Κοινές ασθένειες στη δίνη των συμφερόντων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Κοινές ασθένειες στη δίνη των συμφερόντων

Η παράδοξη αδιαφορία για την πρώτη αιτία θανάτων παγκοσμίως

Παρά τις τεράστιες διαστάσεις που έχει λάβει η επιδημία των Μη Μεταδιδόμενων Νοσημάτων, πλήττοντας τους φτωχούς των αναπτυσσομένων χωρών, η επιβράδυνση και η αποσόβησή της είναι εφικτή. Τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη των ΜΜΝ σε υγιείς ανθρώπους είναι γνωστά, ενώ υπάρχουν προσιτά -από οικονομική άποψη- φάρμακα για όσους ήδη ζουν με τις ασθένειες αυτές. Θεραπευτικές αγωγές για τα ΜΜΝ, όπως η ινσουλίνη και οι συσκευές εισπνοής για το άσθμα, δεν καλύπτονται πλέον από δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και μπορούν να συμβάλουν πολύ στη μείωση αναπηριών ή θανάτων, εάν διαδοθούν ευρύτερα. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες θα μπορούσαν να μειώσουν στο μισό τα προβλεπόμενα ποσοστά αναπηρίας και θανάτου από ΜΜΝ, αν αυξήσουν τη φορολογία και περιορίσουν την εμπορία του καπνού και του αλκοόλ, αν μειώσουν το αλάτι και τα τρανς λιπαρά οξέα στα τρόφιμα, και αν χρησιμοποιήσουν β-αναστολείς, ασπιρίνη και άλλα χαμηλού κόστους σκευάσματα για να θέσουν υπό έλεγχο την υπέρταση.

Η διεθνής κοινότητα μπορεί να βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες να γίνουν ικανές όσον αφορά την καθιέρωση τέτοιων πολιτικών. Ως αφετηρία, ο ΠΟΥ και οι χώρες-μέλη του θα πρέπει να επιχειρήσουν να διαμορφώσουν μια μόνιμη συναίνεση όσον αφορά τις απαραίτητες για την αντιμετώπιση των ΜΜΝ στρατηγικές πρόληψης και θεραπείας για την αντιμετώπιση των ΜΜΝ, που πλήττουν ιδιαίτερα τους φτωχούς στα αναπτυσσόμενα κράτη. Ύστερα, στη βάση αυτών των στρατηγικών, θα πρέπει να σχεδιάσουν μια πρακτική δέσμη προγραμμάτων, που οι χώρες με αναδυόμενες αγορές θα μπορούν να εισαγάγουν ακόμη και σε περιβάλλον με χαμηλή υποδομή. Θα μπορούσε, επί παραδείγματι, να καθοριστεί ένα μίνιμουμ φορολόγησης και ένα πλαίσιο περιορισμών στην εμπορία, ώστε να μειωθεί η επικίνδυνη για την υγεία κατανάλωση οινοπνευματωδών. Τέλος, ειδικευμένοι αξιωματούχοι σε θέματα φορολογίας και υγιεινής από τον ανεπτυγμένο κόσμο, θα πρέπει να συνεργαστούν με τους ομολόγους τους από τον αναπτυσσόμενο κόσμο και να τους βοηθήσουν στη δημιουργία τεχνογνωσίας, ώστε να φέρουν σε πέρας τα προαναφερθέντα σχέδια.

Οικονομική βοήθεια μεσαίου επιπέδου, προερχόμενη από φιλανθρωπικά ιδρύματα, κυβερνήσεις-χορηγούς και πολυμερείς αναπτυξιακές τράπεζες, θα βοηθήσει τις χώρες χαμηλού εισοδήματος να διαχειριστούν και να προωθήσουν αυτές τις προσπάθειες. Οι ανεπτυγμένες χώρες θα πρέπει να καθιερώσουν ένα πρόγραμμα παρακολούθησης αυτών των μέτρων ελέγχου των ΜΜΝ, δημοσιεύοντας τα αποτελέσματα, ώστε να καταστήσουν τις κυβερνήσεις υπεύθυνες για την εφαρμογή τους.

ΠΛΗΡΗΣ ΣΤΑΣΙΜΟΤΗΤΑ

Η διεθνής κοινότητα γνωρίζει από καιρό την κρίση των Μη Μεταδιδομένων Νοσημάτων που μαστίζουν τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Ο ΠΟΥ για πρώτη φορά επέστησε την προσοχή στο πρόβλημα το 1996, όταν δημοσίευσε μια έκθεση-ορόσημο, που ερχόταν σε αντίφαση με τις απόψεις που ήθελαν τα ΜΜΝ να αφορούν τις κοινωνίες της αφθονίας. Σύμφωνα με την έκθεση του ΠΟΥ, πολύ σύντομα τα ΜΜΝ επρόκειτο να επισκιάσουν την ισχύ των λοιμωδών νοσημάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες και να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο τα συστήματα υγείας τους. Μέσα στη δεκαετία που ακολούθησε, ο ΠΟΥ επικύρωσε μια διεθνή συνθήκη για τον έλεγχο του καπνού, κατέληξε σε μια σειρά στρατηγικής σημασίας εγγράφων για την πρόληψη και τη θεραπεία των ΜΜΝ και εγκαινίασε μια υπηρεσία αφιερωμένη στην αντιμετώπιση των ΜΜΝ σε παγκόσμιο επίπεδο.

Εντούτοις, παρά τις προαναφερθείσες προσπάθειες, ο ΠΟΥ δεν ευτύχησε να προσελκύσει ικανή διεθνή υποστήριξη για δράση κατά των ΜΜΝ. Οι χορηγοί της παγκόσμιας υγείας και τα ιδρύματα παρέμειναν απορροφημένοι στον αγώνα κατά των μολυσματικών ασθενειών και στη βελτίωση της υγείας μητέρων και παιδιών. Σύμφωνα με μια έκθεση του 2010 από το Κέντρο για την Παγκόσμια Ανάπτυξη, μεταξύ των ετών 2004 και 2008 το 70% της συνολικής χρηματοδότησης για τα ΜΜΝ, προήλθε από τρεις μόνο πηγές, εκ των οποίων η -κατά πολύ- μεγαλύτερη ήταν ο ίδιος ο ΠΟΥ. Η ίδια έρευνα κατέδειξε ότι το 2007 τα προγράμματα για τα ΜΜΝ χρηματοδοτήθηκαν με ποσοστό μικρότερο του 3% από τα σχεδόν 22 δισ. δολάρια που δαπανήθηκαν για την παγκόσμια υγεία.

Προκειμένου να ενταχθεί μόνιμα στη διεθνή ατζέντα το ζήτημα των Μη Μεταδιδομένων Νοσημάτων, μια ομάδα ενδιαφερομένων χωρών και μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ), άσκησαν επιτυχώς παρασκηνιακές πιέσεις ώστε να πραγματοποιηθεί τον Σεπτέμβριο του 2011 μια συνεδρίαση υψηλού επιπέδου για το ζήτημα αυτό, στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Οι διοργανωτές είχαν συμφωνήσει ότι στη συνεδρίαση θα εξετάζονταν οι προκλήσεις που θέτουν τα ΜΜΝ παγκοσμίως, αλλά η έμφαση θα δινόταν στον καρκίνο, στον διαβήτη, στις καρδιαγγειακές νόσους και στις ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος. Κι αυτό, εν μέρει λόγω του ότι οι προαναφερθείσες ασθένειες συγκεντρώνουν τους τέσσερις μεγαλύτερους παράγοντες κινδύνου: κάπνισμα, κατανάλωση αλκοόλ, απουσία σωματικής δραστηριότητας και κακή διατροφή. Ο ΠΟΥ επεξεργάστηκε μια σειρά στρατηγικών, με σκοπό να περιορίσει αυτούς τους παράγοντες, εκτιμώντας ότι το ετήσιο κόστος της χρηματοδότησής τους στις αναπτυσσόμενες χώρες θα έφθανε περίπου το 1,4 δισ. δολάρια. Οι προσδοκίες για την έκβαση της συνεδρίασης ήταν μεγάλες. Η μόνη άλλη συνεδρίαση για θέματα υγείας στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ αφορούσε τον HIV/AIDS και το αποτέλεσμα ήταν να συμβάλει στην ενεργοποίηση χορηγών, οι οποίοι διέθεσαν δισεκατομμύρια δολάρια για ζωτικής σημασίας φάρμακα για τον αναπτυσσόμενο κόσμο.