδική Αραβία, οι χώρες αυτές δεν θα είναι πλέον σε θέση να έχουν πλεονάσματα. Και χωρίς πλεονάσματα, θα αναγκαστούν να μειώσουν την εγχώρια παραγωγή, ώστε να μην υπερβαίνει πλέον την αδύναμη εγχώρια ζήτηση. Με άλλα λόγια, μόνο η ευρεία χρήση του δολαρίου επέτρεψε τις τεράστιες ανισορροπίες που χαρακτήρισαν την παγκόσμια οικονομία τα τελευταία 50 χρόνια.

ΕΝΑΣ ΜΕΤΑ-ΔΟΛΑΡΙΑΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ;

Αλλά ένα απαραίτητο δολάριο δεν είναι καλό πράγμα, ούτε για τις Ηνωμένες Πολιτείες ούτε για τον υπόλοιπο κόσμο. Η παγκόσμια οικονομία θα ήταν καλύτερα αν οι Ηνωμένες Πολιτείες σταματούσαν να διευκολύνουν τις παγκόσμιες αποταμιευτικές ανισορροπίες που επέτρεπαν στις πλεονασματικές οικονομίες να αμβλύνουν την παγκόσμια ζήτηση. Η αμερικανική οικονομία ειδικότερα θα ωφελείτο επειδή δεν θα ήταν πλέον αναγκασμένη να απορροφά, μέσω υψηλότερης ανεργίας ή μεγαλύτερου χρέους, τις επιπτώσεις των μερκαντιλιστικών πολιτικών των πλεονασματικών χωρών. Η Ουάσιγκτον και η Wall Street θα έβλεπαν τις εξουσίες τους να περιορίζονται, αλλά οι αμερικανικές επιχειρήσεις θα αναπτύσσονταν ταχύτερα και οι Αμερικανοί εργαζόμενοι θα κέρδιζαν περισσότερα.

Ωστόσο, η μετάβαση σε έναν μετα-δολαριακό κόσμο δεν θα είναι εύκολη. Αυτό που παραλείπεται σε μεγάλο μέρος της συζήτησης σχετικά με την ενδεχόμενη κατάρρευση του δολαρίου είναι το πόσο οικονομικά ανατρεπτική θα είναι η αλλαγή αυτή για τις χώρες με επίμονο πλεόνασμα, οι οποίες θα πρέπει να μειώσουν δραματικά ολόκληρες βιομηχανίες που σήμερα είναι προσανατολισμένες στις εξαγωγές. Η μετάβαση θα απαιτήσει περισσότερα από την απλή επιλογή ενός νέου νομίσματος στο οποίο θα εκφράζονται οι εμπορικές συναλλαγές. Θα περιλαμβάνει την οικοδόμηση ριζικά διαφορετικών δομών για το εμπόριο και τις ροές κεφαλαίων. Και ενώ αυτές ίσως να είναι πιο βιώσιμες και επωφελείς για την οικονομία των ΗΠΑ μακροπρόθεσμα, η υιοθέτησή τους θα είναι περίπλοκη και επώδυνη για τις πλεονασματικές οικονομίες του κόσμου.

Η απάντηση στο ερώτημα του Λούλα σχετικά με το ποιος όρισε το δολάριο των ΗΠΑ ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα είναι ειρωνική: ήταν οι πλεονασματικές χώρες όπως η Βραζιλία και η Κίνα. Και παρά τα όσα ίσως να λένε οι ηγέτες τους, καμία από αυτές δεν βιάζεται να ανατρέψει το σημερινό σύστημα. Μέχρις ότου οι χώρες αυτές μετασχηματίσουν ριζικά τις εγχώριες οικονομίες τους -ή μέχρις ότου οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφασίσουν ότι δεν θα πληρώνουν πλέον το απότομο οικονομικό κόστος της εκτέλεσης του διευκολυντικού τους ρόλου-, αυτές και ο υπόλοιπος κόσμος δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να αποδεχτούν την συνεχιζόμενη κυριαρχία του δολαρίου των ΗΠΑ.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Trade-Wars-Are-Class-International/dp/0300244177
[2] https://www.foreignaffairs.com/united-states/dollar-still-dominates

Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/united-states/high-price-dollar-dominance

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition