Πώς οικοδομείται μια συμμαχία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς οικοδομείται μια συμμαχία

Η αμυντική συνεργασία ΗΠΑ-Ινδίας και η άνοδος της Κίνας

Τελικά, καθώς οι οικονομίες των συμμάχων του ΝΑΤΟ ανέκαμψαν και επεδίωξαν μεγαλύτερη αμυντική ιθαγενοποίηση, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέλεξαν την συμπαραγωγή και αργότερα, έργα συν-ανάπτυξης. Για παράδειγμα, η συμπαραγωγή του συστήματος αεράμυνας HAWK [24] (το οποίο ήταν μια προσπάθεια ολόκληρου του ΝΑΤΟ) αποδείχθηκε ότι αποτέλεσε ένα καθαρό κέρδος για τις Ηνωμένες Πολιτείες, με μειωμένο κόστος παραγωγής, βελτιωμένη διαλειτουργικότητα, και ελάχιστη ξένη εκμετάλλευση των τεχνολογιών που μεταφέρθηκαν. Αντίθετα, οι συμφωνίες αμυντικής συνεργασίας με την Ιαπωνία άρχισαν να αποτυγχάνουν στην δεκαετία του 1980, όταν ο οικονομικός ανταγωνισμός έγινε μια διχαστική δύναμη για τις χώρες. Η συν-ανάπτυξη και η συμπαραγωγή του μαχητικού FSX στην Ιαπωνία με τη χρήση τεχνολογίας του αμερικανικού F-16 σχεδόν εκτροχιάστηκε λόγω ανησυχιών στην Ουάσιγκτον ότι η συμφωνία ήταν μια «ανόητη δωρεάν παραχώρηση» [25] της τεχνολογίας που θα έδινε στην Ιαπωνία ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στο παγκόσμιο αεροδιαστημικό εμπόριο. Από στρατηγική άποψη, το έργο βοήθησε να παγιωθεί η αμερικανο-ιαπωνική συμμαχία, αλλά από οικονομική άποψη το έργο υπονόμευσε την ανταγωνιστικότητα των ΗΠΑ και διάβρωσε τα περιθώρια κέρδους.

Ιστορικά, όλα αυτά τα προγράμματα έχουν δεχθεί επικρίσεις από τους κλάδους της αμερικανικής κυβέρνησης και το κοινό, λόγω της απειλής τόσο για τον στρατό των ΗΠΑ όσο και για την οικονομική υπεροχή τους. Η παρουσία μιας ακλόνητης στρατηγικής λογικής για έργα όπως ο εξοπλισμός των συμμάχων του ΝΑΤΟ ενάντια στην Σοβιετική Ένωση, βοήθησε να καμφθούν αυτές τις ανησυχίες, τουλάχιστον προσωρινά. Αλλά η αμυντική συνεργασία είναι συχνά ευάλωτη στις μεταβαλλόμενες συμμαχίες ή στην διάχυση των απειλών.

Προς το παρόν, η αμερικανο-ινδική αμυντική συνεργασία απολαμβάνει διακομματική υποστήριξη [26] στις Ηνωμένες Πολιτείες, διότι η Ινδία είναι μια ανερχόμενη δημοκρατική δύναμη που μοιράζεται τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Έτσι κατά πάσα πιθανότητα η συνεργασία θα συνεχιστεί, ακόμη και υπό από μια νέα αμερικανική κυβέρνηση. Για να είναι οποιαδήποτε νέα έργα χρήσιμα για αμφότερα τα μέρη, όμως, θα πρέπει να είναι καλά καθορισμένα, με τις προσδοκίες να περιγράφονται στο ξεκίνημα και τις προοπτικές από την κυβέρνηση, την βιομηχανία, και τον στρατό να συντονίζονται αποτελεσματικά καθ’ όλη την διάρκειά τους.

