Βία και Δημοκρατία
Στις περίεργες εποχές που ζει η Ελλάδα και ο κόσμος σήμερα, είναι χρήσιμο να ανατρέχει κανείς σε πραγματικούς διανοητές οι οποίοι υπήρξαν και πολιτικοί άνδρες. Μια τέτοια εξέχουσα προσωπικότητα ήταν ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, το πνευματικό έργο του οποίου είναι αδιαμφισβήτητο. Οι θέσεις του για την άσκηση της πολιτικής εξουσίας είναι εξαιρετικά σύγχρονες όπως και η αντίθεσή του με κάθε μορφή αδικαιολόγητης βίας. Η βία για τον Π. Κανελλόπουλο είναι το αντίθετο της ελευθερίας.
Ο ΝΕΣΤΟΡΑΣ ΚΟΥΡΑΚΗΣ είναι Καθηγητής Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών
«Κυρίες και κύριοι, αρχίζει η χώρα μας η ηλιόλουστη, κάπως να σκοτεινιάζει». Και προσθέτοντας [29] : « (…) Με τις ενέργειες αυτές προσβάλλεται όχι μόνο η Δημοκρατία, προσβάλλεται όχι μόνο ο ήρεμος βίος των Ελλήνων (…), αλλά προσβάλλεται το ίδιο το ήθος και ο ίδιος ο χαρακτήρας των Ελλήνων. Γι’ αυτό επισημαίνω την ανάγκη να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για την ανακάλυψη των ενόχων».
Εξάλλου, στη Βουλή την 10.5.1978 [30] ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος καυτηρίασε με καταγγελτικό τρόπο τη «σαδιστική διαδικασία» που ακολουθήθηκε από τους απαγωγείς και δολοφόνους του Άλντο Μόρο έως την εκτέλεσή του, χαρακτηρίζοντας αυτή τη δολοφονία ως «πλήγμα για τον πολιτισμό, πλήγμα γενικώτερα όχι μόνο για την Ιταλία, αλλά για όλους τους ελεύθερους ανθρώπους που αισθάνονται αυτή τη στιγμή βαθύτατο πένθος και βαθύτατη θλίψη».
Πάντως δεν απορρίπτει τις βομβιστικές ενέργειες, σε περίοδο δικτατορίας.
Όπως εδήλωσε στη Βουλή την 9.6.1981 [31], «Τοποθετήσεις βομβών [στη χώρα μας] έγιναν συχνά. Έγιναν, βέβαια, στο διάστημα της δικτατορίας και ήταν απόλυτα δικαιολογημένες, διότι όπως είπα και είχα την ευκαιρία να τονίσω στη δίκη της Δημοκρατικής Άμυνας την άνοιξη του 1970, η βία φέρνει τη βία, προκαλεί τη βία [32] (…). Όταν όμως οι συνθήκες είναι ειρηνικές, όταν περνάμε μια περίοδο ειρήνης εσωτερικής και εξωτερικής, αυτού του είδους οι τρομοκρατικές ενέργειες, που δεν είναι απλώς συνδεδεμένες με πρωτοβουλίες ατόμων, πρέπει να μας εμβάλλουν σε μεγάλη ανησυχία».
Τέλος καταδικάζει τις ακρότητες από μερίδα φοιτητών που, εκμεταλλευόμενοι την έννοια του ασύλου, κάνουν καταλήψεις στα πανεπιστημιακά κτίρια, αναγράφουν υβριστικά συνθήματα στους τοίχους αυτών των κτιρίων, βιαιοπραγούν μεταξύ τους και συμπεριφέρονται με σκαιότητα στους καθηγητές τους.
Έτσι, την 22.11.1980 ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος [33] διακήρυξε στη Βουλή ότι «Ούτε η κατάληψη Πανεπιστημιακών Σχολών, όταν λειτουργεί Δημοκρατικό Πολίτευμα που εκτρέπει όλες τις άλλες εκδηλώσεις, είναι πράξη ηρωική, ούτε ο συνδυασμός της ιερής επετείου του Πολυτεχνείου με πολιτικά, διχαστικά και φανατικά διχαστικά συνθήματα, είναι γενναία πολιτική ενέργεια. Είναι ενέργεια εις βάρος της νεολαίας». Επίσης και λίγο αργότερα, την 20.12.1980, από το ίδιο αυτό βήμα της Βουλής, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος ετόνισε [34]: «Το άσυλο πρέπει να το σέβονται πρώτοι απ’ όλους οι σπουδαστές. Και πρώτη εκδήλωση του σεβασμού είναι να μη πιάνουν ξύλα και να κτυπάνε οι μεν τους δε, να μη κατεβάζουν τους καθηγητές και επιμελητές από την θέση τους, να μη καταλαμβάνουν τις Σχολές, να μη ματαιώνουν τη λειτουργία των Α.Ε.Ι., όσο δίκαια και σωστά και αν είναι τα αιτήματα, τα οποία τους κάνουν να εξεγείρονται (…). Αν περιμένουμε να γίνουν όλα αυτά [δηλ. να πραγματοποιηθούν όλα τα αιτήματά τους], για να σταματήσουν οι καταλήψεις των σχολών, τότε είναι σαν να θέλουν [οι σπουδαστές] να ματαιωθεί και ο σκοπός για τον οποίον αγωνίζονται, η βελτίωση δηλαδή της ανωτάτης παιδείας». Επίσης, στην ίδια αυτή συνεδρίαση [35] απηύθυνε και μιαν έκκληση: «Πρέπει (…) κύριοι συνάδελφοι, και σεις και η Κυβέρνηση, και όλα τα Κόμματα να δώσετε εντολή στις νεολαίες σας, να σταματήσουν το μουτζούρωμα των τοίχων. Όποιος μουτζουρώνει τους τοίχους, τελικά μουτζουρώνει τον εαυτό του».
Η μαχητική αυτή στάση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου απέναντι στην παράνομη πολιτική βία είναι, θα έλεγα, σταθερή και αταλάντευτη καθ’ όλη την πολυετή πολιτική του σταδιοδρομία [36]. Κεντρικός πυρήνας αυτής της στάσης, που και σήμερα αποτελεί διαχρονική υποθήκη, είναι η ιδέα ότι βία και ελευθερία είναι έννοιες εξ ορισμού ασύμβατες και ότι η υποταγή στη βία συμβαδίζει με τη δουλεία (πρβλ. ανωτ., § 2). Όπως ειδικότερα επεσήμανε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος σε άρθρο του με τίτλο «Δέσμιοι της εξουσίας», στο τέταρτο φύλλο τού περ. «Πολιτικά Θέματα» (15 Ιουνίου 1973 [37]): «Ποιοί έχουν σήμερα, στην Ελλάδα, ελεύθερη συνείδηση; Σύμφωνα με ένα αμάχητο τεκμήριο, όσοι υφίστανται την βία των κρατούντων, ειδικώτερα όσοι την αισθάνονται και δεν την ανέχονται, όσοι δεν θέλουν να είναι δούλοι (…) Και μόνο το γεγονός, ότι δεν ανέχονται την βία, τους εξασφαλίζει τον τίτλο του “πολίτου”, του ηθικού απογόνου του Σόλωνος» [38].
Αυτός υπήρξε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος απέναντι στην πολιτική βία. Τη θεώρησε απαράδεκτη τόσο για να την ασκεί κανείς, όσο και για να την υφίσταται, εφόσον βέβαια αυτός που βρίσκεται μπροστά στον πειρασμό ή στην πίεση της βίας θέλει όντως να είναι ελεύθερος και θέλει, κατά τον ωραίο στίχο του Καβάφη στο «Πρώτο Σκαλί» , να’ ναι «πολίτης εις των ιδεών την πόλι».
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ: