Αναμένοντας το πράσινο φως | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αναμένοντας το πράσινο φως

Η ενεργειακή συνεργασία Ελλάδας-Ισραήλ εν μέσω περιφερειακής ρευστότητας

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο διαμόρφωσης του νέου ενεργειακού χάρτη τής Νοτιοανατολικής Μεσογείου, η Ελλάδα καλείται να συγκεκριμενοποιήσει την θέση της. Έχοντας να αντιμετωπίσει περισσότερο από κάθε άλλη χώρα τής περιοχής τις συνέπειες της ευρωπαϊκής νομισματικής κρίσης, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το φυσικό αέριο και ο ενεργειακός της πλούτος είναι το μόνο αισιόδοξο νέο στοιχείο που διαφαίνεται στον ομιχλώδη οικονομικό της ορίζοντα. Το ενδιαφέρον τής Αθήνας επικεντρώνεται στο κυπριακό ζήτημα, αυτή την φορά με κύριο γνώμονα την ενεργειακή επάρκεια και την οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας. Παράλληλα, και με δεδομένη την ήδη εμπεδωμένη συνεργασία Κύπρου-Ισραήλ, η Ελλάδα δηλώνει ότι επιθυμεί να συνεργαστεί με τον ισραηλινό παράγοντα, ο οποίος παραδοσιακά δεν αυτενεργεί εάν δεν έχει προηγουμένως εξασφαλίσει την έγκριση της Ουάσιγκτον.

Πράγματι, η απόκλιση μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας αποτέλεσε τον καταλύτη για την ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση, αλλά θα ήταν απλοϊκό να χαρακτηρισθεί αυτή η μεταστροφή ως συγκυριακή. Για πρώτη φορά στην ιστορία τους, Ελλάδα και Ισραήλ καλούνται από κοινού να διαχειριστούν μια γεωγραφική και γεωστρατηγική πραγματικότητα, η οποία υπό ομαλές συνθήκες και σωστούς χειρισμούς ενέχει όλο το θετικό υπόβαθρο να αποφέρει και στις δύο χώρες πολλαπλά κοινά οφέλη.

Παρ' όλ' αυτά όμως, είναι γεγονός ότι η Ελλάδα είναι ακόμα διστακτική να ακολουθήσει το παράδειγμα της Λευκωσίας. Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή κοινού ενεργειακού προγράμματος, ανάλογου με αυτό που εφαρμόζει η Κύπρος με το Ισραήλ, είναι ο καθορισμός τής ελληνικής ΑΟΖ, κίνηση την οποία η Αθήνα ακόμα δεν έχει πραγματοποιήσει. Η παρατεταμένη αυτή αποχή δεν είναι αδικαιολόγητη, και θα ήταν άδικο για την Ελλάδα να θεωρηθεί ότι οφείλεται απλά και μόνο στη δυσκαμψία τής εγχώριας γραφειοκρατίας.

Το γενικότερο δυσάρεστο οικονομικό κλίμα στην Ελλάδα και οι αγκυλώσεις που έχει επιφέρει η ασφυκτική εξάρτησή της από το ΔΝΤ και την ΕΕ, φοβίζουν την Αθήνα να δεσμευθεί ως προς τον τρόπο αξιοποίησης της μίας και μοναδικής δυνατότητας εξόδου από την κρίση, η οποία δεν είναι άλλη από την αξιοποίηση του ενεργειακού της πλούτου.

Η Ελλάδα έχει επίγνωση ότι οι παρούσες συνθήκες δεν της επιτρέπουν να διαπραγματευθεί μια τέτοιου βεληνεκούς οικονομική συμφωνία με τον τρόπο που θα ήθελε, η οποία λόγω της φύσεώς της σχετίζεται άμεσα με τα εθνικά κυριαρχικά της συμφέροντα, την γεωστρατηγική της θέση στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και τον ρόλο της στην Εγγύς και Μέση Ανατολή. Παράλληλα, παρά την γενική αστάθεια που αντιμετωπίζουν οι αραβικές χώρες –και ως εκ τούτου τώρα η Αθήνα είναι σαφώς πιο ελεύθερη απ΄ ό, τι στο παρελθόν να χαράξει μια νέα στρατηγική στις σχέσεις της με τη Μέση Ανατολή εν γένει- δεν θα ήταν σώφρον να δημιουργηθούν συνθήκες μη αναστρέψιμες, οι οποίες θα απομάκρυναν την Ελλάδα υπέρμετρα και σε βάθος χρόνου από τις παραδοσιακά καλές ελληνοαραβικές σχέσεις.

Από την άλλη, το ζήτημα της ΑΟΖ έρχεται να προστεθεί στο γενικότερο πλαίσιο των ελληνοτουρκικών σημείων τριβής που σχετίζονται με τα θαλάσσια σύνορα της χώρας, την ύπαρξη γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο και την υφαλοκρηπίδα. Η Τουρκία αντιλαμβάνεται τους λόγους τής ελληνικής διστακτικότητας και φροντίζει να υπενθυμίζει στην Αθήνα τα χρόνια διμερή τους προβλήματα, απειλώντας ότι θα διαταραχθούν οι ήδη εύθραυστες σχέσεις τους, σε συνάρτηση πάντοτε με το κυπριακό πρόβλημα, το οποίο για την Ελλάδα ποτέ δεν έπαψε να αποτελεί εθνικό θέμα.

Έτσι, ενώ όσον αφορά την Λευκωσία η περαιτέρω ανάπτυξη της συμμαχίας της με το Ισραήλ είναι πλέον μονόδρομος, η Αθήνα έχει πολύ περισσότερους παράγοντες να λάβει υπόψη προτού αποφασίσει να προσχωρήσει στον ήδη υπαρκτό ενεργειακό άξονα Ισραήλ-Κύπρου.

ΑΠΟΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΑΜΑΡΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ

Μετά την πολλά υποσχόμενη πρόσφατη επίσκεψη Σαμαρά στο Ισραήλ, η οποία ωστόσο δεν απέφερε τα θεαματικά αποτελέσματα που αναμένονταν, το ασφαλέστερο συμπέρασμα που θα μπορούσε να εξαχθεί συνίσταται στο ότι η ελληνική κυβέρνηση αναζητά διεθνείς εγγυήσεις προκειμένου να μπορέσει και η Ελλάδα με σίγουρες κινήσεις να προβεί στον καθορισμό τής εθνικής της ΑΟΖ στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο.

Εκ του αποτελέσματος δίνεται η εντύπωση ότι, σε αντίθεση με ό, τι συνέβη στην περίπτωση της ενεργειακής συνεργασίας Κύπρου-Ισραήλ, τέτοιες εγγυήσεις προς την Ελλάδα ακόμα δεν έχουν παρασχεθεί, καθιστώντας την κυβέρνηση Σαμαρά εξαιρετικά ευάλωτη στην κριτική τής αντιπολίτευσης. Είναι, όμως, σαφές ότι υπό τις παρούσες συνθήκες, καμία ελληνική κυβέρνηση και υφ' οιανδήποτε σύνθεση δεν θα μπορούσε να ρυθμίσει από μόνη της και προς το συμφέρον τής Ελλάδας τόσους ποικίλους και ετερογενείς περιφερειακούς παράγοντες που καθορίζουν αυτή τη στιγμή τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.

Έτσι, η Αθήνα βρίσκεται ακόμα εγκλωβισμένη, μη έχοντας άλλη επιλογή από το να τελεί σε στάση αναμονής, ελπίζοντας να της δοθεί έξωθεν το πράσινο φως προκειμένου προχωρήσει στον καθορισμό των ορίων τής εθνικής της ΑΟΖ. Σε διαφορετική περίπτωση και υπό τις παρούσες συνθήκες, η Ελλάδα έχει κατανοήσει ότι κάθε μονομερής κίνηση εκ μέρους της ως προς το ζήτημα αυτό θα μπορούσε να αποβεί μοιραία για τα εθνικά της συμφέροντα.

Το Ισραήλ από την πλευρά του, δείχνει διατεθειμένο να αναμένει την ελληνική εκείνη κίνηση που θα του επιτρέψει να εξασφαλίσει την ανάπτυξη των επιδιώξεών του όσον αφορά την ενεργειακή του αυτάρκεια. Άλλωστε, υπό τις παρούσες πολωτικές συγκυρίες, η Ιερουσαλήμ έχει εμπεδώσει ότι είναι εξαιρετικά δύσκολες έως αδύνατες οι πιθανότητες εξεύρεσης μια συμβιβαστικής φόρμουλας που θα συμπεριελάμβανε και την Τουρκία κατά το παρόν στάδιο διαμόρφωσης του νέου ενεργειακού χάρτη τής περιοχής.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.