Εδώ, η προθυμία της Ινδίας στο να υπογράψει τις τρεις θεμελιώδεις συμφωνίες [27] για την συνεργασία ασφάλειας θα αποτελέσει το κλειδί. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα έχει αρνηθεί να υπογράψει Μνημόνιο Συμφωνίας Επικοινωνιών και Πληροφοριών Ασφαλείας (Communications and Information Security Memorandum of Agreement, CISMOA), το οποίο επιτρέπει την ασφαλή διαλειτουργικότητα των επικοινωνιών μεταξύ των εταίρων κατά την διάρκεια των διμερών και πολυεθνικών εκπαιδευτικών ασκήσεων και επιχειρήσεων˙ η συμφωνία Υποστήριξης Επιμελητείας (Logistics Support Agreement, LSA) η οποία διευκολύνει την ανταλλαγή υλικοτεχνικής υποστήριξης, προμηθειών και υπηρεσιών μεταξύ του στρατού των ΗΠΑ και των ενόπλων δυνάμεων των εταίρων χωρών˙ και η συμφωνία Βασικών Ανταλλαγών και Συνεργασίας (Basic Exchange and Cooperation Agreement, BECA) για την ανταλλαγή των γεωχωρικών πληροφοριών. Η ινδική κυβέρνηση με τυπικό τρόπο ισχυρίζεται ότι οι συμφωνίες αυτές θα έθεταν σε κίνδυνο την κυριαρχία της Ινδίας.

15022016-3.jpg

Ο πρωθυπουργός της Ινδίας Narendra Modi χειρονομεί ενώ μιλά στο Madison Square Garden στη Νέα Υόρκη, κατά την διάρκεια επίσκεψης του στις Ηνωμένες Πολιτείες, στις 28 Σεπτεμβρίου 2014. LUCAS JACKSON / REUTERS
------------------------------

Ωστόσο, η Ουάσιγκτον και ο στρατός των ΗΠΑ δεν μπορεί να αναμένεται ότι θα αισθάνονται άνετα με την αμυντική συνεργασία με την Ινδία αν οι κανόνες της εν λόγω συνεργασίας δεν περιγράφονται με σαφήνεια και δεν συμφωνηθούν από όλα τα μέρη και αν η Ινδία αποκλίνει από τους αναμενόμενους κανόνες αμυντικής συνεργασίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιμείνει σε παρόμοιες συμφωνίες με όλους τους αμυντικούς συνεργάτες τους. Στην περίπτωση της Ινδίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μέχρι στιγμής σε θέση να εργαστούν παρακάμπτοντας τις ελλείπουσες συμφωνίες για να μεταφέρουν τεχνολογία χαμηλότερου επιπέδου και να διεξαγάγουν κοινές ασκήσεις, αλλά αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί επ΄ αόριστον και δεν θα είναι μια κατάλληλη ρύθμιση για τις πιο ευαίσθητες τεχνολογίες. Υπάρχουν πάρα πολλά που διακυβεύονται, τόσο στρατιωτικά όσο και οικονομικά.

Μετά την επίσκεψη του υπουργού Parrikar, η Ινδία φέρεται να έχει συμφωνήσει να «ανοίξει εκ νέου συνομιλίες» [28] με τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με την [συμφωνία] LSA και είναι δεκτική στο να επανεξετάσει την θέση της [27] για τις άλλες [συμφωνίες]. Παρά το γεγονός ότι αυτό αποτελεί πρόοδο, εξακολουθεί να απέχει πολύ από την πλήρη συμφωνία.

ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΑ ΟΦΕΛΗ

Τα οφέλη του να γίνεται σωστή αμυντική συνεργασία είναι τεράστια. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, το αποτέλεσμα είναι ένας σταθερός εταίρος σε μια μεταβαλλόμενη και προβληματική περιοχή, για να μην αναφέρουμε νέες αγορές για τις ιδιωτικές αμυντικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ. Για την Ινδία, η συνεργασία θα μπορούσε να οδηγήσει σε τεράστια εξοικονόμηση πόρων στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης, πρόσβαση σε κορυφαίες τεχνολογίες, ταχύτερη και πιο αποδοτική παραγωγική διαδικασία.