Η μετα-Δυτική Τουρκία του Ερντογάν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η μετα-Δυτική Τουρκία του Ερντογάν

Η Ουάσινγκτον πρέπει να υιοθετήσει μια συναλλακτική σχέση με την Άγκυρα
Περίληψη: 

Ο Ερντογάν επιδιώκει την διεθνή αναγνώριση και νομιμοποίηση και δυσανασχετεί με το γεγονός ότι οι Δυτικοί ηγέτες τον κρατούν σε απόσταση. Αλλά γνωρίζει επίσης το μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον γύρω από την Τουρκία και αναγνωρίζει την ανάγκη της Τουρκίας να διατηρήσει δεσμούς με την Δύση.

Ο ASLI AYDINTASBAS είναι επισκέπτης συνεργάτης στο Κέντρο για τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη στο Ινστιτούτο Brookings, ανώτερος συνεργάτης πολιτικής στο European Council on Foreign Relations, και αρθρογράφος στην Washington Post.
Ο JEREMY SHAPIRO είναι διευθυντής Ερευνών στο European Council on Foreign Relations και μη μόνιμος ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Brookings. Κατά την διάρκεια της κυβέρνησης Ομπάμα, υπηρέτησε στο προσωπικό σχεδιασμού πολιτικής του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών και ως ανώτερος σύμβουλος του βοηθού υπουργού Εξωτερικών για τις ευρωπαϊκές και ευρασιατικές υποθέσεις.

Κανείς δεν κάνει εκστρατεία όπως ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Μήνες πριν από τις εκλογές στην Τουρκία, τον Μάιο του 2023, ο Ερντογάν παρουσίασε το σύνθημα της εκστρατείας του, «ο αιώνας της Τουρκίας», μπροστά σε ένα ζωντανό ακροατήριο χιλιάδων ατόμων. Το θέαμα περιελάμβανε μια ορχήστρα και μια χορωδία που ερμήνευε ένα θεματικό τραγούδι [1] που περιλάμβανε έναν ραπ στίχο:

Ήμουν ένα πουλί με σπασμένο φτερό
Έμεινα σιωπηλός για 100 χρόνια
Αλλά αρκετά, αρκετά, μη σωπαίνεις
Ζήσε ελεύθερα, πάντα ελεύθερα!

Το ρεφρέν έλεγε: «ας αρχίσει ο αιώνας της Τουρκίας -όχι αύριο, σήμερα!» Ως αποκορύφωμα, ο Ερντογάν εκφώνησε μια τυπικά πομπώδη ομιλία. Περιγράφοντας ορισμένες από τις εγχώριες πολιτικές του -όπως η μετατροπή της εμβληματικής βυζαντινής εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης, της Αγίας Σοφίας, σε τζαμί- ως «πρόκληση στην παγκόσμια ηγεμονία», ο Ερντογάν υποσχέθηκε [2] να καταστήσει την Τουρκία «μεταξύ των δέκα κορυφαίων [χωρών] στον κόσμο στην πολιτική, την οικονομία, την τεχνολογία, και την διπλωματία».

17082023-1.jpg

Ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο Βίλνιους, στην Λιθουανία, τον Ιούλιο του 2023. Kacper Pempel / Reuters
----------------------------------------------------------------

Το θέαμα είχε σκοπό να διοχετεύσει το όραμα του Ερντογάν για την τουρκική δημοκρατία κατά την χρονιά της εκατονταετηρίδας της: μια ανερχόμενη δύναμη στα πρόθυρα της ειρήνης και της ευημερίας που έχει βγει νικήτρια από τις πολλές μάχες της με τους ιμπεριαλιστές και είναι επιτέλους έτοιμη να πάρει την θέση που της αξίζει ως παγκόσμια δύναμη. Σε αυτή την φαντασίωση, με τον Ερντογάν στο τιμόνι, η αναζήτηση της ταυτότητας της Τουρκίας που διήρκεσε δεκαετίες έχει τελειώσει. Είναι μια μετα-Δυτική δύναμη, που δεν αναζητά πλέον την έγκριση της Δύσης, δεν επιδιώκει πλέον τα Δυτικά φιλελεύθερα ιδεώδη, και δεν εξαρτάται πλέον από την Δύση.

Στην προ-Ερντογάν Τουρκία, η διατλαντική ταυτότητα της Τουρκίας αγαπήθηκε και υποστηρίχθηκε, όχι μόνο ως γεωπολιτική αναγκαιότητα αλλά και ως κληρονομιά του ιδρυτή της Τουρκίας, Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος είπε ότι η επίτευξη «του επιπέδου του σύγχρονου πολιτισμού» ήταν η αποστολή της νεαρής δημοκρατίας, ένας στόχος που οδήγησε σε μια δεκαετή, από πάνω προς τα κάτω ώθηση για εκσυγχρονισμό και Δυτικοποίηση. Σήμερα, ωστόσο, σχεδόν κανείς στον δημόσιο τομέα δεν υπερασπίζεται τις Δυτικές ιδέες ή τους Δυτικούς θεσμούς. Οι τηλεοπτικοί σχολιαστές και οι πολιτικοί συστηματικά βάζουν στο ίδιο τσουβάλι τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη, και το ΝΑΤΟ και χλευάζουν όλους αυτούς ως υποκριτές, εκμεταλλευτές, και προσηλωμένους στην υποταγή της Τουρκίας. Οι φιλο-Δυτικοί φιλελεύθεροι Τούρκοι έχουν εκδιωχθεί από τις νυχτερινές τηλεοπτικές εκπομπές και έχουν αφαιρεθεί από τις σελίδες με τις απόψεις των εφημερίδων. Η Τουρκία έχει αποχωρήσει ακόμη και από τον Διαγωνισμό Τραγουδιού της Eurovision -την κιτς, πανευρωπαϊκή μουσική εκδήλωση που διεξάγεται από το 1956.

Παρόμοια μεταστροφή συντελείται και στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Τις δεκαετίες μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Τουρκία προσπάθησε να προστατευτεί από την πανταχού παρούσα απειλή του σοβιετικού επεκτατισμού, αγκιστρώνοντας τον εαυτό της στους ευρωατλαντικούς θεσμούς και προσπαθώντας να πλησιάσει τις προηγμένες και ευημερούσες Δυτικές δημοκρατίες. Η Ουάσινγκτον έβλεπε την Τουρκία με όρους Ψυχρού Πολέμου, ως ένα χρήσιμο συνοριακό κράτος στον αγώνα κατά του κομμουνισμού και της σοβιετικής επιρροής. Η Τουρκία δεν ήταν ποτέ πλήρως Δυτική ή δημοκρατική. Αλλά κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, το γεγονός ότι οι κοσμικές ελίτ της χώρας ήθελαν να αγκυρώσουν την χώρα στην Δύση ήταν αρκετά καλό για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ.

Σήμερα, η εικόνα είναι πολύ διαφορετική. Από τότε που ο Ερντογάν ανέλαβε την εξουσία το 2002, και ιδίως μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησής του το 2016, η σχέση της Ουάσινγκτον με την Άγκυρα επιδεινώνεται σταθερά. Είναι πλέον λιγότερο υγιής από τις σχέσεις που έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες με πολλές μη ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις. Οι Τούρκοι πολιτικοί, συμπεριλαμβανομένου του Ερντογάν, συχνά χαρακτηρίζουν οργισμένα τις Ηνωμένες Πολιτείες ως αντίπαλο και όχι ως εταίρο. Για παράδειγμα, όταν η Ουάσινγκτον επέβαλε κυρώσεις στην Τουρκία το 2020 για την αγορά πυραυλικών συστημάτων επιφανείας-αέρος S-400 από την Ρωσία, ο Ερντογάν αποκάλεσε [3] την απόφαση των ΗΠΑ «κατάφωρη επίθεση» κατά της τουρκικής κυριαρχίας και ισχυρίστηκε ότι «ο σκοπός [των κυρώσεων] είναι να εμποδίσει τα βήματα που έχει κάνει η χώρα μας στην [αμυντική] βιομηχανία και να μας κρατήσει υποταγμένους». Εν τω μεταξύ, στην Ουάσινγκτον, ορισμένοι Αμερικανοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αμφισβητούν ανοιχτά την δέσμευση της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ και φοβούνται ότι η Άγκυρα πλησιάζει όλο και περισσότερο στη Μόσχα.