Τάξη μετά την αυτοκρατορία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τάξη μετά την αυτοκρατορία

Οι ρίζες της αστάθειας στη Μέση Ανατολή

Η ιδέα ότι οι αυτοκρατορίες έφεραν κάποια στοιχειώδη τάξη και σταθερότητα στη Μέση Ανατολή έρχεται σε αντίθεση με μεγάλο μέρος της σύγχρονης επιστήμης και δημοσιογραφίας. Σύμφωνα με την κοινή άποψη, η απουσία της δημοκρατίας και όχι η αυτοκρατορία είναι αυτή που ευθύνεται για την αστάθεια της περιοχής. Η θέση αυτή είναι κατανοητή. Με την εμπειρία της σύγχρονης ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας να είναι ακόμη νωπή σε πολλές χώρες, οι μελετητές και οι δημοσιογράφοι παραμένουν απασχολημένοι με τα εγκλήματα των Βρετανών, των Γάλλων, και άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή, την Αφρική, και αλλού. Επειδή ζούμε σε μια εποχή μετα-αποικιακής εξιλέωσης και αναθεωρητισμού, είναι φυσικό τα κακώς κείμενα των ευρωπαϊκών δυνάμεων κατά τους περασμένους αιώνες να προβάλλονται σε μεγάλο βαθμό. Η πρόκληση είναι να υπερβούμε αυτά τα κακώς κείμενα χωρίς να τα υποβαθμίσουμε.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ενέργειες των ευρωπαϊκών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή ήταν αθώες, το αντίθετο μάλιστα. Τα λιγότερο σταθερά μέρη της περιοχής σήμερα είναι εκείνα που φέρουν μερικά από τα πιο σαφή αποτυπώματα της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας. Τα εντελώς τεχνητά σύνορα του Λεβάντε, για παράδειγμα, κατασκευάστηκαν από το Ηνωμένο Βασίλειο και την Γαλλία μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι, τα σύνορα της σύγχρονης Συρίας και του Ιράκ δεν αντικατοπτρίζουν την φύση των καλά λειτουργουσών παραδοσιακών κοινωνιών που λειτουργούσαν επί μακρόν χωρίς σκληρά εδαφικά σύνορα. Τα σύγχρονα κράτη χώρισαν κάτι που θα έπρεπε να διατηρηθεί ολόκληρο, καθώς οι Βρετανοί και Γάλλοι ιμπεριαλιστές προσπάθησαν να επιβάλουν τάξη σε ένα τοπίο που αποτελείται εν μέρει από άμορφα εδάφη ερήμου. Όπως σημείωσε ειρωνικά ο διανοούμενος του εικοστού αιώνα και ειδικός στις περιοχές της Μέσης Ανατολής, Elie Kedourie: «τι άλλο μπορούν να είναι τα σύνορα όταν ξεφυτρώνουν εκεί όπου δεν υπήρχαν πριν;».

Πράγματι, τα καταπιεστικά μπααθικά κράτη που αναδύθηκαν στην Συρία και ιδιαίτερα το Ιράκ κατά το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα ήταν αποτέλεσμα της ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εισέβαλαν στο Ιράκ το 2003 και το αποτέλεσμα ήταν το χάος˙ οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν επενέβησαν στην Συρία το 2011 και το αποτέλεσμα ήταν επίσης το χάος. Παρόλο που πολλοί κατηγορούν την πολιτική των ΗΠΑ για όσα έγιναν και στις δύο χώρες, εξίσου σημαντικός μοχλός των γεγονότων σε κάθε περίπτωση ήταν η κληρονομιά του Μπααθισμού, ενός θανατηφόρου μείγματος αραβικού εθνικισμού και σοσιαλισμού στο στυλ του ανατολικού μπλοκ που σχεδιάστηκε εν μέρει υπό την επιρροή της Ευρώπης κατά την διάρκεια της φασιστικής εποχής της δεκαετίας του 1930 από δύο μέλη της μεσαίας τάξης της Δαμασκού, ο ένας Χριστιανός και ο άλλος Μουσουλμάνος: ο Michel Aflaq και ο Salah al-Din Bitar. Γιατί δεν ήταν μόνο η αποικιοκρατία, αλλά και οι επικίνδυνες ευρωπαϊκές ιδεολογίες των αρχών του εικοστού αιώνα που κατέστησαν τη Μέση Ανατολή την λιγότερο σταθερή από όλες τις περιοχές.

Η τραγωδία της Μέσης Ανατολής μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έχει να κάνει τόσο με την δυναμική αλληλεπίδραση της Δύσης με την περιοχή όσο και με την ίδια τη Μέση Ανατολή. Ο Marshall Hodgson, αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος σύγχρονος χρονικογράφος της ιστορίας της Μέσης Ανατολής, έχει γράψει ότι η «ριζωμένη δυσαρέσκεια και η αναστάτωση» του ισλαμικού κόσμου, που εκφράζεται μέσω του αντιαποικιοκρατισμού, του εθνικισμού, και του θρησκευτικού εξτρεμισμού, είναι τελικά αντιδράσεις στη μεγαλύτερη επαφή του με τον απειλητικό βιομηχανικό και μεταβιομηχανικό κόσμο στην περιφέρειά του, του οποίου ο Δυτικός ιμπεριαλισμός ήταν φυσικά υποπροϊόν.

Βεβαίως, η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν την πρόθεση να προκαλέσουν αυτή την αντίδραση. Όμως ο δυναμισμός της Δύσης στο πεδίο των ιδεών και της τεχνολογίας τόσο συγκλόνισε όσο και εκσυγχρόνισε βίαια τα εδάφη της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενισχύοντας τις αρνητικές συνέπειες του ιμπεριαλισμού. Έτσι, ο μαρξισμός, ο ναζισμός, και ο εθνικισμός, όλες οι ιδέες που είχαν τις ρίζες τους στην σύγχρονη Δύση, επηρέασαν τους Άραβες διανοούμενους που ζούσαν στη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη και παρείχαν το σχέδιο για τα καθεστώτα που κατέληξαν στην κυριαρχία του μεγαλύτερου και του νεότερου Άσαντ στην Συρία και του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ. Μια αυτοψία αυτών των διαλυμένων χωρών θα αποκάλυπτε όχι μόνο τοπικές αλλά και Δυτικές παθογένειες. Η αυτοκρατορία, η οποία κάποτε είχε σταθεροποιήσει τη Μέση Ανατολή, την αποσταθεροποίησε έμμεσα αργότερα.

Σκεφτείτε την Συρία. Μεταξύ 1946 και 1970, η χώρα γνώρισε 21 αλλαγές κυβέρνησης, σχεδόν όλες εξωθεσμικές, συμπεριλαμβανομένων δέκα στρατιωτικών πραξικοπημάτων. Τον Νοέμβριο του 1970, ο Μπααθιστής στρατηγός της Πολεμικής Αεροπορίας, Χαφέζ αλ Άσαντ, μέλος της αίρεσης των Αλαουιτών, ενός κλάδου του Ισλάμ που έχει συγγένειες με τον σιιτισμό, ανέλαβε τον έλεγχο με ένα ήρεμο και αναίμακτο πραξικόπημα -ένα «διορθωτικό κίνημα», όπως το αποκάλεσε. Ο Άσαντ θα κυβερνούσε μέχρι τον φυσικό του θάνατο 30 χρόνια αργότερα. Αποδείχθηκε από τις πιο ιστορικές, αν και υποτιμημένες, προσωπικότητες της σύγχρονης Μέσης Ανατολής, ο οποίος μετέτρεψε μια πρακτικά μπανανία -την πιο ασταθή χώρα του αραβικού κόσμου, και όχι μόνο- σε ένα σχετικά σταθερό αστυνομικό κράτος. Αλλά ακόμη και ο Άσαντ, ο οποίος διοικούσε ένα λιγότερο αιματηρό και λιγότερο καταπιεστικό κράτος από όσο ο Σαντάμ στο Ιράκ, δεν μπόρεσε να κυβερνήσει χωρίς κατά καιρούς άθλια βαρβαρότητα. Ως απάντηση σε μια βίαιη εξέγερση κατά της διακυβέρνησής του από εξτρεμιστές Σουνίτες Μουσουλμάνους, σκότωσε περίπου 20.000 ανθρώπους στην πόλη Χάμα, στην οποία κυριαρχούσαν οι Σουνίτες, το 1982, μια καταστολή που ήταν τόσο αποτελεσματική όσο και βίαιη. Το τίμημα για την αποτροπή της αναρχίας ήταν βαρύ, καθιστώντας στην καλύτερη περίπτωση περιορισμένη την επιτυχία του γηραιού Άσαντ στην επίτευξη της σταθερότητας στην Συρία. Τέτοια ήταν η κληρονομιά του οθωμανικού και γαλλικού ιμπεριαλισμού.