Οι εσωτερικοί εχθροί του ΝΑΤΟ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι εσωτερικοί εχθροί του ΝΑΤΟ

Πώς η παρακμή της δημοκρατίας θα μπορούσε να καταστρέψει την Συμμαχία*

Αυτοί οι φόβοι έχουν επιβεβαιωθεί έκτοτε. Έχει καταστεί σαφές ότι δεν υπάρχει κόστος για την παραβίαση των φιλελεύθερων δημοκρατικών προτύπων του ΝΑΤΟ, και ότι ορισμένοι αδύναμοι δεσμοί όντως οπισθοδρομούν [3]. Δείτε την Ουγγαρία. Το 1999, η χώρα έγινε ευπρόσδεκτη στο ΝΑΤΟ. Το 2002 και στην συνέχεια και πάλι το 2006 διεξήγαγε ανταγωνιστικές εκλογές που οδήγησαν στην έκθεση της διαφθοράς του παρελθόντος και την συμπαιγνίας με το Κομμουνιστικό Κόμμα της σοβιετικής εποχής από αξιωματούχους και των δύο κύριων κομμάτων, πολλοί από τους οποίους λογοδότησαν. Το 2004, η Ουγγαρία προχώρησε στην ένταξη στην ΕΕ με ισχυρή υποστήριξη από όλο το πολιτικό φάσμα. Επίσης, σημείωσε πρόοδο στις κοινωνικές ελευθερίες και τα πολιτικά δικαιώματα, επιτυγχάνοντας κορυφαίες βαθμολογίες σε όλες τις κατηγορίες από το 2005 έως το 2010 σε κατατάξεις που καταρτίστηκαν από τον μη κυβερνητικό οργανισμό Freedom House.

Αλλά το 2010, στις εκλογές που αναγνωρίστηκαν ευρέως ως ελεύθερες και δίκαιες, το δεξιό κόμμα Fidesz του Βίκτορ Όρμπαν, κέρδισε το 53% των ψήφων και το 68% των εδρών στο κοινοβούλιο. Οπλισμένο με υπερ-πλειοψηφία, το Fidesz άλλαξε το σύνταγμα και εξασθένησε τους θεσμικούς ελέγχους της κρατικής εξουσίας [4], ιδίως την δικαστική εξουσία. Αύξησε τον αριθμό των εδρών στο συνταγματικό δικαστήριο της Ουγγαρίας, το οποίο στην συνέχεια γέμισε με δικούς του ανθρώπους και συρρίκνωσε το εύρος της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου. Στις αρχές του 2018, η Ουγγαρία είχε πέσει στο τέλος της κατάταξης των «ελεύθερων» της Freedom House για τα κοινωνικά δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες. Και καθώς το κράτος δικαίου και η λογοδοσία της κυβέρνησης έχουν μειωθεί στην Ουγγαρία, η διαφθορά έχει αυξηθεί. Τον Απρίλιο του 2018, το Fidesz κέρδισε το 49% των ψήφων, αλλά εξασφάλισε και πάλι υπερ-πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Σήμερα, το κόμμα φαίνεται έτοιμο να οδηγήσει την χώρα πιο μακριά από τις αξίες και τους θεσμούς της ευρωπαϊκής φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Η Ουγγαρία παρουσίασε πρώιμα σημάδια της δυνατότητάς της να διολισθήσει στον αντιφιλελευθερισμό, αλλά λίγοι φαντάζονταν ότι η Πολωνία θα την ακολουθούσε. Η Πολωνία και οι πολίτες της, κατεστραμμένοι από πολλούς αιώνες πολέμου και ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων, αντιπροσώπευαν την ελπίδα ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία θα μπορούσε να αποτελέσει απάντηση στις παρελθοντικές ευρωπαϊκές τρέλες των εθνικών παραπόνων, της δημαγωγίας και της επίθεσης κατά των φιλελεύθερων πολιτικών θεσμών. Ωστόσο, μετά την ανάληψη της εξουσίας το 2015, το κόμμα του Νόμου και Δικαιοσύνης της Πολωνίας [5] άρχισε να απομακρύνει πολλούς από τους ίδιους βασικούς ελέγχους και ισορροπίες (checks and balances), και τις προστασίες του κράτους δικαίου που είχε καταργήσει το Fidesz στην Ουγγαρία, εξαλείφοντας την εξουσία του Συνταγματικού Δικαστηρίου να αναθεωρεί νόμους και εκτελεστικές ενέργειες, και αυξάνοντας την εξουσία των πολιτικών ηγετών να γεμίζουν το δικαστικό σώμα με συκοφάντες. Στις αξιολογήσεις του Freedom House, η Πολωνία υποχώρησε από το [επίπεδο βαθμολογίας] 93 στα 100 το 2015, στο 85 το 2018. Φέτος τον Ιανουάριο, η κυβέρνηση ψήφισε νόμο που καθιστά έγκλημα τον ισχυρισμό ότι η Πολωνία ήταν συνένοχη στο Ολοκαύτωμα. Βάζοντας στην άκρη το ζήτημα της συνενοχής πολλών Πολωνών -και υπάρχουν σημαντικές ιστορικές αποδείξεις γι’ αυτό- αυτή η προσπάθεια απειλεί την κεντρική φιλελεύθερη δημοκρατική αρχή της ελευθερίας του λόγου, χωρίς την οποία οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να λογοδοτήσουν στους πολίτες τους.

Η ΝΕΑ ΑΠΕΙΛΗ

Το 2002, έγραψα σε αυτό το περιοδικό [6] για τον κίνδυνο ότι τα διολισθαίνοντα [μέλη] μεταξύ των νέων μελών του ΝΑΤΟ θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την συνοχή της συμμαχίας. Είναι πλέον σαφές ότι απέτυχα να φανταστώ τα ακόμα χειρότερα. Σήμερα, η φιλελεύθερη δημοκρατία κινδυνεύει όχι μόνο μεταξύ των νέων μελών, αλλά και μεταξύ των ιδρυτικών ή των αρχικών μελών της συμμαχίας -μια εξέλιξη που αποτελεί ακόμα μεγαλύτερη απειλή για την ενότητα και την αποτελεσματικότητα του ΝΑΤΟ.

Η πιο περίεργη περίπτωση μπορεί να αποτελεί μια μικρή έκπληξη. Η Τουρκία [7], η οποία προσχώρησε στο ΝΑΤΟ το 1952 και της οποίας η ιστορία είναι στιγματισμένη από στρατιωτικά πραξικοπήματα, αποτελούσε από καιρό πρόβλημα σχετικά με την δέσμευση της συμμαχίας στους φιλελεύθερους δημοκρατικούς θεσμούς και αρχές. Ωστόσο, μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, η Τουρκία σημείωσε πρόοδο στην επέκταση των νομικών και πολιτικών δικαιωμάτων και στο ότι επέτρεψε τον πολιτικό ανταγωνισμό. Όταν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης ανέλαβε την εξουσία το 2002 υπό την ηγεσία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, φάνηκε αρχικά ότι η πρόοδος θα συνεχιζόταν. Σύντομα, όμως, το κόμμα άρχισε να διολισθαίνει. Το 2016, υπό την κάλυψη της διερεύνησης μιας υποτιθέμενης απόπειρας πραξικοπήματος, η κυβέρνηση του Ερντογάν έσυρε πολιτικούς αντιπάλους σε δίκες, δίωξε δημοσιογράφους και κυνήγησε επιχειρήσεις που δεν υποστήριζαν το κόμμα του. Μέσω της πίεσης στα επιχειρηματικά συμφέροντα, το τουρκικό κράτος απέκτησε τον έλεγχο των βασικών μέσων μαζικής ενημέρωσης και τα έκαναν όργανα του κυβερνώντος κόμματος. Ο Ερντογάν κυνήγησε επίσης την ανεξάρτητη δικαιοσύνη, προωθώντας μια συνταγματική τροπολογία που επέτρεψε στο κόμμα του να γεμίζει το δικαστικό σώμα με ενδοτικούς πολιτικά διορισμένους. Το 2018, το Freedom House ταξινόμησε επισήμως την Τουρκία ως «μη ελεύθερη», τοποθετώντας την στην ίδια κατηγορία με την Κίνα, το Ιράν, την Ρωσία και την Συρία.

23042019-3.jpg

Η τουρκική αστυνομία κρατά έναν διαδηλωτή, τον Σεπτέμβριο του 2017. UMIT BEKTAS / REUTERS
-----------------------------------------------------------------------------