Αποχαιρετισμός στην Καταλονία; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αποχαιρετισμός στην Καταλονία;

Η Ισπανία αντιμετωπίζει μια επαναστατική περιφέρεια

Το δράμα για την ηγεσία της κυβέρνησης της Καταλονίας αποκαλύπτει την ευρύτερη αστάθεια στο εσωτερικό του συνασπισμού, δεδομένου ότι διάφορα μέλη της συχνά εργάζονται για αντιθετικούς σκοπούς. Πράγματι, η ενότητα της συμμαχίας κρέμεται από μια κλωστή. Στην ψηφοφορία που έφερε στην εξουσία τον Puigdemont, 70 τάχθηκαν υπέρ, 63 ήταν κατά και δύο απείχαν. Επιπλέον, ο Puigdemont είναι σκληροπυρηνικός της ανεξαρτησίας, αρκετά σε αντίθεση με τον ρεαλιστή Mas. Αυτό μπορεί να κάνει περισσότερο κακό παρά καλό, δεδομένου ότι δεν είναι αυτονόητο συμπέρασμα ότι η πλειοψηφία των Καταλανών είναι υπέρ της ανεξαρτησίας. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειοψηφία των Καταλανών επιθυμούν να παραμείνουν κομμάτι της Ισπανίας, παρ’ όλο που ευνοούν μια μεγαλύτερη αυτονομία. Έτσι, όπως πρώτοι οι αυτονομιστές παραδέχονται, κάθε επιτυχημένη προσπάθεια προς την ανεξαρτησία εξαρτάται από το να πείσουν εκείνους που σήμερα είναι αναποφάσιστοι. Οι τακτικές του Puigdemont, όπως είναι η επίδειξη έλλειψης σεβασμού προς το στέμμα στην τελετή ορκωμοσίας του, θα μπορούσαν κάλλιστα να χρησιμεύσουν για να υπονομευθεί αυτή η προσπάθεια.

Το Podemos [8] και το Ciudadanos, τα νέα αστέρια του ισπανικού πολιτικού στερεώματος, πρόσθεσαν ακόμα ένα επίπεδο πολυπλοκότητας και μη προβλεψιμότητας στην καταλανική πολιτική. Αυτά τα κόμματα κατευθύνουν το κίνημα κατά της διαφθοράς που συγκλόνισε το πολιτικό κατεστημένο της Ισπανίας, περιλαμβανομένου του εθνικιστικού κινήματος της Καταλονίας, από την εποχή της οικονομικής κρίσης. Ο Jordi Pujol, ο πατέρας του καταλανικού εθνικισμού στην μετά-Φράνκο εποχή (ο ίδιος και ο συνασπισμός του της Σύγκλισης και Ένωσης κυβέρνησαν την Καταλονία από το 1980 ως το 2003 και συνεργάστηκαν συχνά με τα εθνικά κόμματα στην Μαδρίτη για την επέκταση της περιφερειακής αυτονομίας), πρόσφατα παραδέχθηκε ότι έκρυβε εκατομμύρια ευρώ σε offshore λογαριασμούς, έχοντας αρχικά διαψεύσει ότι υπήρχαν τέτοιοι λογαριασμοί. Αμφότεροι οι νεοφερμένοι είναι παίκτες ισχύος στην καταλανική πολιτική: Το Podemos ελέγχει την εκλογικά πλούσια Βαρκελώνη, την λαμπερή πρωτεύουσα της Καταλονίας, και το Ciudadanos είναι η δεύτερη πολιτική δύναμη στο κοινοβούλιο της Καταλονίας (μετά τους αυτονομιστές), όπου ελέγχει 25 έδρες. Κανένα από αυτά τα κόμματα δεν είναι υπέρμαχο της καταλανικής ανεξαρτησίας.

Το εδρεύον στην Μαδρίτη Podemos δεσμεύεται μόνο στην υποστήριξη ενός δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της Καταλονίας, όχι στην ίδια την ανεξαρτησία. Η στήριξη αυτή μπορεί να θυσιαστεί στον βωμό της πολιτικής σκοπιμότητας εάν το Podemos συμμαχήσει με το PSOE για να σχηματίσουν μια νέα κυβέρνηση στην Μαδρίτη. Το Ciudadanos, το οποίο εδρεύει στην Βαρκελώνη, στην πραγματικότητα αντιτίθεται στην ανεξαρτησία της Καταλονίας. Η στάση αυτή, μαζί με το κεντροδεξιό πολιτικό προφίλ του κόμματος, το κάνει μια ιδανική δύναμη για να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση της οποίας θα ηγείται είτε ΡΡ είτε το PSOE. Η δυναμική του Ciudadanos για να παίζει το ρόλο του μεσίτη ισχύος στην εθνική πολιτική σκηνή επιδείχθηκε στην επαναλειτουργία του ισπανικού κοινοβουλίου στις 11 Ιανουαρίου. Το κόμμα συμπορεύθηκε με το PSOE σε ένα σύμφωνο για την εκλογή του Patxi López, ενός παλιού σοσιαλιστή που υπηρέτησε ως πρόεδρος της Χώρας των Βάσκων από το 2009 ως το 2012, ως τον επόμενο Πρόεδρο της Βουλής. Το PP απείχε από το να θέσει δικό του υποψήφιο, υποστηρίζοντας εμμέσως σύμφωνο PSOE-Ciudadanos για τον πρόεδρο του κοινοβουλίου. Αυτή είναι η πρώτη φορά μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας που ο πρόεδρος δεν είναι από το κόμμα της πλειοψηφίας των κοινοβουλευτικών εδρών.

ΜΙΑ ΑΣΥΜΜΕΤΡΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ

Τελικά, η καταλανική ανεξαρτησία φαίνεται απίθανη, διότι οι αυτονομιστικές μάχες στην Ισπανία ιστορικά έχουν οδηγηθεί λιγότερο από την επιθυμία για ανεξαρτησία σε σύγκριση με τον πιο ρεαλιστικό στόχο της διευρυμένης αυτονομίας -ιδιαίτερα στην Καταλονία. Κατά την διάρκεια της βασιλείας Pujol στο πηδάλιο της καταλανικής κυβέρνησης, όλη η πολιτική της Καταλονίας ήταν να κρατηθούν οι αυτονομιστές σε μια απόσταση και να εξασφαλιστεί η καλύτερη συμφωνία αυτονομίας από την Μαδρίτη. Ακόμα κι αν το σημερινό αδιέξοδο μεταξύ Μαδρίτης και Καταλονίας μπορεί να αποδοθεί στην θέσπιση, το 2006, του Nou Estatut, ή αλλιώς Νέο Καταστατικό, μια αναμόρφωση της καταλανικής χάρτας της αυτονομίας που αναφέρεται στην Καταλονία ως «έθνος», αυτό που έφερε την σημερινή κρίση σε σημείο βρασμού ήταν η απροθυμία της κυβέρνησης του Rajoy να ικανοποιήσει το αίτημα των Καταλανών για μεγαλύτερο έλεγχο των οικονομικών τους.

Αν μη τι άλλο, το συνεχές κίνητρο για αυτονομία τροφοδοτείται από τις ατέλειες και τις αδυναμίες του υφιστάμενου συστήματος των αυτόνομων κυβερνήσεων της Ισπανίας. Όταν δημιουργήθηκε το σύστημα, μετά τον θάνατο του Φράνκο, η χώρα θέσπισε έναν εξαιρετικά αμφιλεγόμενο συνταγματικό συμβιβασμό μεταξύ των περιφερειών που απαιτούν αυτονομία, με επικεφαλής την Χώρα των Βάσκων και την Καταλονία, και μιας κεντρικής διοίκησης που, ακόμα διαποτισμένη με τα οράματα του Φράνκο για μια πολιτισμικά ομοιογενή Ισπανία, αντιτάχθηκε εντονότατα στον φεντεραλισμό. Στο επίκεντρο του συμβιβασμού ήταν ότι η Ισπανία θα διατηρήσει την παραδοσιακή δομή του ενιαίου κράτους (στο σύνταγμα του 1978 αποφεύγεται επιμελώς ο όρος «φεντεραλισμός»), αλλά οι περιφέρειες θα πρέπει να δικαιούνται να υποβάλλουν χωριστή αυτονομία από την κεντρική κυβέρνηση, μια διαδικασία που κατέληξε το 1981 με την δημιουργία ενός συστήματος 17 αυτόνομων περιοχών. Τον συμβιβασμό στέριωνε μια μακρά ιστορία αποτυχημένων προσπαθειών για την αποκέντρωση της Ισπανίας. Στον 19ο αιώνα και κατά την διάρκεια της Δεύτερης Δημοκρατίας, η προσπάθεια αυτή οδήγησε σε εμφύλιους πολέμους. Μετά τον Φράνκο, ένα παρόμοιο αποτέλεσμα φαινόταν πιθανό. Η χορήγηση αυτονομίας στους Καταλανούς και τους Βάσκους πυροδότησε ένα αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα τον Φεβρουάριο του 1981, την πιο σοβαρή απειλή για την δημοκρατία στην Ισπανία μετά την εκδημία του Φράνκο.