Το εκκρεμές των Δαρδανελίων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το εκκρεμές των Δαρδανελίων

Πώς η συριακή κρίση συσχετίζεται γεωπολιτικά με τα Στενά*

Είναι, όμως, αυτή η παρατηρούμενη εναλλαγή στρατοπέδων κάτι που εδράζεται καθαρά επί του ψυχρά υπολογιζόμενου συμφέροντος ανάλογα με τις εκάστοτε ισορροπίες των κυρίαρχων δυνάμεων και τις επιδιώξεις της εκάστοτε τουρκικής ηγεσίας, ή μήπως υπάρχει και ένα βαθύτερο υπόβαθρο που διέπει τις εν λόγω επιλογές; Η συνεχής ταλάντωση του εκκρεμούς σε ένα διάστημα αρκετών αιώνων υποδηλώνει ότι, πέραν της πολιτικής σκοπιμότητας, πρέπει να υπάρχει και κάποιο άλλο είδος εσωτερικού κινήτρου που ενδυναμώνει ενίοτε την προσέγγιση με τη μια ή την άλλη πλευρά.

Η αλήθεια είναι ότι το σύνολο των χωρών/εθνών τα οποία βρίσκονται στην γεωγραφική μας εγγύτητα, «υποφέρουν» από ένα είδος κρίσης ταυτότητας καθώς σε πολλές στιγμές στην ιστορία τους κλήθηκαν άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο να αποφασίσουν εάν ανήκουν στην Ανατολή ή στη Δύση. Στο κλασικό έργο του S. Huntington (1996) «Η Σύγκρουση των Πολιτισμών», αυτό που τονίζεται σε μεγάλο βαθμό είναι αυτή η «κρίση ταυτότητας» της ενδιάμεσης ζώνης μεταξύ της Ανατολής και της Δύσης. Τα αρχέτυπα αυτής της αμφιταλάντευσης μπορούν να αναζητηθούν αχνά στην εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, πολύ εντονότερα στην Βυζαντινή περίοδο, ιδιαίτερα αυτήν μετά το γύρισμα της 1ης χιλιετίας, και σχεδόν στο μεγαλύτερο μέρος της οθωμανικής περιόδου, αλλά και στο σύνολο της νεότερης ιστορίας των βαλκανικών εθνών.

Η Τουρκία δεν θα αποτελούσε την εξαίρεση σε αυτό. Στην Τουρκία υπάρχουν δύο διακριτές τάσεις, εκ των οποίων η πρώτη μπορεί να χαρακτηρισθεί δυτικότροπη, σύμφωνα με την οποία η Τουρκία θα πρέπει να είναι στραμμένη στην Δύση, καθώς θα πρέπει να ακολουθήσει το παράδειγμα των ανεπτυγμένων κοινωνιών της Δύσης, προκειμένου και αυτή να αναπτυχθεί και να συμμετέχει σε μεγάλο βαθμό στις παγκόσμιες διεργασίες. Αποτέλεσμα της επικρατούσας θέσης αυτής της τάσης ήταν και η υποβολή υποψηφιότητας της Τουρκίας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στον αντίποδα της τάσης αυτής βρίσκονται οι ευρωσκεπτικιστές, οι οποίοι ανήκουν σε τρεις επιμέρους κατηγορίες, τους παντουρκιστές/παντουρανιστές, τους ευρασιατιστές και τους ισλαμιστές.

Στο σύνολό τους αυτά τα ρεύματα έχουν προσανατολισμό στην Ασία, με την διαφορά όμως ότι οι πρώτοι θεωρούν την Ρωσία ως τον κατεξοχήν εχθρό τους, ενώ οι δεύτεροι τον κατεξοχήν συνοδοιπόρο τους. Τα ρεύματα αυτά δεν είναι καινούργια. Το ρεύμα του παντουρανισμού, το οποίο αποβλέπει στην ένωση του συνόλου των τουρκογενών πληθυσμών της Ασίας σε ένα υπερκράτος που θα καταλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος της κεντρικής Ασίας, αναδύθηκε κυρίως στον 19ο και στον 20ο αιώνα με κύριο εκφραστή του συγκεκριμένου ρεύματος τον Ziya Gokalp. Αντίστοιχα, το ισλαμιστικό κίνημα βίωσε μια έντονη άνθηση την δεκαετία του 1990 και έφτασε και στην ανάληψη της εξουσίας τόσο αρχικά με τον Νετσμετίν Ερμπακάν, όσο και σήμερα με τον Ταγίπ Ερντογάν.

Το κίνημα του ευρασιατισμού αναδείχθηκε ιδιαίτερα στις δεκαετίες του 1990 και του 2000, καθώς λειτούργησε ως το καταφύγιο πολλών μελών των κεμαλιστικών και εθνικιστικών ελίτ οι οποίες δεν εκφράζονταν αφενός από την ευρωπαϊκή κατεύθυνση που είχε λάβει η Τουρκία και αφετέρου από την ραγδαία έξαρση του Ισλαμισμού. Οι πολιτικές του συντεταγμένες θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως αριστερο-κεμαλιστικές, αλλά με προσανατολισμό την σύμπλευση με την Ρωσία (Akturk 2015). Ο ευρασιατισμός, όμως, δεν γεννήθηκε εκείνη την περίοδο, αλλά πολύ νωρίτερα. Η ρωσοφιλία στην Τουρκία εδράζεται κατ΄ αρχήν στα ιστορικά δεδομένα, καθώς η Σοβιετική Ένωση ήταν ο κύριος υποστηρικτής του Κεμάλ Ατατούρκ εναντίον της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ελλάδος. Ο τελευταίος, μάλιστα, ήταν αυτός που ίδρυσε το Τουρκικό Κομμουνιστικό Κόμμα προκειμένου να δεχθεί την σοβιετική βοήθεια, η οποία είχε καταλυτική επίδραση στην έκβαση του «Πολέμου της Ανεξαρτησίας» (Kurtulus Savasi).

Οι Τούρκοι ρωσόφιλοι συγκεντρώθηκαν γύρω από το περιοδικό «Kadro» στην δεκαετία του 1930, το οποίο οραματιζόταν ένα πολιτικό σύστημα ενός κόμματος όπως ο Κεμαλισμός, ανοικτό στον σοσιαλισμό και φιλικό προς την Σοβιετική Ένωση. Αντίστοιχα και στη δεκαετία του 1960 το περιοδικό Yon εξέφραζε παρόμοιες θέσεις. Ο ευρασιατισμός δέχθηκε ισχυρή ώθηση την δεκαετία του 1990 με το έργο του Attila Ilhan ο οποίος ανέδειξε μέσω της τηλεόρασης και του Τύπου τις θέσεις του για την προσέγγιση με την Ρωσία. Είναι δε σημαντικό να αναφερθεί ότι κατά την περίοδο εκείνη ο ευρασιατισμός ήταν κάθετα αντίθετος τόσο στην ανάδειξη του Ισλαμισμού, όσο και στην πορεία της Τουρκίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην πορεία ενσωματώθηκαν στον κορμό των ευρασιατιστών άτομα από τον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς (π.χ Μαοϊστές). Κατά το «μετα-μοντέρνο» πραξικόπημα του 1997 και την απομάκρυνση της πρώτης ισλαμιστικής κυβέρνησης, οι ευρασιατιστές επικρότησαν την επέμβαση του στρατού παρά το γεγονός ότι πολλοί εξ αυτών είχαν αριστερές καταβολές. Το κίνημα, ωστόσο, δέχθηκε ισχυρά πλήγματα κατά την αποκάλυψη του σκανδάλου της Ergenekon, κατά την οποία πληθώρα υποστηρικτών του συνελήφθησαν, καταδικάστηκαν και φυλακίστηκαν.

Παρόλα αυτά, το κίνημα του ευρασιατισμού δείχνει να έχει ισχυρά ερείσματα τόσο στην τουρκική κοινωνία όσο και στις τουρκικές ελίτ (Akturk, 2015), ενώ, παραδόξως, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του καλοκαιριού του 2016, οι εξελίξεις δείχνουν ότι τις ιδέες του πλέον ενστερνίζονται οι μέχρι πρότινος πολέμιοί του (Ισλαμιστές), οι οποίοι όχι μόνο υιοθετούν τις προτεινόμενες πολιτικές του, αλλά είναι και αυτοί που τις υλοποιούν με χαρακτηριστική ταχύτητα. Ενδεικτικά αναφέρονται οι συμφωνίες της Τουρκίας για την αγορά ρωσικής πυρηνικής τεχνολογίας, για την κατασκευή πυρηνικού εργοστασίου στο Ακουγιού, για την διέλευση αγωγών που θα μεταφέρουν ρωσικό φυσικό αέριο, αλλά και για την εγκατάσταση στρατηγικών ρωσικών συστημάτων αεράμυνας, στοιχεία που στο σύνολό τους έχουν εξαγριώσει το ΝΑΤΟ του οποίου η Τουρκία είναι μέλος.

ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΥΝΘΗΚΩΝ