Ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει

Πού κάνουν λάθος οι αισιόδοξοι σχετικά με τις συγκρούσεις

Επιπλέον, ορισμένες από τις προόδους που έχουν καταστήσει τον σύγχρονο πόλεμο λιγότερο θανατηφόρο, αν και όχι λιγότερο βίαιο, είναι πιο αναστρέψιμες από όσο φαίνονται. Πολλές εξαρτώνται από την ικανότητα να μεταφέρονται γρήγορα από αέρος οι τραυματίες σε νοσοκομείο. Για τον στρατό των ΗΠΑ, αυτό ήταν δυνατό στις ασύμμετρες συγκρούσεις εναντίον ανταρτών στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν σχεδόν πλήρη έλεγχο των αιθέρων. Σε έναν πόλεμο μεγάλων δυνάμεων, όμως, η αεροπορική ισχύς θα είναι πολύ πιο ισομερώς κατανεμημένη, περιορίζοντας την ικανότητα των δύο πλευρών να εκκενώνουν τους τραυματίες τους μέσω του αέρα. Ακόμη και μια σύγκρουση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Βόρειας Κορέας θα δοκιμάσει σκληρά τις δυνατότητες της medevac (medical evacuation) των ΗΠΑ, μετακινώντας περισσότερες απώλειες από την λίστα των «μη θανατηφόρων» σε εκείνη των «θανατηφόρων». Και ένας πόλεμος μεγάλων δυνάμεων θα μπορούσε να περιλαμβάνει χημικά, βιολογικά, ηλεκτρομαγνητικά ή πυρηνικά όπλα, τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί τόσο σπάνια ώστε δεν υπάρχουν καλά ιατρικά μοντέλα για την θεραπεία των θυμάτων τους.

Οι σκεπτικιστές ίσως να επισημάνουν ότι οι περισσότεροι πόλεμοι μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν εμφύλιοι πόλεμοι, των οποίων τα μέρη ίσως δεν είχαν όντως πρόσβαση σε περίπλοκες ιατρικές εγκαταστάσεις και διαδικασίες -πράγμα που σημαίνει ότι η μείωση των θυμάτων είναι πιο πραγματική παρά τεχνητή. Αν και αυτό ισχύει για πολλές ομάδες ανταρτών, οι εμφύλιοι πόλεμοι επίσης τυπικά περιλαμβάνουν κρατικούς στρατούς, οι οποίοι επενδύουν στην σύγχρονη στρατιωτική ιατρική. Και ο πολλαπλασιασμός των οργανώσεων βοήθειας και ανάπτυξης από το 1945 έχει κάνει πολλές από αυτές τις προόδους διαθέσιμες, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, σε άμαχους πληθυσμούς και αντάρτες. Μια θεμελιώδης αρχή των ανθρωπιστικών οργανώσεων όπως η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού είναι η αμεροληψία, που σημαίνει ότι δεν κάνουν διακρίσεις μεταξύ των πολιτών και των μαχητών στην παροχή βοήθειας. Επιπλέον, οι ομάδες ανταρτών συχνά έχουν εξωτερικούς υποστηρικτές που τους παρέχουν εξοπλισμό μείωσης των απωλειών. (Το Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, απέστειλε θωράκιση σώματος στον εξεγερμένο Ελεύθερο Συριακό Στρατό στην αρχή του εμφυλίου πολέμου της Συρίας). Ως αποτέλεσμα, ακόμη και βάσεις δεδομένων που περιλαμβάνουν εμφύλιους πολέμους και χρησιμοποιούν ένα πολύ χαμηλότερο όριο θανάτων από όσο του COW, όπως η ευρέως αναφερόμενη βάση δεδομένων του Uppsala Conflict Data Program, μπορεί να καταλήξει να δίνει την εσφαλμένη εντύπωση ότι οι εμφύλιοι πόλεμοι έχουν γίνει λιγότερο εκτεταμένοι όταν στην πραγματικότητα έχουν γίνει λιγότερο θανατηφόροι.

Η συλλογή δεδομένων ακριβείας σχετικά με τους τραυματίες σε εμφύλιους πολέμους είναι βέβαια δύσκολη. Όπως αναφέρει μια πρόσφατη έκθεση [5] από την μη κυβερνητική οργάνωση Action on Armed Violence, οι λιγότεροι πόροι για τους δημοσιογράφους και οι αυξανόμενες επιθέσεις σε εργαζόμενους στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας σημαίνουν ότι όσοι είναι πιο πιθανό να αναφέρουν τραυματίες, είναι λιγότερο ικανοί να το κάνουν αυτό σήμερα από όσο ήταν στο παρελθόν, κάτι που οδηγεί πιθανώς σε υποτίμηση του αριθμού [των τραυματιών]. Έτσι προκύπτουν αμφίβολες στατιστικές από συγκρούσεις όπως ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας, με τις αναφορές των μέσων ενημέρωσης να δείχνουν ότι η αναλογία των τραυματισμένων προς τους σκοτωμένους είναι σχεδόν ένας προς έναν από το 2011. Αλλά η κοινή λογική υποδηλώνει ότι ο πραγματικός αριθμός των τραυματισμών είναι πολύ μεγαλύτερος.

Αν κάποιος αγνοήσει αυτές τις τάσεις και παίρνει τις υπάρχουσες βάσεις δεδομένων κατά γράμμα, η εικόνα είναι ακόμα μακράν του να είναι ρόδινη. Ο μετρητής που διαχειρίζεται το Uppsala Conflict Data Program [6] δείχνει ότι ακόμη και σύμφωνα με τις υπάρχουσες βάσεις δεδομένων που ενδέχεται να υποτιμούν τον αριθμό των συγκρούσεων, ο αριθμός των ενεργών ένοπλων συγκρούσεων αυξάνεται τα τελευταία χρόνια, και το 2016 έφθασε στο υψηλότερο σημείο από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Και πολλές από τις σημερινές συγκρούσεις διαρκούν περισσότερο από όσο διαρκούσαν προηγούμενες συγκρούσεις. Οι πρόσφατες εξάρσεις βίας στην Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το Μεξικό και την Υεμένη δείχνουν λίγα σημάδια ύφεσης.

Βεβαίως, η μείωση των θανάτων από μάχες, όταν εξετάζεται μόνη της, αποτελεί σημαντική νίκη για την ανθρώπινη ευημερία. Αλλά αυτό το επίτευγμα είναι αναστρέψιμο. Όπως ανέφερε ο πολιτικός επιστήμονας Bear Braumoeller στο βιβλίο του Only the Dead (Μόνο οι Νεκροί), οι πόλεμοι των τελευταίων δεκαετιών μπορεί να έχουν παραμείνει σχετικά μικροί σε μέγεθος, αλλά δεν υπάρχει λόγος να αναμένουμε ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί επ' αόριστον. Χρειάζεται μόνο να υπενθυμιστεί ότι τα χρόνια πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ευρώπη θεωρείτο ότι ήταν σε «μακρά ειρήνη». Καμιά από τις σύντομες εχθροπραξίες μεταξύ των ευρωπαϊκών δυνάμεων, όπως η ισοπαλία μεταξύ γαλλικών και γερμανικών δυνάμεων στο Μαρόκο το 1911, ούτε οι βαλκανικοί πόλεμοι του 1912 και του 1913 δεν μπόρεσαν να διαλύσουν αυτή την ιδέα. Ωστόσο, αυτές οι μικρές συγκρούσεις αποδείχθηκαν προάγγελοι μιας πολύ πιο καταστροφικής πυρκαγιάς.